Διατρέχουν τον χώρο με αστραπιαία ταχύτητα, όχι μόνο οι Άγγελοι, αλλά και οι δαίμονες, οι οποίοι μπορούν και να μεταφέρουν από τόπο σε τόπο την ύλη αλλά και τους ανθρώπους
Την ικανότητα να διατρέχουν τόν χώρο μέ αστραπιαία ταχύτητα την έχουν όχι μόνο οι άγγελοι άλλά καί οι δαίμονες, οι όποιοι, μάλιστα, μπορούν να μεταφέρουν από τόπο σε τόπο τόσο την παχιά καί άψυχη γήινη ύλη όσο καί τούς ανθρώπους, όπως δείχνει τό ακόλουθο παράδειγμα από τόν βίο τού αγίου Ίωάννου, άρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ.
Μια νύχτα ό άγιος Ιωάννης, όπως πάντα, προσευχόταν. Τά μεσάνυχτα ήρθε ένας δαίμονας γιά να τόν τρομάξει καί να τόν αποσπάσει από την προσευχή. Ό άγιος είχε ένα μεγάλο δοχείο μέ καπάκι, πού τό χρησιμοποιούσε ως νιπτήρα. Εκεί μέσα, λοιπόν, μπήκε ό δαίμονας καί άρχισε να πλατσουρίζει στο νερό. Ό άγιος τόν έδεσε μέ τό σημείο τού σταυρού καί τόν έκλεισε στο δοχείο, βάζοντας από πάνω τό καπάκι. Ό δαίμονας άρχισε να κραυγάζει μέ ανθρώπινη φωνή, ικετεύοντας τόν άγιο να τόν λύσει καί να τόν βγάλει από τό δοχείο. Κι εκείνος τού είπε:
— Θα σε βγάλω, άλλά, γιά να σε τιμωρήσω, σε προστάζω να μέ πάς αυτή τή νύχτα στα Ιεροσόλυμα, στον πανάγιο Τάφο τού Κυρίου, καί να μέ φέρεις πίσω, στο Νόβγκοροντ, πριν ξημερώσει.
— Θα τό κάνω! υποσχέθηκε ό δαίμονας.
Τότε ό άγιος, μέ την επίκληση του ονόματος του Χριστού, τόν έλυσε, Λέγοντας συνάμα:
— Να μεταμορφωθείς σε άλογο καί να σταθείς μπροστά στην πόρτα τού κελιού μου.
Τό πονηρό πνεύμα βγήκε από τό δοχείο σάν μαύρος καπνός καί, παίρνοντας τή μορφή άλογου, στάθηκε στην είσοδο τού κελιού τού άγιου. Μόλις εκείνος κάθισε πάνω του, τόν μετέφερε αστραπιαία στα Ιεροσόλυμα. Οι θύρες τού ναού τού παναγίου Τάφου άνοιξαν θαυματουργικά, μόλις πλησίασε ό μακάριος "Ιωάννης, ό όποιος, μπαίνοντας μέ βαθιά ευλάβεια, γονάτισε καί προσευχήθηκε μέ δάκρυα. Ύστερα σηκώθηκε καί προσκύνησε τό Θεοδόχο Μνημείο, καθώς καί όλες τίς εικόνες τού ναού. Όταν βγήκε, οι θύρες έκλεισαν μόνες τους πίσω του. "0 αλογόμορφος δαίμονας, πού τόν περίμενε άπ’ έξω, τόν έφερε πίσω στο Νόβγκοροντ πριν χαράξει.
Από τό παραπάνω περιστατικό αποκτούμε κάποια γνώση γιά την ταχύτητα μέ την οποία κινούνται τά πνεύματα. Η εναέρια μεταφορά τού προφήτου Αβακούμ από την Ιουδαία στη Βαβυλώνα καί αντίστροφα έγινε πολύ γρήγορα, όπως αναφέρει ή Γραφή, ή οποία όμως δεν προσδιορίζει τόν ακριβή χρόνο της. Ή μεταφορά τού άγιου Ίωάννου, πάντως, από τό Νόβγκοροντ στα "Ιεροσόλυμα καί αντίστροφα πρέπει να έγινε μέσα σε δύο μέ τρεις ώρες, αφού ό δαίμονας τόν επισκέφτηκε τά μεσάνυχτα καί πριν ξημερώσει τόν είχε φέρει πίσω.
Στη Σκήτη του Όσιου Νείλου Σόρσκι ζούσε ένας ιερομόναχος, πού Λεγόταν Αδάμ. Μαζί του είχε καί τόν γιό του, τόν Μιχαήλ. Ό ιερομόναχος αυτός έστειλε μια μέρα τό παιδί στον προσμονάριο γιά κάποιαν ανάγκη της εκκλησίας. Μόλις, όμως, ό Μιχαήλ βγήκε από τό κελί, παρουσιάστηκε μπροστά του ένας άγριος άνθρωπος, πού τόν άρπαξε καί σάν άνεμος τόν μετέφερε σε κάποιον αδιάβατο Λόγγο. Εκεί υπήρχε ένα σπίτι. Έβαλε τόν Μιχαήλ μέσα στο σπίτι, όπου έμεναν καί άλλοι άγριοι άνθρωποι, καθώς καί μια γυναίκα.
— Ταΐστε τό παιδί! τούς είπε.
’Έφεραν κάθε Λογής βότανα καί πίεζαν τόν μικρό να τά φάει. Αυτός, όμως, δεν γεύθηκε τίποτα. Στεκόταν ακίνητος στο σημείο όπου τόν είχε αφήσει ό αγριάνθρωπος, κι έκλαιγε πικρά.
Στο μεταξύ, ό ιερομόναχος, βλέποντας ότι ό γιός του αργούσε να επιστρέψει, άρχισε να τόν αναζητεί σ’ όλη την περιοχή γύρω από τή σκήτη. Καί καθώς δεν τόν βρήκε πουθενά, κάλεσε όλους τούς πατέρες καί πήγε μαζί τους σ’ ένα παρεκκλήσι, πού βρισκόταν κοντά στη σκήτη, μέσα στο δάσος. Στο παρεκκλήσι αυτό υπήρχε μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας. Μπροστά της έψαλαν την Παράκληση καί μέ δάκρυα επικαλέστηκαν τή βοήθεια του οσίου Νείλου.
Την ώρα εκείνη τό παιδί είδε τόν όσιο Νείλο να έρχεται καί να στέκεται μπροστά σ’ ένα παράθυρο του σπιτιού, όπου ήταν φυλακισμένο. Ό όσιος σήκωσε τό ραβδί του καί χτύπησε τό παράθυρο τόσο δυνατά, πού σείστηκε ολόκληρο τό σπίτι. Τότε όλα τά ακάθαρτα πνεύματα, πού κατοικούσαν εκεί, έπεσαν καταγής. Ό Μιχαήλ, όμως, συνέχισε να στέκεται ακίνητος καί να κλαίει, κοιτάζοντας τόν όσιο, πού είπε μέ δυνατή φωνή:
— Πώς τολμήσατε, άθλιοι, να επιτεθείτε στη σκήτη μου καί ν’ αρπάξετε αυτό τό παιδί; Να τό πάτε αμέσως εκεί άπ’ όπου τό πήρατε!
Την ίδια στιγμή ό όσιος έγινε άφαντος, ένώ ό αγριάνθρωπος, πού είχε αρπάξει τό παιδί, τό πήρε καί τό μετέφερε πάλι σάν άνεμος στον μύλο της σκήτης. Τό άφησε πάνω σε μιαν άχυροθημωνιά καί μετά χάθηκε. Ό Μιχαήλ έβαλε τίς φωνές. Ό πατέρας του καί οι αδελφοί, πού έβγαιναν εκείνη την ώρα από τό παρεκκλήσι, τόν άκουσαν κι έτρεξαν στον μύλο. Βρίσκοντάς τον πάνω στη θημωνιά, δόξασαν τόν Θεό καί τόν θαυματουργό δούλο Του Νείλο. Ύστερα ρώτησαν τό παιδί πώς είχε βρεθεί εκεί. Εκείνο τούς διηγήθηκε ότι τού είχε συμβεί.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΤΟΝ ΑΔΗ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/11/blog-post_734.html
Την ικανότητα να διατρέχουν τόν χώρο μέ αστραπιαία ταχύτητα την έχουν όχι μόνο οι άγγελοι άλλά καί οι δαίμονες, οι όποιοι, μάλιστα, μπορούν να μεταφέρουν από τόπο σε τόπο τόσο την παχιά καί άψυχη γήινη ύλη όσο καί τούς ανθρώπους, όπως δείχνει τό ακόλουθο παράδειγμα από τόν βίο τού αγίου Ίωάννου, άρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ.
Μια νύχτα ό άγιος Ιωάννης, όπως πάντα, προσευχόταν. Τά μεσάνυχτα ήρθε ένας δαίμονας γιά να τόν τρομάξει καί να τόν αποσπάσει από την προσευχή. Ό άγιος είχε ένα μεγάλο δοχείο μέ καπάκι, πού τό χρησιμοποιούσε ως νιπτήρα. Εκεί μέσα, λοιπόν, μπήκε ό δαίμονας καί άρχισε να πλατσουρίζει στο νερό. Ό άγιος τόν έδεσε μέ τό σημείο τού σταυρού καί τόν έκλεισε στο δοχείο, βάζοντας από πάνω τό καπάκι. Ό δαίμονας άρχισε να κραυγάζει μέ ανθρώπινη φωνή, ικετεύοντας τόν άγιο να τόν λύσει καί να τόν βγάλει από τό δοχείο. Κι εκείνος τού είπε:
— Θα σε βγάλω, άλλά, γιά να σε τιμωρήσω, σε προστάζω να μέ πάς αυτή τή νύχτα στα Ιεροσόλυμα, στον πανάγιο Τάφο τού Κυρίου, καί να μέ φέρεις πίσω, στο Νόβγκοροντ, πριν ξημερώσει.
— Θα τό κάνω! υποσχέθηκε ό δαίμονας.
Τότε ό άγιος, μέ την επίκληση του ονόματος του Χριστού, τόν έλυσε, Λέγοντας συνάμα:
— Να μεταμορφωθείς σε άλογο καί να σταθείς μπροστά στην πόρτα τού κελιού μου.
Τό πονηρό πνεύμα βγήκε από τό δοχείο σάν μαύρος καπνός καί, παίρνοντας τή μορφή άλογου, στάθηκε στην είσοδο τού κελιού τού άγιου. Μόλις εκείνος κάθισε πάνω του, τόν μετέφερε αστραπιαία στα Ιεροσόλυμα. Οι θύρες τού ναού τού παναγίου Τάφου άνοιξαν θαυματουργικά, μόλις πλησίασε ό μακάριος "Ιωάννης, ό όποιος, μπαίνοντας μέ βαθιά ευλάβεια, γονάτισε καί προσευχήθηκε μέ δάκρυα. Ύστερα σηκώθηκε καί προσκύνησε τό Θεοδόχο Μνημείο, καθώς καί όλες τίς εικόνες τού ναού. Όταν βγήκε, οι θύρες έκλεισαν μόνες τους πίσω του. "0 αλογόμορφος δαίμονας, πού τόν περίμενε άπ’ έξω, τόν έφερε πίσω στο Νόβγκοροντ πριν χαράξει.
Από τό παραπάνω περιστατικό αποκτούμε κάποια γνώση γιά την ταχύτητα μέ την οποία κινούνται τά πνεύματα. Η εναέρια μεταφορά τού προφήτου Αβακούμ από την Ιουδαία στη Βαβυλώνα καί αντίστροφα έγινε πολύ γρήγορα, όπως αναφέρει ή Γραφή, ή οποία όμως δεν προσδιορίζει τόν ακριβή χρόνο της. Ή μεταφορά τού άγιου Ίωάννου, πάντως, από τό Νόβγκοροντ στα "Ιεροσόλυμα καί αντίστροφα πρέπει να έγινε μέσα σε δύο μέ τρεις ώρες, αφού ό δαίμονας τόν επισκέφτηκε τά μεσάνυχτα καί πριν ξημερώσει τόν είχε φέρει πίσω.
Στη Σκήτη του Όσιου Νείλου Σόρσκι ζούσε ένας ιερομόναχος, πού Λεγόταν Αδάμ. Μαζί του είχε καί τόν γιό του, τόν Μιχαήλ. Ό ιερομόναχος αυτός έστειλε μια μέρα τό παιδί στον προσμονάριο γιά κάποιαν ανάγκη της εκκλησίας. Μόλις, όμως, ό Μιχαήλ βγήκε από τό κελί, παρουσιάστηκε μπροστά του ένας άγριος άνθρωπος, πού τόν άρπαξε καί σάν άνεμος τόν μετέφερε σε κάποιον αδιάβατο Λόγγο. Εκεί υπήρχε ένα σπίτι. Έβαλε τόν Μιχαήλ μέσα στο σπίτι, όπου έμεναν καί άλλοι άγριοι άνθρωποι, καθώς καί μια γυναίκα.
— Ταΐστε τό παιδί! τούς είπε.
’Έφεραν κάθε Λογής βότανα καί πίεζαν τόν μικρό να τά φάει. Αυτός, όμως, δεν γεύθηκε τίποτα. Στεκόταν ακίνητος στο σημείο όπου τόν είχε αφήσει ό αγριάνθρωπος, κι έκλαιγε πικρά.
Στο μεταξύ, ό ιερομόναχος, βλέποντας ότι ό γιός του αργούσε να επιστρέψει, άρχισε να τόν αναζητεί σ’ όλη την περιοχή γύρω από τή σκήτη. Καί καθώς δεν τόν βρήκε πουθενά, κάλεσε όλους τούς πατέρες καί πήγε μαζί τους σ’ ένα παρεκκλήσι, πού βρισκόταν κοντά στη σκήτη, μέσα στο δάσος. Στο παρεκκλήσι αυτό υπήρχε μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας. Μπροστά της έψαλαν την Παράκληση καί μέ δάκρυα επικαλέστηκαν τή βοήθεια του οσίου Νείλου.
Την ώρα εκείνη τό παιδί είδε τόν όσιο Νείλο να έρχεται καί να στέκεται μπροστά σ’ ένα παράθυρο του σπιτιού, όπου ήταν φυλακισμένο. Ό όσιος σήκωσε τό ραβδί του καί χτύπησε τό παράθυρο τόσο δυνατά, πού σείστηκε ολόκληρο τό σπίτι. Τότε όλα τά ακάθαρτα πνεύματα, πού κατοικούσαν εκεί, έπεσαν καταγής. Ό Μιχαήλ, όμως, συνέχισε να στέκεται ακίνητος καί να κλαίει, κοιτάζοντας τόν όσιο, πού είπε μέ δυνατή φωνή:
— Πώς τολμήσατε, άθλιοι, να επιτεθείτε στη σκήτη μου καί ν’ αρπάξετε αυτό τό παιδί; Να τό πάτε αμέσως εκεί άπ’ όπου τό πήρατε!
Την ίδια στιγμή ό όσιος έγινε άφαντος, ένώ ό αγριάνθρωπος, πού είχε αρπάξει τό παιδί, τό πήρε καί τό μετέφερε πάλι σάν άνεμος στον μύλο της σκήτης. Τό άφησε πάνω σε μιαν άχυροθημωνιά καί μετά χάθηκε. Ό Μιχαήλ έβαλε τίς φωνές. Ό πατέρας του καί οι αδελφοί, πού έβγαιναν εκείνη την ώρα από τό παρεκκλήσι, τόν άκουσαν κι έτρεξαν στον μύλο. Βρίσκοντάς τον πάνω στη θημωνιά, δόξασαν τόν Θεό καί τόν θαυματουργό δούλο Του Νείλο. Ύστερα ρώτησαν τό παιδί πώς είχε βρεθεί εκεί. Εκείνο τούς διηγήθηκε ότι τού είχε συμβεί.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΤΟΝ ΑΔΗ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/11/blog-post_734.html