Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

Ένα μικρό σύννεφο, που ήρθε ξαφνικά από την Ανατολή, στάθηκε πάνω από το άνοιγμα του τρούλου του ναού. το Άγιο Φως ξαφνικά φώτισε τον Άγιο Τάφο, λάμποντας με δέος και υπέροχη φωτεινότητα

Ο Ρώσος ηγούμενος Δανιήλ (1105-1107 μ.Χ.)
Το μακρύ οδοιπορικό του Ρώσου ηγούμενου Δανιήλ προς τους Αγίους Τόπους ξεκίνησε από ένα μοναστήρι της περιοχής του Τσερνίγκοφ, βορείως του Κιέβου. Δεν γνωρίζουμε ποιο ακριβώς έτος πραγματοποιήθηκε το ταξίδι του, όμως, όλοι ανεξαιρέτως οι μελετητές εκτιμούν ότι έλαβε χώρα την περίοδο 1105-1107.

Ο Δανιήλ κατέγραψε τις εμπειρίες του σε ένα χρονογράφημα το οποίο διαδόθηκε αρκετά στη Ρωσία και σήμερα διασώζεται σε 150 περίπου χειρόγραφα. Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη ενότητα, ο βασιλιάς Βαλδουίνος καθαίρεσε τον Δαϊμβέρτο από πατριάρχη της Ιερουσαλήμ και τον εξόρισε από την πόλη. Στη θέση του διόρισε τον επίσκοπο Έβρεμαρ, όμως, στην τελετή του Αγίου Φωτός αποφάσισε να ορίσει επικεφαλής και πάλι έναν Έλληνα αρχιερέα: τον ηγούμενο της μονής του Αγίου Σάββα.
Για τα αίτια της απόφασης αυτής υπάρχουν πολλές ερμηνείες. Η VICTORIA CLARK υποστηρίζει ότι μετά την αποτυχία της τελετής, το 1101, ο Βαλδουίνος επανέφερε αμέσως τους Έλληνες στον άγιο Τάφο, διότι συνυπολόγισε το οικονομικό κόστος αυτής της αποτυχίας.170 Και πράγματι, μετά την εισβολή των Σταυροφόρων, η Ιερουσαλήμ ήταν μία σχεδόν εγκαταλελειμμένη πόλη με νωπές τις μνήμες της μεγάλης σφαγής. Η οικονομική κρίση ώθησε τον Βαλδουίνο να επαναφέρει τους Ορθόδοξους χριστιανούς προκειμένου να επανέλθουν η θρησκευτική ομαλότητα και η εμπορική ακμή.

Ένας δεύτερος παράγοντας που πιθανώς επηρέασε την απόφαση του Βαλδουίνου για την επαναφορά των Ελλήνων, ήταν το ενδεχόμενο μιας νέας αποτυχίας και ο αντίκτυπος της στο ήδη λαβωμένο γόητρο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ο Στήβεν Ράνσιμαν επισημαίνει πως «ο Βαλδουίνος έλαβε υπόψιν το μάθημα» μετά την αποτυχία του 1101, και γι’ αυτό, «τα κλειδιά του Παναγίου Τάφου επιστράφηκαν στους Έλληνες».171 Η διήγηση του Δανιήλ επιβεβαιώνει τις ανωτέρω θέσεις. Στο 17ο κεφάλαιο του έργου του, ο Ρώσος ηγούμενος περιγράφει την τελετή με εντυπωσιακές λεπτομέρειες και ξεκινάει με την εξής εισαγωγή:

«Αυτά που θα ακολουθήσουν είναι μια περιγραφή του Αγίου Φωτός, το οποίο κατέρχεται στον άγιο Τάφο... Διότι, πραγματικά, έχω δει με τα ίδια μου τα αμαρτωλά μάτια τον τρόπο που το Άγιο Φως κατέρχεται πάνω στον λυτρωτικό Τάφο του Ιησού Χριστού... Η θεία χάρις κατέρχεται αθέατη από τον ουρανό και ανάβει τις κανδήλες του Τάφου του Κυρίου μας. Θα το περιγράφω μόνο με απόλυτη αλήθεια, όπως το έχω αντικρίσει». Ο Δανιήλ, που ήταν εκπρόσωπος έξι Ρώσων πριγκίπων, αναφέρει πως τη Μεγάλη Παρασκευή συναντήθηκε με τον βασιλιά Βαλδουίνο και αιτήθηκε να τοποθετήσει μια κανδήλα εκ μέρους του ρωσικού έθνους μέσα στον Πανάγιο Τάφο:

Είπα σε αυτόν: «Πρίγκιπα και κύριέ μου, για την αγάπη του Θεού, και από σεβασμό προς τους Ρώσους πρίγκιπες, επίτρεψέ μου να τοποθετήσω την κανδήλα μου στον άγιο Τάφο εις το όνομα όλου του ρωσικού έθνους». Τότε, με ασυνήθιστη ευγένεια, μού έδωσε την έγκρισή του. Όταν ο Δανιήλ εισέρχεται στον Τάφο μαζί με τον φύλακα που κατείχε τα κλειδιά, περιγράφει τα εξής:

«Ανοίγοντας [ο φύλακας] την ιερή θύρα. . .με οδήγησε να τοποθετήσω την κανδήλα πάνω στον Τάφο του Κυρίου. Την τοποθέτησα, διά των αμαρτωλών χειρών μου, στο σημείο όπου κείτονταν τα άγια πόδια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Η κανδήλα των Ελλήνων βρίσκεται εκεί που ήταν ξαπλωμένη η κεφαλή Του, [η κανδήλα] του Αγίου Σάββα και όλων των μοναστηριών στη θέση του στήθους. Διότι είναι εθιμοτυπικό για τους Έλληνες και τη μονή του Αγίου Σάββα να τοποθετούν τις κανδήλες τους εκεί κάθε χρόνο. Με την ευλογία του Θεού αυτές οι τρεις κανδήλες άναψαν σε εκείνη την τελετή, αλλά καμία απ’ εκείνες που κρέμονταν από πάνω και ανήκουν στους Λατίνους δεν έλαβε το φως».

Η ανωτέρω αναφορά καθιστά φανερό το καθεστώς που επικρατεί στον Πανάγιο Τάφο. Πάνω στην ταφόπλακα βρίσκονται δύο ελληνικές κανδήλες και μια τρίτη ρωσική την οποία τοποθετεί ο Δανιήλ. Οι κανδήλες αυτές ανεφλέγησαν διά του Αγίου Φωτός, σε αντίθεση με εκείνες των Λατίνων. Η διήγηση του Ρώσου ηγούμενου συνεχίζει ως εξής:
«Την επόμενη ημέρα, Μεγάλο Σάββατο, την έκτη ώρα της ημέρας, όλοι συγκεντρώνονται μπροστά στον Ναό της Αναστάσεως. Ντόπιοι και ξένοι άνθρωποι απ’ όλες τις χώρες, από τη Βαβυλώνα, από την Αίγυπτο, και από κάθε μέρος του κόσμου, προσέρχονται μαζί εκείνη την ημέρα σε αναρίθμητα πλήθη.

Ο κόσμος γεμίζει τον ανοιχτό χώρο γύρω από τον ναό και γύρω από τον τόπο της Σταύρωσης. Ο συνωστισμός είναι τρομερός και η αναταραχή τόσο μεγάλη ώστε πολλοί ασφυκτιούν μέσα στο στριμωγμένο πλήθος των ανθρώπων, που στέκονται με σβηστές τις λαμπάδες στα χέρια, αναμένοντας να ανοίξουν οι πύλες του ναού. Στο εσωτερικό του ναού βρίσκονται μόνον οι ιερείς, ενώ κλήρος και λαός αναμένουν την άφιξη του πρίγκιπα και της συνοδείας του. Τότε, μόλις ανοίγουν οι πύλες, ο κόσμος ορμά μέσα, πιέζοντας και σπρώχνοντας ο ένας τον άλλο, και γεμίζουν τον ναό και όλες τις γαλαρίες - επειδή ο ναός από μόνος του δεν μπορεί να υποδεχθεί τόσο μεγάλο πλήθος. Μεγάλο μέρος του πλήθους πρέπει να παραμείνει έξω... Όλοι οι άνθρωποι, εντός και εκτός του ναού, φωνάζουν ασταμάτητα, “Κύριε Ελέησον”.

Και η κραυγή είναι τόσο δυνατή που όλο το οικοδόμημα αντιλαλεί και δονείται απ’ αυτή. Οι πιστοί εκχέουν ποταμούς δακρύων. Ακόμη και αυτός που έχει πέτρινη καρδιά δεν μπορεί να αποφύγει τα δάκρυα... Το Σάββατο, περί την εβδόμη ώρα, ο πρίγκιπας Βαλδουίνος, μαζί με τη συνοδεία του, άφησε τον οίκο του και προχωρώντας πεζός προς τον Τάφο του Κυρίου μας, έστειλε ανθρώπους του στο μετόχι του Αγίου Σάββα για να προσκαλέσουν τον ηγούμενο και τους μοναχούς. Ο ηγούμενος, ακολουθούμενος από τους μοναχούς, ξεκίνησε αμέσως για τον άγιο Τάφο, και εγώ, ο ανάξιος, βάδισα μαζί τους. Όταν φτάσαμε στον πρίγκιπα τον χαιρετήσαμε όλοι μαζί. Αυτός απάντησε στον χαιρετισμό μας και κατηύθυνε τον ηγούμενο και εμένα, τον ελάχιστο, να βαδίσουμε στο πλευρό του, ενώ οι υπόλοιποι ηγούμενοι και μοναχοί βάδιζαν μπροστά, και η ακολουθία του βάδιζε από πίσω μας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο φτάσαμε στη δυτική πύλη του Ναού της Αναστάσεως, αλλά το συνωστισμένο πλήθος έφραζε την πύλη και δεν μπορούσαμε να διέλθουμε.Ο πρίγκιπας Βαλδουίνος διέταξε αμέσως τους στρατιώτες του να διασκορπίσουν το πλήθος και να ανοίξουν ένα διάδρομο για εμάς».

Οι στρατιώτες άνοιξαν τον διάδρομο και όλοι μαζί εισήλθαν στον ναό. Τότε, σύμφωνα με τη διήγηση του Ρώσου ηγούμενου, συνέβησαν τα εξής:
«Ο πρίγκιπας διέταξε τον ηγούμενο του Αγίου Σάββα να λάβει τη θέση του στον Τάφο, μαζί με τους μοναχούς και τους Ορθόδοξους ιερείς. Όσο για μένα, τον ελάχιστο, με κατηύθυνε σ’ ένα μέρος που να είμαι ψηλότερα, πάνω από τις θύρες του Τάφου, μπροστά από τον μεγάλο βωμό, κι έτσι μπορούσα να βλέπω διά μέσου των θυρών του Τάφου. Αυτές οι θύρες, τρεις στον αριθμό, ήταν σφραγισμένες με τη βασιλική σφραγίδα... Την ογδόη ώρα, οι Ορθόδοξοι ιερείς που ήταν στον Πανάγιο Τάφο, μαζί με τον κλήρο, τους μοναχούς, και τους ερημίτες, άρχισαν να ψέλνουν τον εσπερινό. Και οι Λατίνοι, δίπλα από τον μεγάλο βωμό, άρχισαν να ψελλίζουν με τον δικό τους τρόπο. Ενώ λοιπόν όλοι έψελναν, εγώ κρατούσα τη θέση μου και παρακολουθούσα προσεκτικά τις θύρες του Τάφου. Όταν άρχισαν να διαβάζουν το ανάγνωσμα του Μεγάλου Σαββάτου, κατά τη διάρκεια του πρώτου αναγνώσματος, ο [Λατίνος] επίσκοπος ακολουθούμενος από έναν διάκονο, άφησε τον μεγάλο βωμό και προσερχόμενος στον Τάφο κοίταξε μέσα από τις γρίλιες αν είχε έρθει το φως, αλλά δεν είδε φως και επέστρεψε στη θέση του...

Στο τέλος της ενάτης ώρας, όταν άρχισαν να ψέλνουν την υμνωδία από το ανάγνωσμα Ύμνος του Κυρίου, ένα μικρό σύννεφο, που ήρθε ξαφνικά από την ανατολή, στάθηκε πάνω από το άνοιγμα του τρούλου του ναού. Μια ψιλή βροχή έπεσε πάνω στον άγιο Τάφο και έβρεξε εμάς και όλους τους παριστάμενους πλησίον του Τάφου. Ήταν εκείνη ακριβώς τη στιγμή που το Άγιο Φως ξαφνικά φώτισε τον άγιο Τάφο, λάμποντας με δέος και υπέροχη φωτεινότητα. Ο [Λατίνος] επίσκοπος, ακολουθούμενος από τέσσερις διάκους, άνοιξε τις θύρες του Τάφου και εισήλθε με τη λαμπάδα του πρίγκιπα Βαλδουίνου ώστε να ανάψει εκείνη πρώτη με το Άγιο Φως. Εν συνεχεία την επέστρεψε στον πρίγκιπα, ο οποίος γύρισε στη θέση του, κρατώντας με μεγάλη χαρά τη λαμπάδα στα χέρια του. Όλοι ανάψαμε τις λαμπάδες μας από αυτή του πρίγκιπα και κατ’ αυτόν τον τρόπο η φλόγα εξαπλώθηκε σε όλους μέσα στον ναό».

Η διήγηση του Δανιήλ περιέχει σπάνιες λεπτομέρειες. Αξίζει να σταθούμε σε μερικές απ’ αυτές. Αρχικά, περιγράφει τη χρυσή τομή που επέλεξε ο βασιλιάς Βαλδουίνος για το καθεστώς του αγίου Τάφου. Στην τελετή προεξάρχει ο ηγούμενος του Αγίου Σάββα, ο οποίος βρίσκεται μπροστά στον Τάφο μαζί με τους υπόλοιπους Ορθόδοξους κληρικούς. Οι Λατίνοι έχουν δευτερεύοντα ρόλο, στέκονται πιο πίσω, και όπως λέει ο Δανιήλ απλώς ψελλίζουν τα δικά τους.

Όταν, όμως, το Άγιο Φως κατέρχεται και καταυγάζετε ο Τάφος, η κατάσταση αντιστρέφεται. Ο βασιλιάς δίνει τη λαμπάδα του στον Λατίνο επίσκοπο, τον Έβρεμαρ, ο οποίος ξεκλειδώνει τον Τάφο, ανάβει τη λαμπάδα με το Άγιο Φως και την επιστρέφει στον βασιλιά του. Με άλλα λόγια, κατά το χρονικό διάστημα που προηγείται της καθόδου του Φωτός, τον πρώτο λόγο έχουν οι Έλληνες. Όταν το θαύμα ολοκληρώνεται, αναλαμβάνουν οι Λατίνοι, οι οποίοι βγάζουν το Φως από τον Τάφο για να το διαμοιράσει στο πλήθος ο βασιλιάς Βαλδουίνος.

Η διήγηση του Δανιήλ διέπεται από αξιοπρόσεκτη ακρίβεια. Ο Ρώσος ηγούμενος περιγράφει κατ’ ουσίαν τη μέση οδό που είχε επιλέξει ο Βαλδουίνος μεταξύ Ελλήνων και Λατίνων. Χρησιμοποιεί τις δύο παρατάξεις έτσι ώστε να κυλήσουν όλα ομαλά και να μην υπάρξουν διαμαρτυρίες από κανέναν. Και αυτό είναι ό,τι ακριβώς περιμέναμε να συμβεί μετά την αποτυχία του έτους 1101.
Ένα γεγονός της διήγησης που αξίζει να επισημάνουμε είναι η εμφάνιση του μικρού σύννεφου πάνω από το μεγάλο άνοιγμα που υπήρχε στον τρούλο. Ο Δανιήλ περιγράφει τον τρούλο με ακρίβεια, διότι, όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του ναού το έτος 1048, το μεγαλύτερο μέρος του τρούλου ήταν πράγματι κενό.

Μια ψιλή βροχή, εξαγνιστικού χαρακτήρα, κατήλθε από το άνοιγμα του τρούλου και έβρεξε τους πιστούς. Την ίδια ώρα εμφανίστηκε το Φως και άναψαν οι τρεις κανδήλες που υπήρχαν πάνω στην ταφόπλακα μέσα στον άδειο και κλειδωμένο Τάφο. Βροχή και Φως κατήλθαν ταυτόχρονα και αναμεμιγμένα.

Σημαντικό επίσης σημείο της διήγησης συνιστά η αναφορά ότι το Άγιο Φως κατήλθε και φώτισε εξωτερικά το κουβούκλιο του αγίου Τάφου, «λάμποντας με δέος και με μια υπέροχη φωτεινότητα». Δηλαδή, ο εσωτερικός χώρος του Τάφου, αλλά και το εξωτερικό κουβούκλιο, φωτίστηκαν την ίδια χρονική στιγμή. Αυτός ο συγχρονισμός της φωταγώγησης του εξωτερικού και του εσωτερικού χώρου του Τάφου, αποτελεί την κορύφωση του θαύματος. Και αυτός ο συγχρονισμός δύναται να επιτευχθεί μόνο διά της θεϊκής επενέργειας. Ο ηγούμενος Δανιήλ, ως επίσημος απεσταλμένος έξι Ρώσων πριγκίπων, βρίσκεται απέναντι από την είσοδο του Τάφου και καταγράφει, όπως διαβεβαιώνει, μόνο ό,τι βλέπει με τα ίδια του τα μάτια. Το σύνολο της μαρτυρίας του έχει ανεκτίμητη αξία.

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2017/03/1105-1107.html

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...