Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

Ιερομόναχος Αρσένιος, "Ομοφωνία" και "αυθεντία" της μελλούσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου

Παναγούδα
«ΟΜΟΦΩΝΙΑ» ΚΑΙ «ΑΥΘΕΝΤΙΑ»
ΤΗΣ ΜΕΛΛΟΥΣΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
το ερομονάχου ρσενίου, Γέροντος . Κελλίου «Παναγούδα»
(. Μ. Κουτλουμουσίου) καί τς συνοδείας
Α Μέ μεγάλη χαρά καί ἀνακούφισι εἴχαμε πληροφορηθῆ ὅτι εἶχε συμφωνηθῆ ὥστε οἱ ἀποφάσεις τῆς μελλούσης νά συγκληθῇ Αγίας και Μεγάλης Συνόδου θα ελαμβάνοντο μέ μοφωνίαν.
Αὐτό μᾶς εἶχε διασκεδάσει τούς φόβους καί τίς ἀνησυχίες –πού εὐλόγως μέχρι τότε ὑπῆρχαν– ὅτι, δηλαδή, αὐτά πού θά ἀποφασισθοῦν πιθανότατα θά παρεκκλίνουν ἀπό τήν Ὀρθόδοξον διδασκαλίαν καί παράδοσιν. Διότι, δόξα τῷ Θεῷ, ἔχομε ὄχι μόνον ἕναν ἀλλά ἀρκετούς Ἱεράρχες, πού δέν εἶναι μόνον «θρόνων διάδοχοι» τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀλλά καί τῶν «τρόπων (αὐτῶν) μέτοχοι».
Ὅταν, ὅμως, προσφάτως ἀνεγνώσαμε μερικά Προσυνοδικά κείμενα –πού ὕστερα ἀπό πιέσεις τελικῶς δημοσιοποιήθηκαν– ἡ χαρά μας μετεβλήθη σέ βαθύτατη θλῖψιν καί ἱεράν ἀγανάκτησιν, διότι διεπιστώσαμε ὅτι ἡ συμφωνηθεῖσα ὁμοφωνία ἦταν ρος κενός περιεχομένου, κατ εφημισμόν καί ὑπενθυμίζων τήν «νέαν γλῶσσαν» τῆς Νέας Ἐποχῆς πού προσδίδει στίς λέξεις τό ἀντίθετον νόημα (πρβλ. «ἀντιρρατσιστικός» νόμος).
Συγκεκριμένως ἐπισημαίνομε –ἀφήνοντας ἀσχολίαστη τήν καιριωτάτην ἀσυνέπειαν τῆς μέ πᾶσαν μυστικότητα διαμορφώσεως τῶν κειμένων νευ τς γκρίσεώς τους πό τν τοπικν εραρχιν– ὅτι βάσει τοῦ «Κανονισμοῦ ὀργανώσεως καί λειτουργίας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου»:
1. Κωλύεται συμμετοχή πάντων τν ἐπιθυμούντων καί δυναμένων νά συμμετάσχουν πισκόπων, παραβιαζομένης πανηγυρικῶς τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως ἐν προκειμένῳ.
2. Ὁρίζεται συγκεκριμένος νώτατος ριθμός πισκόπων (25), διά τῶν ὁποίων θά ἐκπροσωπῆται ἑκάστη Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία (Μέ ποῖα ἆραγε κριτήρια θά ἐπιλεγοῦν;...)
3. Στήν τελική ψηφοφορίαν ο πίσκοποι δέν θά χουν ψφον (!), ἀλλά μόνον οἱ Ἐκκλησίες.
4. Ἡ ψῆφος ἑκάστης Ἐκκλησίας ἐξάγεται βάσει τῆς ἀρχῆς τς πλειονοψηφίας καί χι τς μοφωνίας!
Συμφώνως δέ μέ τήν ρμηνείαν τς «μοφωνίας» στήν Εἰσήγησιν τοῦ Οκουμενικο Πατριάρχου στήν Σύναξιν τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στήν Γενεύη, ἀκόμη καί ρνητική ψφος μιᾶς ἤ περισσοτέρων Ἐκκλησιῶν –ὅπως καί ἡ λόγῳ διαφωνίας ποχώρησίς τους ἐκ τῆς Συνόδου– οδόλως θίγει τήν «μοφωνίαν» τς ποφάσεως! Οἱ Ἐκκλησίες πού διαφωνοῦν ἔχουν μόνον τήν δυνατότητα νά καταχωρήσουν τήν διαφωνίαν τους στά Πρακτικά, ἀλλά ποχρεονται νά προσυπογράψουν τήν πόφασιν πρός τήν ποίαν διαφωνον!!! Ἔτσι, φυσικά, δέν θά εἶναι δύσκολον νά ἐπιτευχθῇ τοιαύτη «μοφωνία» πί ποιασδήποτε ποφάσεως.
Καί ἄν μέν οἱ ἀποφάσεις ἀφοροῦν δευτερεύοντα καί τριτεύοντα θέματα, μικρόν τό κακόν. Ὅταν, ὅμως ἔχωμε θέματα πίστεως «ἔνθα Θεός τό κινδυνευόμενον», τό νά ποχρεοται μία κκλησία νά πογράψ τήν αρεσιν (!), αὐτό εἶναι φοβερόν καί ἀνήκουστον.
Ἄν ἴσχυαν αὐτά, γιος Μρκος Εγενικός, ἀφοῦ ὡμολογοῦσε στά Πρακτικά τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν, θά πέγραφε τελικῶς τήν Ἕνωσιν. Τότε, ὁ Πάπας Εὐγένιος θά πανηγύριζε καί δέν θά ἀναφωνοῦσε ἀπηλπισμένος τό «Λοιπόν, πεποιήκαμεν οὐδέν», καί σήμερα –κατά ἄνθρωπον ὁμιλοῦντες– θά ἤμαστε Οὐνῖτες. Ἄν ἴσχυαν αὐτά, οἱ πιεσθέντες καί ὑπογράψαντες ἐπίσκοποι, μετά τήν ἐπιστροφήν τους στήν Κωνσταντινούπολιν, δέν θά ἐκραύγαζαν μετανοοῦντες καί δακρύοντες τό: «Ἡ δεξιά αὕτη ὑπέγραψεν· ἐκκοπήτω».

Β Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, θεωροῦμεν ὅτι ὑπερβαίνει πάντα χαρακτηρισμόν ἡ προσπάθεια νά περιβληθοῦν οἱ ἀποφάσεις τῆς τοιαύτης Συνόδου τό κρος καί τήν αθεντίαν το ρθοδόξου συνοδικο συστήματος καί, μάλιστα, κτόξευσις πειλν σέ ὅσους δέν ὑπακούσουν ἀπροϋπόθετα σ᾽ αὐτές (Βλ. Προαναφερθεῖσαν εἰσήγησιν τοῦ Οἰκ. Πατριάρχου καί τό κείμενον: «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον»).
Φυσικά, καί τό συνοδικόν σύστημα, «μηχανιστικά» (κατά τόν εὔστοχον χαρακτηρισμόν τοῦ Καθηγητοῦ κ. Δ. Τσελεγγίδη) ἐφαρμοζόμενον, δέν ρθοτομε προϋπόθετα τόν λόγον τς ληθείας. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τό «ἀλάθητο» εἶναι παραπλήσιον μέ τό «ἀλάθητο» τοῦ Πάπα, ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Ἁπλῶς εἶναι πιό δημοκρατικό, ἀλλ᾽ ὄχι Ἁγιοπνευματικό. [Εὐνόητον εἶναι ὅτι ο προαναφερθέντες σχεδιασμοί, ἐφ᾽ ὅσον τελικῶς ἰσχύσουν στήν μέλλουσα Σύνοδον, δέν ἔχουν καμμίαν σχέσιν μέ τόν συνοδικό θεσμό, οτε κν «μηχανιστικά» νοούμενον].
Θά παραθέσωμε σχετικῶς δύο χαρακτηριστικά ἀποσπάσματα ἀπό τήν διδασκαλίαν τοῦ Γέροντος Σωφρονίου (Σαχάρωφ), ἡ ὁποία, φυσικά, ταυτίζεται καί συνοψίζει τήν διδασκαλίαν καί τήν πρᾶξιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπί τοῦ θέματος διαχρονικά. Ἐπελέξαμε τόν Γέροντα Σωφρόνιον γιά πολλούς λόγους. Καί διότι, ὡς σύγχρονος, ἐγνώριζε τούς περί τήν μέλλουσαν ταύτην Σύνοδον προβληματισμούς, καί ὡς ἄκρως πεπαιδευμένον, καί διότι οὐδείς δύναται νά τόν κατηγορήσῃ ὡς φανατικόν ἤ ὡς ἀντιπατριαρχικόν –ἄν καί Ρῶσσος, ὑπήγαγε τό Μοναστήριόν του στό Ἔσσεξ ὑπό τήν δικαιοδοσίαν τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου–, καί, τό κυριώτερον, ὡς Πνευματοφόρον καί ὁμιλοῦντα ἐκ τῶν θείων αὐτοῦ ἐμπειριῶν καί ὄχι στοχαστικῶς ἐκ τῆς διανοίας του.

α Στό πρτο πόσπασμα, ἀφοῦ προηγουμένως ἔχῃ ἐπισημάνει ὅτι τά μέλη τῶν Συνόδων πρέπει νά εἶναι ἐκπαιδευμένα στήν ἀρετήν τῆς πακος καί νά παραμένουν σέ διάλειπτη νοερά προσευχή, ἡ ὁποία θά τούς πληροφορῇ «πότε καί σέ ποιόν μιλε τό Πνεμα τό γιον», διά νά πακούσουν σ ατόν, χωρίς νά πηρεάζωνται πό τήν εραρχικήν θέσιν τν συνοδικν –καθόσον «Τό Πνεῦμα Αὐτό ὅπου θέλει πνεῖ (Ἰωάν. 3, 8), χωρίς ὁπωσδήποτε νά ὑπολογίζει τήν ἱεραρχική θέση τῶν συνοδικῶν»–, στήν συνέχεια φανερώνει τό μυστήριον τῆς ἀληθοῦς καί ὄντως ἀλαθήτου Συνόδου: « καθένας πό κείνους, στούς ποίους ποκαλύπτεται κατά τήν νέργειά Του τό Πνεμα τς ληθείας, κφράζει τήν λήθεια μέ ταπείνωση, καί λοι μέ τήν χαρά το πνεύματός τους τήν ποδέχονται». Καί ἀμέσως κατωτέρω συμπεραίνει ὠμά καί ἀπερίφραστα: «ταν δέν πάρχουν τά σημεα ατά, γία Σύνοδος μετατρέπεται σέσύλλογομάδαεδικν διεκπεραιωτν παγγελματιν θεολόγων, χωρίς νά πάρχει δυνατότητα ξόδου ἀπό τό ἐπίπεδον τῶν ἀνθρώπινων εἰκασιῶν». («Τό μυστήριον τῆς χριστιανικῆς ζωῆς», σσ. 32-33).
Χρειάζεται κάποιο σχόλιον;

β Στό δεύτερο πόσπασμα ἀναφέρεται στό Filioque καί στήν προσωπική του ρνησι νά συμφωνήσ μέ ατό «στω καί ν λοι ο πίσκοποι το κόσμου συναχθον σέ κάποια Οκουμενική Σύνοδο καί ποστηρίξουν τό δόγμα ατό το ρωμαιοκαθολικισμο». Νομίζω, ὅμως, ὅτι ἀξίζει νά παρατεθῇ ὁλόκληρο τό σχετικό ἀπόσπασμα αὐτούσιο, δεδομένης καί τῆς βαρύτητος τοῦ σχολιαζομένου θέματος (filioque) γιά τίς διαχριστιανικές σχέσεις, μέ τίς ὁποῖες θά ἀσχοληθῇ ἡ Σύνοδος «Γιά νά ἀπομακρύνουμε μέ ριζικό τρόπο ἀπό τό Σύμβολο τῆς πίστεώς μας τή διφορούμενη ἔννοια τοῦ Filioque (καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ), ρνούμαστε κατηγορηματικά νά δεχθομε στό Σύμβολο τόν ρο ατό. Δέν μς χρειάζονται ο ποικίλες ρμηνεες, πούπαλύνουντό νόημα το ρου ατο. Ὁ ὅρος αὐτός, οὕτως ἤ ἄλλως, ἐπιστρέφει τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου στό ἴδιο βασικό λάθος τοῦ ρωμαιοκαθολικισμοῦ, δηλαδή στήν ἀναγνώριση ὑπεροχῆς τοῦ ἀπροσώπου (ὑπερπροσωπικοῦ) γενικοῦ ἐπάνω στό προσωπικό, τό μερικό.
» Γιά μένα προσωπικά, αὐτό ἔχει τόσο σπουδαία σημασία, ὥστε νά μή βλέπω τόν αυτό μου σέ θέση νά συμφωνε μέ τό Filioque, στω καί ν λοι ο πίσκοποι το κόσμου συναχθον σέ κάποια Οκουμενική Σύνοδο καί ποστηρίξουν τό δόγμα ατό το ρωμαιοκαθολικισμο.
» Ἔξω ἀπό τό δόγμα τοῦ Filioque, δηλαδή μέ τήν Ὀρθόδοξη θεώρηση τῆς Θεότητος, καί συνεπῶς καί τή θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου (ἀνθρωπολογία), εναι δύνατον νά διανοηθομε τό δόγμα το λάθητου το Πάπα τς Ρώμης. Τό δόγμα αὐτό ἀπό μόνο του ὁδηγεῖ τόν Χριστιανισμό τόσο μακριά ἀπό τόν αὐθεντικό χαρακτήρα καί τό νόημά του, ὥστε ἁπλῶς νά μήν μπορ νά ναγνωρίσω οτε Χριστό οτε νθρωπο στόν ρωμαιοκαθολικισμό. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι καί ἐξωτερικά ἡ ἔκφραση τοῦ προσώπου τους τόσο διαφέρει ἀπό τήν ἔκφραση τοῦ ὀρθοδόξου ἀνθρώπου». (ἔνθ᾽ ἀν., σσ. 143-144).
Βάσει τῶν ἀνωτέρω –τά ὁποῖα καί ἐκφράζουν τήν πίστιν, τήν διδασκαλίαν καί τήν δισχιλιετῆ πρᾶξιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας– εἶναι διανόητον νά διακηρύττεται κ τν προτέρων καί προϋπόθετα αθεντία καί τό λάθητον τς μελλούσης Συνόδου, καί νά ἐκσφενδονίζωνται πειλαί καθ σων τυχόν δέν θά συμφωνήσουν.
Ἄν ἴσχυε τό γράμμα καί τό πνεῦμα τῶν προσυνοδικῶν κειμένων, θά ἔπρεπε νά ἐθεωρούσαμε ς Οκουμενικές πλεῖστες ὅσες Συνόδους, τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία κατεδίκασε ς Αρετικές, Ψευδοσυνόδους, Ληστρικές κ.τ.ὅ. [Λ.χ.: τήν «Ληστρικήν» ἐν Ἐφέσῳ (449) τήν ἐν Λυών (1274), τήν ἐν Φερράρᾳ-Φλωρεντίᾳ (1438-1440) κ.ἄ.π.]· καί, κατά συνέπειαν, πλείστους ὅσους γίους Μάρτυρας καί μολογητάς (Λ.χ.: τόν Ἅγιον Φλαβιανόν Κωνσταντινουπόλεως, τούς ἐπί Βέκκου μαρτυρήσαντας Ἁγιορεῖτας Πατέρας, τόν Ἅγιον Μᾶρκον τόν Εὐγενικόν κ.ἄ.π.) θά ἔπρεπε νά τούς θεωρούσαμε ς ναθεματισμένους αρετικούς, ἐπειδή ἀνυπάκουσαν στίς δῆθεν Οἰκουμενικές Συνόδους.
Ἐν ἀντιθέσει πρός τά προσυνοδικά κείμενα, στήν Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας μας, νακήρυξις μις Συνόδου ς Οκουμενικς γίνεται κ τν στέρων (συνήθως ὑπό τῆς ἑπομένης Συνόδου), ἀφοῦ, δηλαδή, γίνῃ ποδεκτή πό τήν συνείδησιν το εσεβος πληρώματος.
Λίαν ἀποκαλυπτική διά τόν καθοριστικόν αὐτόν ρόλον τοῦ πληρώματος στόν Συνοδικόν θεσμόν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ἡ γνωστή γκύκλιος τν τεσσάρων Πατριαρχν (1848), ἀπαντητική πρός τόν πάπα Πῖον τόν Θ´, πού μεταξύ ἄλλων ἀναφέρει: «Παρ᾽ ἡμῖν οτε Πατριάρχαι οτε Σύνοδοι ἐδυνήθησάν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι περασπιστής τς θρησκείας στίν ατό τό σμα τς κκλησίας, ἤτοι ατός λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καί ὁμοειδές τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ». Εἶναι χαρακτηριστική καί ἀναντίρρητος ἡ μαρτυρία αὐτή, διότι δέν προέρχεται πό στόματα λαϊκν μοναχν, πού ἐνδεχομένως ἦταν δυνατόν νά κατηγορηθοῦν ὅτι διεκδικοῦν καί σφετερίζονται ξένα δικαιώματα, λλά πό τά στόματα Πατριαρχν –καί μάλιστα πό τήν Σύνοδον καί τν τεσσάρων ρθοδόξων Πατριαρχν– πού ὁμολογοῦν ἀπερίφραστα τά ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ ἰσχύοντα, χωρίς νά θεωροῦν ὅτι δι᾽ αὐτῶν περιορίζουν τήν δικαιοδοσίαν τους, ἀλλ᾽ ὄντες βέβαιοι ὅτι καταθέτουν αὐθεντικά τήν Ὀρθόδοξον πραγματικότητα.

http://thriskeftika.blogspot.gr/2016/04/blog-post_29.html

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...