Τοιχογραφία (τμήμα), Άγιος Νικόλαος Γκραντέσνιτσα (Σκόπια). |
Ο
αδελφός Συμεών (Άγιος Σιλουανός), ήταν υπομονετικός, άκακος, υπήκοος. Στη μονή
τον αγαπούσαν και τον επαινούσαν για την επιμέλειά του στην εργασία και το καλό
του χαραχτήρα και αυτός αρέσκονταν σε αυτό. Τότε εμφανίστηκαν λογισμοί κενοδοξίας.
«Ζεις αγίως : Μετανόησες, οι αμαρτίες του συγχωρέθηκαν, προσεύχεσαι αδιάλειπτα,
εκπληρώνεις καλώς την υπακοή».
Από
την πολλή και θερμή προσευχή, η ψυχή του κατά καιρούς γεύονταν ανάπαυση. Τότε
οι λογισμοί του έλεγαν : «Εσύ προσεύχεσαι και ίσως θα σωθείς. Αλλ΄ εάν στον Παράδεισο
δεν βρεις μήτε τον πατέρα σου, μήτε την μητέρα, μήτε αυτούς τους οποίους αγαπάς,
τότε κι εκεί δεν θα έχεις καμία χαρά».
Ο
νους του δόκιμου ταλαντεύονταν από αυτές τις σκέψεις, και η αγωνία εισήλθε στην
καρδιά του. Άπειρος όμως όπως ήταν, δεν εννοούσε ακριβώς τι συνέβαινε σε αυτόν.
Κάποια
νύκτα το κελλί του γέμισε ασύνηθες φως, το οποίος διαπέρασε ακόμη και το σώμα
του, ώστε είδε τα εντός του θώρακος. Ο λογισμός του είπε : «Δέξαι, είναι η Χάρις».
Η ψυχή όμως του δόκιμου ταράχθηκε και έμεινε με μεγάλη απορία. Η προσευχή και
μετά από αυτό εξακολουθούσε να ενεργείται σε αυτόν, αλλά το πνεύμα της συντριβής
απομακρύνθηκε τόσο, ώστε την ώρα της προσευχής του ήλθε γέλωτας. Τότε χτύπησε
δυνατά με τη πυγμή το μέτωπό του. Σταμάτησε ο γέλωτας αλλά το πνεύμα της μετάνοιας
δεν επανήλθε και η προσευχή του συνεχίστηκε χωρίς κατάνυξη. Τότε κατάλαβε ότι έπαθε
κάτι ανάρμοστο.
Μετά
την όραση του παραδόξου φωτός, εμφανίστηκαν σε αυτόν δαίμονες, και αυτός ο αφελής
συνομίλησε μαζί τους, «ως μετά ανθρώπων». Σταδιακά, οι επιθέσεις δυνάμωναν.
άλλοτε του έλεγαν : «τώρα είσαι άγιος» και άλλοτε : «δεν θα σωθείς». Ρώτησε κάποτε
έναν δαίμονα : «Γιατί αντιφάσκετε λέγοντας άλλοτε ότι είμαι άγιος, και άλλοτε ότι
δεν θα σωθώ»; Και ο δαίμων του απάντησε ειρωνικά : «Εμείς ποτέ δεν λέμε την αλήθεια».
………
Πέρασαν μήνες και μήνες και το μαρτύριο από τις δαιμονικές προσβολές γίνονταν
συνεχώς καταθλιπτικώτερο. Οι ψυχικές δυνάμεις του κάμπτονταν και το θάρρος του
αφανίζονταν. Έφθασε μέχρι της εσχάτης απογνώσεως………..
Πηγαίνοντας
για τον Εσπερινό στον ναό του Αγίου Προφήτη Ηλία, στον τόπο της εικόνας Σωτήρα,
είδε τον ζώντα Χριστό. Ο Κύριος με ακατάληπτο τρόπο του εμφανίστηκε και όλη του
η ύπαρξη και το σώμα ακόμη γέμισαν από το πυρ της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
Από το όραμα αυτό περιήλθε σε εξάντληση και ο Κύριος έγινε άφαντος.