«Είμαστε όλοι ένα σώμα και καθένας μέλος του άλλου, τότε αν υποφέρει ένα μέλος, υποφέρουν ταυτόχρονα όλοι» (Ά Κορ. 12,26)
του Βασίλη Παπαδόπουλου
Δεν υπάρχει το εγώ. Από μόνο του το εγώ είναι ανύπαρκτο. Το εγώ για να υπάρχει χρειάζεται το εσύ. Το εσύ όμως είναι ένα άλλο εγώ. Επομένως από μόνο του, ούτε το εσύ υπάρχει. Αυτό που υπάρχει ουσιαστικά είναι μόνο το εμείς. Ο ένας μαζί με τον άλλο. Ο κοινός βίος αυτών. Το κοινόβιο. Το σύνολο. Σε ένα σώμα. Και ο ένας μέλος του άλλου.
Για να λειτουργήσει όμως το σώμα, ο ένας πρέπει να καταλάβει ότι ο άλλος, είναι άλλος. Ότι δεν είναι εγώ. Και αν καταλάβει ότι ο άλλος είναι άλλος, διαπιστώνει επίσης ότι μέσα στον ίδιο χώρο, υπάρχουν και άλλοι. Και όταν δει ότι στον ίδιο χώρο υπάρχουν και άλλοι, αντιλαμβάνεται ότι μέσα στον χρόνο, υπήρχαν πολύ περισσότεροι.
Και έτσι ο ένας αρχίζει να αντιλαμβάνεται την έννοια του επόμενου. Όταν όμως σκεφτεί τον επόμενο, καταλαβαίνει αμέσως ότι και ο ίδιος είναι προηγούμενος.
Και έτσι η μικροσκοπική ιδέα του ενός, μετατρέπεται σε ένα μεγαλειώδες εμείς. Και σιγά σιγά αρχίζει να διαμορφώνεται η αυτονόητη χώρο-χρονική συνέχεια της ζωής και της ύπαρξης του ανθρώπου εν γένει. Της ύπαρξης του ενός, αλλά μόνο ως μέλος ενός συνόλου. Ώς μέλος μιας οικογένειας, μιας κοινότητας, κοινωνίας, έθνους, της ανθρωπότητας.
Και τότε και για πρώτη φορά, αρχίζει κάποιος και μιλά για τον εαυτό του, αλλά χωρίς να μιλά για το εγώ του. Διότι, αναφερόμενος στο εγώ συνειδητοποίησε ότι ομιλεί ουσιαστικά για κάτι ελάχιστο, κάτι πολύ πεπερασμένων δυνατοτήτων και τελικά θνησιγενές. Και επιλέγει πλέον, να ασχολείται μόνο με νοήματα σημαντικά, ανώτερα του μηδενός και της ανυπαρξίας. Για νοήματα μεγαλοπρεπή και άξια πραγματικής αναφοράς, κόπου, μόχθου και επαίνου. Για νοήματα τωρινά αλλά ταυτοχρόνως αέναα. Για εκείνα τα νοήματα που δεν εξασφαλίζουν ουσιαστικά, τίποτα παραπάνω αλλά και τίποτα λιγότερο, από την επίτευξη της “επί Γής ειρήνη και εν ανθρώποις ευδοκία”.
(...)
επειδή ακριβώς το εγώ από μόνο του δεν υπάρχει, αντικαθίσταται το εσύ με το υπερβατικό, με το Θείο. Διότι το Θείο εξ’ αρχής αποτελεί το όλον. Το σύνολον. Το εμείς. Στο αέναο διηνεκές του χώρου και του χρόνου. Και συνεχίζει να διαφυλάττει έτσι την συνειδητοποίηση του πεπερασμένου και απειροελάχιστου εγώ του. Βάσει του οποίου διασφαλίζει την συνέχεια παραγωγής ωφέλιμου έργου. Και μάλιστα προς όφελος ακόμα περισσοτέρων αυτή την φορά. Εν άγνοια των περισσοτέρων και υπέρ αυτών.
(...)
όσο πλησιάζει ο ένας το Θείο, πλησιάζει και ο ένας τον άλλο. Και όσο πλησιάζει ο ένας τον άλλο, τόσο πλησιάζεται το Θείο. Κατά το ίδιο τρόπο νοείται και ο χωρισμός και η έλλειψη του Θείου.
Αυτή αποτελεί και την πεμπτουσία της αγάπης, αυτή και η πραγματική φύση του παγκόσμιου ανθρώπου.
Όσο βρισκόμαστε μόνοι και εγκλωβισμένοι στο εγώ, χωρίς το Θείο, τόσο απομακρυνόμαστε ο ένας από τον άλλο. Και όσοι πλησιάζουμε το Θείο με την αγάπη μας για Αυτό, σε ανάλογο βαθμό ενωνόμαστε με την αγάπη προς τον πλησίον.
Αυτή και η πραγματική φύση γενικότερα του ανθρώπου. Διότι, είμαστε όλοι εν δυνάμει παγκόσμιοι άνθρωποι λοιπόν.
«Είμαστε όλοι ένα σώμα και καθένας μέλος του άλλου, τότε αν υποφέρει ένα μέλος, υποφέρουν ταυτόχρονα όλοι» (Ά Κορ. 12,26)
Ευτυχώς όμως για όλους μας, η σκυταλοδρομία ακόμα συνεχίζεται και το φώς ακόμα μεταλαμπαδεύεται. Και αποκλειστικά λόγω της ύπαρξης των παγκόσμιων αυτών ανθρώπων, που ευτυχώς ακόμα υπάρχουν. Χρεός όλων μας λοιπόν, να λάβουμε το κατά δύναμιν μέρος στην σκυταλοδρομία αυτή…
«Τι νομίζετε ότι είναι τα Κοινόβια; Δεν καταλαβαίνετε ότι είναι ένα σώμα όλοι και ο καθένας μέλος του άλλου; Εκείνοι μεν που ασχολούνται με τη διοίκηση της Μονής, είναι το κεφάλι. Εκείνοι που προσέχουν και διορθώνουν, είναι τα μάτια. Όσοι ωφελούν τους άλλους με το λόγο, είναι το στόμα. Τα αυτιά είναι εκείνοι που κάνουν υπακοή. Τα χέρια είναι αυτοί που εργάζονται. Πόδια είναι οι αποκρισάριοι και όσοι έχουν διακονήματα. Είσαι κεφάλι; Διοίκησε. Είσαι μάτι; Πρόσεχε, κατάλαβε καλά. Είσαι στόμα; Μίλησε, ωφέλησε. Είσαι αυτί; Κάνε υπακοή. Είσαι χέρι; Δούλεψε. Είσαι πόδι; Κάνε το διακόνημά σου. Καθένας ας υπηρετήσει το σώμα ανάλογα με τη δύναμή του. Και φροντίστε πάντοτε να βοηθά ο ένας τον άλλον, είτε διδάσκοντας και βάζοντας το λόγο του Θεού στην καρδιά του αδελφού, είτε παρηγορώντας, όταν ο άλλος είναι λυπημένος, είτε δίνοντας ένα χέρι και βοηθώντας τον αδελφό. Και με λίγα λόγια, όλοι μαζί και καθένας χωριστά, όπως είπα, ανάλογα με τη δύναμή του, φροντίστε να ενωθείτε μεταξύ σας. Γιατί, όσο ενώνεται κανείς με τον πλησίον, τόσο περισσότερο ενώνεται με τον Θεό.» Αγίου Δωροθέου.
Αμήν Αμήν Αμήν
Β.Παπαδόπουλος
του Βασίλη Παπαδόπουλου
Δεν υπάρχει το εγώ. Από μόνο του το εγώ είναι ανύπαρκτο. Το εγώ για να υπάρχει χρειάζεται το εσύ. Το εσύ όμως είναι ένα άλλο εγώ. Επομένως από μόνο του, ούτε το εσύ υπάρχει. Αυτό που υπάρχει ουσιαστικά είναι μόνο το εμείς. Ο ένας μαζί με τον άλλο. Ο κοινός βίος αυτών. Το κοινόβιο. Το σύνολο. Σε ένα σώμα. Και ο ένας μέλος του άλλου.
Για να λειτουργήσει όμως το σώμα, ο ένας πρέπει να καταλάβει ότι ο άλλος, είναι άλλος. Ότι δεν είναι εγώ. Και αν καταλάβει ότι ο άλλος είναι άλλος, διαπιστώνει επίσης ότι μέσα στον ίδιο χώρο, υπάρχουν και άλλοι. Και όταν δει ότι στον ίδιο χώρο υπάρχουν και άλλοι, αντιλαμβάνεται ότι μέσα στον χρόνο, υπήρχαν πολύ περισσότεροι.
Και έτσι ο ένας αρχίζει να αντιλαμβάνεται την έννοια του επόμενου. Όταν όμως σκεφτεί τον επόμενο, καταλαβαίνει αμέσως ότι και ο ίδιος είναι προηγούμενος.
Και έτσι η μικροσκοπική ιδέα του ενός, μετατρέπεται σε ένα μεγαλειώδες εμείς. Και σιγά σιγά αρχίζει να διαμορφώνεται η αυτονόητη χώρο-χρονική συνέχεια της ζωής και της ύπαρξης του ανθρώπου εν γένει. Της ύπαρξης του ενός, αλλά μόνο ως μέλος ενός συνόλου. Ώς μέλος μιας οικογένειας, μιας κοινότητας, κοινωνίας, έθνους, της ανθρωπότητας.
Και τότε και για πρώτη φορά, αρχίζει κάποιος και μιλά για τον εαυτό του, αλλά χωρίς να μιλά για το εγώ του. Διότι, αναφερόμενος στο εγώ συνειδητοποίησε ότι ομιλεί ουσιαστικά για κάτι ελάχιστο, κάτι πολύ πεπερασμένων δυνατοτήτων και τελικά θνησιγενές. Και επιλέγει πλέον, να ασχολείται μόνο με νοήματα σημαντικά, ανώτερα του μηδενός και της ανυπαρξίας. Για νοήματα μεγαλοπρεπή και άξια πραγματικής αναφοράς, κόπου, μόχθου και επαίνου. Για νοήματα τωρινά αλλά ταυτοχρόνως αέναα. Για εκείνα τα νοήματα που δεν εξασφαλίζουν ουσιαστικά, τίποτα παραπάνω αλλά και τίποτα λιγότερο, από την επίτευξη της “επί Γής ειρήνη και εν ανθρώποις ευδοκία”.
(...)
επειδή ακριβώς το εγώ από μόνο του δεν υπάρχει, αντικαθίσταται το εσύ με το υπερβατικό, με το Θείο. Διότι το Θείο εξ’ αρχής αποτελεί το όλον. Το σύνολον. Το εμείς. Στο αέναο διηνεκές του χώρου και του χρόνου. Και συνεχίζει να διαφυλάττει έτσι την συνειδητοποίηση του πεπερασμένου και απειροελάχιστου εγώ του. Βάσει του οποίου διασφαλίζει την συνέχεια παραγωγής ωφέλιμου έργου. Και μάλιστα προς όφελος ακόμα περισσοτέρων αυτή την φορά. Εν άγνοια των περισσοτέρων και υπέρ αυτών.
(...)
όσο πλησιάζει ο ένας το Θείο, πλησιάζει και ο ένας τον άλλο. Και όσο πλησιάζει ο ένας τον άλλο, τόσο πλησιάζεται το Θείο. Κατά το ίδιο τρόπο νοείται και ο χωρισμός και η έλλειψη του Θείου.
Αυτή αποτελεί και την πεμπτουσία της αγάπης, αυτή και η πραγματική φύση του παγκόσμιου ανθρώπου.
Όσο βρισκόμαστε μόνοι και εγκλωβισμένοι στο εγώ, χωρίς το Θείο, τόσο απομακρυνόμαστε ο ένας από τον άλλο. Και όσοι πλησιάζουμε το Θείο με την αγάπη μας για Αυτό, σε ανάλογο βαθμό ενωνόμαστε με την αγάπη προς τον πλησίον.
Αυτή και η πραγματική φύση γενικότερα του ανθρώπου. Διότι, είμαστε όλοι εν δυνάμει παγκόσμιοι άνθρωποι λοιπόν.
«Είμαστε όλοι ένα σώμα και καθένας μέλος του άλλου, τότε αν υποφέρει ένα μέλος, υποφέρουν ταυτόχρονα όλοι» (Ά Κορ. 12,26)
Ευτυχώς όμως για όλους μας, η σκυταλοδρομία ακόμα συνεχίζεται και το φώς ακόμα μεταλαμπαδεύεται. Και αποκλειστικά λόγω της ύπαρξης των παγκόσμιων αυτών ανθρώπων, που ευτυχώς ακόμα υπάρχουν. Χρεός όλων μας λοιπόν, να λάβουμε το κατά δύναμιν μέρος στην σκυταλοδρομία αυτή…
«Τι νομίζετε ότι είναι τα Κοινόβια; Δεν καταλαβαίνετε ότι είναι ένα σώμα όλοι και ο καθένας μέλος του άλλου; Εκείνοι μεν που ασχολούνται με τη διοίκηση της Μονής, είναι το κεφάλι. Εκείνοι που προσέχουν και διορθώνουν, είναι τα μάτια. Όσοι ωφελούν τους άλλους με το λόγο, είναι το στόμα. Τα αυτιά είναι εκείνοι που κάνουν υπακοή. Τα χέρια είναι αυτοί που εργάζονται. Πόδια είναι οι αποκρισάριοι και όσοι έχουν διακονήματα. Είσαι κεφάλι; Διοίκησε. Είσαι μάτι; Πρόσεχε, κατάλαβε καλά. Είσαι στόμα; Μίλησε, ωφέλησε. Είσαι αυτί; Κάνε υπακοή. Είσαι χέρι; Δούλεψε. Είσαι πόδι; Κάνε το διακόνημά σου. Καθένας ας υπηρετήσει το σώμα ανάλογα με τη δύναμή του. Και φροντίστε πάντοτε να βοηθά ο ένας τον άλλον, είτε διδάσκοντας και βάζοντας το λόγο του Θεού στην καρδιά του αδελφού, είτε παρηγορώντας, όταν ο άλλος είναι λυπημένος, είτε δίνοντας ένα χέρι και βοηθώντας τον αδελφό. Και με λίγα λόγια, όλοι μαζί και καθένας χωριστά, όπως είπα, ανάλογα με τη δύναμή του, φροντίστε να ενωθείτε μεταξύ σας. Γιατί, όσο ενώνεται κανείς με τον πλησίον, τόσο περισσότερο ενώνεται με τον Θεό.» Αγίου Δωροθέου.
Αμήν Αμήν Αμήν
Β.Παπαδόπουλος