Σημαντική θέση στο θρησκευτικό θέατρο του
Βυζαντίου έχει και το λειτουργικό δράμα. Ένα απ΄αυτά, το οποίο
τεκμηριώνεται και από σλαβικές πηγές, είναι και η «Ακολουθία της Καμίνου». Παρουσιαζόταν
μέχρι την κατάλυση της Αυτοκρατορίας, στο ναό της Αγιά Σοφιάς, αλλά
και σε άλλες βυζαντινές πόλεις.
Με βάση το βιβλίο του Δανιήλ της Παλαιάς
Διαθήκης, το δράμα εξεικόνιζε το μαρτύριο των τριών παίδων Εβραίων, του
Μισαήλ ή Μισάχ, του Ανανία ή Σεδράχ και του Αζαρία ή Αβδεναγώ, οι
οποίοι είχαν συλληφθεί αιχμάλωτοι μαζί με τον Προφήτη Δανιήλ ή Βαλτάσαρ,
όταν ο βασιλέας της Βαβυλώνος Ναβουχοδονόσορ κατέλαβε την Ιερουσαλήμ το
έτος 586 π.χ.
Ο βασιλέας Ναβουχοδονόσορ, όπως διηγείται στό ομώνυμο βιβλίο του ο προφήτης Δανιήλ, «εποίησεν εικόνα χρυσήν, ύψος αυτής πήχεων εξ και έστησεν αυτήν εν πεδίω Δεϊρά εν χώρα Βαβυλώνος». Κατόπιν ο ηγεμόνας διέταξε τούς υπηκόους του, «ευθύς
ως ακούσητε τής φωνής τής σάλπιγγος, σύριγγός τε καί κιθάρας, σαμβύκης
και ψαλτηρίου καί συμφωνίας καί παντός γένους μουσικών πίπτοντες
προσκυνειτε τη εικόνι τη χρυσή», όρισε δέ «ος αν μή πεσών προσκύνηση αυτή τη ώρα εμβληθήσεται εις την κάμινον του πυρός την καιομένην». Και
ένώ λοιπόν όλοι οι υπήκοοι του Ναβουχοδονόσορος έσπευσαν να
συμμορφωθούν με την διαταγή του και να προσκυνήσουν την χρυσή εικόνα,
οι τρεις παίδες του Ισραήλ, υπακούοντας στην πρώτη εντολή του δεκαλόγου
«… ού προσκυνήσεις αυτοίς (τοις ειδώλοις) ουδέ μή λατρεύσης αυτοίς…»,
αρνήθηκαν να το πράξουν. Κατόπιν τούτου συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν
ενώπιον του βασιλέα, όπου, παρά τις παροτρύνσεις εκείνου, αρνήθηκαν εκ
νέου να εκτελέσουν την διαταγή του. Η αντίδραση του Ναβουχοδονόσορος
υπήρξε βίαιη, «επλήσθη θυμού καί ή όψις του προσώπου αυτού ηλλοιώθη
επί Σεδράχ, Μισάχ καί Αβδεναγώ, και είπεν έκκαυσαι τήν κάμινον
επταπλασίως, έως ου εις τέλος εκκαή· και άνδρας ισχυρούς ισχύι είπεν
πεδήσαντες τόν Σεδράχ, Μισάχ καί Άβδεναγώ εμβαλείν εις τήν κάμινον του
πυρός την καιομένην. Τότε οι άνδρες εκείνοι επεδήθησαν σύν τοις
σαραβάροις αυτών και τιάραις και περικνημίαις και ενδύμασιν αυτών» Το
θαυμαστό γεγονός είναι ότι στη φωτιά οι τρεις παίδες δροσίζονταν και
υμνούσαν το θεό ο δε Ναβουχοδονόσορ θεωρούσε τέσσερις στην κάμινο. « Ο
δέ άγγελος Κυρίου συγκατέβη άμα τοις περί τον Αζαρίαν είς την κάμινον
καί εξετίναξεν την φλόγα του πυρός εκ της καμίνου και εποίησεν το μέσον
της καμίνου ως πνεύμα δρόσου διασυρίζον, και ουχ ήψατο αυτών το καθόλου
το πυρ και ούκ ελύπησεν ουδέ παρηνώχλησεν αυτοίς».
Όπως μπορούμε να αντιληφθούμε το γεγονός
προσφέρεται για δραματική παρουσίαση και η αφήγηση του αποτελεί
δραματική απεικόνιση από μόνη της. Αυτό το λειτουργικό δράμα γνώρισε
αρκετή δημοτικότητα και πλούσια ανάπτυξη στη Ρωσία τού 16ου και τού 17ου
αιώνα και ήταν γνωστό στους Ρώσους ως Πετσνόε ντέιστβο. Εκτελούμενο
στον Όρθρο την Κυριακή πριν από τα Χριστούγεννα, η θεατρική αίσθηση πού
προκαλούσε ήταν μεγάλη, και οι ρωσικές σκηνοθετικές οδηγίες του θα
μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως μαρτυρία για τη διαδικασία τής
προσαρμογής μιας αρχικά λιτής βυζαντινής λειτουργικής συνήθειας, πού
ψαλλόταν σαν να ήταν ένα κοινό μέρος τής εκκλησιαστικής ακολουθίας.
Το δράμα αυτό χρησίμευε για να
υπενθυμίσει την ακράδαντη πίστη των Τριών Παίδων μέσα στη φλεγόμενη
κάμινο. Η βυζαντινή εκδοχή του Δράματος της Καμίνου είναι μάλλον απλή,
με υποτυπώδεις νύξεις θεατρικότητας. Στη Ρωσία η εκτέλεση του
μαρτυρείται από το πρώτο μισό τού 15ου αιώνα ως το 1648, οπότε σταμάτησε
να αποτελεί μέρος των Ακολουθιών. Η ρωσική απόδοση είναι γεμάτη απο
τόσα πολλά θεατρικά εφέ και σκηνικά αντικείμενα, που αξίζει πραγματικά
να κατατάσσεται στο λειτουργικό δράμα.
Την «Ακολουθία εις τους Αγίους Τρείς Παίδας τους εν Καμίνω»
παρουσίασε η Ελληνική Βυζαντινή Χορωδία με βάση το χειρόγραφο 2406 του
έτους 1453 της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. Η μεταγραφή και
ανασύσταση του κειμένου έγινε από τον συνθέτη Μιχάλη Αδάμη. Πρόκειται
για μια υποδειγματική δουλειά με την οποία ξαναζωντάνεψε μια λησμονημένη
βυζαντινή παράδοση.