Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς
Όσοι δάσκαλοι «απομείναμε πιστοί στην παράδοση, όσοι δεν αρνηθήκαμε το γάλα που βυζάξαμε, αγωνιζόμαστε, άλλος εδώ, άλλος εκεί, καταπάνω στην ψευτιά. Καταπάνω σ’ αυτούς που θέλουνε την Ελλάδα ένα κουφάρι χωρίς ψυχή, ένα λουλούδι χωρίς μυρουδιά». (Κόντογλου).
Έχω την εικόνα των Τριών Ιεραρχών στην αίθουσα. Από τότε που διορίστηκα, την αγόρασα, την κουβαλώ και την αναρτώ σε κάθε τάξη. Όταν ξεκινά η σχολική χρονιά, το πρώτο μάθημα είναι γι’ αυτούς τους τρεις μεγίστους φωστήρες της Εκκλησίας και του Γένους των Ρωμιών. Για να κατανοήσουν τα παιδιά την ιερότητα και την σοβαρότητα του έργου που μας περιμένει, τους λέω ότι ενώ οι άλλοι κλάδοι των εργαζομένων έχουν έναν συνήθως άγιο προστάτη, εμείς, δάσκαλοι και μαθητές, έχουμε τρεις. Και μάλιστα τους πιο μορφωμένους όλων των εποχών, προ Χριστού και μετά Χριστόν. Κι ας μου συγχωρεθεί το πρώτο πρόσωπο, δεν περιαυτολογώ, «εν οίδα ότι ουδέν ειμί», στους τοίχους της αίθουσας αναρτώ και καμμιά δεκαριά κάδρα ηρώων του Εικοσιένα, του Παύλου Μελά και το δώρο ενός φίλου ζωγράφου, την ζωγραφιά του Αλέξανδρου Διάκου, του πρώτου πεσόντος αξιωματικού κατά την εποποιία του 1940. Η αίθουσα δεν είναι προέκταση του παιδικού δωματίου ούτε κακέκτυπο του διαδικτύου. Είναι χώρος μάθησης και κυρίως σύνδεσης με το παρελθόν, ένταξης στον πολιτισμό που δημιούργησαν όσοι προηγήθηκαν. Όταν το σχολείο καλλιεργεί μίσος ή γελοιοποιεί το παρελθόν, την μνήμη, αυτοακυρώνεται. Το πιο ισχυρό αμυντήριο που διαθέτουμε είναι η μνήμη μας. Το πιο δυνατό όπλο. Αυτό μας κράτησε στους αιώνες, όταν τηγανιζόμασταν από ποικίλους επίβουλους και εχθρούς. Είναι το «εμείς» του πατριδοφύλακα στρατηγού Μακρυγιάννη. Αποστολή του σχολείου είναι να υπερασπίζεται την ελευθερία και την αλήθεια. Αλήθεια σημαίνει, από το «α» το στερητικό και την «λήθη», αυτό που δεν ξεχνιέται, το ακίβδηλο, το αγέραστο.
Όταν πλησιάζουν τα Χριστούγεννα, διδάσκω στα παιδιά, όχι τις μαγαρισιές των βιβλίων τύπου «Φρικαντέλλα η μάγισσα που μισούσε τα κάλαντα», στην Ε’ Δημοτικού, αλλά τα καλούδια των τρανών λογοτεχνών μας.
(Κατά το κείμενο, η κακιά μάγισσα, όταν πήγαν «κάτι σκουπιδόπαιδα» - έτσι ακριβώς τα αποκαλεί- να της πουν τα κάλαντα, οργίστηκε και με το μαγικό ραβδί της, τα μεταμόρφωσε σε βατραχάκια, γατούλες, κατσίκια, παπάκια και λοιπά ζωντανά. Τέλος πάντων, με τα πολλά ηρέμησε η μέγαιρα και άκουσε τα κάλαντα. Ερωτώ: Η νεοελληνική λογοτεχνία κοσμείται από απαράμιλλης ομορφιάς κείμενα για τα Χριστούγεννα, γραμμένα από επιφανείς του λόγου και του πνεύματος -Καρκαβίτσας, Μωραϊτίδης, Κόντογλου, Παπαδιαμάντης -αυτό το κουρελούργημα βρήκαν να βάλουν; Τα Χριστούγεννα είναι γιορτή Ορθόδοξη, γιορτή αρωματισμένη από την παράδοση του Γένους μας, τι δουλειά έχουν σκύβαλα για κακόψυχες μάγισσες στα σχολεία; Πού να καταλάβουν οι βέβηλοι ότι η παράδοσή μας είναι η βασιλική οδός για να επιβιώσουμε στην σακάτικη εποχή μας; Η παράδοσή μας και το εξ αυτής απορρέον ρωμαίικο ήθος, μάς έδωσαν ήρωες της πίστεως και της πατρίδας σαν τον Πατροκοσμά και τον Μακρυγιάννη, που άκουγαν και διάβαζαν «Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας», και όχι για μάγισσες που μισούν τα κάλαντα).
Όταν γίνεται λόγος για τον Άγιο Βασίλειο, τους δείχνω την εικόνα και τους εξηγώ ποιος ήταν ο ουρανοφάντωρ άγιος. Ούτε παχύσαρκος ούτε μέλος των επτά νάνων ούτε κουβαλούσε ταγάρι με κινητά και λάπτοπ ή κοκακόλες. Δεν φορούσε τα ρούχα της κοκκινοσκουφίτσας ούτε έβγαζε άναρθρες κραυγές σαν πίθηκος. Αυτές οι κρανιοκενείς ανοησίες είναι για τους Δυτικούς που περιορίζουν και ταυτίζουν τα Χριστούγεννα, με τα δώρα του σαντακλάους κι έχουν εξορίσει από την ζωή τους το ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ. Όταν δεν σου λείπει τίποτε πώς να καταλάβεις αυτόν που δεν είχε τίποτε, «πού τη κεφαλήν κλίνη». Και εκπλήσσονται ευχάριστα τα παιδιά, γιατί βλέπουν έναν άγιο εντελώς διαφορετικό από την τηλεοπτική εικόνα. Που έκτισε την πιο πρωτότυπη πόλη όλων των εποχών, που την ονόμασαν Βασιλειάδα, γιατί φιλοξενούσε και περιποιόταν όλα τα «πάθια και τους καημούς του κόσμου», όπως θα έλεγε ο Παπαδιαμάντης . Ο άγιος που έλεγε κάτι καταπληκτικό. «Ώστε τοσούτους αδικείς όσοις παρέχειν εδύνασο». Και ήταν αρχοντόπουλο. Τίποτε δεν κράτησε από την περιουσία του. Μόνο το ράσο του… Και σπούδασε όλες τις επιστήμες του καιρού του, πανεπιστήμονας, ο πιο μορφωμένος άνθρωπος της εποχής του. Και ήταν Έλληνας, δικός μας, και καμαρώνουμε. Και στο τέλος ερωτώ: Τι δουλειά έχουμε εμείς οι Ρωμιοί με τα χαζοχαρούμενα μηνύματα που μας σερβίρει η αρρωστημένη αφθονία της Δύσεως, που βλέπει τα πορτοφόλια των γονέων σας και όχι τις καρδιές σας; Τι θέλετε να σας λέω την αλήθεια ή ψέματα; Σοφότερα, πολλές φορές, τα παιδιά από τους μεγάλους, επιλέγουν την αλήθεια.
Ακούω από συναδέλφους ότι κάποιοι γονείς διαμαρτύρονται, όταν διδάσκουν για το ποιος είναι ο Μέγας Βασίλειος, ο δικός μας, που έρχεται, όχι από το «Νιου Γιόρκ», αλλά από την Καισαρεία. Με «τα γράμματα που διαβάζουνε οι αγράμματοι κι αγιάζουνε» και όχι το ξωτικό της «κοκακόλας».
Κατ’ αρχάς παρατυπούν οι γονείς λόγω Συντάγματος και του εν ισχύ ακόμη άρθρου 16, 2 που προβλέπει «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης», της Ορθόδοξης και όχι της φράγκικης.
Ακόμη υπάρχει το ταλαιπωρημένο μάθημα των Θρησκευτικών. Στο πλαίσιο του μαθήματος οφείλεις να παρουσιάσεις στους μαθητές σου τον αληθινό βίο του ασκητικού και φιλανθρώπου αγίου. Άλλο το σπίτι και άλλο η αίθουσα. Άλλο ο γονέας και άλλο ο δάσκαλος. Ας το καταλάβουν αυτό οι γονείς. Το σπίτι είναι το παλάτι μας -«καλήν ημέρα άρχοντες»- με τα παιδιά αρχοντόπουλα. Μια ανθοδέσμη αγάπης και χαράς.
Το σχολείο είναι το παλάτι της γνώσεως, της μαθητείας, της υπακοής, του σεβασμού για την πνευματική κληρονομιά μας. Είναι θεσμός συντήρησης και μετάδοσης στους νεότερους του πολιτισμού των προγόνων. Την αλήθεια δηλαδή συντηρεί. Αν αύριο-μεθαύριο καταργήσουν οι ποικιλώνυμοι «δικαιωματιστές» τις ευχές «καλά Χριστούγεννα» ή «καλή Ανάσταση», γιατί θίγονται αλλόθρησκες μειοψηφίες, θα υπακούσουμε; Όχι. Στο σπίτι οι γονείς είναι ελεύθεροι να μεταδίδουν στα παιδιά τους ό,τι πιστεύουν. Στο σχολείο, κατά την συνταγματική επιταγή, με σεβασμό στην διαφορετική αντίληψη, την Πίστη των αγίων Πατέρων μας.
Το έργο του δασκάλου σήμερα, εν μέσω της περιρρέουσας παράνοιας, είναι ιερό. Και μια αθώα ψυχή να σώσουμε κερδίζουμε πολλά ελαφρυντικά. Δεν είμαστε λίγοι. Υπάρχουν πολλοί αφανείς, αληθινοί συνάδελφοι, που αγωνίζονται. Είναι πολύ σπουδαίο, όταν θα βλαστήσει ο καλός σπόρος που ρίχνουμε, να έχουμε την συμμαρτυρία των μαθητών μας, εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Έλληνες δάσκαλοι, ενώπιον του Χριστού μας.