Έμπαινε το καλοκαιράκι και η γειτονιά άρχιζε τις εξορμήσεις της...
Κάποιο ταβερνάκι δηλαδή συνήθως μεσημέρι Κυριακής ...ρεφενέ.
Ο ένας γνώριζε τα οικονομικά του άλλου και οι παραγγελίες στο γκαρσόνι (όπως έλεγαν) ήταν αυστηρά μελετημένες ...
Πρώτα τα παιδιά λοιπόν....κρέας βασικά και μπόλικο μακαρόνι ή πατάτες...
Οι μεγάλοι τις μερίδες στην μέση.
Οι γυναίκες κουβαλούσαν μαζί και το διχτάκι με φαϊ από το σπίτι που φρόντιζαν
με τρόπο να βάζουν στο τραπέζι.
Τα ταβερνάκια κοντά στις γειτονιές τότε που ήταν ακόμα εξοχή η Αθήνα
με τις αλάνες και τους χωματόδρομους.
Ονομασίες...."η καλή καρδιά"..."οι φίλοι"..."Σπαταναίος"αυτή είχε μεγάλο σουξέ
στους λάτρεις της ρετσίνας...σου λέει από τα Σπάτα είναι άρα θα έχει σίγουρα
καλό κρασί.
Και ερχότανε ο ιδιοκτήτης με μια μισή και ένα ποτήρι στο τραπέζι φορώντας
την άσπρη ποδιά και με το μολύβι στο αυτί και ρωτούσε...
"...ποιός είναι ο αρχηγός;"
Γελούσαν και τον έδειχναν και του έβαζε στο ποτήρι κρασί να δοκιμάσει....
Συνηθισμένη κίνηση του ειδικού με την πρώτη γουλιά...παύση και στην συνέχεια
"...καλό ακούγεται..."
Γέλια....
Εβίβα στην συνέχεια ...φαϊ και νοιάξιμο των μανάδων αν έφαγαν καλά τα παιδιά
πρίν πάνε για παιχνίδι.
Τραγούδι...επιτραπέζιο συνήθως καντάδες Αθηναϊκές με την σύμπραξη του κάπελα
όπως έλεγαν τον ταβερνιάρη για να έρθει το απόγευμα και να πληρώσουν.
Ο αρχηγός της παρέας έπαιρνε το μπλοκάκι από τον ταβερνιάρη και έκανε
επαλήθευση της πρόσθεσης.
Στην συνέχεια την διαίρεση και έδινε την εντολή....έκαστος τόσο...ο καθένας
έβαζε το μερίδιό του.
Γυρίζοντας η παρέα στην γειτονιά τα παιδιά τριγύριζαν τους γονείς και τους
ζητούσαν λεφτά για παγωτό.
Λές και ήταν βαλτός ο παγωτατζής ακουγότανε από μακρυά....
"παγωτάααα ΕΒΓΑ".