Τότε έρχεται ο Ιησούς από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη, προς τον Ιωάννη για να βαπτιστεί από αυτόν. Ο Ιωάννης όμως τον εμπόδιζε λέγοντας του: «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από σένα κι έρχεσαι εσύ σε μένα;» Ο Ιησούς όμως του αποκρίθηκε: «Ας τα αφήσουμε τώρα αυτά, γιατί πρέπει να εκπληρώσουμε και οι δυο μας ό,τι προβλέπει το σχέδιο του Θεού». Τότε ο Ιωάννης τον άφησε να βαπτιστεί. Βαπτίστηκε, λοιπόν, ο Ιησούς και αμέσως βγήκε από το νερό. Και αμέσως άνοιξαν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού σαν περιστέρι να κατεβαίνει και να έρχεται πάνω του. Ακούστηκε τότε μια φωνή από τα ουράνια που έλεγε: «Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Υιός, αυτός είναι ο εκλεκτός μου. Ματθαίος 3. 13-17)
Ερμηνεία της ευαγγελικής περικοπής
◾Η βάπτιση του Χριστού ονομάζεται Θεοφάνεια, δηλαδή φανέρωση του Θεού. Είναι μια φανέρωση του Τριαδικού Θεού.
◾Όταν βαπτιζόταν ο Χριστός άνοιξαν οι ουρανοί και το Άγιο Πνεύμα στάθηκε πάνω Του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι: « και στη δική μας βάπτιση ο Χριστός στέλνει το Άγιο Πνεύμα το οποίο μας καλεί στην ουράνια πατρίδα. Και δε μας καλεί έτσι απλά, αλλά με την πιο μεγάλη τιμή. Διότι δε μας έκανε αγγέλους και αρχαγγέλους, αλλά μας ανέδειξε υιούς του Θεού».
◾Ο Χριστός βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη για να επαναφέρει τον άνθρωπο μέσα στον Παράδεισο από όπου είχε διωχθεί με την παρακοή του. Η επαναφορά μας αυτή στην Βασιλεία του Θεού γίνεται με το άγιο Βάπτισμα.
Ερμηνεία της εικόνας
◾Στο κέντρο της εικόνας ζωγραφίζεται ο Ιορδάνης ποταμός με γρήγορο ρεύμα και από τις δύο μεριές του πανύψηλοι βράχοι. Τα νερά φαίνονται σαν να μην αγγίζουν το σώμα του Χριστού.
◾Στο κέντρο της εικόνας πάλι αλλά ψηλά υπάρχει το ημικύκλιο που συμβολίζει τους ουρανούς. Πολλές φορές υπάρχει το χέρι του Θεού – Πατέρα που ευλογεί. Από το ημικύκλιο ξεκινάνε φωτεινές ακτίνες που πάνε προς το μέρος του Χριστού.
◾Ο Χριστός βρίσκεται μέσα στον ποταμό γυμνός, όπως ο Αδάμ, και έτσι αποδίδει στην ανθρωπότητα το ένδοξο παραδεισιακό ένδυμα. Ο Χριστός ευλογεί με το ένα η με τα δύο χέρια το νερό. Κάτω από τα πόδια του βρίσκονται οι δράκοντες τους οποίους πατά.
◾Μέσα στις ακτίνες διακρίνεται το περιστέρι, Άγιο Πνεύμα, και έτσι στην εικόνα υπάρχει ολόκληρη η Άγια Τριάδα.
◾Στη μία άκρη βρίσκεται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος σε ευλαβική στάση και έχει το ένα του χέρι πάνω στο κεφάλι του Χριστού και το άλλο σε στάση δεήσεως. Πίσω από τον Ιωάννη βρίσκεται μια αξίνα ανάμεσα στα κλαδιά ενός δέντρου.
◾Απέναντι από τον Ιωάννη υπάρχουν δύο ή τρεις άγγελοι σε στάση ευλάβειας, έτοιμοι να δεχτούν τον Κύριο, κρατώντας πανιά.
Απολυτίκιο της εορτής
Ἦχος α΄
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητὸν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα· καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.
Ενώ βαπτιζόσουν, Κύριε, στον Ιορδάνη, φανερώθηκε σ’ εμάς πώς να προσκυνούμε την Αγία Τριάδα. Διότι η φωνή του Θεού Πατέρα, που Σε γέννησε, μαρτυρούσε το ποιος είσαι, ονομάζοντάς Σε αγαπητό Υιό Του. Και το Άγιο Πνεύμα, με τη μορφή περιστεριού, βεβαίωνε ότι αυτά τα λόγια ήταν σωστά. Δόξα σ’ Εσένα, Χριστέ και Θεέ μας, που φανερώθηκες και φώτισες τον κόσμο.
Η εορτή των Θεοφανείων
Η Βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο λέγεται και Επιφάνεια. Η λέξη Θεοφάνεια προέρχεται από το αποστολικό χωρίο «Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη», και σχετίζεται περισσότερο με την Γέννηση του Χριστού. Η λέξη Επιφάνεια προέρχεται από το αποστολικό χωρίο «επεφάνη η Χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις» και αναφέρεται περισσότερο στη Βάπτιση του Χριστού, γιατί τότε οι άνθρωποι γνώρισαν την χάρη της Θεότητας. Με την εμφάνιση της Αγίας Τριάδος και την ομολογία του Τιμίου Προδρόμου έχουμε την επίσημη ομολογία ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι ο «είς της Τριάδος», ο οποίος ενανθρώπησε για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους από την αμαρτία τον διάβολο και τον θάνατο.
Είναι γνωστό ότι στην πρώτη Εκκλησία την ίδια μέρα, 6 Ιανουαρίου, γιόρταζαν μαζί την εορτή των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων. Οι γιορτές αυτές χωρίστηκαν κατά τον 4ο αιώνα, οπότε τα Χριστούγεννα μεταφέρθηκαν στις 25 Δεκεμβρίου, την ημέρα που οι Εθνικοί γιόρταζαν τον Θεό Ήλιο και οι χριστιανοί τον νοητό Ήλιο της δικαιοσύνης. Η ημέρα των Θεοφανείων λέγεται όμως και ημέρα των φώτων λόγω του βαπτίσματος, του φωτισμού των κατηχουμένων, και λόγω της φωταψίας.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ερμηνεύοντας την φράση «εν ω ευδόκησα» γράφει πώς το θέλημα του Θεού είναι ένα, αλλά άλλοτε ενεργεί κατ’ ευδοκία, αφού το θέλει ο Θεός και άλλοτε κατά παραχώρηση. Ο Θεός είδε ότι θα γινόταν η πτώση του ανθρώπου, δεν τον έπλασε γι’ αυτήν αλλά τελικά την παραχώρησε, γιατί το θέλησε ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο Θεός δεν καταργεί την ελευθερία του ανθρώπου. Έτσι άλλο το κατ’ ευδοκίαν θέλημα του Θεού και άλλο το κατά παραχώρηση. Μ’ αυτό το σκεπτικό η επιβεβαίωση του Πατρός «ούτός εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» έδειχνε ότι η ενανθρώπηση ήταν το κατ’ ευδοκία θέλημα του Θεού.
Η μαρτυρία του Θεού Πατέρα για τον Υιό του φανερώνει ότι ο Υιός είναι «απαύγασμα της δόξης του Πατρός», αφού κοινή είναι η ουσία και η ενέργεια του Τριαδικού Θεού.
Η εμφάνιση τώρα του Αγίου Πνεύματος «σαν περιστέρι» μας δείχνει ότι το Άγιο Πνεύμα δεν ήταν περιστέρι, αλλά φάνηκε σαν περιστέρι και αυτό λέγεται διότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι κτιστό αλλά άκτιστο όπως και τα άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το ότι το Άγιο Πνεύμα μαζί με την φωνή του Πατρός κάθισε πάνω στον Χριστό δείχνει το ομοούσιο των προσώπων της Αγίας Τριάδος, καθώς επίσης φανερώνει ότι ο Μεσσίας δεν ήταν ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, αλλά ο Χριστός.
Είναι γνωστό πως ο Χριστός δεν είχε ανάγκη βαπτίσματος, αφού το βάπτισμα του Ιωάννου οδηγούσε τους ανθρώπους στην συναίσθηση των αμαρτιών τους. Ο Χριστός, γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, δεν βαπτίστηκε επειδή είχε ανάγκη κάθαρσης, «αλλά την εμήν οικειούμενος κάθαρσιν». Ο Χριστός βαπτίστηκε για να συντρίψει τις κεφαλές των δρακόντων στο νερό, επειδή υπήρχε η αντίληψη ότι οι δαίμονες κατοικούν μέσα στο νερό. Γι’ αυτό και παρατηρούμε στην εικόνα της βάπτισης τέρατα μέσα στο νερό που έχουν στραμμένα τα νώτα τους στον Χριστό λόγω του πυρός της θεότητας. Ο Χριστός βαπτίστηκε για να πλύνει την αμαρτία και να θάψει ολόκληρο τον παλαιό Αδάμ μέσα στο νερό.
Πολλές εικόνες της βαπτίσεως σε συνδυασμό και με την υμνογραφία της εορτής παρουσιάζουν τον Χριστό τελείως γυμνό, υποδηλώνοντας έτσι πόσο ο Χριστός ταπείνωσε τον εαυτό του για χάρη των ανθρώπων. Γυμνώθηκε εκείνος για να ντύσει τον άνθρωπο με ένδυμα αφθαρσίας.
Ένα άλλο κύριο πρόσωπο που έλαβε μέρος στην βάπτιση είναι ο βαπτιστής Ιωάννης. Αξιώθηκε από τον θεό να ακούσει την φωνή του Πατρός, να δει τον Λόγο του Θεού και το Πνεύμα του Θεού. Το «καί ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί» του ευαγγελιστή Ματθαίου και το «είδε σχιζομένους τους ουρανούς» του ευαγγελιστή Μάρκου δηλώνουν την υπεροχή του άκτιστου έναντι του κτιστού, αλλά και την αποκατάσταση «άνοιγμα» της σχέσης Θεού και ανθρώπων μετά το “κλείσιμο” από την αμαρτία.
Η γιορτή αυτή των Θεοφανείων είναι από τις αρχαιότερες της Εκκλησίας μας και άρχισε το 2ο μετά Χριστόν αιώνα. Αναφέρεται στη φανέρωση της Αγίας Τριάδας κατά τη βάπτιση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό. Το γεγονός της βάπτισης αυτής είναι γνωστή, ιδιαίτερα από το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, στο γ’ κεφάλαιο, στους στίχους 13-17. Ο Πρόδρομος Ιωάννης, μετά από θεία διαταγή, άφησε την ερημική ζωή και ήλθε στον Ιορδάνη ποταμό. Εκεί κήρυττε, εξομολογούσε και βάπτιζε. Ενώ έκανε ο Ιωάννης το έργο αυτό, μια μέρα ήλθε σ’ αυτόν ο Ιησούς. Το Πνεύμα το Άγιο πληροφόρησε το γιο της Ελισάβετ ποιος ήταν. Ο Ιησούς ζητάει να βαπτισθεί. Έκπληκτοι οι παρευρισκόμενοι βλέπουν τον αυστηροπρόσωπο και επιβλητικό ασκητή και διδάσκαλο να υποχωρεί με ανέκφραστη ευλάβεια και ταπείνωση μπροστά στον Άγνωστο. Στην αρχή αρνείται να Τον βαπτίσει και Του λέει ότι αυτός (ο Ιωάννης) έχει ανάγκη να βαπτισθεί από Εκείνον. Ο Ιησούς τον πείθει να Τον βαπτίσει, διότι έτσι έπρεπε. Και τότε, στα νερά του Ιορδάνη διαδραματίζεται σκηνή μεγαλειώδης και μοναδική. Με μορφή περιστεριού το Πνεύμα το Άγιο έρχεται και κάθεται πάνω στον βαπτιζόμενο Ιησού. Και συγχρόνως, φωνή από τον ουρανό, του Πατέρα Θεού, ακούγεται να λέει: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ό αγαπητός, εν ώ ευδόκησα». Έτσι, μ’ αυτόν τον τρόπο στη Βάπτιση του Ιησού φανερώθηκε ο Θεός ο τρισυπόστατος, η Τριάδα η Αγία, και γι’ αυτό η Εκκλησία μας ονόμασε τη γιορτή αυτή Θεοφάνεια.
Ο Μεγάλος Αγιασμός των Θεοφανείων
Mία από τις πιο γνωστές και λαοφιλείς Ακολουθίες της Εκκλησίας μας είναι αυτή του Aγιασμού των υδάτων. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η Ακολουθία αυτή παρουσιάζεται σε δύο τύπους, τον μεγάλο και τον μικρό Αγιασμό. Μέγας Αγιασμός ονομάζεται η Ακολουθία που τελείται στο Ναό δύο φορές το έτος (5 και 6 Ιανουαρίου) σε ανάμνηση της Βαπτίσεως του Κυρίου Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη υπό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Μικρός Αγιασμός είναι ο συνήθως τελούμενος στους Ναούς κατά την 1η εκάστου μηνός και σε διάφορες άλλες περιπτώσεις (θεμελιώσεις οίκων, εγκαίνια καταστημάτων, δημοσίων έργων κτλ.). Και στις δύο ημέρες, παραμονή και ανήμερα των Θεοφανείων, τελείται η Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού.
Δεν τίθεται θέμα ποιος είναι αγιότερος και ποιος λιγότερο άγιος, καθώς και οι δύο τύποι αγιασμού είναι αγιασμένοι από τη ζωοποιό χάρη του αγίου Πνεύματος.
Ο Αγιασμός που τελείται την παραμονή και ανήμερα της γιορτής των Θεοφανείων είναι ακριβώς ο ίδιος.
Ο Μεγάλος Αγιασμός φυλάσσεται όλο το χρόνο στο Ναό, σε ειδική φιάλη. Σκοπός της πράξης αυτής είναι η διευκόλυνση των πιστών και η εξυπηρέτηση των αναγκών τους: όταν κάποιος είναι ασθενής «εις αγιασμόν και ίασιν ψυχής τε και σώματος» και στην περίπτωση που κάποιος χριστιανός δεν μπορεί να μεταλάβει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού γιατί διατελεί κάτω από κάποιο παιδαγωγικό επιτίμιο του πνευματικού του.
Ο Μέγας Αγιασμός σε καμία περίπτωση δεν δύναται να υποκαταστήσει τη μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Κυρίου στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Δεν θεωρείται υποκατάστατο, ούτε όμοιο και ισότιμο. Απλώς δίδεται ως μία παρηγοριά στους χριστιανούς που δεν μπορούν να κοινωνήσουν και για να ενισχυθούν στον αγώνα τους για την μετάνοια.
Ο Μέγας Αγιασμός δύναται να φυλάσσεται κατ’ οίκον προς εξυπηρέτηση των αναγκών των πιστών. Αυτό αναφέρεται ρητώς στο κείμενο της Ακολουθίας: «ίνα πάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμβάνοντες έχοιεν αυτό προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκον, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον» καθώς επίσης και στον λόγο του Ι. Χρυσοστόμου ο οποίος γράφει σχετικά: «κατά την εορτήν ταύτην άπαντες υδρεύονται, οίκαδε τα νάματα φέροντες και εις ενιαυτόν φυλάττουσιν». Απαραίτητη βεβαίως προϋπόθεση για την κατ’ οίκον διατήρηση του καθαγιασμένου ύδατος είναι η ευλαβής και μετά μεγίστης προσοχής φύλαξή του.
Έτσι, ο Μεγάλος Αγιασμός (της παραμονής των Θεοφανείων) είναι δυνατόν να φυλάσσεται και στα σπίτια των ευσεβών χριστιανών όλο το χρόνο για τον αγιασμό τους «δια του ραντισμού και της μεταλήψεως», καθώς για να αγιάζουν τα ίδια τα σπίτια τους, τους κήπους, τα σπαρτά τους, τα ζώα, τα οχήματα τους κλπ. Είναι καλό να χρησιμοποιείται και για την προφύλαξη μας από τη βασκανία και κάθε σατανική ενέργεια και όχι άλλα δεισιδαιμονικά ξόρκια, λάδια, ξεματιάσματα κλπ. Εξυπακούεται πως στο σπίτι, διατηρούμε τον Αγιασμό (Μικρό ή Μεγάλο) στο εικονοστάσιο, όπου καίει κανδήλα και πως τα μέλη της οικογενείας αυτής επιμελώς θα αποφεύγουν τις αφορμές και αιτίες της αμαρτίας που φυγαδεύουν την θεία χάρη.
Δεν νηστεύουμε την παραμονή των Θεοφανείων για να πιούμε την άλλη μέρα τον Μεγάλο Αγιασμό, αλλά νηστεύουμε ως προπαρασκευή για την μεγάλη εορτή των Θεοφανείων, που ακολουθεί. Αυτό άλλωστε συμβαίνει με όλες τις μεγάλες εορτές του εκκλησιαστικού έτους.
Στην πρώτη Εκκλησία την παραμονή των Θεοφανείων γινόταν η Βάπτιση των Κατηχουμένων, δηλαδή των νέων χριστιανών (όπως την παραμονή του Πάσχα και της Πεντηκοστής). Τα μεσάνυχτα τελούνταν ο Αγιασμός του ύδατος για την τελετή του Βαπτίσματος. Τότε εισήχθη η συνήθεια (όπως μας πληροφορεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) οι χριστιανοί να παίρνουν από το αγιασμένο νερό και να πίνουν ή να το μεταφέρουν στα σπίτια τους προς ευλογία και να το διατηρούν όλο το χρόνο. Αργότερα όμως η Ακολουθία του Αγιασμού απομονώθηκε από αυτή του Βαπτίσματος, παρόλο που διατήρησε πολλά στοιχεία του. Παρέμεινε η συνήθεια οι πιστοί να παίρνουν από το αγιασμένο νερό «προς αγιασμόν οίκων» όπως αναφέρει η καθαγιαστική ευχή του Μεγάλου Αγιασμού.
Νωρίς επίσης επικράτησε και η συνήθεια της νηστείας προ της εορτής των Θεοφανείων (δηλ. την παραμονή) για δύο λόγους: Πριν από κάθε Δεσποτική εορτή (που αναφέρεται δηλαδή στο πρόσωπο του Δεσπότη Χριστού) προηγούνταν νηστεία για την ψυχική και σωματική κάθαρση των πιστών. Έτσι, η Εκκλησία όρισε να νηστεύουμε την παραμονή των Θεοφανείων σαν προετοιμασία για την γιορτή, όπως προαναφέραμε. Νηστεύουμε μόνο μία ημέρα για τη μεγάλη αυτή εορτή και όχι περισσότερες ημέρες γιατί βρισκόμαστε σε εορταστική περίοδο, το άγιο Δωδεκαήμερο. Επίσης, παλαιά συνήθεια ήταν αυτοί που θα βαπτίζονταν να νηστεύουν και μαζί με αυτούς οι ανάδοχοι, οι συγγενείς αλλά και άλλοι χριστιανοί οι οποίοι τηρούσαν εθελοντικά νηστεία «υπέρ των βαπτιζομένων». Δεν ήταν λοιπόν δύσκολο στη συνείδηση των χριστιανών να συνδεθούν η πόση του αγιασμού και η νηστεία, χωρίς να υπάρχει αιτιώδης σχέση μεταξύ αυτών. Μολαταύτα η νηστεία της παραμονής, αν και δεν συνδέεται, όπως αναφέραμε παραπάνω, με την μετάληψη του αγιασμού, πρέπει σε κάθε περίπτωση να τηρηθεί.
Έτσι λοιπόν, μεταφέροντας το ζήτημα στη σημερινή εποχή μπορούμε να πούμε τα εξής: Για την μετάληψη του μεγάλου Αγιασμού απαιτείται τέλεια αποχή τροφής και ποτού από του δείπνου ή του μεσονυκτίου της προηγούμενης ημέρας μέχρι της μεταλήψεως. Εξαίρεση αποτελεί η έκτακτη μετάληψη αγιασμού σε περιπτώσεις ασθενειών, κινδύνων κτλ. Και εκεί όμως η πνευματική νηστεία είναι απαραίτητη.
Γι’ αυτούς που τον πίνουν γιατί δεν μπορούν να μεταλάβουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ας νηστεύουν όσο ορίσει σε αυτούς ο πνευματικός τους. Τέλος όσοι εκτάκτως πίνουν από το Μεγάλο Αγιασμό, που φυλάσσουν στο σπίτι τους, σε ώρες ασθενειών και κινδύνων μετά ή άνευ νηστείας, ας μην υστερούν στην πνευματική νηστεία «απέχοντες από παντός μολυσμού σαρκός τε και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού».
Ο Αγιασμός είναι πράγματι ένα πολύτιμο και ιερότατο πνευματικό εφόδιο, το οποίο με πολύ σοφία προσφέρει η Εκκλησία σε όλους μας. Μέσω αυτού ο πιστός εξαγιάζεται, χαριτώνεται και ενδυναμώνεται στον πνευματικό αγώνα του. Σε κάθε περίπτωση όμως απαιτείται από όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς, μεγάλη προσοχή στη διατήρηση των ορθών παραδόσεων που συνοδεύουν αυτό το θείο δώρο, το πλήρες χάριτος και θεϊκής ευλογίας, ώστε να αποφεύγονται παρερμηνείες και παρεξηγήσεις που όσο ευλαβείς και αν είναι δεν συνάδουν με τα παραδεδομένα.