Μέσα στον δροσερόν αέρα είναι χυμένη μια μελωδία που την ακούνε οι ευλαβικές ψυχές κι όχι τα αυτιά της σαρκός: «Ιδού ημερα ένδοξος εξέλαμψεν! Επαίρονται πύλαι ουράνιοι…
Σήμερον άσατε λαοί Δαϋιτικήν ωδήν επί τη ενδόξω Κοιμήσει…»
Πως
λοιπόν να μην σκιρτά από χαρά σήμερα η κτίσις που αναστέναζε όλη και
πονούσε μαζί με τους ανθρώπους, ορατά κι αόρατα, έμψυχα κι άψυχα; …Φως
γεμίζει την οικουμένη, φως γεμίζει και τις ψυχές, φως κατεβαίνει ως τα
βάθη της θάλασσας, φως μπαίνει μέσα στις σκοτεινές σπηλιές, φωτερά
γινήκανε όλα τα σκοτεινά, αφού ο θάνατος νικήθηκε από την Πηγή της Ζωής.
Γι’ αυτό, η Κοίμησις που γιορτάζουμε σήμερα δεν είναι ξόδι λυπητερό, αλλά πανήγυρη χαρμόσυνη, γιορτή αθανασίας.
Ανίσως δεν ευδοκούσε ο Κύριος να πάρει σάρκα από τούτο το αγιασμένο
σκήνωμα που είναι ξαπλωμένο απάνω στο νεκρικό κλινάρι, τι θλίψη
απαρηγόρητη θα ‘χαμε όλοι οι άνθρωποι, καταδικασμένοι δίχως ελπίδα στη
φθορά και στον θάνατο! Ποια ψυχή θα μπορούσε να δροσιστεί από το γλυκό
αγεράκι της αθανασίας χωρίς τη Μητέρα της Ζωής, …ποιος θα ευφραινότανε
στον μυστικό παράδεισο, αν δεν τον στόλιζε το Ρόδον το Αμάραντον;
Για
τούτη την αιτία δεν ψέλνουμε σήμερα νεκρώσιμα τροπάρια στην Κοίμηση της
Θεοτόκου, αλλά ύμνους χαρούμενους και θριαμβευτικούς, τελούντες την
θείαν ταύτην και πάντιμον εορτήν της της Θεομήτορος, και κροτούμεν τας
χείρας, τον εξ Αυτής τεχθέντα Θεόν δοξάζοντες. Ψέλνουμε με αγιασμένο
οίστρο και λέμε: «Άπας γηγενής σκιρτάτω τω πνεύματι λαμπαδουχούμενος.
Πανηγυριζέτω δε αϋλων νόων φύσις, γεραίρουσα την ιεράν πανήγυριν της
θεομήτορος, και βοάτω Χαίροις, Παμμακάριστε, Θεοτόκε, Αγνή, Αειπάρθενε».
Από το βιβλίο ''Παναγία και Υπεραγία''- Εκδόσεις Αρμός