Όταν ένα έθνος, σαν το δικό μας, θεμελιωμένο από τα πανάρχαια χρόνια
στην θρησκευτικότητα και προσδιορισμένο αποκλειστικά από αυτήν,
έχει παραλύσει τόσο απόλυτα, ώστε να μη αντιδρά στην καλπάζουσα αθεοποίησή του, δηλαδή μένει παγερά αδιάφορο μπροστά στην επικείμενη εξαφάνιση της Ρωμιοσύνης του, τότε, ασφαλώς, είμαστε πολύ κοντά στα ύστερα του κόσμου!
Αυτή η διαπίστωση δεν είναι ένα στιγμιαίο συναισθηματικό ξέσπασμα, αλλά η προδιαγεγραμμένη συνέπεια της λειτουργίας του πνευματικού νόμου, που έγινε και θρυλικός παιάνας του λαού μας: «Η Ρωμιοσύνη είναι φυλή συνόκαιρη του κόσμου. Η Ρωμιοσύνη θα χαθή όντας ο κόσμος λείψη»!
Η μειωμένη εθνική αυτοεκτίμησή μας, που είναι η αιτία της απίστευτης ενδοτικότητος και απραξίας μας, είναι ένα καθαρά πνευματικό αποτέλεσμα της μακροχρόνιας σταδιακής αποξενώσεώς μας από την Πηγή της Ζωής και της Αλήθειας, η αποξένωση του λαού μας από την Εκκλησία του, πράγμα το οποίο συστηματικά καλλιεργήθηκε και καλλιεργείται από τις αμοραλιστικές κυβερνήσεις των τελευταίων 180 ετών, χωρίς καμμιά –απολύτως καμμιά– εξαίρεση αληθινά πιστού Κυβερνήτη.
Δυστυχώς, καθ’ όλο το ανωτέρω διάστημα παρουσίασε πνευματική καθίζηση και η ηγεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, με κάποιες λιγοστές εξαιρέσεις εκκλησιαστικών ηγετών, οι οποίοι, όμως, και αυτοί περιορίσθηκαν σε κάποια πνευματικά και εθνικά παραγγέλματα, παραλείποντας το μείζον και κύριο, δηλαδή να τονίσουν και να θέσουν σαν κηρυκτική προτεραιότητα την αλήθεια ότι η πολιτική είναι κλάδος της Ποιμαντικής, αφού η καθημερινή ζωή των Χριστιανών, που καθορίζεται από την πολιτική, δεν μπορεί να διαφέρη, αλλά πρέπει να είναι ταυτόσημη με την πνευματική ζωή της Εκκλησίας.
Είναι σημαντική και αποδεικτική των λόγων μας η υπενθύμιση του σπουδαίου θεολόγου π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ ότι «ο Χριστιανισμός εισήλθε στην ιστορία σαν νέα κοινωνική τάξη, σαν νέα κοινωνική διάσταση» και γι’ αυτό «από την πρώτη αρχή ο χριστιανισμός δεν ήταν κυρίως δόγμα αλλά κοινότητα»!
Φαίνεται, όμως, πως δεν αρκεί στο μεγάλο πλήθος των χριστιανών αυτή η υπενθύμιση, ούτε τα όσα έχουμε μέχρι σήμερα γράψει για να καταδείξουμε ότι ο χριστιανός δεν μπορεί να διχοτομή τη ζωή του σε ζωή στην Εκκλησία και σε καθημερινή ζωή, παρεκτός και αν ο χριστιανός ζει σε αθεϊστικό ή αλλόθρησκο κράτος, οπότε, τότε και μόνο τότε είναι υποχρεωμένος να υπομένη σαν μαρτύριο τη δημόσια ζωή, προσπαθώντας να ζήση με διάκριση και σύνεση, σύμφωνα με τις υποδείξεις της «Προς Διόγνητον» Επιστολής.
Δεν μπορούν να καταλάβουν οι χριστιανοί μας, αλλά ούτε και πολλοί από τους Ποιμένες, ότι ο χριστιανός που ζει σε χριστιανικό κράτος και έχει την δυνατότητα να επιλέγη και να ψηφίζη τους κυβερνήτες του, είναι αδιανόητο να ακολουθή την μοιρολατρική τακτική των ανθρώπων που ζουν σε καθεστώς που δεν το επιλέγουν αλλά τους επιβάλλεται. Και, επίσης, δεν συνειδητοποιούν ότι με το να επιλέγουν άρχοντες χωρίς πνευματικά κριτήρια, αφ’ ενός μεν αυτό είναι πνευματικός μαζοχισμός (αφού αυτοί οι ίδιοι δίνουν εξουσία στους πολιτικούς οι οποίοι εν συνεχεία με την πολιτική τους δυσκολεύουν ή και ακυρώνουν την πνευματική ζωή των ψηφοφόρων τους), αφ’ ετέρου δε έχουν βαρειά πνευματική ευθύνη έναντι των συνανθρώπων του έθνους τους γιατί με την ψήφο τους δίνουν εξουσία σε ανθρώπους με ανύπαρκτη πίστη και ξένους ή και πολεμίους του φρονήματος και του πολιτεύματος της Εκκλησίας μας, με αποτέλεσμα να αφανίζεται η Πίστη του Έθνους μας, να αφανίζεται η Ρωμιοσύνη.
Αυτή η δυσκολία να αντιληφθούμε τα αυτονόητα είναι, νομίζω, το μεγαλύτερο πρόβλημά μας. Είναι αυτό που, τελικά, αφανίζει την Ρωμέϊκη Πίστη στον Θεό μας.
Ο μακαριστός π. Φλωρόφσκυ έγραψε, απευθυνόμενος σε όλες τις φυλές της γης, πως «για να γίνουμε πραγματικοί Χριστιανοί πρέπει να γίνουμε περισσότερο Έλληνες»! Το δικό μας, λοιπόν, δράμα οφείλεται στο ότι πάψαμε να είμαστε πραγματικοί Έλληνες, γι’ αυτό εξατμίζεται συνεχώς και ο Χριστιανισμός μας.
Αυτό δεν πρέπει να ηχήση παράξενα, δίδοντας την εντύπωση πως βάζουμε πάνω από την Πίστη μας στον Χριστό την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη. Κάτι τέτοιο θα ήταν βλάσφημο, αθεολόγητο και ανιστόρητο, ιδίως μετά τα όσα σπουδαία έχει γράψει ο εκκλησιαστικός Πατήρ, αοίδημος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, για τις «Ελληνοχριστιανικές συνθέσεις».
Πρόθεση του μεγάλου Ρώσου θεολόγου π. Φλωρόφσκυ, αλλά και δική μας, είναι να τονίσουμε ότι η ένδειξη Έλληνας δεν προσδιορίζει τον πολίτη μιας χώρας, αλλά τον άνθρωπο που, αφ’ ενός μεν, θεωρεί εντελώς παράλογο να ζη ως άθεος στον κόσμο και, αφ’ ετέρου, θεωρεί αδιανόητο να χωρίση την πνευματική του ζωή από την καθημερινότητά του. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά αλλού στον κόσμο και γι’ αυτό ο χαρακτηρισμός Έλληνας ήταν μέχρι σήμερα ταυτόσημος με τον βαθύτατα θρησκευόμενον άνθρωπο και την Ορθοδοξία!
Μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του λαού μας από τα πανάρχαια χρόνια θα μας βεβαιώση ότι Έλληνας άθεος δεν υπήρξε ποτέ, παρά μόνο σαν ασήμαντη μειοψηφία. Ακόμα και σήμερα, που η χριστιανική μας Πίστη έχει απίστευτα συρρικνωθεί –υπαιτιότητι πρωτίστως των Ποιμένων– οσάκις τίθεται σε ψηφοφορία το φρόνημα του Έλληνα στις Εθνικές εκλογές, τα πολιτικά κόμματα που έχουν εξαγγείλει στον λαό ότι δεν πιστεύουν στον Θεό, λαμβάνουν ποσοστό από 3 έως 8%!
Καί να σκεφθή κανείς ότι στο ποσοστό αυτό συμπεριλαμβάνονται και πολλοί αφελείς χριστιανοί ψηφοφόροι που νομίζουν πως είναι ακίνδυνο να ψηφίζουν δεδηλωμένους αθέους! Αυτό το γνωρίζουν οι πολιτικοί και γι’ αυτό η πλειοψηφία τους αποκρύπτει από τον λαό την αθεΐα τους, με σκοπό η αποσιώπηση αυτή να παραπλανήση τον λαό και να τους δώση την εξουσία.
Από τα πανάρχαια χρόνια οι πρόγονοί μας ένοιωθαν την ανάγκη να έχουν τον Θεό σε κάθε δραστηριότητα και ενέργειά τους. Ποτέ δεν ένοιωσαν τον Θεό σαν φόβητρο, σαν αυτόν που βρίσκεται έξω από την ζωή τους και έχει μόνο απαιτήσεις. Και, αφού δεν είχαν ακόμη την Αποκάλυψή του, έπλασαν με την επιθυμία τους μια πολυποίκιλη θεότητα, ικανή να καλύψη όλες τους τις ανάγκες, ώστε να είναι οι θεοί στη ζωή τους και όχι στο περιθώριο της ζωής, δηλαδή έξω από την πολιτική, όπως θέλουν και επιμένουν και επιβάλλουν οι πολιτικοί της πατρίδος μας, που ισχυρίζονται μεν πως είναι Έλληνες αλλά δεν είναι!
Έτσι, οι πρόγονοί μας, δημιούργησαν το δωδεκάθεο. Μια συναγωγή θεών με την μορφή υπουργικού συμβουλίου, ώστε κάθε θεός-μέλος του συμβουλίου αυτού να καλύπτη κάποια ανθρώπινη δραστηριότητα. Ο Δίας σαν Πρωθυπουργός και συντονιστής των θεών, η Αθηνά σαν υπουργός Παιδείας, ο Άρης σαν υπουργός Αμύνης και Πολέμου, η Δήμητρα σαν υπουργός Γεωργίας, ο Ερμής σαν υπουργός Μεταφορών, ο Ποσειδώνας σαν υπουργός Ναυτιλίας, κλπ.
Ο Πλούταρχος περιγράφει με συντομία αλλά και με σαφήνεια την απόλυτη θεοσέβεια όλων των Ελληνικών Πόλεων-Κρατών: «Εύροις δ’ αν επιών πόλεις ατειχίστους, αγραμμάτους, αβασιλεύτους, αοίκους, αχρημάτους, νομίσματος μη δεομένας, απείρους θεάτρων και γυμνασίων· ανιέρου δε πόλεως και αθέου, μη χρωμένης ευχαίς, μήδ’ όρκοις, μηδέ μαντείαις, μηδέ θυσίαις επ’ αγαθοίς, μηδ’ αποτροπαίς κακών, ουδείς εστιν γεγονώς θεατής ουδ’ έσται».
Αυτά που λέει ο Πλούταρχος σημαίνουν ότι ο κάθε περιηγητής των Ελληνικών Πόλεων-Κρατών της αρχαιότητος «μπορούσε να συναντήση πόλεις χωρίς τείχη, χωρίς παιδεία, χωρίς διοίκηση, χωρίς σπίτια, χωρίς χρήματα, πόλεις που δεν χρειάζονται νόμισμα, που δεν έχουν θέατρα ή γυμναστήρια, ούτε γνωρίζουν αν υπάρχουν τέτοια, πόλη, όμως, που είναι άθεη και δεν έχει ιερά, που δεν κάνει προσευχές, ούτε όρκους, ούτε μαντείες, ούτε θυσίες για ευόδωση καλών αιτημάτων, ούτε για την αποτροπή των συμφορών, τέτοια πόλη κανείς δεν συνάντησε ούτε πρόκειται να συναντήση». Που να ζούσε ο Πλούταρχος στις μέρες μας!…
Η απόλυτη θεοσέβεια των αρχαίων προγόνων μας αποδεικνύεται και από την έκφραση-λυδία λίθο, με την οποία δοκίμαζαν το ποιός έχει τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθή Έλληνας: Έπρεπε να είναι «όμαιμος», «ομόγλωσσος» και «ομόθρησκος». Στο κριτήριο του χαρακτηρισμού δεσπόζει το «ομόθρησκος» ως ενσυνείδητη και εκούσια προσωπική επιλογή, ενώ το μεν «όμαιμον» το αποκτά κανείς με τη φυσική του γέννηση χωρίς προσωπική του επιλογή, το δε «ομόγλωσσον» δεν είναι πάλι προσωπική επιλογή, αφού η γλώσσα είναι μόνο μέσον επικοινωνίας και όχι τρόπος ζωής.
Αυτή η συνυφασμένη με τον Έλληνα θρησκευτικότητα κορυφώθηκε και βρήκε το πλήρωμά της στην αποκεκαλυμμένη από τον Ουρανό και Σαρκωθείσα στον Χριστό Αλήθεια. Οι Πατέρες μας πλέον δεν ζούσαν έχοντας στο πλευρό τους φανταστικούς θεούς με πάθη και έχθρες αλλά ζούσαν ενωμένοι ασυγχύτως και αδιαιρέτως με τον Τριαδικό Θεό μας, την Υπεραγία Θεοτόκον και τους Αγίους μας, στους οποίους ο Θεός έδωσε πολυποίκιλα χαρίσματα ώστε να συμπαρίστανται και να συντρέχουν τους ανθρώπους σε όλες τις κατά Θεόν δραστηριότητές τους και στην επίλυση των προβλημάτων τους. Το Ευχολόγιο της Εκκλησίας μας είναι μάρτυρας.
Εξαιρέτως έλαβε δύναμη και χάρη η Πανάχραντος Μητέρα του Θεού μας, η Παναγία μας, η οποία είναι η μόνη μετά Θεόν που γνωρίζει τόσο βαθειά πως, αν εκλείψη η θεοσέβεια του λαού μας, θα χαθούμε ολοτελώς, ώστε έγινε και Υπέρμαχος Στρατηγός για να καταστήση πασιφανές ότι η με θεοσέβεια ενασχόληση με την πολιτική διακυβέρνηση του Ορθοδόξου λαού, όχι μόνο δεν είναι αμαρτία αλλά είναι έργο Ουράνιο και Πανάγιο.
Η Παναγία έγινε Στρατηγός και μεις ακόμη διστάζουμε να πολιτευθούμε, μήπως και αμαρτήσουμε!
Δεν έγινε Στρατηγός ο Χριστός, γιατί δεν επιτρέπει στους κληρικούς του κοσμικές διακονίες, επειδή δεν είναι καλόν να αφήσουν τον λόγο του Θεού και «να διακονούν τραπέζαις». Έγινε όμως Στρατηγός η Παναγία Μητέρα Του για να μήν έχη κανείς μας δικαιολογία, όταν παραθεωρή την δημόσια ζωή και την εγκαταλείπει σε χέρια άνομα και ασεβή, που μετατρέπουν την ζωή των πιστών σε μαρτύριο και διαμορφώνουν τα ήθη των νεωτέρων με πρότυπα την ασέβεια, την ασέλγεια και την σκληροκαρδία.
Το συγκλονιστικό μήνυμα της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι τόσο κραυγαλέο, ώστε όχι μόνο δεν άφησε την Βυζαντινή Αυτοκρατορία να λησμονήση ότι η πολιτική διακυβέρνηση των χριστιανών είναι ιερή Διακονία, ισότιμη με την εκκλησιαστική, αλλά διατηρήθηκε αναλλοίωτο το μήνυμα και στα τετρακόσια χρόνια της μετέπειτα σκλαβιάς, και έφθασε ως την Παλιγεννεσία, όπως μαρτυρεί το πρώτο Σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδος, στο οποίο τίθεται ως αποκλειστική προϋπόθεση της Ελληνικότητος η εις Χριστόν Πίστις: «Πάντες οι πιστεύοντες εις Χριστόν, εισίν Έλληνες»!
Αυτή τη θεοσέβεια υπηρέτησε ο πρώτος και ο μόνος ευλαβής Κυβερνήτης της Πατρίδος μας, Ιωάννης Καποδίστριας, έως ότου τον δολοφόνησαν εκείνοι, που μόνο το όνομα του Έλληνα είχαν και όχι την ψυχή και το φρόνημα. Αυτοί κυβερνούν από τότε μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. Η Ρωμέϊκη φυλή βρίσκεται στην κρισιμώτερη καμπή της από τα πρωτοελληνικά χρόνια. Αν χαθή η πίστη μας, όπως με πυραυλοκίνητη ώθηση επιχειρούν να την απωθήσουν από την ζωή μας οι πολιτικοί, ημών κοιμωμένων, τότε σίγουρα θα χαθή το Γένος μας, αφού θα έχη χάσει τη συστατική του δύναμη, που, όπως δείξαμε, είναι η αδιαίρετη σχέση του με τον Δημιουργό του.
Και, αν χαθή το Γένος μας, τότε μαζί με αυτό, μόνο ο Θεός γνωρίζει το τι θα παρασυρθή στην άβυσσο!…
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
Aπό το βιβλίο του π.Βασιλείου Βολουδάκη ,”Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ”
έχει παραλύσει τόσο απόλυτα, ώστε να μη αντιδρά στην καλπάζουσα αθεοποίησή του, δηλαδή μένει παγερά αδιάφορο μπροστά στην επικείμενη εξαφάνιση της Ρωμιοσύνης του, τότε, ασφαλώς, είμαστε πολύ κοντά στα ύστερα του κόσμου!
Αυτή η διαπίστωση δεν είναι ένα στιγμιαίο συναισθηματικό ξέσπασμα, αλλά η προδιαγεγραμμένη συνέπεια της λειτουργίας του πνευματικού νόμου, που έγινε και θρυλικός παιάνας του λαού μας: «Η Ρωμιοσύνη είναι φυλή συνόκαιρη του κόσμου. Η Ρωμιοσύνη θα χαθή όντας ο κόσμος λείψη»!
Η μειωμένη εθνική αυτοεκτίμησή μας, που είναι η αιτία της απίστευτης ενδοτικότητος και απραξίας μας, είναι ένα καθαρά πνευματικό αποτέλεσμα της μακροχρόνιας σταδιακής αποξενώσεώς μας από την Πηγή της Ζωής και της Αλήθειας, η αποξένωση του λαού μας από την Εκκλησία του, πράγμα το οποίο συστηματικά καλλιεργήθηκε και καλλιεργείται από τις αμοραλιστικές κυβερνήσεις των τελευταίων 180 ετών, χωρίς καμμιά –απολύτως καμμιά– εξαίρεση αληθινά πιστού Κυβερνήτη.
Δυστυχώς, καθ’ όλο το ανωτέρω διάστημα παρουσίασε πνευματική καθίζηση και η ηγεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, με κάποιες λιγοστές εξαιρέσεις εκκλησιαστικών ηγετών, οι οποίοι, όμως, και αυτοί περιορίσθηκαν σε κάποια πνευματικά και εθνικά παραγγέλματα, παραλείποντας το μείζον και κύριο, δηλαδή να τονίσουν και να θέσουν σαν κηρυκτική προτεραιότητα την αλήθεια ότι η πολιτική είναι κλάδος της Ποιμαντικής, αφού η καθημερινή ζωή των Χριστιανών, που καθορίζεται από την πολιτική, δεν μπορεί να διαφέρη, αλλά πρέπει να είναι ταυτόσημη με την πνευματική ζωή της Εκκλησίας.
Είναι σημαντική και αποδεικτική των λόγων μας η υπενθύμιση του σπουδαίου θεολόγου π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ ότι «ο Χριστιανισμός εισήλθε στην ιστορία σαν νέα κοινωνική τάξη, σαν νέα κοινωνική διάσταση» και γι’ αυτό «από την πρώτη αρχή ο χριστιανισμός δεν ήταν κυρίως δόγμα αλλά κοινότητα»!
Φαίνεται, όμως, πως δεν αρκεί στο μεγάλο πλήθος των χριστιανών αυτή η υπενθύμιση, ούτε τα όσα έχουμε μέχρι σήμερα γράψει για να καταδείξουμε ότι ο χριστιανός δεν μπορεί να διχοτομή τη ζωή του σε ζωή στην Εκκλησία και σε καθημερινή ζωή, παρεκτός και αν ο χριστιανός ζει σε αθεϊστικό ή αλλόθρησκο κράτος, οπότε, τότε και μόνο τότε είναι υποχρεωμένος να υπομένη σαν μαρτύριο τη δημόσια ζωή, προσπαθώντας να ζήση με διάκριση και σύνεση, σύμφωνα με τις υποδείξεις της «Προς Διόγνητον» Επιστολής.
Δεν μπορούν να καταλάβουν οι χριστιανοί μας, αλλά ούτε και πολλοί από τους Ποιμένες, ότι ο χριστιανός που ζει σε χριστιανικό κράτος και έχει την δυνατότητα να επιλέγη και να ψηφίζη τους κυβερνήτες του, είναι αδιανόητο να ακολουθή την μοιρολατρική τακτική των ανθρώπων που ζουν σε καθεστώς που δεν το επιλέγουν αλλά τους επιβάλλεται. Και, επίσης, δεν συνειδητοποιούν ότι με το να επιλέγουν άρχοντες χωρίς πνευματικά κριτήρια, αφ’ ενός μεν αυτό είναι πνευματικός μαζοχισμός (αφού αυτοί οι ίδιοι δίνουν εξουσία στους πολιτικούς οι οποίοι εν συνεχεία με την πολιτική τους δυσκολεύουν ή και ακυρώνουν την πνευματική ζωή των ψηφοφόρων τους), αφ’ ετέρου δε έχουν βαρειά πνευματική ευθύνη έναντι των συνανθρώπων του έθνους τους γιατί με την ψήφο τους δίνουν εξουσία σε ανθρώπους με ανύπαρκτη πίστη και ξένους ή και πολεμίους του φρονήματος και του πολιτεύματος της Εκκλησίας μας, με αποτέλεσμα να αφανίζεται η Πίστη του Έθνους μας, να αφανίζεται η Ρωμιοσύνη.
Αυτή η δυσκολία να αντιληφθούμε τα αυτονόητα είναι, νομίζω, το μεγαλύτερο πρόβλημά μας. Είναι αυτό που, τελικά, αφανίζει την Ρωμέϊκη Πίστη στον Θεό μας.
Ο μακαριστός π. Φλωρόφσκυ έγραψε, απευθυνόμενος σε όλες τις φυλές της γης, πως «για να γίνουμε πραγματικοί Χριστιανοί πρέπει να γίνουμε περισσότερο Έλληνες»! Το δικό μας, λοιπόν, δράμα οφείλεται στο ότι πάψαμε να είμαστε πραγματικοί Έλληνες, γι’ αυτό εξατμίζεται συνεχώς και ο Χριστιανισμός μας.
Αυτό δεν πρέπει να ηχήση παράξενα, δίδοντας την εντύπωση πως βάζουμε πάνω από την Πίστη μας στον Χριστό την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη. Κάτι τέτοιο θα ήταν βλάσφημο, αθεολόγητο και ανιστόρητο, ιδίως μετά τα όσα σπουδαία έχει γράψει ο εκκλησιαστικός Πατήρ, αοίδημος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, για τις «Ελληνοχριστιανικές συνθέσεις».
Πρόθεση του μεγάλου Ρώσου θεολόγου π. Φλωρόφσκυ, αλλά και δική μας, είναι να τονίσουμε ότι η ένδειξη Έλληνας δεν προσδιορίζει τον πολίτη μιας χώρας, αλλά τον άνθρωπο που, αφ’ ενός μεν, θεωρεί εντελώς παράλογο να ζη ως άθεος στον κόσμο και, αφ’ ετέρου, θεωρεί αδιανόητο να χωρίση την πνευματική του ζωή από την καθημερινότητά του. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά αλλού στον κόσμο και γι’ αυτό ο χαρακτηρισμός Έλληνας ήταν μέχρι σήμερα ταυτόσημος με τον βαθύτατα θρησκευόμενον άνθρωπο και την Ορθοδοξία!
Μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του λαού μας από τα πανάρχαια χρόνια θα μας βεβαιώση ότι Έλληνας άθεος δεν υπήρξε ποτέ, παρά μόνο σαν ασήμαντη μειοψηφία. Ακόμα και σήμερα, που η χριστιανική μας Πίστη έχει απίστευτα συρρικνωθεί –υπαιτιότητι πρωτίστως των Ποιμένων– οσάκις τίθεται σε ψηφοφορία το φρόνημα του Έλληνα στις Εθνικές εκλογές, τα πολιτικά κόμματα που έχουν εξαγγείλει στον λαό ότι δεν πιστεύουν στον Θεό, λαμβάνουν ποσοστό από 3 έως 8%!
Καί να σκεφθή κανείς ότι στο ποσοστό αυτό συμπεριλαμβάνονται και πολλοί αφελείς χριστιανοί ψηφοφόροι που νομίζουν πως είναι ακίνδυνο να ψηφίζουν δεδηλωμένους αθέους! Αυτό το γνωρίζουν οι πολιτικοί και γι’ αυτό η πλειοψηφία τους αποκρύπτει από τον λαό την αθεΐα τους, με σκοπό η αποσιώπηση αυτή να παραπλανήση τον λαό και να τους δώση την εξουσία.
Από τα πανάρχαια χρόνια οι πρόγονοί μας ένοιωθαν την ανάγκη να έχουν τον Θεό σε κάθε δραστηριότητα και ενέργειά τους. Ποτέ δεν ένοιωσαν τον Θεό σαν φόβητρο, σαν αυτόν που βρίσκεται έξω από την ζωή τους και έχει μόνο απαιτήσεις. Και, αφού δεν είχαν ακόμη την Αποκάλυψή του, έπλασαν με την επιθυμία τους μια πολυποίκιλη θεότητα, ικανή να καλύψη όλες τους τις ανάγκες, ώστε να είναι οι θεοί στη ζωή τους και όχι στο περιθώριο της ζωής, δηλαδή έξω από την πολιτική, όπως θέλουν και επιμένουν και επιβάλλουν οι πολιτικοί της πατρίδος μας, που ισχυρίζονται μεν πως είναι Έλληνες αλλά δεν είναι!
Έτσι, οι πρόγονοί μας, δημιούργησαν το δωδεκάθεο. Μια συναγωγή θεών με την μορφή υπουργικού συμβουλίου, ώστε κάθε θεός-μέλος του συμβουλίου αυτού να καλύπτη κάποια ανθρώπινη δραστηριότητα. Ο Δίας σαν Πρωθυπουργός και συντονιστής των θεών, η Αθηνά σαν υπουργός Παιδείας, ο Άρης σαν υπουργός Αμύνης και Πολέμου, η Δήμητρα σαν υπουργός Γεωργίας, ο Ερμής σαν υπουργός Μεταφορών, ο Ποσειδώνας σαν υπουργός Ναυτιλίας, κλπ.
Ο Πλούταρχος περιγράφει με συντομία αλλά και με σαφήνεια την απόλυτη θεοσέβεια όλων των Ελληνικών Πόλεων-Κρατών: «Εύροις δ’ αν επιών πόλεις ατειχίστους, αγραμμάτους, αβασιλεύτους, αοίκους, αχρημάτους, νομίσματος μη δεομένας, απείρους θεάτρων και γυμνασίων· ανιέρου δε πόλεως και αθέου, μη χρωμένης ευχαίς, μήδ’ όρκοις, μηδέ μαντείαις, μηδέ θυσίαις επ’ αγαθοίς, μηδ’ αποτροπαίς κακών, ουδείς εστιν γεγονώς θεατής ουδ’ έσται».
Αυτά που λέει ο Πλούταρχος σημαίνουν ότι ο κάθε περιηγητής των Ελληνικών Πόλεων-Κρατών της αρχαιότητος «μπορούσε να συναντήση πόλεις χωρίς τείχη, χωρίς παιδεία, χωρίς διοίκηση, χωρίς σπίτια, χωρίς χρήματα, πόλεις που δεν χρειάζονται νόμισμα, που δεν έχουν θέατρα ή γυμναστήρια, ούτε γνωρίζουν αν υπάρχουν τέτοια, πόλη, όμως, που είναι άθεη και δεν έχει ιερά, που δεν κάνει προσευχές, ούτε όρκους, ούτε μαντείες, ούτε θυσίες για ευόδωση καλών αιτημάτων, ούτε για την αποτροπή των συμφορών, τέτοια πόλη κανείς δεν συνάντησε ούτε πρόκειται να συναντήση». Που να ζούσε ο Πλούταρχος στις μέρες μας!…
Η απόλυτη θεοσέβεια των αρχαίων προγόνων μας αποδεικνύεται και από την έκφραση-λυδία λίθο, με την οποία δοκίμαζαν το ποιός έχει τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθή Έλληνας: Έπρεπε να είναι «όμαιμος», «ομόγλωσσος» και «ομόθρησκος». Στο κριτήριο του χαρακτηρισμού δεσπόζει το «ομόθρησκος» ως ενσυνείδητη και εκούσια προσωπική επιλογή, ενώ το μεν «όμαιμον» το αποκτά κανείς με τη φυσική του γέννηση χωρίς προσωπική του επιλογή, το δε «ομόγλωσσον» δεν είναι πάλι προσωπική επιλογή, αφού η γλώσσα είναι μόνο μέσον επικοινωνίας και όχι τρόπος ζωής.
Αυτή η συνυφασμένη με τον Έλληνα θρησκευτικότητα κορυφώθηκε και βρήκε το πλήρωμά της στην αποκεκαλυμμένη από τον Ουρανό και Σαρκωθείσα στον Χριστό Αλήθεια. Οι Πατέρες μας πλέον δεν ζούσαν έχοντας στο πλευρό τους φανταστικούς θεούς με πάθη και έχθρες αλλά ζούσαν ενωμένοι ασυγχύτως και αδιαιρέτως με τον Τριαδικό Θεό μας, την Υπεραγία Θεοτόκον και τους Αγίους μας, στους οποίους ο Θεός έδωσε πολυποίκιλα χαρίσματα ώστε να συμπαρίστανται και να συντρέχουν τους ανθρώπους σε όλες τις κατά Θεόν δραστηριότητές τους και στην επίλυση των προβλημάτων τους. Το Ευχολόγιο της Εκκλησίας μας είναι μάρτυρας.
Εξαιρέτως έλαβε δύναμη και χάρη η Πανάχραντος Μητέρα του Θεού μας, η Παναγία μας, η οποία είναι η μόνη μετά Θεόν που γνωρίζει τόσο βαθειά πως, αν εκλείψη η θεοσέβεια του λαού μας, θα χαθούμε ολοτελώς, ώστε έγινε και Υπέρμαχος Στρατηγός για να καταστήση πασιφανές ότι η με θεοσέβεια ενασχόληση με την πολιτική διακυβέρνηση του Ορθοδόξου λαού, όχι μόνο δεν είναι αμαρτία αλλά είναι έργο Ουράνιο και Πανάγιο.
Η Παναγία έγινε Στρατηγός και μεις ακόμη διστάζουμε να πολιτευθούμε, μήπως και αμαρτήσουμε!
Δεν έγινε Στρατηγός ο Χριστός, γιατί δεν επιτρέπει στους κληρικούς του κοσμικές διακονίες, επειδή δεν είναι καλόν να αφήσουν τον λόγο του Θεού και «να διακονούν τραπέζαις». Έγινε όμως Στρατηγός η Παναγία Μητέρα Του για να μήν έχη κανείς μας δικαιολογία, όταν παραθεωρή την δημόσια ζωή και την εγκαταλείπει σε χέρια άνομα και ασεβή, που μετατρέπουν την ζωή των πιστών σε μαρτύριο και διαμορφώνουν τα ήθη των νεωτέρων με πρότυπα την ασέβεια, την ασέλγεια και την σκληροκαρδία.
Το συγκλονιστικό μήνυμα της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι τόσο κραυγαλέο, ώστε όχι μόνο δεν άφησε την Βυζαντινή Αυτοκρατορία να λησμονήση ότι η πολιτική διακυβέρνηση των χριστιανών είναι ιερή Διακονία, ισότιμη με την εκκλησιαστική, αλλά διατηρήθηκε αναλλοίωτο το μήνυμα και στα τετρακόσια χρόνια της μετέπειτα σκλαβιάς, και έφθασε ως την Παλιγεννεσία, όπως μαρτυρεί το πρώτο Σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδος, στο οποίο τίθεται ως αποκλειστική προϋπόθεση της Ελληνικότητος η εις Χριστόν Πίστις: «Πάντες οι πιστεύοντες εις Χριστόν, εισίν Έλληνες»!
Αυτή τη θεοσέβεια υπηρέτησε ο πρώτος και ο μόνος ευλαβής Κυβερνήτης της Πατρίδος μας, Ιωάννης Καποδίστριας, έως ότου τον δολοφόνησαν εκείνοι, που μόνο το όνομα του Έλληνα είχαν και όχι την ψυχή και το φρόνημα. Αυτοί κυβερνούν από τότε μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. Η Ρωμέϊκη φυλή βρίσκεται στην κρισιμώτερη καμπή της από τα πρωτοελληνικά χρόνια. Αν χαθή η πίστη μας, όπως με πυραυλοκίνητη ώθηση επιχειρούν να την απωθήσουν από την ζωή μας οι πολιτικοί, ημών κοιμωμένων, τότε σίγουρα θα χαθή το Γένος μας, αφού θα έχη χάσει τη συστατική του δύναμη, που, όπως δείξαμε, είναι η αδιαίρετη σχέση του με τον Δημιουργό του.
Και, αν χαθή το Γένος μας, τότε μαζί με αυτό, μόνο ο Θεός γνωρίζει το τι θα παρασυρθή στην άβυσσο!…
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
Aπό το βιβλίο του π.Βασιλείου Βολουδάκη ,”Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ”
http://perivolipanagias.blogspot.gr/2015/03/blog-post_713.html