«Γιατί, ευλογημένε Διάκο μου, κόβεις τα γένια και τα μαλλιά σου;»
Ο Διάκονος αμέσως απάντησε: «Ξέρετε, Γέροντα, στον κόσμο που ζούμε πρέπει να είμαστε καθαροί».
Μόλις το άκουσε αυτό ο Γέροντας, βγάζει αμέσως τον καλογερικό του σκούφο, φέρνει το κεφάλι του κοντά στον Διάκο και του λέει:
«Για μύρισε, Διάκο, το κεφάλι μου. Μυρίζει άσχημα;»
«Όχι, Γέροντα», απάντησε ο Διάκος, «μάλλον ευωδιάζει».
Ο Γέροντας τότε ταπεινά και σεμνά του είπε: «Έχω να πλύνω το κεφάλι μου από το 1952».