Ὁ μεγάλος αὐτὸς ἅγιος της Ἐκκλησίας μας δὲν εἶναι εὐρύτερα γνωστός, ἂν καὶ κατὰ παράδοξο τρόπο εἶναι πολὺ οἰκεῖος στοὺς χριστιανούς, ἰδίως τὴν περίοδο τῆς Μεγ.Τεσσαρακοστῆς ποὺ συνεχῶς λέμε τὴν ἀκόλουθη προσευχή:
"Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου,
πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μὴ μοὶ δῷς, πνεῦμα
σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ
δούλῳ.
Ναὶ Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ
ὁρᾶν τὰ ἐμά πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητὸς
εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων".
Ἡ πολὺ γνωστὴ εὐχὴ τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς εἶναι τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ, κάτι ποὺ πολλοὶ χριστιανοὶ δὲν γνωρίζουν. Γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση του διαθέτουμε λίγα ἀσφαλῆ στοιχεῖα. Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, σύγχρονος τοῦ Μεγ. Βασιλείου καὶ τῶν ἄλλων μεγάλων Πατέρων τοῦ 4ου αἰ., γεννήθηκε ἀπὸ Σύρους χριστιανοὺς περὶ τὸ 306 μ.Χ. στὴ Νισίβη τῆς Μεσοποταμίας. Ἀναπτύχθηκε πνευματικὰ στὸ περιβάλλον τοῦ ἐπισκόπου Νισίβεως Ἰακώβου, τοῦ ἀσκητικοῦ αὐτοῦ ἱεράρχου. Ὁ Ἐφραὶμ ἀπὸ νωρὶς ἀνέλαβε ποιμαντικὴ δράση στὰ πλαίσια τῆς κατηχήσεως. Ἀφιερώθηκε στὸ ποιμαντικὸ καὶ διδακτικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ζώντας παράλληλα ἀσκητικὴ ζωή. Χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ὅταν ἀργότερα τοῦ προτάθηκε νὰ γίνει ἐπίσκοπος αὐτὸς ἀρνήθηκε, προτιμώντας νὰ παραμείνει ἀπερίσπαστος στὸ διδακτικό του ἔργο, γενόμενος πρότυπο ἐναρέτου μορφωμένου χριστιανοῦ, ποιμένος καὶ ἀσκητοῦ, ἀφιερωμένου στὶς ἀρετὲς τῆς πτωχείας, παρθενίας, ἐγκρατείας, ταπεινοφροσύνης, ἀλλὰ καὶ μὲ πλούσιο διδακτικὸ καὶ ποιμαντικὸ ἔργο. Ὅταν οἱ Πέρσες τὸ 363 κατέλαβαν τὴ Νισίβη, πολλοὶ χριστιανοί, μαζὶ καὶ ὁ ὅσιος Ἐφραίμ, κατέφυγαν στὴν Ἔδεσσα τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ὁ Ἐφραὶμ συνέχισε τὸ ἔργο του, ἱδρύοντας μάλιστα μία νέα κατηχητικὴ καὶ θεολογικὴ σχολή.
Ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ ἀποτελεῖ δεσπόζουσα μορφὴ τῆς Συριακῆς Ἐκκλησίας, θεμελιωτὴς τῆς συριακῆς ἐκκλησιαστικῆς γραμματείας, τῆς ἑρμηνευτικῆς-ἐξηγητικῆς, προέβαλε τὸν ἀσκητικὸ βίο θεολογικά, πολέμησε τοὺς αἱρετικούς, τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς γνωστικούς, καὶ ἀνεδείχθηκε ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους χριστιανοὺς ποιητές, καθὼς συνέθεσε πλῆθος χριστιανικῶν ὕμνων στὰ συριακά, σὲ ἁπλὴ καὶ λαϊκὴ γλώσσα, κατανοητὴ ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες του. Ὡς χαρισματικὸς ποιμένας τῶν συροφώνων χριστιανῶν καὶ γιὰ τὴν κατήχησή τους συνέγραψε κείμενα ἑρμηνευτικὰ καὶ ἐποικοδομητικά, ποιητικὰ καὶ διδακτικά, ὕμνους καὶ ψαλμούς. Ἔγραψε μεγάλο ἀριθμὸ ἔργων, ὁμιλίες καὶ ὕμνους. Ἀλλὰ καὶ ὡς ἀσκητὴς ὁ Ἐφραὶμ ἀσχολήθηκε μὲ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα τοῦ πιστοῦ γιὰ τελείωση. Ὁ λόγος του εἶναι προτρεπτικός, διδακτικὸς καὶ περιγραφικὸς τῶν ἀρετῶν τοῦ πιστοῦ, καὶ χαρακτηρίζεται σὲ κάποια σημεῖα ὡς βαθιὰ νηπτικὸς καὶ φιλοκαλικός. Μὲ τὰ ἔργα του ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ προσκαλεῖ τοὺς χριστιανοὺς σὲ ἄσκηση καὶ πνευματικὸ ἀγώνα.
Ἀπὸ νωρὶς τὰ ἔργα του ἐκτιμήθηκαν καὶ ἄρχισαν οἱ μεταφράσεις τους ἀπὸ τὰ συριακὰ σὲ ἄλλες γλῶσσες, ἑλληνικά, λατινικά, ἀρμενικά, κοπτικά, αἰθιοπικά, σλαβικά, καὶ προσφάτως καὶ σὲ σύγχρονες εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες (γαλλικά, ἰταλικά, ἀγγλικά). Ἰδιαιτέρως ἀπὸ τοὺς ἑλληνοφώνους ὀρθοδόξους ἀγαπήθηκαν τὰ ἀσκητικά του κείμενα, ποὺ περιέχουν ὠφέλιμα καὶ πνευματικὰ κεφάλαια γιὰ τὴ χριστιανικὴ ζωή.
Κοιμήθηκε τὸ 373. Γιὰ τὸν μεγάλο αὐτὸν ἀσκητὴ καὶ ὅσιο τῆς Ἐκκλησίας μας ἐγκωμιαστικοὺς λόγους συνέγραψαν οἱ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καὶ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμᾶ τὴ μνήμη του στὶς 28 Ἰανουαρίου ἐνῷ καὶ ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία τὸν ἀναγνωρίζει καὶ τὸν τιμᾶ ὡς ἅγιο.
Ἂς ἐξετάσουμε λοιπὸν μερικὲς πνευματικὲς συμβουλὲς τοῦ Ἁγίου Ἐφραὶμ γιὰ τὴ χριστιανική μας ζωή. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι φροντίζουν περισσότερο γιὰ τὴ διατροφή τους καὶ τὴν περιποίηση τοῦ σώματος καὶ λιγότερο ἢ καὶ καθόλου γιὰ τὴν ψυχή. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς συμβουλεύει γιὰ τὴν ἀξία τῆς πνευματικῆς τροφῆς τῆς ψυχῆς: ”ὅταν τὸ σῶμα πεινᾶ καὶ ἀπαιτεῖ τροφή, ἂς σκεπτόμαστε ὅτι καὶ ἡ ψυχὴ ἔχει τὴν ἴδια ἀνάγκη. Ὅπως ἀκριβῶς τὸ σῶμα, ἂν δὲν λάβει τροφή, δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή, ἂν δὲν λάβει πνευματικὴ σοφία, εἶναι νεκρή. Γι’ αὐτὸ ἔλεγε ὁ Κύριος ὅτι ”ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει μόνον μὲ ἄρτο (Ματθ 4,4). Ἐσὺ, λοιπόν, ὡς καλὸς διαχειριστής, δῶσε τὰ φαγητὰ τῆς ψυχῆς στὴν ψυχὴ καὶ τὰ φαγητὰ τοῦ σώματος στὸ σῶμα. Μὴν ἀφήσεις τὴν ψυχὴ νὰ νεκρωθεῖ, ἀλλὰ νὰ τὴν θρέψεις μὲ θεϊκὰ λόγια, μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους καὶ ὠδὲς πνευματικές, μὲ ἀναγνώσματα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, μὲ νηστεῖες, μὲ ἀγρυπνίες, μὲ προσευχές, μὲ δάκρυα, μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴ σκέψη τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν”.
Σχετικῶς μὲ τὶς βιωτικὲς μέριμνες καὶ τὶς πνευματικὲς προτεραιότητες ποὺ πρέπει νὰ ἔχει στὴ ζωὴ του ὁ χριστιανός, ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς λέει ὅτι μπορεῖ τὰ καθημερινὰ ζητήματα νὰ μοιάζουν ὡς ἐρχόμενα σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ αἰώνια καὶ τὰ μέλλοντα, ὅμως, ὅταν ὑπάρχει πίστη, τὰ ζητήματα αὐτὰ εἶναι ξεκαθαρισμένα.” Ὁ Κύριος λέγει στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὁ ἄπιστος θὰ φανεῖ ἄπιστος καὶ στὰ λίγα καὶ στὰ πολλά, ἐνῷ ὁ πιστὸς θὰ ἀναδειχθεῖ πιστὸς καὶ στὰ λίγα καὶ στὰ πολλά. ”Ἔφη αὐτῷ ὁ Κύριος αὐτοῦ, εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ, ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σὲ καταστήσω”(Ματθ 25,21). Διά τῆς λέξεως ”ὀλίγα” ἐννοεῖ ὁ Κύριος τὰ ζητήματα ποὺ ἀπασχολοῦν τὸν παρόντα βίο, ὅπως λ.χ. τροφές, ἐνδύματα καὶ ὅσα ἐν γένει ἀναφέρονται στὴν περιποίηση τοῦ σώματος. Γιὰ τὰ ζητήματα αὐτὰ ὁ Κύριος μᾶς διέταξε νὰ μὴν μεριμνοῦμε , ἀλλὰ νὰ ἀναθέτουμε τὴ φροντίδα τῶν πραγμάτων αὐτῶν σὲ Ἐκεῖνον. ”Μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα, πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ. Οἶδε γὰρ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἁπάντων. Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην Αὐτοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν” (Ματθ 6,31-33).
Δία τῆς λέξεως ”πολλὰ” ἐννοεῖ τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα θὰ δωρήσει κατὰ τὸν μέλλοντα αἰώνα καὶ τὰ ὁποῖα ὑποσχέθηκε νὰ παραχωρήσει σὲ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν καὶ φροντίζουν διαρκῶς καὶ ἐναγωνίως γιὰ αὐτὰ καὶ ἐπιζητοῦν ὅλα αὐτά, γιατί σὲ αὐτοὺς ποὺ ζητοῦν πρῶτα τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὅλα αὐτὰ θὰ προστεθούν”.
Γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς συμβουλεύει νὰ ἀποφεύγουμε τὶς πολλὲς μέριμνες γιὰ τὰ γήινα καὶ νὰ ἔχουμε τὴ φροντίδα μας γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ἐπουράνια ζωὴ ποὺ μᾶς περιμένει. ”Ἐσύ, ἀγαπητέ μου, μόλις ἀντιληφθεῖς ὅτι ὁ ἐχθρὸς ἐπιχειρεῖ νὰ σὲ ἐξαπατήσει, μὴν ὑπακούσεις σὲ αὐτόν, ἀλλὰ νὰ πράττεις τὰ πάντα μὲ μέτρο, καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ μέτρο, γιὰ νὰ συχνάζεις τακτικὰ στὴν σύναξη(=ἐκκλησιασμὸ) καὶ τὴν προσευχή. Καὶ ἡ εὐχὴ ποὺ γίνεται μὲ πίστη, θὰ σοῦ δίνει δύναμη καὶ χάρη σὲ κάθε καλὸ ἔργο. Ἂς ἀγαποῦμε τὴν αὐτάρκεια καὶ ἂς τρέχουμε γιὰ τὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα καὶ ὄχι γιὰ τὴν ἀπόλαυση. Ἂν ἐπιδιώξουμε τὴν ἀπόλαυση καὶ τὴν πλεονεξία, τότε θὰ εἶναι πολὺς ὁ κόπος, ἀκατάστατη ἡ πορεία μας, ἡ λύπη μας ἀνικανοποίητη καὶ ἡ ζωὴ μας πολυμέριμνος. Γιὰ ἕνα πράγμα μόνον ὑπάρχει ἀνάγκη, ἀδελφοί μου, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος. Τίποτε δὲν εἶναι ἀνώτερο ἢ τιμιώτερο ἀπὸ τὴν ψυχή. Γι’ αὐτὴν πάντοτε ἂς τρέχουμε καὶ ἂς φροντίζουμε καὶ αὐτὴ νὰ ἑτοιμάζουμε καὶ ἂς μὴν διαθέτουμε ὅλον μας τὸν χρόνο γιὰ τὴ φροντίδα τοῦ σώματος”.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς μιλάει γιὰ τὰ πρῶτα πνευματικὰ ὃπλα. Μετὰ τὴν πίστη, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ταπείνωση, ποὺ εἶναι ἡ πρώτη τριάδα τῶν ἀνίκητων ὅπλων στὸν καθημερινὸ πόλεμο τῆς ψυχῆς, μᾶς χρειάζονται καὶ δύο ἄλλα πνευματικὰ ὄπλα, ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ μακροθυμία. ”Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εὐαρεστήσει τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀναδειχθεῖ διὰ πίστεως κληρονόμος τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ὀνομασθεῖ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γεννηθείς ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, πρέπει, πρὶν ἀπὸ ὅλα, νὰ ὁπλισθεῖ μὲ ὑπομονὴ καὶ μακροθυμία καὶ νὰ ὑπομένει μὲ γενναιότητα καὶ εὐχαρίστως τὶς θλίψεις καὶ τὶς ἀνάγκες ποὺ θὰ συναντήσει, δηλ. τὶς σωματικὲς νόσους καὶ τὰ πάθη, τοὺς ἐξευτελισμοὺς καὶ τὶς ὕβρεις τῶν ἀνθρώπων ἢ τοὺς διαφόρους ἀοράτους πολέμους, ποὺ φέρονται ἐναντίον τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα, ποὺ ἐπιδιώκουν νὰ τὴν παρασύρουν στὴν ἀμέλεια καὶ τὴν ἀδυναμία. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς κατ’ οἰκονομίαν, γιὰ νὰ δοκιμασθεῖ ὁ καθένας μὲ διάφορες θλίψεις καὶ νὰ φανερωθοῦν ἐκεῖνοι ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ μὲ ὅλη τους τὴν ψυχή, ἐφ’ ὅσον ὑπομείνουν ὅλες τὶς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ γενναίως καὶ εὐχαρίστως καὶ δὲν ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν πίστη τους πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ πάντοτε θὰ ἀναμένουν, μὲ πίστη καὶ πολλὴ ὑπομονή, νὰ λυτρωθοῦν διὰ τῆς Χάριτος ἀπὸ τὶς λύπες”.
Εἰδικῶς γιὰ τὶς δοκιμασίες ποὺ θὰ συναντήσουμε στὸν πνευματικὸ ἀγώνα, ποὺ δίνονται σὲ ὅλες τὶς ψυχὲς ἀνάλογα μὲ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς φροντίζει ὅσο κανεὶς ἄλλος, ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς λέει: ”Κάθε ψυχὴ ποὺ θέλει νὰ φανεῖ εὐάρεστη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἂς κρατάει γενναίως, πρὸ παντός, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐλπίδα καὶ ἔτσι μὲ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς θὰ μπορέσει νὰ ὑπομείνει καὶ νὰ ἀντιμετωπίσει ὅλη τὴν ἐνόχληση καὶ τὴν ἐπανάσταση τοῦ πονηροῦ. Διότι οὔτε ὁ Θεὸς παραχωρεῖ στὶς ψυχὲς ποὺ ἐλπίζουν σὲ Αὐτὸν καὶ ὑπομένουν σὲ Αὐτόν, νὰ περιπέσουν σὲ τόσο μεγάλο πειρασμό, ὥστε νὰ περιέλθουν σὲ δύσκολη θέση, ἐπιβαρυνόμενες μὲ περισσότερες θλίψεις ἀπὸ ὅσες μποροῦν νὰ ἀντέξουν. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ πονηρὸς πειράζει καὶ στενοχωρεῖ τὴν ψυχὴ ὅσο θέλει, ἀλλὰ ὅσο τοῦ ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸν Θεό. Διότι γνωρίζει ὁ Πλάστης μας πόσο ἡ ψυχὴ μας πρέπει νὰ μπεῖ σὲ δοκιμασία καὶ στενοχώρια καὶ τόσο μόνον παραχωρεῖ”. Ἂς ἔχουμε ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα μαζὶ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη, τὶς ἀρετὲς αὐτὲς ποὺ μᾶς στερεώνουν στὸν πνευματικὸ ἀγώνα ποὺ ἀγωνιζόμαστε ὅλοι ἐμεῖς οἱ πιστοί.
Στὴν χριστιανική μας ζωὴ θὰ ἀντιμετωπίσουμε πολλοὺς πειρασμούς. Πρῶτος ὁ Κύριός μας μίλησε γιὰ τὴν ”στενήν καὶ τεθλιμμένην ὀδὸν” τῆς σωτηρίας. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς ἐξηγεῖ τὴν ἀλήθεια αὐτή, λέγοντας: ”Ἐὰν ὁ Θεὸς ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους τόση γνώση καὶ διάκριση, γιὰ νὰ διαχειρίζονται μὲ ἀσφάλεια τὰ ὁρατὰ καὶ φθαρτὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου, δὲν θὰ γνωρίζει πολὺ περισσότερον Αὐτὸς ὁ χορηγός τῆς σοφίας καὶ τῆς σύνεσης πόσες καὶ ποιὲς δοκιμασίες ἔχουν ἀνάγκη οἱ ψυχές, ποὺ θέλουν νὰ εἶναι εὐάρεστες σὲ Αὐτόν, γιὰ νὰ τοῦ εἶναι χρήσιμες ἀλλὰ καὶ ἄξιες τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν; Διότι, ὅπως ἀκριβῶς τὸ φυτὸ τῆς καννάβεως δὲν γίνεται χρήσιμο γιὰ τὴν κατασκευὴ λεπτῶν νημάτων, ἐὰν πρωτίστως δὲν κοπανισθεῖ πολύ, ἔτσι καὶ ἡ φιλόθεος ψυχὴ ὅσο περισσότερο βασανίζεται τόσο καθαρώτερη καὶ χρήσιμη γίνεται. Ταλαιπωρούμενη καὶ λεπτυνόμενη διὰ πολλῶν πειρασμῶν καὶ θλίψεων ὑπομένοντας γενναία, ἡ ψυχὴ ἀναδεικνύεται καθαρώτερη καὶ χρησιμώτερη στὴν πνευματικὴ ἐργασία, καὶ, τέλος, ἀφοῦ εἰσέλθει χαρούμενη στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, θὰ γίνει αἰώνιος κληρονόμος τῶν ἐπουρανίων θαλάμων”. Ἂς μὴν φοβόμαστε λοιπὸν τὶς θλίψεις καὶ τοὺς πειρασμοὺς καὶ ἂς τοὺς ὑπομένουμε πάντοτε μὲ ὑπομονὴ καὶ εὐχαριστίες πρὸς τὸν Οἰκτίρμονα Θεό, καθὼς ἡ μόνη ὁδὸς γιὰ νὰ εἰσέλθουμε στὴν οὐράνιο Βασιλεία Του εἶναι ”διά πολλῶν θλίψεων”.
Τὸ πρῶτο βῆμα γιὰ νὰ πλησιάσουμε στὸν Θεὸ εἶναι ἡ μετάνοια. Αὐτὴ πρέπει νὰ εἶναι ἡ διαρκὴς καὶ συνεχής μας σκέψη, καθημερινῶς. Ὁ Θεὸς σήμερα μᾶς δίνει τὴν δυνατότητα νὰ μετανοήσουμε, νὰ πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὶς ἁμαρτίες καὶ τὰ πάθη καὶ νὰ σωθοῦμε, σήμερα ποὺ ζοῦμε καὶ μποροῦμε, προλαβαίνουμε νὰ μετανοήσουμε. Ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς συμβουλεύει: ” Ἐφ’ ὅσον ζοῦμε στὴν παροῦσα ζωή, ἔχουμε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἐξουσία καὶ τὴ δύναμη νὰ σπάσουμε μόνοι μας τὰ δεσμὰ τῶν πονηρῶν θελημάτων τοῦ ἐχθροῦ καὶ νὰ ἀπορρίψουμε, διὰ τῆς μετανοίας, τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μας, σωζόμενοι πλέον ἀσφαλῶς καὶ κληρονομώντας τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐὰν ὅμως μᾶς προλάβει τὸ φοβερὸ πρόσταγμα τοῦ θανάτου καὶ φύγει ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ κατεβεῖ τὸ σῶμα στὸν τάφο, τότε πλέον δὲν μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε τὸν ἑαυτό μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ τὸ ψάρι, ὅταν βγεῖ ἀπὸ τὸ νερό”. Ὅσο λοιπὸν μᾶς ἀπομένει καιρὸς, ἂς μετανοήσουμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά.
Συνεχῶς ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε κατὰ νοῦν ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ ἐπιρρεπεῖς στὴν ἁμαρτία. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς προειδοποιεῖ: ”προσέχετε μὴν τυχὸν καὶ τολμήσει κάποιος νὰ πεῖ ὅτι δὲν ἁμάρτησε. Ὅποιος τὸ λέει αὐτό, εἶναι τυφλὸς καὶ ἀπατᾶ τὸν ἑαυτό του μὴν γνωρίζοντας ὅτι ὁ σατανᾶς μπορεῖ νὰ τὸν κυριεύει καὶ μὲ λόγους καὶ μὲ ἔργα καὶ μὲ τὴν ἀκοὴ καὶ μὲ τὴν ὅραση καὶ μὲ τὴν ἁφὴ καὶ μὲ τοὺς λογισμούς. Ποιὸς λοιπὸν μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ ὅτι ἔχει ἁγνὴ καρδιὰ καὶ καθαρὲς ὅλες τὶς αἰσθήσεις του; Κανεὶς δὲν εἶναι ἀναμάρτητος, κανεὶς δὲν εἶναι καθαρός, παρὰ μόνον Ἐκεῖνος, ὁ Χριστὸς ποὺ, ἂν καὶ ἦταν πλούσιος, ”ἐπτώχευσε” γιά μᾶς. Αὐτὸς μόνον εἶναι ἀναμάρτητος. Αὐτὸς βαστάζει τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου καὶ δὲν θέλει τὸν θάνατο τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ τὴ σωτηρία τους. Πρὸς Αὐτὸν ἂς καταφύγουμε καὶ ἐμεῖς, γιατί ὅσοι ἁμαρτωλοὶ κατέφυγαν σὲ Ἐκεῖνον, σώθηκαν. Ἂς μὴν ἀπελπιζόμαστε λοιπόν, ἀδελφοί μου, γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ἐκεῖνος μᾶς καλεῖ συνεχῶς: ”ἔλθετε πρὸς μὲ πάντες…”.
Πολλὲς εἶναι οἱ παγίδες τοῦ πονηροῦ. Οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοὶ γιὰ τὴ σωτηρία τους θὰ ἔχουν συνεχῶς, μέρα καὶ νύχτα, τὸν ”ἀόρατο πόλεμο” τῶν δαιμόνων ἐναντίον τους, μὲ τὶς ἀμέτρητες παγίδες τὶς ὁποῖες στήνουν σὲ κάθε ἄνθρωπο. Χρειάζεται ἑπομένως συνεχὴς προσοχὴ καὶ ἐπαγρύπνηση σὲ ὅλα, στοὺς λογισμούς, στὰ λόγια, στὰ ἔργα μας. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μᾶς ἐφιστᾶ τὴν προσοχή: ”Ἀδελφέ μου, γνώριζε ὅτι ἐφ’ ὅσον ζοῦμε σὲ αὐτὴν τὴν προσωρινὴ ζωή, διερχόμεθα διὰ μέσου πολλῶν παγίδων. Γι’ αὐτὸ πρέπει πάντοτε νὰ προσέχουμε μήπως πέσουμε σὲ καμμία θανατηφόρα παγίδα. Ὑπάρχει μεγάλος φόβος νὰ πέσουμε στὶς παγίδες τοῦ πονηροῦ, διότι συγκαλύπτονται ἀπὸ παραπλανητικὴ γλυκύτητα, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ ἡ ψυχὴ νὰ ἀντιληφθεῖ τὸν ἐνεδρεύοντα σὲ αὐτὲς ψυχικὸ θάνατο. Τὶς ἀποκρύπτει λοιπὸν διαρκῶς ἀπὸ τὴν ψυχή μας ὁ διάβολος γιὰ νὰ τὴν παγιδεύσει καὶ νὰ τὴν καταβαραθρώσει στὴν αἰώνια κόλαση. Διότι εἶναι πολὺ βλαβερὸ καὶ ἐπικίνδυνο νὰ παραλύει ἡ διάθεση τῆς ψυχῆς γιὰ ἀντίσταση, ἐξ αἰτίας τῆς ἐπιθυμίας μας νὰ ἐξετάζουμε φιλήδονα τούς πονηροὺς λογισμούς, ποὺ μᾶς ἐνοχλοῦν, καὶ ἔτσι νὰ τοὺς ἐπιτρέπουμε νὰ μπαίνουν στὴν ψυχή μας. Προσοχὴ λοιπὸν νὰ μὴν ἀποχαυνωθοῦμε ἀπὸ τὴν παραπλανητικὴ γλυκύτητα τῶν παγίδων τοῦ θανάτου καὶ παρασυρθοῦμε στὴν προσεκτικὴ ἐνασχόλησή μας μὲ τοὺς πονηροὺς λογισμούς”.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ἐπανέρχεται διαρκῶς καθὼς θεωρεῖ πρωταρχικῆς σημασίας τὴν ἀπόκρουση τῶν πονηρῶν λογισμῶν ὡς πρῶτο βῆμα γιὰ τὴν ἀντίσταση στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν διάβολο. Ἀπὸ δῶ ἀρχίζει ὁ πνευματικὸς ἀγώνας καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπαγρυπνοῦμε συνεχῶς καὶ νὰ ἐξετάζουμε τὴν προέλευση τῶν λογισμῶν, ἂν δηλ. προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεὸ ἢ ἀπὸ τὸν πονηρό. ”Ὅταν ἐνοχλήσει τὴν διάνοιά σου πονηρὸς λογισμός, νὰ βοήσεις μὲ δάκρυα καὶ μὲ ὅλην τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς σου στὸν Θεὸ λέγοντας: Κύριε, εὐσπλαγχνίσου με τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ διῶξε ἀπὸ κοντά μου τὸν πονηρὸ καταλύοντας τὴ δύναμή του. Ὁ Θεὸς εἶναι καρδιογνώστης καὶ γνωρίζει ποιὲς ἀπὸ τὶς βαθύτερες σκέψεις μας προέρχονται ἀπὸ τὴ δική μας θεληματική μας προαίρεση, ὁπότε καὶ εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ αὐτές, καὶ ποιὲς εἰσέρχονται στὴν ψυχή μας, παρὰ τὴ θέλησή μας, ἀπὸ τὴν κακία τῶν δαιμόνων, καὶ στὶς ὁποῖες ὀφείλουμε νὰ μὴν συγκατατεθοῦμε σὲ αὐτές. Μὴν φοβᾶσαι, ἀδελφέ μου, καὶ μὴν ἐξασθενεῖς ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς πού σοῦ ἐπιτίθενται. Εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα”.
Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς ἐμποδίζει νὰ πλησιάσουμε τὸν Κύριο καὶ νὰ βροῦμε σὲ Αὐτὸν ἀνάπαυση, ἀσφάλεια καὶ σωτηρία, ὅπως ὁ ναυαγὸς ἀναζητεῖ μία νῆσο σωτηρίας, εἶναι ἡ ἁμαρτία, οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοὶ ποὺ μᾶς προσβάλλουν. Μᾶς διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ σχετικῶς:” Μήπως μπορεῖ τὸ νησί, ποὺ βρίσκεται στὸ μέσον τῆς θάλασσας, νὰ ἐμποδίσει τὰ κύματα νὰ χτυποῦν ἐπάνω του; Τὸ μόνο ποὺ κατορθώνει εἶναι νὰ ἀποκρούει τὰ κύματα στὶς ἀκτές του καὶ νὰ ἀντιστέκεται στὰ κύματα. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν μποροῦμε νὰ ἀποκόψουμε τὰ κύματα τῶν λογισμῶν, ὥστε νὰ μὴν χτυποῦν, ἐφ’ ὅσον εἴμαστε καὶ ἐμπαθεῖς(γεμάτοι ἀπὸ πάθη). Ὡστόσο εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ ἀντικρούουμε τοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ τοὺς ἐμποδίζουμε νὰ μποῦν στὴν ψυχή μας. Διότι, ἂν τοὺς ἐπιτρέψουμε νὰ μποῦν στὴν ψυχή, θὰ τὴν ἐξουσιάσουν πολὺ γρήγορα καὶ σύντομα θὰ τὴν καταστρέψουν”.
Μεγάλος καὶ δύσκολος εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῶν σαρκικῶν πειρασμῶν καὶ τῆς πορνείας. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ διδάσκει: ”Να ἀπευθύνεσαι μὲ σκληρότητα ἐναντίον τοῦ πνεύματος τῆς πορνείας, σὰν νὰ ἔχεις μπροστά σου ἕνα σκύλο, καὶ μὴν θελήσεις ποτὲ νὰ παρασυρθεῖς ἀπὸ αὐτὸν τὸν λογισμό. Διότι ἀπὸ μία σπίθα φουντώνει ἡ φωτιὰ καὶ ἀπὸ μία κακὴ ἐνθύμηση πλεονάζουν οἱ κακὲς ἐπιθυμίες. Τὴν ἐνθύμηση τῶν λογισμῶν νὰ τὴν ἀποδιώξεις περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἀποφεύγεις τὴ δυσωδία τοῦ βορβόρου. Ἂν σὲ ἐνοχλήσει σαρκικὸς λογισμὸς τὴν ὥρα ποὺ ἐργάζεσαι, μὴν βαρεθεῖς νὰ ὑψώσεις ἀμέσως τὰ χέρια σου στὴν προσευχή. Ἂν ἐξακολουθεῖ νὰ σοὺ ἐπιτίθεται σφοδρότερα ὁ σαρκικὸς λογισμός, τότε σήκω καὶ προσευχήσου γονατιστός, καὶ ἡ εὐχὴ ποὺ θὰ κάνεις μὲ πίστη, θὰ πολεμήσει τὸν πονηρόν”.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ συχνὰ ἀναφέρεται στὶς ἀρετὲς καὶ τὶς ἰδιότητες ποὺ πρέπει νὰ χαρακτηρίζουν τὸν ἀληθινὸ καὶ συνειδητὸ χριστιανό. Τὸ πραγματικὸ γνώρισμα τοῦ πιστοῦ εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ γιὰ ὅλα τὰ ζητήματα. Σχετικῶς ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ἀναφέρει ὅτι ”ἐκεῖνος ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει πράγματι ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστευσε στὶς ὑπέρλογες καὶ φρικτὲς ἀλήθειες , ὅπως εἶναι ἡ κληρονομία τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἡ αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη ἀπόλαυση αὐτῆς, ὁ ἁγιασμὸς τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ τέλεια κάθαρση τῆς ψυχῆς διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὀφείλει νὰ ἐμπιστευθεῖ στὸν Θεὸ καὶ ὅλη τὴ φροντίδα τοῦ σώματος. Καὶ ἐπὶ πλέον, ὀφείλει νὰ θεωρεῖ τὴν πενία ὡς πλοῦτο, τὴν κακουχία ὡς ἀνάπαυση, τὴν καταισχύνη ὡς τιμὴ καὶ τὴν ὕβρη καὶ περιφρόνηση ὡς δόξα. Ὅλα αὐτὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα τῶν γνησίων δούλων τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔχουν πραγματικὰ πιστεύσει στὰ λόγια Του”.
Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ ἀγωνισθεῖ νὰ περικόψει τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες του. Συχνὸ ἁμάρτημα στὸ ὁποῖο πολλοὶ πέφτουν εἶναι νὰ κατακρίνουμε τοὺς ἀδελφούς μας καὶ τοὺς συνανθρώπους μας. Μὴν κατακρίνεις, μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, γιατί τὸ ἁμάρτημα τῆς κατακρίσεως, ποὺ καὶ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος καταδίκασε, καὶ οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κατέκριναν καὶ κατεδίκασαν μὲ αὐστηρότητα, ἰσοδυναμεῖ μὲ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Ἡ κατάκριση μᾶς ἀποκλείει ἀπὸ τὸ ἒλεος καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. ”Εἶναι προτιμότερο νὰ τρώει κανεὶς καὶ νὰ εὐχαριστεῖ τὸν Κύριο, παρὰ νὰ μὴν τρώει καὶ νὰ κατακρίνει αὐτοὺς ποὺ τρῶνε καὶ εὐχαριστοῦν τὸν Κύριο. Κάθισες στὸ τραπέζι; Φάε τὸ ψωμί σου καὶ μὴν κατακρίνεις τὸν πλησίον σου, γιὰ νὰ μὴν κατηγορηθεῖς ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅτι κατατρῶς τὶς σάρκες τοῦ ἀδελφοῦ σου μὲ τὴν κατάκριση”.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μιλάει γιὰ τὴ σπουδαιότητα καὶ τὴν ἀξία τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, καθὼς ἀποτελεῖ μία ὕψιστη στιγμὴ ποὺ ὁ πιστὸς προσευχόμενος στὸν Ναὸ συναντᾶ τὸν Θεό. Ὁ Ἅγιος μᾶς συμβουλεύει πὼς πρέπει νὰ ἐκκλησιαζόμαστε:” ὅταν εἰσερχόμαστε στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου, ἂς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν νοῦ μας κάθε περιπλάνηση ἄσκοπη τῆς σκέψης καὶ ἂς προσέχει ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος στὴ θεωρία καὶ τὴν προσευχὴ καὶ νὰ μὴν ταράζεται ὁ νοῦς μας ἀπὸ μερικοὺς κακοὺς λογισμούς. Ἂς σκεφθοῦμε μπροστὰ σὲ ποιὸν παριστάθεμα, κατὰ τὴν προσευχὴ καὶ τότε ὅλη ἡ ψυχή μας καὶ ἡ καρδιὰ θὰ εἶναι στραμμένη σὲ Αὐτόν, χωρὶς νὰ φαντάζεται τίποτε ἄλλο. Ἔτσι λοιπὸν καὶ ἐμεῖς, ὅταν εἰσέλθουμε στὸν ἱερὸ ναὸ καὶ σταθοῦμε μπροστὰ στὸν Θεό, ἂς ἀνυψώσουμε ὅλη τὴ σκέψη μας πρὸς Αὐτὸν καὶ ἂς προσέχουμε μονάχα ὅσα ἀναφέρονται σὲ Αὐτόν, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴ σωτηρία μας”.
Σημαντικὸ ἐπίσης εἶναι ὁ πιστὸς νὰ ἔχει εἰλικρινῆ μετάνοια καὶ συντριβὴ καρδίας, νὰ πενθεῖ καὶ νὰ θλίβεται γιὰ τὶς ἁμαρτίες του. Αὐτὸ τὸ κατὰ Θεὸν πένθος, αὐτὴ ἡ λύπη καθαρίζει τὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Ὁ
Ἅγιος Ἐφραὶμ τὸ ἐξηγεῖ ὡς ἑξῆς: ”Ἀρχὴ τοῦ πένθους εἶναι νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του. Ἂς μὴν εἶναι τὸ πένθος μας ἀνθρώπινο, οὔτε νὰ τὸ κάνουμε ἐπίδειξη στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ὅπως θέλει ὁ Θεός, ποὺ γνωρίζει τὰ ἀπόκρυφα τῆς καρδιᾶς μας, γιὰ νὰ μακαρισθοῦμε ἀπὸ Αὐτόν. Ἂς ἔχουμε λοιπὸν χαρούμενο πρόσωπο ὅταν συναντιόμαστε μὲ ἀνθρώπους, ἂς κλαῖμε ὅμως καὶ ἂς πενθοῦμε κατὰ τὸ φρόνημα τῆς ψυχῆς. Διότι τὸ πένθος εἶναι προϋπόθεση πνευματικῆς ἐργασίας καὶ μᾶς περιφρουρεῖ. Τὸ πένθος καθαρίζει τὴν ψυχὴ μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὴν ἀποκαθιστᾶ καθαρή. Τὸ πένθος γεννᾶ τὴ σωφροσύνη, κόβει ἀπὸ τὴ ρίζα τὶς ἡδονές, κατορθώνει τὶς ἀρετές. Τὸ πένθος μακαρίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἐπαινεῖται ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Παρακαλοῦμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει δάκρυα κατανύξεως, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ εὔσπλαγχνος, γιὰ νὰ θρηνοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ ἱκετεύουμε τὴ θεϊκὴ εὐσπλαγχνία, γιὰ νὰ μᾶς καθαρίσει τὸν ρύπο τῆς ἁμαρτίας”.
Σχετικὸ μὲ τὰ προηγούμενα, γιὰ τὸ πένθος, τὴν συνεχῆ μετάνοια καὶ συντριβὴ τῆς καρδίας, ἀποτελεῖ αὐτὸ ποὺ οἱ πατέρες ἀποκαλοῦν ”μνήμη θανάτου”. Τί σημαίνει αὐτό; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ: ”Νά περιμένεις καθημερινῶς τὸν θάνατόν σου. Καὶ νὰ ἑτοιμάζεσαι γιὰ τὴν πορεία ἐκείνη. Διότι θὰ ἔλθει ἡ φοβερὴ διαταγὴ τοῦ θανάτου, σὲ ὥρα ποὺ δὲν τὸν περιμένεις. Καὶ ἀλλοίμονο σὲ κεῖνον ποὺ θὰ βρεθεῖ ἀνέτοιμος. Νὰ ἔχεις, λοιπόν, πάντοτε στὸ νοῦ σου τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου σου”. Αὐτὴ ἡ σκέψη μᾶς προφυλάσσει ἀπὸ πολλὲς ἁμαρτίες.
Ἂς ἀκολουθήσουμε τὶς πνευματικὲς συμβουλὲς τοῦ Ἁγίου Ἐφραὶμ στὴ ζωή μας, ἂς τὶς ἐφαρμόσουμε στὴν προσπάθεια ποὺ κάνουμε νὰ πλησιάσουμε τὸν Θεὸ μὲ καθαρὴ καρδιὰ καὶ τότε θὰ γνωρίσουμε ποιὰ εἶναι ἡ ἀληθινὴ σοφία: ” Ἡ σοφία δὲν βρίσκεται στὶς πολλὲς γνώσεις καὶ στὰ πολλὰ γράμματα, ἀλλὰ ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφὴ ”ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου καὶ βουλὴ ἁγίων σύνεσις, τὸ γὰρ γνῶναι νόμον, διανοίας ἐστὶν ἀγαθῆς(Παροιμ 9,10). Διότι ἡ πίστη στὸν Θεὸ γεννᾶ διάνοια ἀγαθή, ποὺ εἶναι ποταμὸς ὕδατος ζῶντος καὶ ὅποιος τὴν ἀπέκτησε, θὰ γεμίσει ἀπὸ τὰ εὐεργετικὰ καὶ ζωογόνα ὕδατά της. Δὲν ὑπάρχει σοφία, οὔτε φρόνηση, ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ. Διότι ὁ πλοῦτος τῆς σοφίας εἶναι νὰ σέβεσαι τὸν Κύριο, στὸν Ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας .Ἀμήν”.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
(ἦχος πλ. Δ’)
Ταῖς τῶν δακρύων σου ροαῖς, τῆς
ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας, καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν
τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας, καὶ γέγονας φωστήρ, τῇ οἰκουμένῃ λάμπων τοῖς
θαύμασιν, Ἐφραὶμ πατὴρ ἡμῶν ὅσιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῶ, σωθῆναι τὰς
ψυχάς ἡμῶν.