του Γιώργου Θαλάσση
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας κοίταξε με δέος έξω από το παράθυρο τις πορτοκαλιές ανταύγειες που τρεμοπαίζανε κάτω από τον μαβί ουρανό της Κωνσταντινούπολης. «Κωνσταντινίγια…», μονολόγησε πικρά, «έτσι θα σε ξαναπούνε πάλι…», σκέφτηκε φωναχτά.
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας κοίταξε με δέος έξω από το παράθυρο τις πορτοκαλιές ανταύγειες που τρεμοπαίζανε κάτω από τον μαβί ουρανό της Κωνσταντινούπολης. «Κωνσταντινίγια…», μονολόγησε πικρά, «έτσι θα σε ξαναπούνε πάλι…», σκέφτηκε φωναχτά.
Λίγο πίσω ο Serhat,
ο βοηθός και το δεξί του χέρι, ξερόβηξε και με συγκρατημένη αγωνία και φόβο τόλμησε
να πει: «Καλύτερα να φύγουμε τώρα, κύριε
πρωθυπουργέ, οι Ρώσοι πλησιάζουν».
«Μια στιγμή, Serhat», είπε ο πρωθυπουργός και κοιτάζοντας τις τερατώδεις
φωτιές, που λίγο πριν τα ρωσικά βομβαρδιστικά είχαν προκαλέσει σε οχτώ
διαφορετικά σημεία της Κωνσταντινούπολης, σκούπισε τα δάκρυά του ξέροντας ότι έβλεπε
για τελευταία φορά την Πόλη των πόλεων.
«Θα την κερδίσουμε ξανά,
πρωθυπουργέ μου!», τόλμησε να πει ο Serhat χωρίς ούτε ο ίδιος να το πιστεύει.
Το θυμωμένο και δακρυσμένο βλέμμα του πρωθυπουργού στράφηκε
απότομα τώρα στον βοηθό του και μέσα σ’ ένα ξέσπασμα οργής τον έβρισε και του θύμισε
την πραγματικότητα με το ένα τρίτο των τούρκων στρατιωτών να έχει λιποτακτήσει,
με τα άλλοτε περήφανα τουρκικά μαχητικά, που παραβίαζαν κράτη και σκορπούσαν
τον τρόμο, να έχουν συντριφτεί και εξουδετερωθεί ολοκληρωτικά από τις αερομαχίες
με τη ρωσική πολεμική αεροπορία, με τον τουρκικό στόλο να βρίσκεται στο βυθό της
Μαύρης Θάλασσας και του Βοσπόρου και τους Ρώσους ολοένα να πλησιάζουν καταλαμβάνοντας αρχικά τα βόρεια
προάστια της Κωνσταντινούπολης και το βόρειο πέρασμα του Βοσπόρου.
Εκείνη την ώρα στην αίθουσα μπήκε με ορμή ο επιτελάρχης του
πρωθυπουργού έντρομος και σε κατάσταση σοκ. «Είστε
ακόμα εδώ!;»
«Τί έγινε; Μίλα»,
βροντοφώναξε ο πρωθυπουργός προσπαθώντας να κρύψει τον τρόμο του.
«Το Φατίχ!;», ούρλιαξε
ο πρωθυπουργός και επανέλαβε υστερικά: «του
Μωάμεθ του Πορθητή!;»
«Ναι, πρωθυπουργέ, πρέπει
να φύγετε τώρα, είναι πολύ κοντά. Αν κοιτάξετε από τη νότια πλευρά του κτιρίου,
θα δείτε σημαίες με δικέφαλους αετούς να κυματίζουν από τους μιναρέδες».
Ο Serhat,
ο βοηθός, άρχισε τώρα να βγάζει από μια αποσκευή μια γυναικεία φορεσιά μπούργκας
και με δάκρυα στα μάτια πλησίασε τον πρωθυπουργό. «Είναι αναπόφευκτο, πρωθυπουργέ, φορέστε το».
Την ίδια ώρα και ενώ ο μεταμφιεσμένος τούρκος πρωθυπουργός έφευγε
για πάντα μαζί με την τουρκική διοίκηση από την πρώην Istanbul, οι ρωσικές ταξιαρχίες έφταναν
στο Μέγα Ρεύμα Βοσπόρου και ύστερα στο Νιχώρι, όπου οι εναπομείναντες Έλληνες
Ρωμιοί τους υποδέχονταν με πανηγυρισμούς και κρατώντας τα βυζαντινά λάβαρα των
δικέφαλων αετών.
Ο ρωσικός δικέφαλος αετός και ο πατρογονικός ρωμαίικος άρχισαν
να υψώνονται παντού στην Πόλη από Ρώσους στρατιώτες, Ρωμιούς και κυρίως Κρυπτοχριστιανούς.
Στο ένα μετά το άλλο από τα εναπομείναντα κτίρια, που δεν καίγονταν
ή που δεν είχαν γκρεμιστεί από τους αλλεπάλληλους βομβαρδισμούς, οι δικέφαλοι αετοί
ύστερα από σκοτεινούς αιώνες επέστρεφαν.
Όταν στην Ελλάδα γινόταν γνωστό ότι οι
Ρώσοι κατέλαβαν την Πόλη, οι Ρωμιοί όλοι έφερναν στο μυαλό τους το ίδιο πράγμα...
Το πόσο κρατάνε τα λάχανα…