Ο γέροντας
εκτός από τις Μοναχικές αρετές, είχε έντονη και την
αρετή της φιλοπατρίας,
συμπάσχοντας με τον λαό του Θεού, που από τότε κινδύνευε από
τον τυχοδιωκτισμό των εκπροσώπων του, των
υποταγμένων σε ξένα συμφέροντα ως
προς την πίστη και το Έθνος μας. Και δικαιολογούσε τη
στάση του αυτή λέγοντας: «Παλιά, αν ένας ευλαβής ασχολείτο με
την κατάσταση στον κόσμο, δεν πρέπει να ήταν καλά· ήταν για
κλείσιμο στον Πύργο (απομόνωση).
Σήμερα αντίθετα, αν ένας ευλαβής δεν ενδιαφέρεται
και δεν πονάει για την κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο,
είναι για κλείσιμο στον Πύργο.
Γιατί τότε αυτοί που
κυβερνούσαν είχαν Θεό μέσα τους, ενώ σήμερα πολλοί από
αυτούς που κυβερνούν δεν πιστεύουν.
Είναι πολλοί τώρα εκείνοι που
επιδιώκουν να τα διαλύσουν όλα, οικογένεια, νεολαία,
Εκκλησία. Το να ενδιαφέρεται κανείς τώρα και να
ανησυχεί
για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το έθνος μας είναι
ομολογία, γιατί η Πολιτεία τα βάζει με τον θείο νόμο.
Ψηφίζει νόμους ενάντιους στον νόμο τού Θεού...
Έχω ακούσει
και Πνευματικούς να λένε: «Εσείς μην
ασχολείσθε μ'
αυτά»!
Αν είχαν μεγάλη αγιότητα και έφθαναν με την προσευχή σε
τέτοια κατάσταση, που να μην τους
ενδιαφέρει τίποτε, να τους φιλούσα και τα πόδια.
Αλλά τώρα αδιαφορούν, γιατί θέλουν να τα έχουν καλά με όλους
και να καλοπερνούν. Η
αδιαφορία δεν επιτρέπεται ούτε στους κοσμικούς, πόσο μάλλον
στους πνευματικούς ανθρώπους. Ένας άνθρωπος τίμιος,
πνευματικός, δεν πρέπει να κάνει τίποτε με αδιαφορία.
Επικατάρατος
ο
ποιών τα έργα του
Κυρίου
αμελώς,
λέει ο Προφήτης Ιερεμίας».
(Τα αποσπάσματα ως εδώ ήταν από το
βιβλίο «Γέροντος
Παϊσίου Αγιορείτου λόγοι Β΄»).
Έδινε
κουράγιο στον κόσμο: «Σε
κάποιον που
ανησυχούσε για τις εχθρικές επιβουλές εναντίον της Πατρίδος,
έδωσε την εξής
ελπιδοφόρο απάντηση:
«Κι αν
μου
πούν
ότι δεν υπάρχει κανείς Έλληνας, εγώ δεν ανησυχώ.
Μπορεί
ο Θεός να αναστήσει
έναν Έλληνα. Φθάνει και
ένας»!
Ακόμη πίστευε: «Και
ένας Χριστιανός
να μείνει μόνο, ο
Χριστός θα κάνει το σχέδιό Του».
Όταν
άλλοι μιλούσαν για
δυσάρεστες μελλοντικές εξελίξεις στο
Έθνος
και έσπερναν
τον φόβο, ο
Γέροντας μετέδιδε αισιοδοξία και
ελπίδα·
μιλούσε
για αναστημένη
Ελλάδα και για ανάκτηση της
Αγιά-Σοφιάς.
«Υπάρχει
και Θεός, τον Θεό
που
τον
έχεις
βάλει;»
είπε
σε κάποιον κληρικό
που έβλεπε
το μέλλον της
Πατρίδας ζοφερό».
Στον πόλεμο σαν
ασυρματιστής, προτιμούσε να διακινδυνεύει ο ίδιος για να
σωθούν οι άλλοι: «Σε μια μάχη»,
διηγήθηκε, «είχα σκάψει
μια μικρή
λακκούβα. Έρχεται
ένας και μου λέει: «Να μπω
και εγώ;»
Στριμώχθηκα και με δυσκολία χωρέσαμε.
Έρχεται και άλλος.
Τον άφησα και αυτόν
και εγώ βγήκα έξω. Σε
μια στιγμή με παίρνει ένα
βλήμα ξυστά στο κεφάλι. Δεν είχα κράνος,
φορούσα
μόνο κουκούλα. Πιάνω με το χέρι μου το κεφάλι, δεν βλέπω
αίματα. Το ξαναπιάνω, τίποτα.
Το βλήμα είχε περάσει ξυστά
από το κεφάλι μου και είχε ξυρίσει μόνο
τα μαλλιά και έκανε
μια γραμμή έξι πόντους φάρδος χωρίς μαλλιά
και ούτε
γρατζουνιά δεν άφησε. Το είχα κάνει
με την καρδιά μου.
«Καλύτερα», είπα, «να
σκοτωθώ μια φορά εγώ, παρά να
σκοτωθεί
ο
άλλος και μετά να με σκοτώνει
η συνείδησή μου
σε όλη μου
τη ζωή. Πώς να αντέξω μετά, όταν θα σκέφτομαι
ότι μπορούσα να τον σώσω
και δεν τον έσωσα;» Και ο Θεός φυσικά
βοηθά πολύ αυτόν
που θυσιάζεται
για τους
άλλους».
Και πράγματι ο γέροντας είχε το Θεό μαζί του. Μπορούσε έτσι
να αψηφά τον θάνατο.
«Μια μέρα»,
λέει ο συμπολεμιστής του κ. Παντελής, «ήμασταν
πάνω σε ένα ύψωμα που λεγόταν Φονιάς. Μας είχαν αποκλείσει
οι αντάρτες και δεν μπορούσαμε να διαφύγουμε από πουθενά,
γιατί δεν υπήρχε διέξοδος. Ο Αρσένιος ήταν όρθιος!
Οι σφαίρες έπεφταν και σφύριζαν. Εγώ τον έπιανα από
το χιτώνιο και τον τραβούσα να πέσει κάτω. Αυτός τίποτα.
Κοίταζε ψηλά και είχε τα χέρια του έτσι σταυρωμένα. Έ,
φαίνεται μας λυπήθηκε ο Μεγαλοδύναμος και κάποια στιγμή
ήρθαν τα αεροπλάνα και άνοιξαν δρόμο. Όταν φεύγαμε του λέω:
-Καλά Χριστιανέ μου, γιατί δεν έπεφτες κάτω; -Προσευχόμουν»...
Ο π. Ισαάκ (+1998) σχολιάζει: «Τι
δύναμη είχε η προσευχή του και πόσο μεγάλη ήταν η πίστη του,
ώστε να αψηφά τις σφαίρες. Το πιθανότερο ήταν να
παρακαλούσε τον Θεό να σωθούν οι άλλοι και ας σκοτωθεί ο
ίδιος. Γι' αυτό στεκόταν όρθιος και
ακάλυπτος. Και ο δίκαιος Θεός βλέποντας την αυτοθυσία του
τον έσωσε μαζί με τους άλλους»...
Με τον
ασύρματο ο Αρσένιος, όπως λεγόταν τότε ο γέροντας, καλούσε το Αρχηγείο,
ενώ με την προσευχή του παρακαλούσε για βοήθεια το Θεό.
Αυτό
το ανέφερε ο Γέροντας σαν παράδειγμα σε όσους
ρωτούσαν «τι
προσφέρουν οι Μοναχοί στην έρημο και δεν βγαίνουν στον κόσμο
να βοηθήσουν»; «Οι
Μοναχοί» απαντούσε, «είναι
οι ασυρματιστές της Εκκλησίας.
Όταν πιάσουν επαφή με τον Θεό διά της
προσευχής, τότε έρχεται και βοηθά ο Θεός καλύτερα.
Ένα ακόμη λιανοντούφεκο δεν έκανε τίποτε, ενώ όταν ήρθε η
αεροπορία, έκρινε την μάχη».
(Οι πιο πάνω τρεις αναφορές είναι από
το βιβλίο του Ιερομονάχου Ισαάκ (+1998)
«Βίος
γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου»)