π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
ΒΗΜΑΤΑ
Βράδυ της Ανάστασης, μετά το “Χριστός Ανέστη”. Στο ίδιο καντούνι, από την μια η εκκλησία κατάμεστη, με πολλούς νέους, να αναφωνούν στον κατηχητικό λόγο “Επικράνθη” και “Ανέστη Χριστός”, υψώνοντας τις λαμπάδες με το Άγιο Φως της νίκης κατά του θανάτου, της χαράς, της ελπίδας, της συγχώρεσης. Κάποιοι μπορεί να μην το συνειδητοποιούν καν ότι πανηγυρίζουν “θανάτου νέκρωσιν, άδου καθαίρεσιν, απαρχήν άλλης βιοτής”. Στα πρόσωπά τους όμως, τα γεμάτα χαρά, πέρα από την νύστα και την κόπωση, εμπιστεύεσαι ότι υπάρχει Θεός!
Στο ίδιο καντούνι, από την άλλη, το μπαράκι με την μουσική στην απόλυτη ένταση, γεμάτο κι αυτό, με νέους στην πλειοψηφία τους, όπως και η εκκλησία. Κι εδώ πρόσωπα που διασκεδάζουν την ζωή τους, ανυποψίαστα τα περισσότερα για το τι γιορτάζεται ακριβώς δίπλα. Ίσως οι περισσότεροι να πέρασαν από την πάνω πλατεία, να άκουσαν το “Χριστός Ανέστη”, να είδαν τα πυροτεχνήματα, να είχαν κλείσει τραπέζι στο μπαράκι από πριν, για να διασκεδάζουν την ελευθερία τους, την ζωή τους.
Κάποιοι, όταν είδαν ότι τέλειωσε η αναστάσιμη λειτουργία και άδειασε η εκκλησία, πέρασαν από κει. Ζήτησαν να προσκυνήσουν, να ανάψουν ένα κερί. Στην άδεια εκκλησία ο παπάς μόλις είχε καταλύσει, ξενύχτης ενός αλλιώτικου ξενυχτιού και πότης ενός αλλιώτικου ποτού. “Χριστός Ανέστη”, λέει ο παπάς. “Αληθώς”, λένε κάποιοι, άλλοι “Επίσης”, άλλοι “Χριστός Ανέστη”. Παίρνουν λίγο αντίδωρο, μία πασχαλινή ευλογία από αυτή που δόθηκε στους πρώτους της βραδιάς, η εκκλησία κλείνει, αυτοί φεύγουν για να συνεχίσουν την ζωή. Κι ο παπάς πάει στην “γωνιά” του, για να ανταλλάξει ευχές και να μετάσχει μαζί με κάποιους από τους ενορίτες που το θέλουν, στο πασχαλινό υλικό τραπέζι.
Δύο κόσμοι. Ο ένας υποψιασμένος, μετέχει, ελπίζει, νιώθει ότι υπάρχει Κάποιος που δίνει άλλο νόημα, κάνει την ζωή υπέρβαση του θανάτου και χαίρεται όσο μπορεί. Ακόμη και να ζηλεύει τον άλλο κόσμο, κρατά το νόημα. Ερωτοτροπεί, αλλά στέκεται όσο μπορεί. Ο άλλος κόσμος, ανυποψίαστος για το θαύμα της Ανάστασης, διασκεδάζει για να ξεφύγει από τον θάνατο. Να φλερτάρει με την παντοδυναμία της στιγμής, το ξέσκασμα, να μην ξεχωρίσει από τους πολλούς.
Κι ο παπάς παρατηρητής και μέτοχος στον ένα κόσμο, αλλά και μη αφιστάμενος του άλλου, αφού ζει στην πραγματικότητα, το μόνο που μπορεί να πει είναι το “Ζωή πολιτεύεται”. Ο Αναστημένος γνωρίζει. Θα δώσει ευκαιρίες. Χρέος του παπά είναι να αφήσει την πόρτα ανοιχτή στην Εκκλησία. Στην γιορτή. Στο αναστάσιμο φως. Κοιτά την καρδιά του. Ξέρει ότι η δυσκολία ξεκινά από τον ίδιο του τον εαυτό. Αλλά νιώθει την παρηγοριά ότι στις ήττες του και στην απόγνωση μετρά τα μέτρα του. Ο Αναστημένος δεν χάνει. Άλλωστε είναι παρών τόσο στην εκκλησία, όσο και στο μπαράκι. Το μόνο που περιμένει είναι η πρόσκληση να Του ανοίξουμε την πόρτα της καρδιάς μας και όλα αλλάζουν. Θα το κάνουμε;
Λίγο μετά την πασχαλινή θεία λειτουργία 2019
π. Θ.
Πηγή
ΒΗΜΑΤΑ
Βράδυ της Ανάστασης, μετά το “Χριστός Ανέστη”. Στο ίδιο καντούνι, από την μια η εκκλησία κατάμεστη, με πολλούς νέους, να αναφωνούν στον κατηχητικό λόγο “Επικράνθη” και “Ανέστη Χριστός”, υψώνοντας τις λαμπάδες με το Άγιο Φως της νίκης κατά του θανάτου, της χαράς, της ελπίδας, της συγχώρεσης. Κάποιοι μπορεί να μην το συνειδητοποιούν καν ότι πανηγυρίζουν “θανάτου νέκρωσιν, άδου καθαίρεσιν, απαρχήν άλλης βιοτής”. Στα πρόσωπά τους όμως, τα γεμάτα χαρά, πέρα από την νύστα και την κόπωση, εμπιστεύεσαι ότι υπάρχει Θεός!
Στο ίδιο καντούνι, από την άλλη, το μπαράκι με την μουσική στην απόλυτη ένταση, γεμάτο κι αυτό, με νέους στην πλειοψηφία τους, όπως και η εκκλησία. Κι εδώ πρόσωπα που διασκεδάζουν την ζωή τους, ανυποψίαστα τα περισσότερα για το τι γιορτάζεται ακριβώς δίπλα. Ίσως οι περισσότεροι να πέρασαν από την πάνω πλατεία, να άκουσαν το “Χριστός Ανέστη”, να είδαν τα πυροτεχνήματα, να είχαν κλείσει τραπέζι στο μπαράκι από πριν, για να διασκεδάζουν την ελευθερία τους, την ζωή τους.
Κάποιοι, όταν είδαν ότι τέλειωσε η αναστάσιμη λειτουργία και άδειασε η εκκλησία, πέρασαν από κει. Ζήτησαν να προσκυνήσουν, να ανάψουν ένα κερί. Στην άδεια εκκλησία ο παπάς μόλις είχε καταλύσει, ξενύχτης ενός αλλιώτικου ξενυχτιού και πότης ενός αλλιώτικου ποτού. “Χριστός Ανέστη”, λέει ο παπάς. “Αληθώς”, λένε κάποιοι, άλλοι “Επίσης”, άλλοι “Χριστός Ανέστη”. Παίρνουν λίγο αντίδωρο, μία πασχαλινή ευλογία από αυτή που δόθηκε στους πρώτους της βραδιάς, η εκκλησία κλείνει, αυτοί φεύγουν για να συνεχίσουν την ζωή. Κι ο παπάς πάει στην “γωνιά” του, για να ανταλλάξει ευχές και να μετάσχει μαζί με κάποιους από τους ενορίτες που το θέλουν, στο πασχαλινό υλικό τραπέζι.
Δύο κόσμοι. Ο ένας υποψιασμένος, μετέχει, ελπίζει, νιώθει ότι υπάρχει Κάποιος που δίνει άλλο νόημα, κάνει την ζωή υπέρβαση του θανάτου και χαίρεται όσο μπορεί. Ακόμη και να ζηλεύει τον άλλο κόσμο, κρατά το νόημα. Ερωτοτροπεί, αλλά στέκεται όσο μπορεί. Ο άλλος κόσμος, ανυποψίαστος για το θαύμα της Ανάστασης, διασκεδάζει για να ξεφύγει από τον θάνατο. Να φλερτάρει με την παντοδυναμία της στιγμής, το ξέσκασμα, να μην ξεχωρίσει από τους πολλούς.
Κι ο παπάς παρατηρητής και μέτοχος στον ένα κόσμο, αλλά και μη αφιστάμενος του άλλου, αφού ζει στην πραγματικότητα, το μόνο που μπορεί να πει είναι το “Ζωή πολιτεύεται”. Ο Αναστημένος γνωρίζει. Θα δώσει ευκαιρίες. Χρέος του παπά είναι να αφήσει την πόρτα ανοιχτή στην Εκκλησία. Στην γιορτή. Στο αναστάσιμο φως. Κοιτά την καρδιά του. Ξέρει ότι η δυσκολία ξεκινά από τον ίδιο του τον εαυτό. Αλλά νιώθει την παρηγοριά ότι στις ήττες του και στην απόγνωση μετρά τα μέτρα του. Ο Αναστημένος δεν χάνει. Άλλωστε είναι παρών τόσο στην εκκλησία, όσο και στο μπαράκι. Το μόνο που περιμένει είναι η πρόσκληση να Του ανοίξουμε την πόρτα της καρδιάς μας και όλα αλλάζουν. Θα το κάνουμε;
Λίγο μετά την πασχαλινή θεία λειτουργία 2019
π. Θ.
Πηγή