Πόσο ευωδιαστές είναι οι μέρες του καλοκαιριού οι τελευταίες…Πόσο γλυκιά η μελαγχολία τους, σαν άρτος απ' τα εννιάμερα της Αειπαρθένου με γλυκάνισο αρωματισμένος , σαν κομμάτι από Φανουρόπιττα φτιαγμένη από παιδί και κόλλυβο του Νηστικάρη Αη Γιάννη.
Νιώθεις πως κάτι φεύγει, μα για να σ΄ ανταμώσει πάλιν και πολλάκις, εν ετέρα μορφή, σε ένα αλλιώτικο αποκάλυμμα
του Θεού μες στη ζωή σου. Θέλεις να τις γευτείς χωρίς σταματημό τις μέρες τις στερνές σε χώματα που αιώνια θα περιδιαβαίνει η ψυχή...
Μεσημέρι ξαναπήρα τον ανήφορο της Βαϊδενίτσας…Μαζί με τον Πάτερ Ιωσήφ, παιδί της Κατακεκρυμμένης Παναγιάς της εν Άργει, τον Φώτη τον αδελφό μου, Καπετάνιο Αγιογράφο απ' του Αιτωλικού το νησάκι το αγιασμένο και τις μικρούλες μου…
Κάθε μας βήμα και μια ανάμνηση απ ότι ποτέ μας δεν αξιωθήκαμε να ζήσουμε μα πάντα θα νοσταλγούμε…Καιροί αλλοτινοί…
Αέρινες φιγούρες μοναχών περνούν από μπροστά σου. Στα διακονήματά τους, τους συναντάς… Εικόνες, της φύσης γεννήματα …Κερασιές, αμπέλια, καρυδιές, πλατάνια, δροσόλουστες σκιές κρύβουν του μεσημεριού τη λάβα.
Καμάτεμα στου ρύακα την όχθη την γεμάτη ευλογία…
Ιδρώτας και ευχή…Δόξα Σοι και ανασεμιά…Ανοίγω τα μάτια μου! Ζωντανό το όνειρο, ο Θεός φανερός, δεν έχει εγκαταλείψει όπως θαρρείς όταν πρωτοκοιτάς, μόνο προσμένει την σπίθα…
Ερημωμένο της Κυράς Μοναστηράκι! και συ καρτεράς τα πατήματά μας, σφιχταγκαλιάζεις τις ματιές μας, αντιλαλείς τους θαυμασμούς μας!
Στο καθολικό το πρώτο ξαπόσταμα. Η πόρτα με τον Σταυρό αγιασμένη από χέρια αγαθά. Περίβλεπτη ομορφιά ο χρόνος κι αυτός την φιλοτέχνησε… Κεριά που ελπίζουν, συννεφάκια λιβανωτού ανεβαίνουν ενώπιόν Του…Για λίγο θα τρυπώσουν στο ξύλινο αριστούργημα του τέμπλου. Λίγες μέρες μετά εδώ θα αντιφωνήσει το απολυτίκιο του Γεννεσίου της Μάνας μας.
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Το ψέλνουμε και οι φωνές μας γίνονται τόσο δυνατές που κοιταζόμαστε αναμετάξυ μας με έκπληξη. Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα, φωνή μου προς Κύριον εδεήθην. Το παραθύρι στον νάρθηκα δεν μαρτυρά το παρόν…Η παμπάλαιη Κολυμπήθρα στο πλάι του, αέναα αστέγνωτη απ την καθαρτική ενέργεια της υπερουσίου Τριάδος , θυμίζει την συντριβή των εναντίων δυνάμεων. Κλείνω ξανά τα μάτια…
Μανάδες με τα σπλάχνα τους έρχονται να τα βαπτίσουν στην χάρη Της. Πέτρες και χώμα πρωτόβροχο πατούν τα γυμνά τους πόδια, τάμα και χαρά πονεμένη… Στενή η πύλη, και τεθλιμμένη η οδός η φέρουσα εις την ζωήν …
Βγαίνουμε στην αυλή , καθόμαστε στις πεζούλες …Αγέρας προσκυνητής καμπανίζει του Θεού την μικρή σάλπιγγα, κρεμασμένη στην ταπεινή λεβέντικη μουριά …Καλεί κι αυτός σε πίστης σύναξη , σαν παιδί που τραβά χαρούμενο το σχοινί μετά το δι ευχών του εσπερινού σε ερημικό ξωκκλήσι…Το μανιάτικο φαράγγι γεμίζει με ήχους θριάμβου και πάλι…έστω για λίγο…
Ανεβαίνουμε απ την δεξαμενή ως την πηγή στου βράχου το σχίσιμο ....Του Ταϋγέτου το αγίασμα σταλάζει αργά, κόμπο -κόμπο…Οι γυρίνοι στην λιμνούλα υπομένουν τον καιρό…
Σαλεύει για λίγο η γαλήνη τους από τα χέρια των παιδιών μου που αναζητούν το παιχνίδισμά τους. Παλιά υπήρχαν και καβούρια με το Β χαραγμένο θαυμαστά επάνω τους…
Τώρα δύσκολα τα βρίσκεις …Μοιάζει κι αυτά τα πλάσματα να χουν αποστρέψει το πρόσωπό τους …Στερεύει το νερό κι η αγιότητα γύρω μας … Πληρώνουμε τον κανόνα μας , μα την πάσαν ελπίδα μας σε Σένα αναθέτουμε μακρόθυμε Κύριε!
Λίγες γουλιές περίσεψαν απ του Ουρανού την.... κρήνη .
Τις μοιραζόμαστε και αποχαιρετάμε το λατρευτό μας Μοναστηράκι.
Παίρνουμε τον σύντομο δρόμο ως τα λημέρια του Σαμουήλ του καλογέρου…Στην είσοδο ο καστρόπυργος με τις πολεμίστρες αγναντεύει ακοίμητος του εχθρού τα ασκέρια… Γύρω τα κελιά , γκρεμισμένα απομεινάρια αληθινής μακαριότητας. Στο καθολικό της Κοιμήσεως ξεθωριασμένες οι παραστάσεις από τους εικοσιτέσσερις οίκους των Χαιρετισμών… Ο Πάτερ βάζει ευλογητός και ξεκινά το Απόδειπνο…Οι μικρές λεν το Πάτερ ημών…ο Φώτης μετανίζει συνεχώς…Επί σοι χαίρει Κεχαριτωμένη πάσα η κτίσις...
Τα βλέμματά μας στους ζωγραφισμένους τοίχους . Χιλιάδες χρώματα αποκτούν τώρα οι φωνές μας …Του Σαμουήλ του Κτήτορα η ψυχή αναγαλλιάζει στις Άνω Μονές …Τι κι αν δεν έβγαλε κέρασμα να μας γλυκάνει… Στέλνει από κει τις δεήσεις του υπέρ του Θείου φωτισμού μας.
Επιστρέφουμε στο Ξεχώρι …Αμέτρητοι μικροί οίκοι του Κυρίου αναμμένοι από χέρια ευλαβών καρτερούν το σουρούπωμα να ευφρανθούν από Φως Ιλαρόν…Τα κοιμητήρια του Αη Δημήτρη και του Ταξιάρχη σαν μανουάλια στη γη αναπέμπουν ανάπαυσον … Στο μισοσκόταδο των Θεοφανείων κλείνει η μέρα μας… Ανάβουμε όλα τα καντηλάκια του τέμπλου…
Πέρασε πολύς καιρός από την προηγούμενη φορά…
Στην Ωραία πύλη αντικριστά οι Θεοπάτορες … Ο Κύριος στα αριστερά , Καταβάς εν ύδασι ταπεινός σηκώνει την αμαρτία του κόσμου…Ο Βαπτιστής λιπόσαρκος και αυστηρός υποκλίνεται στον Μεσσία. Δίπλα ο Θεολόγος μαθητής καταγράφει εξ Αρχής την σωτηρία . Δεν υπάρχει εκκλησιά στην Παλιά Ανδρούβιστα που να μην τον φιλοξενεί . Ηγαπημένος του Κυρίου μα και του Αγιογράφου που πριν αιώνες παράστησε τόσο μοναδικά τον Θαυμαστό Θεό σε όλο σχεδόν αυτό το κομμάτι της αδούλωτης γης. Απέναντι οι τρείς Ιεράρχες σαν να παρίστανται αυτόπτες βεβαιωτές του απερινοήτου, προσκυνούν κι αυτοί την Αγία Τριάδα που νιώθεις υποστατικά να φανερώνεται μπροστά τους!
Οι Άγιοι Ανάργυροι σιμά στον αρματωμένο Αρχηγό των Αγγέλων Μιχαήλ σε κοιτούν κατάματα υποσχόμενοι μεσιτεία.
Ο Αη Δημήτρης καρτερά το δικό του καλοκαίρι... Φεύγοντας τα μάτια μας πέφτουν πάνω στον λογχισμό του Αθώου Σταυρωμένου. Προσκυνούμε το πανίερο Πάθος σκύβοντας στην χαμηλή είσοδο…
Κλείνω ξανά τα μάτια μου…Καρδίαν νήφουσαν και ύπνον ελαφρόν ζητώ απ τον Θεό. Και να ονειρευτώ ότι σήμερα αξιώθηκα να ζήσω…
Εκχεώ ενώπιον Αυτού την δέησιν μου…
Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από το βιβλίο: "Πόσα χωράνε σε ένα Αμήν"
( Εκδ.Πρόμαχος Ορθοδοξίας 2019)