Τα πρώτα ψευδοαριστοτελικά έργα γράφτηκαν από μέλη της Περιπατητικής σχολής, πολλά περισσότερα όμως γράφτηκαν αρκετά αργότερα κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα.
Καθώς το συγγραφικό έργο του Αριστοτέλη αποτελούνταν από πολλά έργα, ήταν σχετικά εύκολο για πολλούς μετέπειτα συγγραφείς -κυρίως στην χριστιανική δυτική Ευρώπη, και αραβική βόρεια Αφρική- να δημιουργήσουν ένα σύγγραμμα και να το αποδώσουν στον Αριστοτέλη. Αυτό συνέβαινε γιατί με αυτόν ως τον υποτιθέμενο δημιουργό, το κείμενο αποκτούσε ιδιαίτερη αξία, αποδοχή και βαρύτητα, καθώς ο Αριστοτέλης θεωρούνταν από τις πλέον σημαντικές αυθεντίες της αρχαιότητας, τόσο από τους χριστιανούς όσο και από τους μουσουλμάνους λόγιους.
Δεν είναι ξεκάθαρο ωστόσο για όλες τις περιπτώσεις το εάν ο ίδιος ο δημιουργός του κάθε συγγράμματος απέδιδε επίτηδες το έργο στον Αριστοτέλη, ή μεταγενέστεροι λόγιοι απέδιδαν λανθασμένα ή επίτηδες το έργο θέλοντας να προωθήσουν τα συγγράμματα αυτά.
Κατά τον Μεσαίωνα υπήρχαν περισσότερα από 100 ψευδοαριστοτελικά έργα σε κυκλοφορία. Αυτά διακρίνονται σε 3 ομάδες με βάση την γλώσσα του έργου, σε αραβικά, ελληνικά ή λατινικά, με τα αραβικά να είναι τα περισσότερα και τα λατινικά να είναι τα λιγότερα, ωστόσο πολλά από τα αραβικά μεταφράστηκαν στα λατινικά αργότερα.
Η πλειοψηφία των έργων ασχολούνται με αποκρυφιστικά θέματα όπως αλχημεία, αστρολογία, χειρομαντεία, και φυσιογνωμική, ενώ άλλα έργα ασχολούνταν με φιλοσοφικά θέματα, κυρίως πλατωνικά και νεοπλατωνικά παρά αριστοτελικά.
Από όλα τα έργα, το αραβικής προέλευσης Secretum Secretorum ήταν το πλέον διαδεδομένο ψευδοαριστοτελικό έργο και για κάποιο καιρό είχε μεγαλύτερη δημοφιλία και από τα πραγματικά έργα του Αριστοτέλη.
Υπήρξαν και ψευδεπίγραφα έργα τα οποία εμφανίστηκαν μετά τον Μεσαίωνα, όπως το Aristotle’s Masterpiece (μτφ. Αριστούργημα του Αριστοτέλη) το οποίο ήταν σεξουαλικό εγχειρίδιο το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε το 1684 και είχε ιδιαίτερα μεγάλη δημοφιλία στην Αγγλία και πωλούνταν έως και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Τι ήταν το Secreta Secretorum
Το σύγγραμμα με τον λατινικό τίτλο Secretum ή Secreta Secretorum (μτφ. Μυστικό μυστικών), επίσης γνωστό και ως Κιτάμπ Σιρ αλ-Ασράρ (αραβικά: كتاب سر الأسرار, μτφ. Το μυστικό βιβλίο των μυστικών), είναι ψευδοαριστοτελική πραγματεία η οποία παλαιότερα πιστεύονταν πως αποτελούσε αλληλογραφία του Αριστοτέλη προς τον Μέγα Αλέξανδρο, στην οποία τον συμβούλευε για διάφορα θέματα πολιτικής, ηθικής, φυσιογνωμικής, αστρολογίας, αλχημείας, μαγείας και ιατρικής.
Τα παλαιότερα αντίγραφα που διασώζονται βασίζονται σε αραβικό κείμενο του 9ου αιώνα το οποίο υποτίθεται πως ήταν μετάφραση παλαιοτέρου συριακού κειμένου, το οποίο με την σειρά του προέρχονταν από το χαμένο αρχικό ελληνικό κείμενο. Η σύγχρονη έρευνα θεωρεί πιθανό πως το κείμενο γράφτηκε απευθείας στα αραβικά κατά τον 10ο αιώνα.
Με την μετάφραση του κειμένου στα λατινικά, το κείμενο διαδόθηκε στην δυτική Ευρώπη όπου γνώρισε εξαιρετικά μεγάλη αποδοχή και δημοφιλία στους λογίους της εποχής κατά τον Μεσαίωνα.
Πηγή του κειμένου
Η πηγή του αρχικού κειμένου παραμένει αβέβαιη. Το γραπτό της αραβικής έκδοσης αναφέρει πως αποτελεί μετάφραση του γνωστού Άραβα μεταφραστή του 9ου αιώνα Αμπού Γιαχιά ιμπν αλ-Μπατρίκ, ο οποίος αναφέρεται πως μετέφρασε το κείμενο από αντίγραφο που υπήρχε στην συριακή γλώσσα, και το αντίγραφο αυτό αποτελούσε μετάφραση του ελληνικού πρωτότυπου. Οι συμβουλές του Αριστοτέλη προς τον Αλέξανδρο τις οποίες υποτίθεται ότι περιέχει, δεν έχουν διασταυρωθεί με κανένα από τα διασωζόμενα κείμενα της αρχαιότητας και έτσι εκτιμάται πως το κείμενο γράφτηκε απευθείας στα Αραβικά.
Είναι πιθανό πως τα περιεχόμενα του κειμένου προέρχονται από τους ισλαμικούς και περσικούς μύθους σχετικά με τον Αλέξανδρο. Το κείμενο στα αραβικά υπάρχει σε 2 εκδόσεις, η μεγαλύτερη αποτελείται από 10 βιβλία, και η μικρότερη από 7 ή 8 βιβλία και υπάρχει σε 50 αντίγραφα.
Η σύγχρονη έρευνα θεωρεί πως το κείμενο χρονολογείται μετά την ισλαμική Εγκυκλοπαίδεια της αδελφότητας της αγνότητας και πριν τα γραπτά του Ιμπν Ζίγκζελ (ابن جلجل) στα τέλη του 10ου αιώνα. Η ενότητα σχετικά με την φυσιογνωμική ενδεχομένως κυκλοφορούσε ως γραπτό ήδη από το 940 (Το χειρόγραφο αντίγραφο που βρίσκεται στην Βρετανική βιβλιοθήκη από το οποίο υποτίθεται πως αντέγραψε ο Μωχάμετ ιμπν Αλί ιμπν Ντουρούσταγια του Ισφαχάν το 941 είναι παρόμοιο με το Secretum Secretorum αλλά πιθανώς αποτελεί πλαστογραφία που έγινε κατά τον 20ό αιώνα).
Από την αραβική έκδοση, το κείμενο μεταφράστηκε μετέπειτα στα περσικά (τουλάχιστον 2 φορές), στα τουρκικά (2 φορές), εβραϊκά (η οποία αποτέλεσε την βάση για την μετέπειτα ρωσική μετάφραση), ισπανικά, και 2 φορές στα λατινικά. Η πρώτη μετάφραση στα λατινικά έγινε για λογαριασμό της βασίλισσας της Πορτογαλίας (Μαφάλντα της Σαβοΐας) από τον εκχριστιανισμένο Εβραίο Ιωάννη της Σεβίλης και διασώζεται σε 150 αντίγραφα.
Η 2η μετάφραση στα λατινικά έγινε στην Αντιόχεια από τον Φίλιππο Τριπολιτάνο και διασώζεται σε πάνω από 350 αντίγραφα. Κάποια άλλα αντίγραφα του 13ου αιώνα περιλαμβάνουν επιπλέον ενότητες.
Περιεχόμενα
Τα περιεχόμενα του έργου αποτυπώνονται κατά την περίοδο όπου ο Αλέξανδρος είχε ξεκινήσει την εκστρατεία του στην Ασία εναντίον των Αχαιμενιδών Περσών. Στο κείμενο υπάρχουν ηθικά ερωτήματα που αντιμετωπίζουν οι ηγέτες, αστρολογικές επεξηγήσεις, ιατρικές και μαγικές ιδιότητες φυτών, πολύτιμοι λίθοι, και διάφορα άλλα αποκρυφιστικά στοιχεία.
Η 10τομη λατινική έκδοση του 13ου αιώνα περιλαμβάνει αλχημιστικές αναφορές καθώς και μια πρώιμη έκδοση της αλχημιστικής σμαραγδένιας πλάκας, αποκρυφιστικού κειμένου σχετικά με την μετατροπή της ύλης σε χρυσό και την γνώση της δημιουργίας της φιλοσοφικής λίθου.
Επιρροή
Το κείμενο ήταν ένα από τα πλέον δημοφιλή έργα κατά τον μέσο και ύστερο Μεσαίωνα, η ακόμα και το πιο δημοφιλές. Εν μέσω της αναγέννησης κατά τον 12ο αιώνα, και της ανάκτησης των γνώσεων του Αριστοτέλη, οι αναγνώστες του Μεσαίωνα αποδέχτηκαν τον ισχυρισμό της αριστοτελικής προέλευσης του έργου και το υιοθέτησαν ως γνήσιο κείμενο.
Το έργο είναι συνδεδεμένο ιδίως με τον Άγγλου λόγιο του 13ου αιώνα, Ροβήρο Βάκων, ο οποίος το χρησιμοποιούσε πολύ συχνά ως πηγή καθώς και έφτασε στο σημείο να δημιουργήσει μια δική του χειρόγραφη έκδοση του έργου στην οποία έγραψε την εισαγωγή και τα σχόλια, κάτι που ήταν ασυνήθιστη τιμή.
Θεωρείται πως η επιρροή του άσκησε το έργο αυτό, τον ώθησε μετέπειτα να ασχοληθεί με τις πειραματικές επιστήμες ή ψευδοεπιστήμες και πως αποτελεί σημαντικό παράγοντα κατά την έρευνα που έκανε για τα μετέπειτα έργα του.
Με το πέρασμα του χρόνου το κείμενο μεταφράστηκε από τα τα λατινικά στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, όπως τσέχικα, κροατικά, ολλανδικά, γερμανικά, ισλανδικά, αγγλικά, αραγωνέζικα, καταλανικά, πορτογαλικά, γαλλικά, ιταλικά, και ουαλικά.
Η δημοφιλία του έργου ανάμεσα στους λογίους άρχισε να εξασθενεί κατά τα μέσα του 16ου αιώνα, αλλά το κοινό ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο έργο συνέχισε να υπάρχει έκτοτε, ιδιαίτερα ανάμεσα στους μελετητές του αποκρυφισμού.
Παρόμοια έργα
Υπάρχει και ένα άλλο ξεχωριστό έργο με παρόμοιο τίτλο, το Liber Secretorum (μτφ. βιβλίο των μυστικών) το οποίο είναι επίσης αραβικής προέλευσης (αραβικά: Κιτάμπ αλ-Ασράρ) και γράφτηκε από τον Μωχάμετ ιμπν Ζακαρία αλ-Ράζι. Εμφανίστηκε στην Ευρώπη κατά την ίδια χρονολογική περίοδο και συχνά συγχέονταν με το Secretum Secretorum. Το έργο αυτό επικεντρώνεται συγκεκριμένα στην αλχημεία, παρέχοντας πρακτικές συνταγές, ταξινόμηση ορυκτών, καθώς και περιγραφές για εξοπλισμό εργαστηρίου και διαδικασίες πειραμάτων.
Ένα άλλο βιβλίο το οποίο διαδόθηκε υπό παρόμοιες συνθήκες, είναι τα Φυσιογνωμικά του Ψευδοαριστοτέλη, επίσης αραβικής προέλευσης (αραβικά: Κιτάμπ Φι αλ-Φιράσα) το οποίο αποδίδονταν στον Αριστοτέλη και το οποίο υποτίθεται πως είχε μεταφραστεί στα αραβικά από τα ελληνικά από τον Χουναΐν ιμπν Ισάκ κατά τον 9ο αιώνα.
wikipedia