Μεταστροφές αθέων προς το Θεό στην κηδεία του Dostoevsky
Ἡ αὐθεντική Χριστιανική Πίστη πάντα εὕρισκε πρόσφορο ἔδαφος στίς ψυχές τῶν νέων ἀνθρώπων πού ἀναζητοῦν, πού ἀγωνιοῦν, πού ἐπαναστατοῦν.
Ἡ κόρη τοῦ Dostoevsky, Aimée, στό βιβλίο γιά τόν πατέρα της διηγεῖται τά ὅσα συνέβησαν τήν παραμονή τῆς κηδείας του στό χῶρο τῆς ἐκκλησίας πού βρισκόταν ἡ σωρός τοῦ νεκροῦ. Ὁ ναός γεμάτος ἀπ᾽ τούς φοιτητές τῆς Πετρουπόλεως πού ἤθελαν νά περάσουν τήν τελευταία νύκτα μαζί μέ τόν μεγάλο συγγραφέα. Ἀνάμεσά τους καί ὁ Μητροπολίτης τῆς Πετρουπόλεως πού περιέγραψε ὅσα εἶδαν τά μάτια του ἐκεῖνο τό βράδυ καί τόν ἄφησαν ἄφωνο:
“Τό Σαββατόβραδο μπῆκα στήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγ. Πνεύματος γιά νά ἀποχαιρετήσω καί ἐγώ τό σῶμα τοῦ Dostoevsky. Μ᾽ ἔκπληξί μου εἶδα πώς ἦταν γεμάτη κόσμο. Ἀνέβηκα τότε στό παρεκκλήσι πού βρίσκεται στό πάνω μέρος τῆς διπλανῆς ἐκκλησίας καί ἀπ᾽ τό παράθυρό του φαίνεται τό ἐσωτερικό τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Ἐκεῖ πέρασα τό μεγαλύτερο μέρος τῆς νύκτας κοιτάζοντας τούς φοιτητές δίχως ἐκεῖνοι νά μέ βλέπουν. Ἦταν ὅλοι τους γονατισμένοι καί προσεύχονταν κλαίγοντας μέ λυγμούς. Ὅταν οἱ καλόγεροι ἦρθαν καί θέλησαν νά διαβάσουν τρισάγιο, οἱ φοιτητές τούς πῆραν τό βιβλίο ἀπ᾽ τό χέρι καί ἔψαλλαν οἱ ἴδιοι. Ποτέ μου δέν ἄκουσα τέτοιο τρισάγιο. Οἱ φοιτητές διάβαζαν τούς ψαλμούς μέ φωνή πού ἔτρεμε ἀπ᾽ τή συγκίνησι βάζοντας τήν ἴδια τους τήν ψυχή στά λόγια πού λέγανε. Μοῦ εἶχαν πεῖ πώς αὐτά τά παιδιά ἦταν ἄθεοι καί πώς μισοῦσαν τήν ἐκκλησία μας. Τί δύναμι πρέπει νά ᾽χε ὁ Dostoevsky γιά νά μπορέση νά τούς φέρει κοντά στό Θεό!”.
Τά ὅσα ἀναφέρει ὁ Μητροπολίτης μιλοῦν ἀπό μόνα τους.
Ἡ αὐθεντική Χριστιανική Πίστη πάντα εὕρισκε πρόσφορο ἔδαφος στίς ψυχές τῶν νέων ἀνθρώπων πού ἀναζητοῦν, πού ἀγωνιοῦν, πού ἐπαναστατοῦν.
Ἡ κόρη τοῦ Dostoevsky, Aimée, στό βιβλίο γιά τόν πατέρα της διηγεῖται τά ὅσα συνέβησαν τήν παραμονή τῆς κηδείας του στό χῶρο τῆς ἐκκλησίας πού βρισκόταν ἡ σωρός τοῦ νεκροῦ. Ὁ ναός γεμάτος ἀπ᾽ τούς φοιτητές τῆς Πετρουπόλεως πού ἤθελαν νά περάσουν τήν τελευταία νύκτα μαζί μέ τόν μεγάλο συγγραφέα. Ἀνάμεσά τους καί ὁ Μητροπολίτης τῆς Πετρουπόλεως πού περιέγραψε ὅσα εἶδαν τά μάτια του ἐκεῖνο τό βράδυ καί τόν ἄφησαν ἄφωνο:
“Τό Σαββατόβραδο μπῆκα στήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγ. Πνεύματος γιά νά ἀποχαιρετήσω καί ἐγώ τό σῶμα τοῦ Dostoevsky. Μ᾽ ἔκπληξί μου εἶδα πώς ἦταν γεμάτη κόσμο. Ἀνέβηκα τότε στό παρεκκλήσι πού βρίσκεται στό πάνω μέρος τῆς διπλανῆς ἐκκλησίας καί ἀπ᾽ τό παράθυρό του φαίνεται τό ἐσωτερικό τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Ἐκεῖ πέρασα τό μεγαλύτερο μέρος τῆς νύκτας κοιτάζοντας τούς φοιτητές δίχως ἐκεῖνοι νά μέ βλέπουν. Ἦταν ὅλοι τους γονατισμένοι καί προσεύχονταν κλαίγοντας μέ λυγμούς. Ὅταν οἱ καλόγεροι ἦρθαν καί θέλησαν νά διαβάσουν τρισάγιο, οἱ φοιτητές τούς πῆραν τό βιβλίο ἀπ᾽ τό χέρι καί ἔψαλλαν οἱ ἴδιοι. Ποτέ μου δέν ἄκουσα τέτοιο τρισάγιο. Οἱ φοιτητές διάβαζαν τούς ψαλμούς μέ φωνή πού ἔτρεμε ἀπ᾽ τή συγκίνησι βάζοντας τήν ἴδια τους τήν ψυχή στά λόγια πού λέγανε. Μοῦ εἶχαν πεῖ πώς αὐτά τά παιδιά ἦταν ἄθεοι καί πώς μισοῦσαν τήν ἐκκλησία μας. Τί δύναμι πρέπει νά ᾽χε ὁ Dostoevsky γιά νά μπορέση νά τούς φέρει κοντά στό Θεό!”.
Τά ὅσα ἀναφέρει ὁ Μητροπολίτης μιλοῦν ἀπό μόνα τους.