Γ. Μοτσάκος
Ειδικός σε Θέματα Άμυνας και Ασφάλειας Πληροφοριών
Ενώ η Δύση έχει κυρίως επικεντρωθεί στις πρόσφατες ενέργειες της Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη, η Μόσχα συνεχίζει ακάθεκτη με τα σχέδιά της να στρατιωτικοποιήσει την Αρκτική. Οι στρατηγικοί στόχοι της Ρωσίας στην Αρκτική είναι, η εξασφάλιση των δυνητικών ενεργειακών πόρων που βρίσκονται στην περιοχή, και η διατήρηση της στρατιωτικής υπεροχής πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο. Παρά το γεγονός ότι η απειλή της ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Αρκτικής παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, οι ΗΠΑ θα πρέπει να εξετάσουν τις επιπτώσεις της ρωσικής στρατιωτικοποίησης της περιοχής υπό το φως της πρόσφατης προσάρτησης της Κριμαίας από την Μόσχα .
Η Αρκτική αποτελεί μία ευρύτερη περιοχή, που όλοι οι παγκόσμιοι παίκτες (ΗΠΑ, Ρωσία, Νορβηγία, Καναδάς κά) το τελευταίο διάστημα δείχνουν τα «δόντια τους».
Η πολική περιοχή αυτή διαθέτει έναν τεράστιο φυσικό πλούτο, και όλοι «γείτονες και ανταγωνιστές» στην Αρκτική, έχουν ξεκινήσει μια μεγάλης κλίμακας στρατιωτικοποίηση της περιοχής. Το ίδιο έπραξε και ο ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, στο τέλος του 2012, όταν δήλωσε ότι «ο ρωσικός στρατός θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή, στην ανάπτυξη της υποδομής των στρατιωτικών μονάδων στην περιοχή της Αρκτικής».
Τον Σεπτέμβριο του 2013, ο Πούτιν απέστειλε τον ρωσικό στόλο με επικεφαλής το βαρύ πυρηνοκίνητο καταδρομικό «Peter the Great», στα νέα νησιά της Σιβηρίας, για να ολοκληρώσει την στρατιωτική ενεργοποίηση των νησιών αυτών, βελτιώνοντας παράλληλα τις υποδομές, όπως τα λιμάνια και το αεροδρόμιο της περιοχής. Τα νησιά αυτά είχαν εγκαταλειφθεί από την Ρωσία από το 1993.
Ο Πούτιν σχεδίασε επίσης την ήδη υπάρχουσα στρατιωτική βάση, στα νησιά αυτά, που θα αποτελεί το «κλειδί», για τον έλεγχο της ολόκληρης της περιοχής της Αρκτικής. Επιπλέον, ανακοίνωσε την διάθεση σημαντικών οικονομικών πόρων για την οικοδόμηση νέων εγκαταστάσεων στις πολικές περιοχές. Για την εκπλήρωση των σχεδίων αυτών, θα αποσταλούν δύο «ομάδες στρατιωτικών σχηματισμών» αποτελούμενες από (10 000 έως 15 000 άτομα η καθεμία) και παράλληλα θα κατασκευασθούν νέα σύγχρονα παγοθραυστικά πλοία.
Τα άλλα εμπλεκόμενα έθνη της Αρκτικής, που δεν επιθυμούν καθ’ οιοδήποτε τρόπο να υστερήσουν στον τομέα αυτό, σε σχέση με τη Ρωσία, επιδιώκουν να ξεκινήσουν τα ίδια, νέες πρωτοβουλίες, το καθένα με τον τρόπο του.
Η Νορβηγία θεωρεί τη Ρωσία, ως μια εν γένει πιθανή απειλή, για την στρατηγικής της στην περιοχή αυτή, καθώς η ίδια διαθέτει αρκετές στρατιωτικές εγκαταστάσεις κοντά στον Αρκτικό Κύκλο. Το 2009, το νορβηγικό Γενικό Επιτελείο Στρατού, απέστειλε μόνιμα, 60 στρατιωτικούς σε βάση κοντά στην περιοχή Μπόντο. Επίσης, ταξιαρχίες του νορβηγικού στρατού που έχουν ως περιοχή ευθύνης τα Βόρεια της χώρας, μετακινήθηκαν κοντά στον βόρειο πολικό κύκλο.
Οι Δανοί από την άλλη πλευρά, αντιμετωπίζουν την όλη κατάσταση, με μια πιο διαφορετική προσέγγιση και μέχρι στιγμής περιορίζονται στην αποστολή μίας μονάδας των ειδικών δυνάμεων στη Γροιλανδία.
Οι Αμερικανοί, με τη σειρά τους, επιθυμούν η περιοχή αυτή του πολικού κύκλου, να παραμείνει «ειρηνική, σταθερή και χωρίς συγκρούσεις» απέχοντας προς το παρόν από τυχόν αύξηση της στρατιωτικής της παρουσίας της, αν και αυτήν την στιγμή υπάρχουν 27.000 στρατιώτες που παρέχουν ασφάλεια μέσω του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας.
Στην «λευκή βίβλο» καθεμιάς από τις χώρες που περιβάλουν την Αρκτική, αναφέρονται οι πιθανές απειλές από τους γείτονες. Η Ρωσία π.χ. δικαιολογεί την ανάπτυξη μονάδων των ειδικών δυνάμεων της στην Αρκτική, λόγω του μεγάλου αριθμού των δυνάμεων του ΝΑΤΟ που εδρεύουν στην περιοχή. Οι Δανοί από την άλλη πλευρά αναφέρουν, ότι οι Ρώσοι θεωρούνται επικίνδυνοι, αλλά την ίδια στιγμή επιθυμούν την σύσφιξη των διμερών τους σχέσεων. Και ούτω καθεξής.
Αλλά μπορεί η Αρκτική να γίνει μια ζώνη συγκρούσεων των χωρών οι οποίες έχουν ήδη αναπτύξει στρατεύματα εκεί;
Ο Maya Laurent Γάλλος εμπειρογνώμονας και πρώην πρεσβευτής καθώς και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Μισέλ Ροκάρ (Michel Rocard), αποκαλούν όλες αυτές τις πληροφορίες πραγματικές .
«Πρέπει το συντομότερο δυνατόν να αποκλίνουμε από ένα τέτοιο ενδεχόμενο» είπε ο Ροκάρ, τονίζοντας ότι μία σύγκρουση θα αποτελέσει ένα κακό σενάριο για όλους .
«Η Αρκτική είναι και θα είναι για πάντα μια περιοχή μεγάλης γεωστρατηγικής σημασίας, που στα παγωμένα νερά της «διέρχονται» συνεχώς πολλά πυρηνικά υποβρύχια, από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Επιπλέον, λόγω του σχήματος της που ομοιάζει με «αυγό» αποτελεί και μια καλή βάση για βαλλιστικούς πυραύλους» αναφέρει ο Michel Rocard.
Σύμφωνα με τον Γάλλο ειδικό για την Αρκτική Maya Laurent, η παρουσία των στρατιωτών κατά κύριο λόγο οφείλεται και στην προσπάθεια επίλυσης υλικοτεχνικών προβλημάτων, που οφείλονται στην αδυναμία πρόσβασης άλλων μέσων. Επίσης δεν υπάρχει καμία απόφαση διεθνούς δικαστηρίου που να χαράσσει «υδάτινο διάδρομο» , και να θεωρεί διεθνή ύδατα την πορεία των πλοίων, και στην ουσία δεν υπάρχει κανένας τρόπος να ζητηθεί κανενός είδους βοήθεια σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή ατυχήματος.
«Η παρουσία του στρατού δεν αποτελεί πάντα πολιτική, αλλά και εγγύηση της ασφάλειας», εξηγεί ο ίδιος.
Σύμφωνα με τον ναύαρχο ε.α. του γαλλικού στόλου, Jean – Louis Whishaw (Jean – Louis Vichot), η ανάπτυξη ενόπλων δυνάμεων στην περιοχή της Αρκτικής, αποτελεί τον μοναδικό τρόπο ενέργειας για ένα κράτος σε αυτά τα νερά. Από τη στιγμή που είναι όλοι πρόθυμοι να συνεχίσουν την ανάπτυξη στον Αρκτικό Κύκλο, απαιτούνται και σωστικά μέσα, τα οποία δεν θα υπήρχαν χωρίς την παρουσία των στρατιωτικών. «Τα στρατιωτικά μέσα είναι αναγκαία κυρίως για την ανάπτυξη της ζώνης ελέγχου και για την αντιμετώπιση των απειλών» τονίζει ο Laurent Maillet.
Αλλά αν η στρατιωτική ανάπτυξη έχει ως παρανομαστή κυρίως την συλλογική ασφάλεια, τότε πώς μπορεί να εξηγηθούν οι απότομες και εθνικιστικές δηλώσεις ορισμένων αρχηγών κρατών;
«Η απειλή χρησιμοποιείται ως εργαλείο» λέει ο Thierry Garcin. «Ο σχηματισμός μιας εικόνας που κάποιος αντιμετωπίζει εχθρούς από παντού αποτελεί μια καλή δικαιολογία, για να επενδύσουν τα κράτη σε αμυντικούς προϋπολογισμούς, που υπαγορεύει το στρατιωτικό- βιομηχανικό λόμπι» αναφέρει ο ίδιος.
Ο Laurent Maillet είναι βέβαιος ότι κανένα από τα κράτη της Αρκτικής δεν θα είναι σε θέση να «πάει πολύ μακριά», στην υλοποίηση των πολεμοχαρών σχεδίων του. Με μία εξαίρεση, την Ρωσία.
Ο αμυντικός σύμβουλος επι γεωπολιτικών θεμάτων Michel Rocard, «βλέπει» τις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν για την Αρκτική, ως μία αδήριτη επιθυμία να «αποκατασταθεί η εικόνα της Μεγάλης Ρωσίας». «Προφανώς, η Μόσχα είναι τώρα σε καλύτερη θέση να επεκτείνει την στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή και δεν υπάρχει καμία ανάγκη να δώσει λεπτομερή έκθεση των σχεδίων της, που θα της επιτρέψουν να επενδύσει σημαντικά ποσά, στην ανάπτυξη των στρατιωτικών και ενεργειακών υποδομών, χωρίς εγγυήσεις όμως για την κερδοφορία των επενδύσεων αυτών» δηλώνει ο ίδιος.
«Να είστε σίγουροι η Ρωσία δεν έχει αρχίσει ακόμη να λαμβάνει δραστικά μέτρα στην Αρκτική», αναφέρει ο Γάλλος εμπειρογνώμονας σχετικά με τους στρατηγικούς στόχους της χώρας, Philippe Mego. «Μέχρι τώρα, όλα περιορίζονταν σε λόγια» καταλήγει ίδιος.
Ο Philippe Mego είναι πεπεισμένος ότι ο Πούτιν θεωρεί τα πάντα ως «παράγοντα συνοχής». «Κοιτάξτε πώς κουνάει τη γροθιά του στο πρόσωπο της Δύσης και όλοι οι Ρώσοι τον ακολουθούν πρόθυμα».
Επίσης ο Mego είναι βέβαιος ότι καμία από τις μεγάλες χώρες που περιβάλουν την Αρκτική δεν επιδιώκει την σύγκρουση. Παρ ‘όλα αυτά, η περιοχή έχει «φαΐ» για όλους τους «παίκτες» αλλά και τεράστια στρατηγική σημασία.
«Αυτή η διαδρομή (Βόρειο παγωμένο πέρασμα) είναι σημαντική από στρατιωτική άποψη, συμπεριλαμβανομένων των ρωσικών υποβρυχίων αποτελεί για το ρωσικό ναυτικό το μόνο που χρειάζεται για να βρίσκεται λίγο πιο μακριά από τα λιμάνια των ΗΠΑ, πράγμα που αποτελεί ήττα για αυτές (ΗΠΑ)», καταλήγει ο Philippe Mego.
Η χειρότερη περίπτωση, δεν είναι μια σύγκρουση στην Αρκτική για την Αρκτική, αλλά η προοπτική ότι σε μια παρακείμενη σύγκρουση συνεπάγεται μία ακόμη επιπλέον σύγκρουση αρμοδιοτήτων του βορείου ημισφαιρίου, με τεράστιες συνέπειες για την περιοχή…»
Ειδικός σε Θέματα Άμυνας και Ασφάλειας Πληροφοριών
Ενώ η Δύση έχει κυρίως επικεντρωθεί στις πρόσφατες ενέργειες της Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη, η Μόσχα συνεχίζει ακάθεκτη με τα σχέδιά της να στρατιωτικοποιήσει την Αρκτική. Οι στρατηγικοί στόχοι της Ρωσίας στην Αρκτική είναι, η εξασφάλιση των δυνητικών ενεργειακών πόρων που βρίσκονται στην περιοχή, και η διατήρηση της στρατιωτικής υπεροχής πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο. Παρά το γεγονός ότι η απειλή της ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Αρκτικής παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, οι ΗΠΑ θα πρέπει να εξετάσουν τις επιπτώσεις της ρωσικής στρατιωτικοποίησης της περιοχής υπό το φως της πρόσφατης προσάρτησης της Κριμαίας από την Μόσχα .
Η Αρκτική αποτελεί μία ευρύτερη περιοχή, που όλοι οι παγκόσμιοι παίκτες (ΗΠΑ, Ρωσία, Νορβηγία, Καναδάς κά) το τελευταίο διάστημα δείχνουν τα «δόντια τους».
Η πολική περιοχή αυτή διαθέτει έναν τεράστιο φυσικό πλούτο, και όλοι «γείτονες και ανταγωνιστές» στην Αρκτική, έχουν ξεκινήσει μια μεγάλης κλίμακας στρατιωτικοποίηση της περιοχής. Το ίδιο έπραξε και ο ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, στο τέλος του 2012, όταν δήλωσε ότι «ο ρωσικός στρατός θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή, στην ανάπτυξη της υποδομής των στρατιωτικών μονάδων στην περιοχή της Αρκτικής».
Τον Σεπτέμβριο του 2013, ο Πούτιν απέστειλε τον ρωσικό στόλο με επικεφαλής το βαρύ πυρηνοκίνητο καταδρομικό «Peter the Great», στα νέα νησιά της Σιβηρίας, για να ολοκληρώσει την στρατιωτική ενεργοποίηση των νησιών αυτών, βελτιώνοντας παράλληλα τις υποδομές, όπως τα λιμάνια και το αεροδρόμιο της περιοχής. Τα νησιά αυτά είχαν εγκαταλειφθεί από την Ρωσία από το 1993.
Ο Πούτιν σχεδίασε επίσης την ήδη υπάρχουσα στρατιωτική βάση, στα νησιά αυτά, που θα αποτελεί το «κλειδί», για τον έλεγχο της ολόκληρης της περιοχής της Αρκτικής. Επιπλέον, ανακοίνωσε την διάθεση σημαντικών οικονομικών πόρων για την οικοδόμηση νέων εγκαταστάσεων στις πολικές περιοχές. Για την εκπλήρωση των σχεδίων αυτών, θα αποσταλούν δύο «ομάδες στρατιωτικών σχηματισμών» αποτελούμενες από (10 000 έως 15 000 άτομα η καθεμία) και παράλληλα θα κατασκευασθούν νέα σύγχρονα παγοθραυστικά πλοία.
Τα άλλα εμπλεκόμενα έθνη της Αρκτικής, που δεν επιθυμούν καθ’ οιοδήποτε τρόπο να υστερήσουν στον τομέα αυτό, σε σχέση με τη Ρωσία, επιδιώκουν να ξεκινήσουν τα ίδια, νέες πρωτοβουλίες, το καθένα με τον τρόπο του.
Η Νορβηγία θεωρεί τη Ρωσία, ως μια εν γένει πιθανή απειλή, για την στρατηγικής της στην περιοχή αυτή, καθώς η ίδια διαθέτει αρκετές στρατιωτικές εγκαταστάσεις κοντά στον Αρκτικό Κύκλο. Το 2009, το νορβηγικό Γενικό Επιτελείο Στρατού, απέστειλε μόνιμα, 60 στρατιωτικούς σε βάση κοντά στην περιοχή Μπόντο. Επίσης, ταξιαρχίες του νορβηγικού στρατού που έχουν ως περιοχή ευθύνης τα Βόρεια της χώρας, μετακινήθηκαν κοντά στον βόρειο πολικό κύκλο.
Οι Δανοί από την άλλη πλευρά, αντιμετωπίζουν την όλη κατάσταση, με μια πιο διαφορετική προσέγγιση και μέχρι στιγμής περιορίζονται στην αποστολή μίας μονάδας των ειδικών δυνάμεων στη Γροιλανδία.
Οι Αμερικανοί, με τη σειρά τους, επιθυμούν η περιοχή αυτή του πολικού κύκλου, να παραμείνει «ειρηνική, σταθερή και χωρίς συγκρούσεις» απέχοντας προς το παρόν από τυχόν αύξηση της στρατιωτικής της παρουσίας της, αν και αυτήν την στιγμή υπάρχουν 27.000 στρατιώτες που παρέχουν ασφάλεια μέσω του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας.
Στην «λευκή βίβλο» καθεμιάς από τις χώρες που περιβάλουν την Αρκτική, αναφέρονται οι πιθανές απειλές από τους γείτονες. Η Ρωσία π.χ. δικαιολογεί την ανάπτυξη μονάδων των ειδικών δυνάμεων της στην Αρκτική, λόγω του μεγάλου αριθμού των δυνάμεων του ΝΑΤΟ που εδρεύουν στην περιοχή. Οι Δανοί από την άλλη πλευρά αναφέρουν, ότι οι Ρώσοι θεωρούνται επικίνδυνοι, αλλά την ίδια στιγμή επιθυμούν την σύσφιξη των διμερών τους σχέσεων. Και ούτω καθεξής.
Αλλά μπορεί η Αρκτική να γίνει μια ζώνη συγκρούσεων των χωρών οι οποίες έχουν ήδη αναπτύξει στρατεύματα εκεί;
Ο Maya Laurent Γάλλος εμπειρογνώμονας και πρώην πρεσβευτής καθώς και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Μισέλ Ροκάρ (Michel Rocard), αποκαλούν όλες αυτές τις πληροφορίες πραγματικές .
«Πρέπει το συντομότερο δυνατόν να αποκλίνουμε από ένα τέτοιο ενδεχόμενο» είπε ο Ροκάρ, τονίζοντας ότι μία σύγκρουση θα αποτελέσει ένα κακό σενάριο για όλους .
«Η Αρκτική είναι και θα είναι για πάντα μια περιοχή μεγάλης γεωστρατηγικής σημασίας, που στα παγωμένα νερά της «διέρχονται» συνεχώς πολλά πυρηνικά υποβρύχια, από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Επιπλέον, λόγω του σχήματος της που ομοιάζει με «αυγό» αποτελεί και μια καλή βάση για βαλλιστικούς πυραύλους» αναφέρει ο Michel Rocard.
Σύμφωνα με τον Γάλλο ειδικό για την Αρκτική Maya Laurent, η παρουσία των στρατιωτών κατά κύριο λόγο οφείλεται και στην προσπάθεια επίλυσης υλικοτεχνικών προβλημάτων, που οφείλονται στην αδυναμία πρόσβασης άλλων μέσων. Επίσης δεν υπάρχει καμία απόφαση διεθνούς δικαστηρίου που να χαράσσει «υδάτινο διάδρομο» , και να θεωρεί διεθνή ύδατα την πορεία των πλοίων, και στην ουσία δεν υπάρχει κανένας τρόπος να ζητηθεί κανενός είδους βοήθεια σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή ατυχήματος.
«Η παρουσία του στρατού δεν αποτελεί πάντα πολιτική, αλλά και εγγύηση της ασφάλειας», εξηγεί ο ίδιος.
Σύμφωνα με τον ναύαρχο ε.α. του γαλλικού στόλου, Jean – Louis Whishaw (Jean – Louis Vichot), η ανάπτυξη ενόπλων δυνάμεων στην περιοχή της Αρκτικής, αποτελεί τον μοναδικό τρόπο ενέργειας για ένα κράτος σε αυτά τα νερά. Από τη στιγμή που είναι όλοι πρόθυμοι να συνεχίσουν την ανάπτυξη στον Αρκτικό Κύκλο, απαιτούνται και σωστικά μέσα, τα οποία δεν θα υπήρχαν χωρίς την παρουσία των στρατιωτικών. «Τα στρατιωτικά μέσα είναι αναγκαία κυρίως για την ανάπτυξη της ζώνης ελέγχου και για την αντιμετώπιση των απειλών» τονίζει ο Laurent Maillet.
Αλλά αν η στρατιωτική ανάπτυξη έχει ως παρανομαστή κυρίως την συλλογική ασφάλεια, τότε πώς μπορεί να εξηγηθούν οι απότομες και εθνικιστικές δηλώσεις ορισμένων αρχηγών κρατών;
«Η απειλή χρησιμοποιείται ως εργαλείο» λέει ο Thierry Garcin. «Ο σχηματισμός μιας εικόνας που κάποιος αντιμετωπίζει εχθρούς από παντού αποτελεί μια καλή δικαιολογία, για να επενδύσουν τα κράτη σε αμυντικούς προϋπολογισμούς, που υπαγορεύει το στρατιωτικό- βιομηχανικό λόμπι» αναφέρει ο ίδιος.
Ο Laurent Maillet είναι βέβαιος ότι κανένα από τα κράτη της Αρκτικής δεν θα είναι σε θέση να «πάει πολύ μακριά», στην υλοποίηση των πολεμοχαρών σχεδίων του. Με μία εξαίρεση, την Ρωσία.
Ο αμυντικός σύμβουλος επι γεωπολιτικών θεμάτων Michel Rocard, «βλέπει» τις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν για την Αρκτική, ως μία αδήριτη επιθυμία να «αποκατασταθεί η εικόνα της Μεγάλης Ρωσίας». «Προφανώς, η Μόσχα είναι τώρα σε καλύτερη θέση να επεκτείνει την στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή και δεν υπάρχει καμία ανάγκη να δώσει λεπτομερή έκθεση των σχεδίων της, που θα της επιτρέψουν να επενδύσει σημαντικά ποσά, στην ανάπτυξη των στρατιωτικών και ενεργειακών υποδομών, χωρίς εγγυήσεις όμως για την κερδοφορία των επενδύσεων αυτών» δηλώνει ο ίδιος.
«Να είστε σίγουροι η Ρωσία δεν έχει αρχίσει ακόμη να λαμβάνει δραστικά μέτρα στην Αρκτική», αναφέρει ο Γάλλος εμπειρογνώμονας σχετικά με τους στρατηγικούς στόχους της χώρας, Philippe Mego. «Μέχρι τώρα, όλα περιορίζονταν σε λόγια» καταλήγει ίδιος.
Ο Philippe Mego είναι πεπεισμένος ότι ο Πούτιν θεωρεί τα πάντα ως «παράγοντα συνοχής». «Κοιτάξτε πώς κουνάει τη γροθιά του στο πρόσωπο της Δύσης και όλοι οι Ρώσοι τον ακολουθούν πρόθυμα».
Επίσης ο Mego είναι βέβαιος ότι καμία από τις μεγάλες χώρες που περιβάλουν την Αρκτική δεν επιδιώκει την σύγκρουση. Παρ ‘όλα αυτά, η περιοχή έχει «φαΐ» για όλους τους «παίκτες» αλλά και τεράστια στρατηγική σημασία.
«Αυτή η διαδρομή (Βόρειο παγωμένο πέρασμα) είναι σημαντική από στρατιωτική άποψη, συμπεριλαμβανομένων των ρωσικών υποβρυχίων αποτελεί για το ρωσικό ναυτικό το μόνο που χρειάζεται για να βρίσκεται λίγο πιο μακριά από τα λιμάνια των ΗΠΑ, πράγμα που αποτελεί ήττα για αυτές (ΗΠΑ)», καταλήγει ο Philippe Mego.
Η χειρότερη περίπτωση, δεν είναι μια σύγκρουση στην Αρκτική για την Αρκτική, αλλά η προοπτική ότι σε μια παρακείμενη σύγκρουση συνεπάγεται μία ακόμη επιπλέον σύγκρουση αρμοδιοτήτων του βορείου ημισφαιρίου, με τεράστιες συνέπειες για την περιοχή…»