«Μή φοβᾶστε», ἔλεγε, «οἱ διαθέσεις τοῦ Πάπα ἀνέκαθεν ἦταν
νά ὑποτάξει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί θά ἔλθει ἡμέρα πού ὁ διάλογος θά
ματαιωθεῖ· τίποτε δέν πρόκειται νά γίνει·
« Ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ... »
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ
Οἱ Ἅγιοι Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης καί Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης κατενόησαν εἰς βάθος τήν ἐντολήν τοῦ Κυρίου ἤτοι τό σκοπούμενον τέλος τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ «γίνεσθε ἅγιοι, γίνεσθε τέλειοι». Βρῆκαν τόν στόχο, τόν κατάλαβαν, ζυμώθηκαν μ’αὐτόν πρός τήν Βασιλείαν, ἔδωσαν αἷμα καί πῆραν Ἅγιον Πνεῦμα, ἔγιναν κληρονόμοι Θεοῦ, συγκληρονόμοι δέ Χριστοῦ. Πέτυχαν διά τῆς Χάριτος τήν ἀξίωσιν τοῦ Χριστοῦ καί τούς χαρίστηκε τό Φῶς, ἡ καθαρότητα, ἡ ταπείνωσις, ἡ διάκρισις. Ὅ,τι ἔχει ὁ Παράκλητος κατά Φύσιν, διά τῆς κοινωνίας, τούς ἐδόθη κατά Χάριν χωρίς ποτέ νά τό ζητήσουν οἱ ἴδιοι, δωρεάν, ὅπως π.χ. ἡ διόρασις, ἡ προόρασις, ἡ προφητεία, καθώς καί σημεῖα φοβερά, ἰάσεις ψυχῶν καί σωμάτων καί ἐκδιώξεις δαιμονίων.
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων οἱ Ἅγιοι Πορφύριος καί Παΐσιος ἀγάπησαν μετά τόν Θεόν καί τούς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως. Ἐν τούτοις, ἡ ἀγάπη τους αὐτή καθώς καί ἡ Ὀρθόδοξη εὐγένεια πρός πάντα ἄνθρωπον δέν ἀπέβαινε ποτέ εἰς βάρος τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας. Τηροῦσαν ἀπαρασάλευτα ἄχρι κεραίας, τούς λόγους τῶν πρό αὐτῶν Ἁγίων «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ, ἀγαπῶντες ἐν ἀληθείᾳ». Ὑπερτόνιζαν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ μοναδική κιβωτός σωτηρίας, ὅπως ἐπίσης ὅτι τά Ὀρθόδοξα Μυστήρια ἀναπλάθουν τόν παλαιόν ἄνθρωπον, τόν κάνουν Καινή Κτίση, κληρονόμον τῆς Βασιλείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, συγκληρονόμον Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τόνιζαν: «Ἔξω ἀπό τήν Ὀρθόδοξον πίστιν καί Παράδοσιν γεννιοῦνται τέκνα ὀργῆς, ἀπιστίας καί ἀπειθείας.»
Δυστυχῶς αὐτή τήν ἀγάπη καί εὐγένεια τῶν Ἁγίων κάποιοι Νεοεποχῖτες δῆθεν Ὀρθόδοξοι, ἐξαιτίας τῆς ἐσκοτισμένης αὐτῶν καρδίας, τήν παρεξήγησαν καί προσπαθοῦν καί σήμερα μέ κείμενα καί εἰκόνες μέσα ἀπό τά media νά παρουσιάσουν τούς Ἁγίους ὡς ἔχοντες πνεῦμα Οἰκουμενιστικό, Νεοεποχίτικο, μέ τήν ἀνόητη δικαιολογία ὅτι ἐδέχοντο ὅλους καί συνομιλοῦσαν μέ τούς πάντες. Ὦ, πλάνη οἰκτρά καί θόλωσις τοῦ νοός!!!
Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές καί πρός ἀποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων παραθέτουμε στή συνέχεια αὐθεντικά στοιχεῖα ἀπό λόγους καί ἐπιστολές τῶν Ἁγίων ὥστε εἰ δυνατόν νά ἔρθουν σέ μετάνοια οἱ ἀντικείμενοι καί νά πάψουν ἐπιτέλους νά συκοφαντοῦν τούς Ἁγίους. Τώρα, ἄν κάποιοι μετά τήν παράθεση αὐτῶν τῶν πειστηρίων παραμείνουν στήν ἀτιμία καί συνεχίσουν διαστρεβλώνοντες τήν ἀλήθεια, σκανδαλίζοντας δέ τούς πιστούς, φέρουν ἀκεραία τήν εὐθύνη καί ἐλέγχονται ὡς αὐτοκατάκριτοι.
Ἀπόσπασμα Α’ Ἐπιστολῆς τοῦ Ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, πού ἐστάλῃ στίς 21-1-1968 στήν Ἱ.Μ. Σταυρονικήτα, ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπιζε τόν κίνδυνο ἀπό τίς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μέ τήν συνέναιση καί σύμπραξη τοῦ τότε Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα:
«”Τό νόμισμα τῆς ἀγάπης” πού κυκλοφορεῖ μετά ἀπό τό “κλείσιμο τῶν δογμάτων”, ἡ “ἐπανίδρυσις τῆς Μιᾶς… Ἐκκλησίας” καί τόσα ἄλλα εἶναι ἀκατανόητα καί κυριολεκτικῶς βλάσφημα διά τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία…
Ἡ ἄρνησις πρός τόν Πατριάρχη (Ἀθηναγόρα) δέν εἶναι ἄρνησι πρός τήν ἀγάπη οὔτε πρός τήν ἑνότητα. Εἶναι «ὄχι» πρός τό ψευδές καί «ναί» πρός τήν Ἀλήθεια, πού κρύβει μέσα της ἡ Ἐκκλησία.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού φάνηκαν «σκληροί» στή διατήρηση τοῦ Δόγματος, εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀγάπησαν περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον τόν ἄνθρωπο. Γιατί γνώρισαν τά ἀπύθμενα βάθη του καί δέν θέλησαν ποτέ νά τόν κοροϊδέψουν μέ τίς συνθηματολογίες ἐφήμερης καί ἀνύπαρκτης ἀγάπης, ἀλλά τόν σεβάστηκαν προσφέροντάς του τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἀληθείας, πού χαρίζει τή μακαρία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωή.
Δέν εἶναι λοιπόν ἡ πιστότης στό Δόγμα στενοκεφαλιά οὔτε ὁ ἀγώνας γιά τήν Ὀρθοδοξία μισαλλοδοξία, ἀλλά ὁ μοναδικός τρόπος ἀληθινῆς ἀγάπης».
Ἀπόσπασμα Β’Ἐπιστολῆς τοῦ ἰδίου πρός τήν Ἱ.Μ. Σταυρονικήτα πού ἐστάλῃ στίς 23-1-1969:
«Ἐπειδή βλέπω τόν μεγάλο σάλο εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας, ἐξ αἰτίας τῶν διαφόρων φιλενωτικῶν κινήσεων καί τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου (Ἀθηναγόρα) μετά τοῦ Πάπα, ἐπόνεσα κι ἐγώ σάν τέκνον Της καί ἐθεώρησα καλόν, ἐκτός ἀπό τίς προσευχές μου, νά στείλω κι ἕνα μικρό κομματάκι κλωστή (πού ἔχω σάν φτωχός Μοναχός), διά νά χρησιμοποιηθεῖ κι αὐτό, ἔστω γιά μιά βελονιά, διά τό πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας… Φαντάζομαι ὅτι θά μέ καταλάβουν ὅλοι, ὅτι τά γραφόμενά μου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνας βαθύς μου πόνος διά τήν γραμμήν καί κοσμικήν ἀγάπην δυστυχῶς τοῦ πατέρα μας κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μιάν ἄλλην γυναίκα μοντέρνα, πού λέγεται Παπική «Ἐκκλησία», διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δέν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδή εἶναι πολύ σεμνή. Αὐτή ἡ ἀγάπη, πού ἀκούσθηκε ἀπό τήν Πόλι, βρῆκε ἀπήχησι σέ πολλά παιδιά του, πού τήν ζοῦν εἰς τάς πόλεις. Ἄλλωστε αὐτό εἶναι καί τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας: ἡ οἰκογένεια νά χάση τό ἱερό νόημά της, πού ὡς σκοπόν ἔχουν τήν διάλυσιν καί ὄχι τήν ἕνωσιν…
Μέ μιά τέτοια περίπου κοσμική ἀγάπη καί ὁ Πατριάρχης μας φθάνει στή Ρώμη. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά δείξη ἀγάπη πρῶτα σέ μᾶς τά παιδιά του καί στή Μητέρα μας Ἐκκλησία, αὐτός, δυστυχῶς, ἔστειλε τήν ἀγάπη του πολύ μακριά. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἀναπαύσει μέν ὅλα τά κοσμικά παιδιά, πού ἀγαποῦν τόν κόσμο καί ἔχουν τήν κοσμικήν αὐτήν ἀγάπην, νά κατασκανδαλίση, ὅμως, ὅλους ἐμᾶς, τά τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, μικρά καί μεγάλα, πού ἔχουν φόβο Θεοῦ.
Μετά λύπης μου, ἀπό ὅσους φιλενωτικούς ἔχω γνωρίσει, δέν εἶδα νά ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νά ὁμιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν, διότι δέν Τόν ἔχουν ἀγαπήσει.
...Ἄς γνωρίζομεν ὅτι δέν ὑπάρχουν μόνο φυσικοί νόμοι, ἀλλά καί πνευματικοί. Ἑπομένως ἡ μέλλουσα ὀργή τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθῆ μέ συνεταιρισμόν ἁμαρτωλῶν (διότι διπλήν ὀργήν θά λάβωμεν), ἀλλά μέ μετάνοιαν καί τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Ἐπίσης ἄς γνωρίσωμεν καλά ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν ἔχει καμμίαν ἔλλειψιν. Ἡ μόνη ἔλλειψις, πού παρουσιάζεται, εἶναι ἡ ἔλλειψις σοβαρῶν Ἱεραρχῶν καί Ποιμένων μέ πατερικές ἀρχές. Εἶναι ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί· ὅμως δέν εἶναι ἀνησυχητικόν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί Αὐτός τήν κυβερνάει… Ὁ Κύριος, ὅταν θά πρέπη, θά παρουσιάση τούς Μάρκους τούς Εὐγενικούς καί τούς Γρηγορίους Παλαμάδες, διά νά συγκεντρώσουν ὅλα τά κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, διά νά ὁμολογήσουν τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν, νά στερεώσουν τήν Παράδοσιν καί νά δώσουν χαράν μεγάλην εἰς τήν Μητέρα μας».
Χαρακτηριστικά τῆς προσοχῆς τοῦ Ἁγίου Παϊσίου στά θέματα τῆς ἐπικοινωνίας καί συμπροσευχῆς μέ τούς αἱρετικούς εἶναι καί τά παρακάτω γεγονότα:
«Κάποτε, διηγήθηκε ὁ Γέροντας, μοῦ ἦρθαν δύο παπικοί, λατίνοι... Μοῦ λέει λοιπόν ὁ ἕνας – Ἔλα νά ποῦμε τό ‘Πάτερ ἡμῶν...’ – Γιά νά τό ποῦμε μαζί, τοῦ εἶπα, πρέπει νά συμφωνοῦμε στό Δόγμα. Ὅμως, μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστί. Ὕστερα μοῦ λέει : - Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι κοντά στό Θεό καί μόνο αὐτοί θά σωθοῦνε; Ὁ Θεός εἶναι μέ ὅλο τόν κόσμο. – Ναί, τοῦ εἶπα. Ἐσύ μπορεῖς νά μοῦ πῆς καί πόσος κόσμος εἶναι κοντά στό Θεό; ... – Ὅλοι μιλᾶνε γιά ἀγάπη, εἰρήνη καί ὁμόνοια, τούς εἶπα στό τέλος, ἀλλά ὅλοι αὐτοί εἶναι διχασμένοι καί μέ τόν ἑαυτό τους καί μέ τούς ἄλλους. Γι' αὐτό καί ἑτοιμάζουν ὅλο καί μεγαλύτερες βόμβες. Πολλοί, πού μιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεό, γιατί δέν τόν ἔχουν ἀγαπήσει, οὔτε ἔχουν ἀληθινή ἀγάπη. Ἀγάπη ἀληθινή ἔχει ἐκεῖνος, πού ἔχει ὀρθή πίστη, ζῆ κοντά στό Θεό, καί τότε ὁ Θεός ζωγραφίζεται στό πρόσωπό του καί οἱ ἄλλοι βλέπουν στό πρόσωπό του τόν Θεό». (Λόγοι Ε΄. Πάθη καί ἀρετές, 2006, σελ. 285).
Ὁ τότε Πάπας, ἔχοντας ἀκούσει γιά τήν φήμη τοῦ Γέροντος Παϊσίου, ἔστειλε μερικούς καρδιναλίους στήν καλύβη τοῦ γέροντος, γιά νά τοῦ ἀνακοινώσουν ὅτι ὁ Πάπας τόν προσκαλεῖ στή Ρώμη, γιά νά συζητήσουν περί δογματικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων. Ἡ ἀπάντηση τοῦ γέροντος ἦταν ἀποστομωτική : «Ὁ πάπας δέν εἶναι ἕτοιμος ἀκόμη γιά μιά τέτοια συζήτηση. Πρέπει νά ἀποβάλλει τόν ἐγωϊσμό του».
Στό βιβλίο του «Ἐπιστολές» λέει τά ἑξῆς:
«Στήν ἐποχή μας, ὅμως, πολλοί ἀπό ἐμᾶς, ἐπηρεαζόμενοι δυστυχῶς ἀπό τήν κοσμική ἀγάπη, πού δέν ἔχει πνευματικό ἀντίκρυσμα, πᾶμε δῆθεν νά κάνουμε καλό, νά δώσουμε αἷμα, ἐνῶ τό αἷμα μας εἶναι γεμάτο ἀπό πνευματικά μικρόβια καί βλάπτουμε περισσότερο. Ἐάν ὅμως ζούσαμε Πατερικά, θά εἴχαμε ὅλοι πνευματική ὑγεία, τήν ὁποία θά ζήλευαν καί ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι καί θά ἄφηναν τίς ἀρρωστημένες τους πλάνες καί θά σώζονταν δίχως κήρυγμα....Αὐτό πού ἐπιβάλλεται σέ κάθε Ὀρθόδοξο εἶναι νά βάζη τήν καλή ἀνησυχία καί στούς ἑτεροδόξους, νά καταλάβουν δηλαδή ὅτι βρίσκονται σέ πλάνη, γιά νά μήν ἀναπαύουν ψεύτικα τόν λογισμό τους καί στερηθοῦν καί σ' αὐτήν τήν ζωή τίς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας καί στήν ἄλλη ζωή στερηθοῦν τίς περισσότερες καί αἰώνιες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ...» (Ἐπιστολές, 2004, σσ. 123, 149-150).
Στό βιβλίο «Λόγοι Α’. Μέ πόνο καί ἀγάπη γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο» γράφονται τά ἑξῆς:
«...Σήμερα δυστυχῶς μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκή εὐγένεια καί πᾶνε νά δείξουν τόν καλό. Θέλουν νά δείξουν ἀνωτερότητα καί τελικά πᾶνε νά προσκυνήσουν τόν διάβολο μέ τά δύο κέρατα. ...Σήμερα λένε : Ὄχι μόνο μέ αἱρετικό, ἀλλά καί μέ Βουδδιστή καί μέ πυρολάτρη καί μέ δαιμονολάτρη νά συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νά βρίσκωνται στίς συμπροσευχές τους καί στά συνέδρια καί οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μιά παρουσία. Τί παρουσία; Τά λύνουν ὅλα μέ τή λογική (χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα) καί δικαιολογοῦν τά ἀδικαιολόγητα. Τό εὐρωπαϊκό πνεῦμα νομίζει ὅτι καί τά πνευματικά θέματα μποροῦν νά μποῦν στήν Κοινή Ἀγορά...» ( Λόγοι Α΄, 2006, σελ. 347).
Ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Γέροντας Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης γνώριζε πολύ καλά τά σχέδια τοῦ Παπισμοῦ. «Μή φοβᾶστε», ἔλεγε, «οἱ διαθέσεις τοῦ Πάπα ἀνέκαθεν ἦταν νά ὑποτάξει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί θά ἔλθει ἡμέρα πού ὁ διάλογος θά ματαιωθεῖ· τίποτε δέν πρόκειται νά γίνει· ἄλλωστε οἱ οὐνίτες, αὐτός ὁ δούρειος ἵππος, εἶναι φῶς φανάρι ὅτι τούς ἐνδιαφέρει νά ἀναγνωρίσουν οἱ Ὀρθόδοξοι κεφαλήν τόν Πάπα καί τίποτε περισσότερον».
Σέ συνομιλία πού εἶχε μέ κάποιους νέους ἀναφέρει τά ἑξῆς:
[«Μία θρησκεία μόνον εἶναι: Ἡ Ὀρθόδοξος Χριστιανική θρησκεία καί τό πνεῦμα αὐτό τό ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές. Τά ἄλλα πνεύματα, εἶναι πνεύματα πλάνης καί οἱ διδασκαλίες εἶναι μπερδεμένες.
...Καί γι' αὐτό τό σκοπό, ἐπειδή ἐγώ εἶμαι γέροντας, πρέπει νά εἶμαι εἰλικρινής. Ἔχω τόσο κόσμο. Δέν ξεύρεις ὅλος, ὅλος ὁ κόσμος ἐδῶ στό τηλέφωνό μου, νά ἔρθεις ἀπό ὅλα τά βασίλεια τοῦ κόσμου μοῦ τηλεφωνοῦν. Τήν νύχτα, ὅ,τι ὥρα νά 'ναι. Ἀπ' ὅλα τά βασίλεια... Καί ν' ἀκουστεῖ ὅτι εἶμαι κι ἐγώ, ἔχω ἐλεύθερο πνεῦμα καί παραδέχομαι ὅλες τίς θρησκεῖες; Ὄχι, δέν παραδέχομαι. Ὅποιος νά μοῦ πεῖ, καί ἕνας ἄγγελος νά ἔρθει νά μοῦ πεῖ: «ἔτσι εἶναι ὅπως πιστεύει ὁ τάδε», «Ὄχι» θά τοῦ πῶ. «Λές ψέμματα, δέν εἶσαι πνεῦμα ἀγαθόν. Εἶσαι πονηρόν πνεῦμα καί λές αὐτό.» Ἔτσι θά τοῦ πῶ ἐγώ τοῦ ἀγγέλου, δέν θά τόν πιστέψω. (...)
Δέν τό θέλω βέβαια νά προπαγανδίζετε στόν ἕναν καί στόν ἄλλον καί νά λέει: «οἱ θρησκεῖες ὅλες εἶναι μία. Δέν ἔχουνε (διαφορά), τοῦ Θεοῦ εἶναι, σέ ὅποια θέλεις πηγαίνεις. Καί ὅποιο Θεό θέλεις προσκυνάεις». Δέν τά θέλω ἐγώ αὐτά, δέν μπορῶ. Εἶναι ἔτσι τό πνεῦμα μου. (...)
Ἐγώ ἔχω κάνει στήν ἔρημο, ἔχω ἀγωνιστεῖ, ἔχω νηστεῖες, κακουχίες, ἀγρυπνίες, γυμνότητα, μέ παλιόρουχα, μέ..., καί ὅλα αὐτά γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Καί ζοῦσα μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους. Ἀλλά Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Κατάλαβες;
... Εἶναι σύστημα ὁλόκληρο. Πρέπει νά τό μελετήσεις καί μήν μέ ἐπιπολαιότητα λές λόγια, πού δέν εἶναι (σωστά). Δέν μποροῦμε νά ποῦμε τί λέει ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος, δέν μποροῦμε. Πρέπει νά ἰδοῦμε ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ ἀλήθεια εἶναι στήν Ὀρθοδοξία. Ἐγώ τήν ἔχω ζήσει καί τήν ξεύρω μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί ἔχω ζήσει μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους, πού πέφτουνε στό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀληθείας. Ὑπάρχουν πολλά φῶτα, πού βλέπει κανείς καί ἐντυπωσιάζεται, μά ἕνα εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινόν.
...Μόνο ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ ἑνώνει καί ὅλοι πρέπει νά προσευχόμαστε νά ἔρθουνε σ’αὐτή τή θρησκεία. Ἔτσι θά γίνει ἕνωσις, ὄχι μέ τό νά πιστεύεις ὅτι ὅλοι εἴμαστε τό ἴδιο καί ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο. Δέν εἶναι τό ἴδιο.»] (Τό Πνεῦμα τό Ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές, Μέρος πρῶτον, πρώτη συνομιλία, Ἁγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου).
Στή συνέχεια τῶν γραπτῶν αὐτῶν κειμένων καί λόγων τῶν Ἁγίων πού παραθέσαμε πιό πάνω, ὡς ὕστατη ἐν Χριστῷ προσπάθεια, ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά καί τήν αἰτία γιά τήν ἐμμονή τους στήν ὕβριν ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων καί τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ἔτσι ὅπως τήν καταγράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς:
«Νὰ γνωρίζετε δὲ αὐτό, ἀδελφοί, ὅτι τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὰ δυσεβῆ δόγματα ἀλληλοεισάγονται, πραγματοποιούμενα λόγῳ τῆς δικαίας ἐγκαταλείψεως ἀπὸ τὸν Θεό.» (Παλαμικὸν Ταμεῖον, σελ.748, Ὁμιλία Η’ “Ἑτέρα περὶ νηστείας”, ΕΠΕ 9,224.PG 151,101B).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
«Ἐὰν κανεὶς δὲν συμφωνῇ μὲ τοὺς ἁγίους ὅπως ἐμεῖς, δὲν θὰ δεχθοῦμε αὐτὸν σὲ ἐπικοινωνία». (Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς)
«Δυστυχῶς ὁ δυτικός ὀρθολογισμός ἔχει ἐπιδράσει καί σέ ἀνατολικούς ὀρθόδοξους ἄρχοντες καί ἔτσι βρίσκονται σωματικά μόνο στήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὅλο τό εἶναι τους βρίσκεται στήν Δύση πού τήν βλέπουν νά βασιλεύει κοσμικά. Ἐάν ἔβλεπαν τήν Δύση πνευματικά, μέ τό φῶς τῆς Ἀνατολῆς, μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, τότε θά ἔβλεπαν τό πνευματικό ἡλιοβασίλεμα τῆς Δύσης, πού χάνει σιγά‐σιγά τό φῶς τοῦ νοητοῦ Ἡλίου, τοῦ Χριστοῦ, καί προχωρεῖ γιά τό βαθύ σκοτάδι… Πά,πά…βασανίζουν καί μπερδεύουν τόν κόσμο αὐτοί οἱ ἄνθρωποι!» (Ἅγ. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, Λόγοι Α’. Μέ πόνο καί ἀγάπη γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, 1998, σελ. 210).
«...Θά μοῦ πεῖς νά: ”Γιατί δέν τά βλέπει ὁ Θεός;” Μά αὐτά εἶναι, τά βλέπει ὁ Θεός. Ἀλλά ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά ἐπέμβει. Μπορεῖ ὅμως, μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νά ἔρθει, νά ἔρθει ὥστε οἱ ἄνθρωποι ν’ἀποκτήσουν μία ἐπίγνωση, νά ἰδοῦνε τό χάος ὁλοζώντανο μπροστά τους, νά ποῦνε: Ἔ! Πέφτουμε στό χάος, χανόμαστε. Ὅλοι πίσω, ὅλοι πίσω, γυρίστε πίσω, πλανηθήκαμε. Καί νά ἔρθουνε πάλι στό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί νά λάμψει ἡ Ὀρθόδοξος πίστις.» (Ἁγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Τό Πνεῦμα τό Ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές, Μέρος πρῶτον, πρώτη συνομιλία).
Στόν Ἰησοῦν τόν Μεσσίαν ἀνήκει ἡ Βασιλεία, τό Κράτος καί ἡ Δόξα εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
« Ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ... »
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ
Οἱ Ἅγιοι Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης καί Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης κατενόησαν εἰς βάθος τήν ἐντολήν τοῦ Κυρίου ἤτοι τό σκοπούμενον τέλος τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ «γίνεσθε ἅγιοι, γίνεσθε τέλειοι». Βρῆκαν τόν στόχο, τόν κατάλαβαν, ζυμώθηκαν μ’αὐτόν πρός τήν Βασιλείαν, ἔδωσαν αἷμα καί πῆραν Ἅγιον Πνεῦμα, ἔγιναν κληρονόμοι Θεοῦ, συγκληρονόμοι δέ Χριστοῦ. Πέτυχαν διά τῆς Χάριτος τήν ἀξίωσιν τοῦ Χριστοῦ καί τούς χαρίστηκε τό Φῶς, ἡ καθαρότητα, ἡ ταπείνωσις, ἡ διάκρισις. Ὅ,τι ἔχει ὁ Παράκλητος κατά Φύσιν, διά τῆς κοινωνίας, τούς ἐδόθη κατά Χάριν χωρίς ποτέ νά τό ζητήσουν οἱ ἴδιοι, δωρεάν, ὅπως π.χ. ἡ διόρασις, ἡ προόρασις, ἡ προφητεία, καθώς καί σημεῖα φοβερά, ἰάσεις ψυχῶν καί σωμάτων καί ἐκδιώξεις δαιμονίων.
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων οἱ Ἅγιοι Πορφύριος καί Παΐσιος ἀγάπησαν μετά τόν Θεόν καί τούς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως. Ἐν τούτοις, ἡ ἀγάπη τους αὐτή καθώς καί ἡ Ὀρθόδοξη εὐγένεια πρός πάντα ἄνθρωπον δέν ἀπέβαινε ποτέ εἰς βάρος τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας. Τηροῦσαν ἀπαρασάλευτα ἄχρι κεραίας, τούς λόγους τῶν πρό αὐτῶν Ἁγίων «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ, ἀγαπῶντες ἐν ἀληθείᾳ». Ὑπερτόνιζαν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ μοναδική κιβωτός σωτηρίας, ὅπως ἐπίσης ὅτι τά Ὀρθόδοξα Μυστήρια ἀναπλάθουν τόν παλαιόν ἄνθρωπον, τόν κάνουν Καινή Κτίση, κληρονόμον τῆς Βασιλείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, συγκληρονόμον Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τόνιζαν: «Ἔξω ἀπό τήν Ὀρθόδοξον πίστιν καί Παράδοσιν γεννιοῦνται τέκνα ὀργῆς, ἀπιστίας καί ἀπειθείας.»
Δυστυχῶς αὐτή τήν ἀγάπη καί εὐγένεια τῶν Ἁγίων κάποιοι Νεοεποχῖτες δῆθεν Ὀρθόδοξοι, ἐξαιτίας τῆς ἐσκοτισμένης αὐτῶν καρδίας, τήν παρεξήγησαν καί προσπαθοῦν καί σήμερα μέ κείμενα καί εἰκόνες μέσα ἀπό τά media νά παρουσιάσουν τούς Ἁγίους ὡς ἔχοντες πνεῦμα Οἰκουμενιστικό, Νεοεποχίτικο, μέ τήν ἀνόητη δικαιολογία ὅτι ἐδέχοντο ὅλους καί συνομιλοῦσαν μέ τούς πάντες. Ὦ, πλάνη οἰκτρά καί θόλωσις τοῦ νοός!!!
Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές καί πρός ἀποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων παραθέτουμε στή συνέχεια αὐθεντικά στοιχεῖα ἀπό λόγους καί ἐπιστολές τῶν Ἁγίων ὥστε εἰ δυνατόν νά ἔρθουν σέ μετάνοια οἱ ἀντικείμενοι καί νά πάψουν ἐπιτέλους νά συκοφαντοῦν τούς Ἁγίους. Τώρα, ἄν κάποιοι μετά τήν παράθεση αὐτῶν τῶν πειστηρίων παραμείνουν στήν ἀτιμία καί συνεχίσουν διαστρεβλώνοντες τήν ἀλήθεια, σκανδαλίζοντας δέ τούς πιστούς, φέρουν ἀκεραία τήν εὐθύνη καί ἐλέγχονται ὡς αὐτοκατάκριτοι.
Ἀπόσπασμα Α’ Ἐπιστολῆς τοῦ Ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, πού ἐστάλῃ στίς 21-1-1968 στήν Ἱ.Μ. Σταυρονικήτα, ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπιζε τόν κίνδυνο ἀπό τίς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μέ τήν συνέναιση καί σύμπραξη τοῦ τότε Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα:
«”Τό νόμισμα τῆς ἀγάπης” πού κυκλοφορεῖ μετά ἀπό τό “κλείσιμο τῶν δογμάτων”, ἡ “ἐπανίδρυσις τῆς Μιᾶς… Ἐκκλησίας” καί τόσα ἄλλα εἶναι ἀκατανόητα καί κυριολεκτικῶς βλάσφημα διά τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία…
Ἡ ἄρνησις πρός τόν Πατριάρχη (Ἀθηναγόρα) δέν εἶναι ἄρνησι πρός τήν ἀγάπη οὔτε πρός τήν ἑνότητα. Εἶναι «ὄχι» πρός τό ψευδές καί «ναί» πρός τήν Ἀλήθεια, πού κρύβει μέσα της ἡ Ἐκκλησία.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού φάνηκαν «σκληροί» στή διατήρηση τοῦ Δόγματος, εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀγάπησαν περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον τόν ἄνθρωπο. Γιατί γνώρισαν τά ἀπύθμενα βάθη του καί δέν θέλησαν ποτέ νά τόν κοροϊδέψουν μέ τίς συνθηματολογίες ἐφήμερης καί ἀνύπαρκτης ἀγάπης, ἀλλά τόν σεβάστηκαν προσφέροντάς του τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἀληθείας, πού χαρίζει τή μακαρία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωή.
Δέν εἶναι λοιπόν ἡ πιστότης στό Δόγμα στενοκεφαλιά οὔτε ὁ ἀγώνας γιά τήν Ὀρθοδοξία μισαλλοδοξία, ἀλλά ὁ μοναδικός τρόπος ἀληθινῆς ἀγάπης».
Ἀπόσπασμα Β’Ἐπιστολῆς τοῦ ἰδίου πρός τήν Ἱ.Μ. Σταυρονικήτα πού ἐστάλῃ στίς 23-1-1969:
«Ἐπειδή βλέπω τόν μεγάλο σάλο εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας, ἐξ αἰτίας τῶν διαφόρων φιλενωτικῶν κινήσεων καί τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου (Ἀθηναγόρα) μετά τοῦ Πάπα, ἐπόνεσα κι ἐγώ σάν τέκνον Της καί ἐθεώρησα καλόν, ἐκτός ἀπό τίς προσευχές μου, νά στείλω κι ἕνα μικρό κομματάκι κλωστή (πού ἔχω σάν φτωχός Μοναχός), διά νά χρησιμοποιηθεῖ κι αὐτό, ἔστω γιά μιά βελονιά, διά τό πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας… Φαντάζομαι ὅτι θά μέ καταλάβουν ὅλοι, ὅτι τά γραφόμενά μου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνας βαθύς μου πόνος διά τήν γραμμήν καί κοσμικήν ἀγάπην δυστυχῶς τοῦ πατέρα μας κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μιάν ἄλλην γυναίκα μοντέρνα, πού λέγεται Παπική «Ἐκκλησία», διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δέν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδή εἶναι πολύ σεμνή. Αὐτή ἡ ἀγάπη, πού ἀκούσθηκε ἀπό τήν Πόλι, βρῆκε ἀπήχησι σέ πολλά παιδιά του, πού τήν ζοῦν εἰς τάς πόλεις. Ἄλλωστε αὐτό εἶναι καί τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας: ἡ οἰκογένεια νά χάση τό ἱερό νόημά της, πού ὡς σκοπόν ἔχουν τήν διάλυσιν καί ὄχι τήν ἕνωσιν…
Μέ μιά τέτοια περίπου κοσμική ἀγάπη καί ὁ Πατριάρχης μας φθάνει στή Ρώμη. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά δείξη ἀγάπη πρῶτα σέ μᾶς τά παιδιά του καί στή Μητέρα μας Ἐκκλησία, αὐτός, δυστυχῶς, ἔστειλε τήν ἀγάπη του πολύ μακριά. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἀναπαύσει μέν ὅλα τά κοσμικά παιδιά, πού ἀγαποῦν τόν κόσμο καί ἔχουν τήν κοσμικήν αὐτήν ἀγάπην, νά κατασκανδαλίση, ὅμως, ὅλους ἐμᾶς, τά τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, μικρά καί μεγάλα, πού ἔχουν φόβο Θεοῦ.
Μετά λύπης μου, ἀπό ὅσους φιλενωτικούς ἔχω γνωρίσει, δέν εἶδα νά ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νά ὁμιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν, διότι δέν Τόν ἔχουν ἀγαπήσει.
...Ἄς γνωρίζομεν ὅτι δέν ὑπάρχουν μόνο φυσικοί νόμοι, ἀλλά καί πνευματικοί. Ἑπομένως ἡ μέλλουσα ὀργή τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθῆ μέ συνεταιρισμόν ἁμαρτωλῶν (διότι διπλήν ὀργήν θά λάβωμεν), ἀλλά μέ μετάνοιαν καί τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Ἐπίσης ἄς γνωρίσωμεν καλά ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν ἔχει καμμίαν ἔλλειψιν. Ἡ μόνη ἔλλειψις, πού παρουσιάζεται, εἶναι ἡ ἔλλειψις σοβαρῶν Ἱεραρχῶν καί Ποιμένων μέ πατερικές ἀρχές. Εἶναι ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί· ὅμως δέν εἶναι ἀνησυχητικόν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί Αὐτός τήν κυβερνάει… Ὁ Κύριος, ὅταν θά πρέπη, θά παρουσιάση τούς Μάρκους τούς Εὐγενικούς καί τούς Γρηγορίους Παλαμάδες, διά νά συγκεντρώσουν ὅλα τά κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, διά νά ὁμολογήσουν τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν, νά στερεώσουν τήν Παράδοσιν καί νά δώσουν χαράν μεγάλην εἰς τήν Μητέρα μας».
Χαρακτηριστικά τῆς προσοχῆς τοῦ Ἁγίου Παϊσίου στά θέματα τῆς ἐπικοινωνίας καί συμπροσευχῆς μέ τούς αἱρετικούς εἶναι καί τά παρακάτω γεγονότα:
«Κάποτε, διηγήθηκε ὁ Γέροντας, μοῦ ἦρθαν δύο παπικοί, λατίνοι... Μοῦ λέει λοιπόν ὁ ἕνας – Ἔλα νά ποῦμε τό ‘Πάτερ ἡμῶν...’ – Γιά νά τό ποῦμε μαζί, τοῦ εἶπα, πρέπει νά συμφωνοῦμε στό Δόγμα. Ὅμως, μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστί. Ὕστερα μοῦ λέει : - Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι κοντά στό Θεό καί μόνο αὐτοί θά σωθοῦνε; Ὁ Θεός εἶναι μέ ὅλο τόν κόσμο. – Ναί, τοῦ εἶπα. Ἐσύ μπορεῖς νά μοῦ πῆς καί πόσος κόσμος εἶναι κοντά στό Θεό; ... – Ὅλοι μιλᾶνε γιά ἀγάπη, εἰρήνη καί ὁμόνοια, τούς εἶπα στό τέλος, ἀλλά ὅλοι αὐτοί εἶναι διχασμένοι καί μέ τόν ἑαυτό τους καί μέ τούς ἄλλους. Γι' αὐτό καί ἑτοιμάζουν ὅλο καί μεγαλύτερες βόμβες. Πολλοί, πού μιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεό, γιατί δέν τόν ἔχουν ἀγαπήσει, οὔτε ἔχουν ἀληθινή ἀγάπη. Ἀγάπη ἀληθινή ἔχει ἐκεῖνος, πού ἔχει ὀρθή πίστη, ζῆ κοντά στό Θεό, καί τότε ὁ Θεός ζωγραφίζεται στό πρόσωπό του καί οἱ ἄλλοι βλέπουν στό πρόσωπό του τόν Θεό». (Λόγοι Ε΄. Πάθη καί ἀρετές, 2006, σελ. 285).
Ὁ τότε Πάπας, ἔχοντας ἀκούσει γιά τήν φήμη τοῦ Γέροντος Παϊσίου, ἔστειλε μερικούς καρδιναλίους στήν καλύβη τοῦ γέροντος, γιά νά τοῦ ἀνακοινώσουν ὅτι ὁ Πάπας τόν προσκαλεῖ στή Ρώμη, γιά νά συζητήσουν περί δογματικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων. Ἡ ἀπάντηση τοῦ γέροντος ἦταν ἀποστομωτική : «Ὁ πάπας δέν εἶναι ἕτοιμος ἀκόμη γιά μιά τέτοια συζήτηση. Πρέπει νά ἀποβάλλει τόν ἐγωϊσμό του».
Στό βιβλίο του «Ἐπιστολές» λέει τά ἑξῆς:
«Στήν ἐποχή μας, ὅμως, πολλοί ἀπό ἐμᾶς, ἐπηρεαζόμενοι δυστυχῶς ἀπό τήν κοσμική ἀγάπη, πού δέν ἔχει πνευματικό ἀντίκρυσμα, πᾶμε δῆθεν νά κάνουμε καλό, νά δώσουμε αἷμα, ἐνῶ τό αἷμα μας εἶναι γεμάτο ἀπό πνευματικά μικρόβια καί βλάπτουμε περισσότερο. Ἐάν ὅμως ζούσαμε Πατερικά, θά εἴχαμε ὅλοι πνευματική ὑγεία, τήν ὁποία θά ζήλευαν καί ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι καί θά ἄφηναν τίς ἀρρωστημένες τους πλάνες καί θά σώζονταν δίχως κήρυγμα....Αὐτό πού ἐπιβάλλεται σέ κάθε Ὀρθόδοξο εἶναι νά βάζη τήν καλή ἀνησυχία καί στούς ἑτεροδόξους, νά καταλάβουν δηλαδή ὅτι βρίσκονται σέ πλάνη, γιά νά μήν ἀναπαύουν ψεύτικα τόν λογισμό τους καί στερηθοῦν καί σ' αὐτήν τήν ζωή τίς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας καί στήν ἄλλη ζωή στερηθοῦν τίς περισσότερες καί αἰώνιες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ...» (Ἐπιστολές, 2004, σσ. 123, 149-150).
Στό βιβλίο «Λόγοι Α’. Μέ πόνο καί ἀγάπη γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο» γράφονται τά ἑξῆς:
«...Σήμερα δυστυχῶς μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκή εὐγένεια καί πᾶνε νά δείξουν τόν καλό. Θέλουν νά δείξουν ἀνωτερότητα καί τελικά πᾶνε νά προσκυνήσουν τόν διάβολο μέ τά δύο κέρατα. ...Σήμερα λένε : Ὄχι μόνο μέ αἱρετικό, ἀλλά καί μέ Βουδδιστή καί μέ πυρολάτρη καί μέ δαιμονολάτρη νά συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νά βρίσκωνται στίς συμπροσευχές τους καί στά συνέδρια καί οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μιά παρουσία. Τί παρουσία; Τά λύνουν ὅλα μέ τή λογική (χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα) καί δικαιολογοῦν τά ἀδικαιολόγητα. Τό εὐρωπαϊκό πνεῦμα νομίζει ὅτι καί τά πνευματικά θέματα μποροῦν νά μποῦν στήν Κοινή Ἀγορά...» ( Λόγοι Α΄, 2006, σελ. 347).
Ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Γέροντας Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης γνώριζε πολύ καλά τά σχέδια τοῦ Παπισμοῦ. «Μή φοβᾶστε», ἔλεγε, «οἱ διαθέσεις τοῦ Πάπα ἀνέκαθεν ἦταν νά ὑποτάξει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί θά ἔλθει ἡμέρα πού ὁ διάλογος θά ματαιωθεῖ· τίποτε δέν πρόκειται νά γίνει· ἄλλωστε οἱ οὐνίτες, αὐτός ὁ δούρειος ἵππος, εἶναι φῶς φανάρι ὅτι τούς ἐνδιαφέρει νά ἀναγνωρίσουν οἱ Ὀρθόδοξοι κεφαλήν τόν Πάπα καί τίποτε περισσότερον».
Σέ συνομιλία πού εἶχε μέ κάποιους νέους ἀναφέρει τά ἑξῆς:
[«Μία θρησκεία μόνον εἶναι: Ἡ Ὀρθόδοξος Χριστιανική θρησκεία καί τό πνεῦμα αὐτό τό ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές. Τά ἄλλα πνεύματα, εἶναι πνεύματα πλάνης καί οἱ διδασκαλίες εἶναι μπερδεμένες.
...Καί γι' αὐτό τό σκοπό, ἐπειδή ἐγώ εἶμαι γέροντας, πρέπει νά εἶμαι εἰλικρινής. Ἔχω τόσο κόσμο. Δέν ξεύρεις ὅλος, ὅλος ὁ κόσμος ἐδῶ στό τηλέφωνό μου, νά ἔρθεις ἀπό ὅλα τά βασίλεια τοῦ κόσμου μοῦ τηλεφωνοῦν. Τήν νύχτα, ὅ,τι ὥρα νά 'ναι. Ἀπ' ὅλα τά βασίλεια... Καί ν' ἀκουστεῖ ὅτι εἶμαι κι ἐγώ, ἔχω ἐλεύθερο πνεῦμα καί παραδέχομαι ὅλες τίς θρησκεῖες; Ὄχι, δέν παραδέχομαι. Ὅποιος νά μοῦ πεῖ, καί ἕνας ἄγγελος νά ἔρθει νά μοῦ πεῖ: «ἔτσι εἶναι ὅπως πιστεύει ὁ τάδε», «Ὄχι» θά τοῦ πῶ. «Λές ψέμματα, δέν εἶσαι πνεῦμα ἀγαθόν. Εἶσαι πονηρόν πνεῦμα καί λές αὐτό.» Ἔτσι θά τοῦ πῶ ἐγώ τοῦ ἀγγέλου, δέν θά τόν πιστέψω. (...)
Δέν τό θέλω βέβαια νά προπαγανδίζετε στόν ἕναν καί στόν ἄλλον καί νά λέει: «οἱ θρησκεῖες ὅλες εἶναι μία. Δέν ἔχουνε (διαφορά), τοῦ Θεοῦ εἶναι, σέ ὅποια θέλεις πηγαίνεις. Καί ὅποιο Θεό θέλεις προσκυνάεις». Δέν τά θέλω ἐγώ αὐτά, δέν μπορῶ. Εἶναι ἔτσι τό πνεῦμα μου. (...)
Ἐγώ ἔχω κάνει στήν ἔρημο, ἔχω ἀγωνιστεῖ, ἔχω νηστεῖες, κακουχίες, ἀγρυπνίες, γυμνότητα, μέ παλιόρουχα, μέ..., καί ὅλα αὐτά γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Καί ζοῦσα μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους. Ἀλλά Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Κατάλαβες;
... Εἶναι σύστημα ὁλόκληρο. Πρέπει νά τό μελετήσεις καί μήν μέ ἐπιπολαιότητα λές λόγια, πού δέν εἶναι (σωστά). Δέν μποροῦμε νά ποῦμε τί λέει ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος, δέν μποροῦμε. Πρέπει νά ἰδοῦμε ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ ἀλήθεια εἶναι στήν Ὀρθοδοξία. Ἐγώ τήν ἔχω ζήσει καί τήν ξεύρω μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί ἔχω ζήσει μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους, πού πέφτουνε στό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀληθείας. Ὑπάρχουν πολλά φῶτα, πού βλέπει κανείς καί ἐντυπωσιάζεται, μά ἕνα εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινόν.
...Μόνο ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ ἑνώνει καί ὅλοι πρέπει νά προσευχόμαστε νά ἔρθουνε σ’αὐτή τή θρησκεία. Ἔτσι θά γίνει ἕνωσις, ὄχι μέ τό νά πιστεύεις ὅτι ὅλοι εἴμαστε τό ἴδιο καί ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο. Δέν εἶναι τό ἴδιο.»] (Τό Πνεῦμα τό Ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές, Μέρος πρῶτον, πρώτη συνομιλία, Ἁγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου).
Στή συνέχεια τῶν γραπτῶν αὐτῶν κειμένων καί λόγων τῶν Ἁγίων πού παραθέσαμε πιό πάνω, ὡς ὕστατη ἐν Χριστῷ προσπάθεια, ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά καί τήν αἰτία γιά τήν ἐμμονή τους στήν ὕβριν ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων καί τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ἔτσι ὅπως τήν καταγράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς:
«Νὰ γνωρίζετε δὲ αὐτό, ἀδελφοί, ὅτι τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὰ δυσεβῆ δόγματα ἀλληλοεισάγονται, πραγματοποιούμενα λόγῳ τῆς δικαίας ἐγκαταλείψεως ἀπὸ τὸν Θεό.» (Παλαμικὸν Ταμεῖον, σελ.748, Ὁμιλία Η’ “Ἑτέρα περὶ νηστείας”, ΕΠΕ 9,224.PG 151,101B).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
«Ἐὰν κανεὶς δὲν συμφωνῇ μὲ τοὺς ἁγίους ὅπως ἐμεῖς, δὲν θὰ δεχθοῦμε αὐτὸν σὲ ἐπικοινωνία». (Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς)
«Δυστυχῶς ὁ δυτικός ὀρθολογισμός ἔχει ἐπιδράσει καί σέ ἀνατολικούς ὀρθόδοξους ἄρχοντες καί ἔτσι βρίσκονται σωματικά μόνο στήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὅλο τό εἶναι τους βρίσκεται στήν Δύση πού τήν βλέπουν νά βασιλεύει κοσμικά. Ἐάν ἔβλεπαν τήν Δύση πνευματικά, μέ τό φῶς τῆς Ἀνατολῆς, μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, τότε θά ἔβλεπαν τό πνευματικό ἡλιοβασίλεμα τῆς Δύσης, πού χάνει σιγά‐σιγά τό φῶς τοῦ νοητοῦ Ἡλίου, τοῦ Χριστοῦ, καί προχωρεῖ γιά τό βαθύ σκοτάδι… Πά,πά…βασανίζουν καί μπερδεύουν τόν κόσμο αὐτοί οἱ ἄνθρωποι!» (Ἅγ. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, Λόγοι Α’. Μέ πόνο καί ἀγάπη γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, 1998, σελ. 210).
«...Θά μοῦ πεῖς νά: ”Γιατί δέν τά βλέπει ὁ Θεός;” Μά αὐτά εἶναι, τά βλέπει ὁ Θεός. Ἀλλά ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά ἐπέμβει. Μπορεῖ ὅμως, μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νά ἔρθει, νά ἔρθει ὥστε οἱ ἄνθρωποι ν’ἀποκτήσουν μία ἐπίγνωση, νά ἰδοῦνε τό χάος ὁλοζώντανο μπροστά τους, νά ποῦνε: Ἔ! Πέφτουμε στό χάος, χανόμαστε. Ὅλοι πίσω, ὅλοι πίσω, γυρίστε πίσω, πλανηθήκαμε. Καί νά ἔρθουνε πάλι στό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί νά λάμψει ἡ Ὀρθόδοξος πίστις.» (Ἁγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Τό Πνεῦμα τό Ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές, Μέρος πρῶτον, πρώτη συνομιλία).
Στόν Ἰησοῦν τόν Μεσσίαν ἀνήκει ἡ Βασιλεία, τό Κράτος καί ἡ Δόξα εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.