Διηγείται
ο Δαμασκηνός Στουδίτης, ότι τον 7ο αιώνα μ.Χ. βασίλευε στην Περσία ο
ειδωλολάτρης και εχθρός των Χριστιανών Ιζήθ, τον οποίον επισκέφτηκαν
τρεις Εβραίοι μάγοι, διαβάλλοντάς τον ότι εάν προστάξει τους Χριστιανούς
να βγάλουν τις Εικόνες από τις Εκκλησίες τους, τότε εκείνος θα ζήσει
υγιής για πολλά χρόνια...
Όμως, αν και όρισε ο βασιλιάς να μην προσκυνούνται οι Εικόνες, μετά από έναν χρόνο απέθανε και στη θέση του ανήλθε ο ειδωλολάτρης γιος του, τον οποίο πληροφόρησαν οι Χριστιανοί ότι η μόνη αιτία του ξαφνικού θανάτου του πατρός του ήταν ότι άκουσε τους Εβραίους και απαγόρευσε την προσκύνηση των Εικόνων.
Έπεισαν έτσι τον νεαρό βασιλιά να επιτρέψει την προσκύνηση των Εικόνων, ενώ οι τρεις Εβραίοι έφυγαν κρυφά στην Ισαυρία, όπου καθώς πορευόταν βρήκαν να κοιμάται ένας βοσκός όνων, ονόματι Λέων, και επειδή την ώρα εκείνη είδαν να πετάει από πάνω του ένας αετός, κατάλαβαν ως μάγοι που ήταν ότι ο Λέων θα γίνει βασιλιάς. Ξύπνησαν τότε τον βοσκό και του είπαν ότι μπορούν να τον κάνουν βασιλιά, αλλά όταν συμβεί αυτό θα τους το ανταποδώσει με ότι του ζητήσουν!
Οι δόλιοι Εβραίοι αναχώρησαν και ο Λέων στρατολογήθηκε για να πολεμήσει τους Δαλμάτες. Βλέποντας ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Δ΄ ο Πωγωνάτος και οι επόμενοι βασιλείς ότι ήταν γενναίος, τον προήγαγαν σε ανώτερα στρατιωτικά αξιώματα, φθάνοντας σε σημείο να κηρύξει επιτυχή πόλεμο κατά του Θεοδοσίου Γ΄ και να ανακηρυχθεί εκείνος βασιλιάς!
Μαθαίνοντας οι Εβραίοι ότι ο Ίσαυρος Λέων ο Γ΄ έγινε βασιλιάς, προσήλθαν σ’ αυτόν και του υπενθύμισαν ότι είναι εκείνοι που με τις μαγείες τους τον βοήθησαν να γίνει βασιλιάς, ζητώντας το χάρισμα που τους έταξε. Εκείνος ορκίσθηκε τότε να τους δώσει ό,τι του ζητήσουν και εκείνοι οι χριστιανομάχοι τού ζήτησαν να καθαιρέσει τις Άγιες Εικόνες από τους Ναούς των Ορθοδόξων Χριστιανών!
Κατόπιν ο δόλιος βασιλιάς σκέφτηκε να καλέσει τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον Άγιο Γερμανό (715-730) για να τον πείσει με πονηρό τρόπο να κατεβάσει απ’ τους Ναούς τις Εικόνες. Τότε ο Άγιος άρχισε να του εξηγεί ότι οι Άγιες Εικόνες δεν είναι είδωλα, αλλά είναι μορφώματα των Αγίων και του Χριστού, που όποιος τις προσκυνεί δεν τις μολύνει, αλλά αγιάζεται και φωτίζεται περισσότερο. Και όπως ο άνθρωπος που υποφέρει από το ψύχος, όσο πλησιάζει προς την φωτιά τόσο πιο πολύ θερμαίνεται, έτσι και με τις Άγιες Εικόνες, όσο πλησιάζει ο άνθρωπος προς αυτές, τόσο περισσότερο λαμπρύνεται από την χάρη των Αγίων, που είναι ζωγραφισμένοι.
Του φανέρωσε επίσης, ότι προορατικοί Άγιοι έχουν πει ότι θα βασιλεύσει κάποιος βασιλιάς που θα τον λένε Κόνων, ο οποίος θα εγείρει αίρεση κατά των Εικόνων. Τότε ο βασιλιάς παραδέχτηκε ότι στην παιδική του ηλικία, τα άλλα παιδιά τον φώναζαν Κόνων και ο Πατριάρχης αναγνώρισε τότε ότι εκείνος ο βασιλιάς ήταν αυτός που θα εγείρει την αίρεση.
Κατόπιν
ο Άγιος προσπάθησε να πείσει τον ασεβή βασιλιά ότι είναι δίκαιο και
άγιο το να προσκυνούνται οι Άγιες Εικόνες, οι οποίες είναι και
Θαυματουργές.
Του είπε λοιπόν μερικές ωφέλιμες διηγήσεις, ότι στην Έδεσσα της Συρίας ήταν βασιλιάς κάποτε ο Αύγαρος, που ήταν βαριά ασθενής πάσχων από λέπρα και επιθυμούσε πολύ να δεί τον Ιησού Χριστό και Αληθινό Θεό, που κατεδέχθη ως άνθρωπος τέλειος να κατέβει επί της γης, διδάσκοντας τον κόσμο. Έγραψε τότε ο βασιλιάς επιστολή προς τον Χριστό και την απέστειλε με έναν ζωγράφο, ονόματι Ανανία, ώστε αν δεν μπορέσει να πάει ο Χριστός στην Έδεσσα όπως τον προσκαλούσε, τότε ο Ανανίας να τον ζωγραφίσει! Πράγματι αφού πήγε στον Χριστό την επιστολή, προσπάθησε να τον ζωγραφίσει, αλλά μάταια επιχείρησε διότι Εκείνος μετάλλασσε την όψη Του και δεν μπορούσε να δει την μορφή Του ο Ανανίας. Τότε ο Χριστός ζήτησε νερό να νιφθεί και όταν έλαβε μανδήλιο για να σκουπισθεί, τυπώθηκε σ’ αυτό η όψη του προσώπου Του, δίνοντας αυτό το Άγιο Μανδήλιο στον Ανανία να το πάει στον βασιλιά του! Λαβών αυτό ο Αύγαρος το προσκύνησε και ευθύς γιατρεύθηκε η ασθένειά του και βαπτίσθηκε. Στη πύλη δε της πόλεως κατέβασε ένα μεγάλο είδωλο και στη θέση του έστησε το Άγιο Μανδήλιο για να το προσκυνούν όλοι. Αυτό το Μανδήλιο στα κατοπινά χρόνια όταν λιτανεύθηκε στα τείχη της πόλεως, καθώς εκείνη είχε πολιορκηθεί από τους Πέρσες, έστρεψε την φωτιά εναντίον των εχθρών που ετράπησαν σε φυγή.
Του είπε λοιπόν μερικές ωφέλιμες διηγήσεις, ότι στην Έδεσσα της Συρίας ήταν βασιλιάς κάποτε ο Αύγαρος, που ήταν βαριά ασθενής πάσχων από λέπρα και επιθυμούσε πολύ να δεί τον Ιησού Χριστό και Αληθινό Θεό, που κατεδέχθη ως άνθρωπος τέλειος να κατέβει επί της γης, διδάσκοντας τον κόσμο. Έγραψε τότε ο βασιλιάς επιστολή προς τον Χριστό και την απέστειλε με έναν ζωγράφο, ονόματι Ανανία, ώστε αν δεν μπορέσει να πάει ο Χριστός στην Έδεσσα όπως τον προσκαλούσε, τότε ο Ανανίας να τον ζωγραφίσει! Πράγματι αφού πήγε στον Χριστό την επιστολή, προσπάθησε να τον ζωγραφίσει, αλλά μάταια επιχείρησε διότι Εκείνος μετάλλασσε την όψη Του και δεν μπορούσε να δει την μορφή Του ο Ανανίας. Τότε ο Χριστός ζήτησε νερό να νιφθεί και όταν έλαβε μανδήλιο για να σκουπισθεί, τυπώθηκε σ’ αυτό η όψη του προσώπου Του, δίνοντας αυτό το Άγιο Μανδήλιο στον Ανανία να το πάει στον βασιλιά του! Λαβών αυτό ο Αύγαρος το προσκύνησε και ευθύς γιατρεύθηκε η ασθένειά του και βαπτίσθηκε. Στη πύλη δε της πόλεως κατέβασε ένα μεγάλο είδωλο και στη θέση του έστησε το Άγιο Μανδήλιο για να το προσκυνούν όλοι. Αυτό το Μανδήλιο στα κατοπινά χρόνια όταν λιτανεύθηκε στα τείχη της πόλεως, καθώς εκείνη είχε πολιορκηθεί από τους Πέρσες, έστρεψε την φωτιά εναντίον των εχθρών που ετράπησαν σε φυγή.
Μετά απ’ αυτή την διήγηση ο Άγιος Γερμανός ρώτησε τον βασιλιά Λέων, πως θα μπορέσει να καταστρέψει τις Εικόνες, αφού ο ίδιος ο Χριστός είχε τυπώσει το πρόσωπό Του στο Μανδήλιο με το οποίο είχε γιατρευθεί ο Αύγαρος όταν το προσκύνησε;
Στη συνέχεια του ανέφερε και άλλες μαρτυρίες και συγκεκριμένα στη Λύδδα (Διόσπολη), μια πόλη έξω από τα Ιεροσόλυμα, όπου οι Απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης έκτισαν Εκκλησία για να τιμάται η Παναγία όταν ακόμα ζούσε, και της ζήτησαν να έλθει για να ευλογήσει την Εκκλησία της στα εγκαίνια. Εκείνη τους είπε να πάνε και θα την βρουν εκεί! Πήγαν τότε οι Απόστολοι και είδαν την Παναγία ζωγραφισμένη σε μια μαρμάρινη στήλη της Εκκλησίας. Κατόπιν πήγε και η Παναγία και βλέποντας το ομοίωμά της ευχαρίστησε τον Υιό της. Η εικόνα αυτή φυλάχτηκε για πολλά χρόνια και όταν βασίλευε ο δυσεβής Ιουλιανός ο Παραβάτης έστειλε Εβραίους τεχνίτες να βγάλουν την εικόνα. Όμως, όσο εκείνοι έξυναν το μάρμαρο, τόσο λαμπρότερο γινόταν το πρόσωπο της Παναγίας, ενώ ο αλιτήριος Ιουλιανός φονεύθηκε αοράτως στον πόλεμο της Περσίας!
Επίσης, ο Απόστολος Πέτρος στη Λύδδα γιάτρευσε έναν ασθενή, τον Αινέα, ο οποίος μετά εξόδευσε τα χρήματά του κτίζοντας Εκκλησία για να τιμάται η Παναγία. Επειδή όμως οι Έλληνες (ειδωλολάτρες) και οι Εβραίοι φιλονικούσαν με τους Χριστιανούς διεκδικώντας την Εκκλησία, απεφάσισε ο άρχοντας του τόπου να κλειδώσει την Εκκλησία, διατάσσοντας να την ανοίξουν μετά από τρεις ημέρες, και τότε όποιου εκ των τριών γενών σημείο βρεθεί εντός του Ναού, εκείνων θα είναι ο Ναός. Σφράγισαν τότε την Εκκλησία και όταν την άνοιξαν όλοι μαζί, είδαν εντός αυτής ζωγραφισμένη την εικόνα της Παναγίας και έτσι ο Ναός εδόθη στους Χριστιανούς!
Στη νότια Κύπρο υπήρχε κάποτε ένας Ναός της Παναγίας και έξω από αυτόν υπήρχε εικόνα της Παναγίας κρατώντας στην αγκαλιά της τον Χριστό ως Βρέφος, καθώς και δύο Άγγελοι που στέκονταν εκατέρωθεν. Μία ημέρα καθώς περνούσε ένας αράπης, τόξευσε την Εικόνα της Θεοτόκου στο δεξιό γόνατο και ευθύς εχύθη άφθονο αίμα από την πληγή. Ο αράπης τότε, φεύγοντας για το σπίτι του τρέμοντας, ξεψύχησε καθ’ οδόν!
Στην Κωνσταντινούπολη ένας ναύτης, ονόματι Θεόδωρος, έχασε σε ναυάγιο όλο του τον πλούτο κατορθώνοντας να γλιτώσει ο ίδιος από πνιγμό. Πήγε τότε σε έναν Εβραίο φίλο του, παρακαλώντας τον να του δανείσει χρήματα για να μπορέσει να ζήσει. Εκείνος ζήτησε εγγυητή και ο Θεόδωρος τον πήγε μπροστά στην Εικόνα του Ιησού Χριστού που είχε στήσει ο Μέγας Κωνσταντίνος στα χαλκοπρατεία και με πίστη έβαλε εγγυητή τον Χριστό! Πεισθείς τότε ο Εβραίος, του έδωσε όσα χρήματα ήθελε. Ο Χριστιανός κατόπιν εμπορεύθηκε και βοηθούμενος από τον Θεό κέρδισε αρκετά χρήματα. Απεφάσισε λοιπόν να αποστείλει από την Σικελία το όφελος προς τον φίλο του, βάζοντας το ποσό που του όφειλε μέσα σε πισσαρισμένο κιβώτιο, και προσευχόμενος στον Χριστό, Του ζήτησε να φθάσει εκείνο στα χέρια του φίλου του, ρίχνοντας το κιβώτιο στη θάλασσα. Πράγματι, με τη βοήθεια του Θεού, το κιβώτιο το βρήκε ο Εβραίος καθώς περιπατούσε στον αιγιαλό, και ανοίγοντας αυτό, βρήκε ακριβώς το ποσό, καθώς και επιστολή του Θεόδωρου που του διεμήνυε την εξόφληση του χρέους!
Όμως, όταν επέστρεψε ο
Θεόδωρος στην Πόλη, ο φίλος του ζητούσε τα δανεικά λέγοντας ότι δεν
παρέλαβε ποτέ τα χρήματα. Τότε ο πιστός Χριστιανός πήρε τον Εβραίο και
πήγαν μπροστά στην εικόνα του «εγγυητή» Χριστού, και όταν τον ρώτησε ο
Θεόδωρος αν έλαβε τα χρήματα ο φίλος του, ακούσθηκε φωνή από την Αγία
Εικόνα (από τότε ονομάσθηκε «Αντιφωνητής») να λέγει: «Ναι τα πήρε»! Τότε
ο Χριστιανός χάρηκε, ενώ ο Εβραίος τυφλώθηκε, όμως πίστευσε και
βαπτίσθηκε μαζί με την οικογένειά του.
Στην Βηρυτό, έμεινε κάποιος Χριστιανός σ’ ένα σπίτι που το ξενοίκιασε, ξεχνώντας σ’ αυτό μία εικόνα του Εσταυρωμένου Χριστού. Το σπίτι αυτό το νοίκιασε ένας Εβραίος και όταν γέννησε η γυναίκα του, τους επισκέφτηκαν κάποιοι Εβραίοι για να τους ευχηθούν. Αυτοί είδαν την Εικόνα και αμέσως σηκώθηκαν θυμωμένοι να φύγουν, κατηγορώντας τον ομοεθνή τους ότι ήταν Χριστιανός. Εκείνος τότε για να πιστεύσουν αυτοί ότι δεν ήταν Χριστιανός, έβγαλε μια μαχαίρα και την κάρφωσε με θυμό στην δεξιά πλευρά του Χριστού, που σα να ήταν ζώσα σάρκα έρευσε πολύ αίμα, κάνοντας τους Εβραίους να πιστεύσουν!
Με αυτές τις νουθεσίες προσπάθησε ο Πατριάρχης να πείσει τον βασιλιά Λέοντα, επιπλήττοντάς τον για την απιστία του. Θυμωθείς τότε εκείνος χτύπησε τον Άγιο και τον έδιωξε. Κατόπιν, ο βασιλιάς ζήτησε να συμβουλευθεί έναν καλό Χριστιανό και σοφό Διδάσκαλο, τον οποίο συμβουλεύονταν όλοι οι Χριστιανοί βασιλείς. Ούτε τότε όμως επείσθη και αφού κατέκαυσε τον Διδάσκαλο, τους μαθητές και την βιβλιοθήκη τους που περιείχε 700.000 βιβλία, διέταξε να καθαιρέσουν από όλες τις Εκκλησίες τις Άγιες Εικόνες, εδίωξε τον Πατριάρχη Γερμανό καί βασάνισε με απερίγραπτα μαρτύρια όσους τιμούσαν τις Εικόνες.
Όταν πέθανε ο Λέων, τον διαδέχθηκε ο μιαρός και αντίχριστος γιός του ο Κωνσταντίνος Ε΄ ο Κοπρώνυμος που συνέχισε στα χνάρια του πατρός του, καθώς και ο επόμενος εικονομάχος Λέων ο Δ΄.
Ώσπου, εβασίλευσαν οι ευσεβείς βασιλείς Κωνσταντίνος και η μητέρα του Ειρήνη (780-802), οι οποίοι καθοδηγούμενοι από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον Άγιο Ταράσιο, συνεκάλεσαν την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο των 365 Αγίων Πατέρων κατά την οποία στερεώθησαν τα δόγματα για την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων.