Η Καισαρεία βρίσκεται στο κέντρο της Μικράς Ασίας και έχει μια πολύ μεγάλη ιστορία ενώ έγινε γνωστή από τον μεγάλο Πατέρα της ορθοδοξίας, τον Άγιο Βασίλειο.
Όταν φτάσαμε εκεί ήταν βράδυ και πήγαμε σε ένα ξενοδοχείο να ξεκουραστούμε. Ο ξενοδόχος έμεινε έκπληκτος από τα ελληνικά διαβατήρια μας, καθώς την εποχή εκείνη οι Έλληνες σε αυτή την περιοχή ήταν σπανιότατο είδος. Στους δρόμους σε πολλές βιτρίνες υπήρχαν ακόμα φωτογραφίες από πεσόντες στην εισβολή στην Κύπρο.
Το πρωί όταν σηκωθήκαμε δεν χορταίναμε την αίσθηση ότι βρισκόμαστε στην καρδιά της Μικράς Ασίας από όπου είχαν ξεκινήσει οι πρόγονοι, σε μια πόλη όπου έχουν «ανθήσει» οι μεγάλοι Πατέρες της εκκλησίας.
Πήγαμε σε ένα μπουγατσατζίδικο όπου μας σέρβιραν ζεστή τοπική μπουγάτσα, την πιο νόστιμη που είχαμε δοκιμάσει ποτέ και ζεστό φρέσκο γάλα.
Αφού ευχαριστηθήκαμε το πρωινό μας, βγήκαμε στον δρόμο. Η πόλη είχε ξυπνήσει και ακολουθούσε τον δικό της νωχελικό ανατολίτικο ρυθμό.
Περπατούσαμε σε μια κεντρική αρτηρία και μπροστά μας πλάι στο μεγάλο τζαμί πρόβαλλε ο επιβλητικός εγκαταλειμμένος ναός που κάποτε λειτουργούσε η ελληνορθόδοξη εκκλησία.
Παρατήρησα ότι μας ακολουθούσα ένας νεαρός γύρω στα 17. Γύρισα προς το μέρος και τον ρώτησα τι θέλει.
Αυτός απάντησε τότε ρωτώντας στα αγγλικά αν είναι τουρίστες και συνέχισε λέγοντας πως, «εγώ ξεναγώ τους ξένους στα αξιοθέατα της πόλης».
Όταν του είπα Γιουνανλήδες, έμεινε για λίγο αποσβολωμένος. Δεν το περίμενε εκεί στην καρδιά της Ανατολίας.
«Αν είναι αλήθεια», είπε «έχω κάτι να σας δείξω που θα σας ενδιαφέρει». Μα μεγάλη απορία αλλά και διστακτικότητα τον ακολουθήσαμε Μας οδήγησε σε μια λαϊκή περιοχή και σε λίγο φτάσαμε σε ένα ερειπωμένο κτίσμα που έμοιαζε, ή θα μπορούσε να ήταν κάποτε κάποια εκκλησία.
«Εκεί μέσα είναι» μας είπε και πρόσθεσε «η αμοιβή μου είναι 10 λίρες» (της εποχής). Στην Τουρκία πολλοί κάνουν παρασιτικά επαγγέλματα και επιβιώνουν με αυτόν τον παρασιτισμό.
«Τι είναι εκεί μέσα στο εγκαταλειμμένο κτίσμα» τον ρωτήσαμε με κάποια καχυποψία. «Πάγετε μέσα και θα δείτε, αλλά δεν χρειάζεται να το πείτε πουθενά».
Αφού του δώσαμε τις λίρες, με ένα ευχαριστήριο βλέμμα μας αποχαιρέτησε και έφυγε σχεδόν τρεχάτος. Προχωρήσαμε τότε και μπήκαμε από την ανοιχτή ξηλωμένη πόρτα στο ερειπωμένο κτίσμα. Κάπου στο βάθος φάνηκε πως έκαιγε ένα καντήλι. Νοιώσαμε μεγάλη έκπληξη.
Αλλά η έκπληξη μας μεγάλωσε ακόμα περισσότερο όταν πλησιάσαμε με δισταγμό στο μέρος όπου έκαιγε το καντήλι. Εκεί πίσω από το καντήλι είδαμε μια μεγάλη εικόνα, που έμοιαζε να είναι χωρίς να ήμασταν σίγουροι του Αγίου Νικολάου και διπλά ένα θυμιατήρι που έδειχνε πως το χρησιμοποιούσαν.
Νοιώσαμε μια μεγάλη έκπληξη ανακατωμένη με συγκίνηση. Ο νεαρός που μας είχε οδηγήσει εκεί και που θα μπορούσε να μας πει περισσότερα είχε εξαφανιστεί. Ψάξαμε γύρω από το κτίσμα για κάποιο άλλο ανθρώπινο ίχνος αλλά δεν υπήρχε τίποτα.
Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια και δεν ξέρω αν εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα εκείνο το χαμένο παρεκλλησάκι, ή αν το γκρέμισαν και ποια ήταν η τύχη εκείνου του περιέργου νεαρού.
«Από τις περιηγήσεις δυο ελληνορθόδοξων στα βάθη της Ανατολίας», (περισσότερες λεπτομέρειες, φωτογραφίες και ονόματα, για ευνόητους λόγους παραλείπονται).
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
http://nikosxeiladakis.gr