..Τῆς συστήθηκαν οι Άγγελοι μέ τά ὀνόματά τους, δέν τά λησμόνησε ἀλλά τά ἐνέταξε στήν καρδιακή μνήμη της: Μιχαήλ, Γαβριήλ, Οὐριήλ, Ραφαήλ, Φαναήλ, Θαναήλ. Ὁ Οὐριήλ τῆς εἶπε ὅτι φυλάει τήν ἄβυσσο. Σήκωσαν ψηλά τίς ρομφαῖες καί τῆς ἔκαναν «ρεκάπιτο» ὅπως εἶπε, γιά νά περάσει. Τήν ὁδήγησαν σέ ἕνα πάγχρυσο παλάτι. Εἶναι ὁ τόπος τῆς κατοικίας σου, τῆς εἶπαν. Στή μέση ξεχείλιζε ἕνα ὁλόχρυσο δοχεῖο πού ἀνέβλυζε κρυστάλλινο νερό. Ρώτησε: «τί εἶναι αὐτό;» «εἶναι τό δοχεῖο τῆς καρδιᾶς σου» ἀπάντησαν. «Καί ξεχειλίζει ἡ ἁγνότητά σου, ἡ σιωπή σου, ἡ ταπεινοφροσύνη σου καί οἱ ἐλεημονιές σου».
Οἱ 4 καβαλάρηδες Ἅγιοι Μηνᾶς, Γεώργιος, Δημήτριος καί Νικήτας ἦταν σχεδόν ἡ μόνιμη συντροφιά της.
Τούς περιέγραφε μέ ἀφελότητα καρδιᾶς καί ἐκπληκτική ἀκρίβεια.
Νόμιζε ὅτι ἡ ἐνόραση εἶναι φυσικό ἰδίωμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί ἄρα ὅλοι μποροῦμε νά ἔχουμε τίς ἴδιες προσλαμβάνουσες παραστάσεις.
Ἔλεγε:
«ὁ Μηνᾶς παιδί μου εἶναι θηρίο στό μπόι.
Ἄνδρας θεμελιακός, γεμᾶτος, πλαταρᾶς καί σκοῦρος λίγο στήν δερμάτινη ἐμφάνιση.
Πιό μεγάλος ἡλικιακά ἀπό τούς ἄλλους, λευκός περίπου στό τρίχωμα τῆς κεφαλῆς καί εἶναι ἡγετική μορφή. Εἶναι ὁ ἀρχηγός τῆς παρέας.
Ὁ Γεώργιος καί ὁ Δημήτριος εἶναι πανέμορφα παλληκαράκια. Μέτριοι στό ἀνάστημα καί εἰκοσιπεντάρηδες στήν ἡλικία.
Ὁ Νικήτας εἶναι πρός τό ψηλός στό ἀνάστημά
του καί ὁλόξανθος.
Τά μαλλιά του μοιάζουν μέ τά γένια τοῦ παπποῦ μου πού ἦταν ξανθά σάν τό λινάρι»
Από τον επικήδειο λόγο συναξάρι του π. Αντωνίου για την οσιοτάτη Γεροντισσα Γαλακτία