Οι σχέσεις Ελλάδας και Ρωσίας βρίσκονται αυτή την περίοδο στο ναδίρ και φαίνεται πώς η κάτω βόλτα άρχισε όταν η κυβέρνηση Τσίπρα αποφάσισε να κάνει στροφή προς τη Δύση και να παίζει το «παιχνίδι» των ΗΠΑ σε βάρος της Μόσχας και των συμφερόντων της στην περιοχή. Μέχρι στιγμής πάντως η κυβέρνηση δεν έχει πάρει ανταλλάγματα από αυτή την πολιτική, αντιθέτως χάνει από την ενίσχυση των ρωσοτουρκικών σχέσεων.
Πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, στις 28 Μαΐου 2016, η ατμόσφαιρα ανάμεσα στην Αθήνα και τη Μόσχα ήταν πολύ πιο θερμή από σήμερα. Ο πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντιμίρ Πούτιν αποβιβαζόταν στις Καρυές του Αγίου Aρους από την πολυτελή θαλαμηγό «Κύκνος 1» του Πολεμικού Ναυτικού για να συνεχίσει το δεύτερο και, όπως φάνηκε και τότε, πολιτικά σημαντικότερο γι’ αυτόν, σκέλος της επίσκεψής του στην Ελλάδα.
Εκείνο το πρωί σημειώθηκε ένα περιστατικό, το οποίο ενόχλησε έντονα την Αθήνα, αποσιωπήθηκε για λόγους διπλωματικούς. Στην Ουρανούπολη, όπως αναφέρει η «Καθημερινή» αντιπροσωπεία υψηλόβαθμων Ελλήνων αξιωματούχων, συνοδευομένων από τη φρουρά τους, επιχείρησε να επιβιβαστεί στη θαλαμηγό η οποία θα μετέφερε τον κ. Πούτιν στις Καρυές και στο Άγιον Όρος.
Εκεί βρίσκονταν ήδη οι πάνοπλοι άνδρες της φρουράς του Ρώσου προέδρου, κάνοντας σαφές ότι δεν μπορεί να επιβιβαστεί στο σκάφος οποιοσδήποτε πέρα από τον κ. Πούτιν και τη συνοδεία του. Μάλιστα, οι Ρώσοι επισήμαναν ότι δεν μπορούσε να επιτραπεί ούτε η επιβίβαση Ελλήνων ενόπλων αστυνομικών. Αρχικά δημιουργήθηκε ένταση, ωστόσο η αυστηρή στάση της ρωσικής φρουράς δεν άφησε κανένα περιθώριο παρερμηνείας.
Το επεισόδιο δεν έλαβε διαστάσεις αποκλειστικά και μόνο λόγω της διακριτικότητας που έδειξε η ελληνική πλευρά. Ωστόσο, ήδη από το προηγούμενο βράδυ και τη συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον κ. Πούτιν στο Μέγαρο Μαξίμου, είχε φανεί ότι ο Ρώσος πρόεδρος είχε ως μοναδικό στόχο να προειδοποιήσει τους Δυτικούς από μια πρωτεύουσα χώρας της Ε.Ε. για την αντιπυραυλική ασπίδα.
Το συγκεκριμένο κλίμα αναβίωσε πριν από λίγες ημέρες, αυτή τη φορά λόγω διαρροών από τη ρωσική πλευρά για τη μετάβαση στη Μόσχα του υπουργού Ναυτιλίας Π. Κουρουμπλή και του υπουργού αναπληρωτή Εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλου. Οι δύο υπουργοί επρόκειτο να μεταβούν στη Μόσχα, όπου θα συνεδρίαζε η Μεικτή Διυπουργική Επιτροπής Ελλάδας – Ρωσίας. Λίγο προτού αναχωρήσουν από την Αθήνα, έγινε γνωστό ότι στο τραπέζι της Επιτροπής θα κάθονταν και τέσσερις αποκαλούμενοι «βουλευτές» από την Κριμαία.
Η Αθήνα απάντησε ότι υπουργοί χώρας της Ε.Ε. δεν μπορεί να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με τους συγκεκριμένους «βουλευτές», καθώς δεν αναγνωρίζει την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία. Την επόμενη ημέρα έγινε προσπάθεια να σχεδιαστεί ξανά η συνεδρίαση, ωστόσο οι Ρώσοι επέμειναν ότι οι τέσσερις «βουλευτές» της Κριμαίας θα κάθονται στο τραπέζι. Με εντολή του υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά σταμάτησε οποιαδήποτε συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα και η Διυπουργική ανεβλήθη για άγνωστη ημερομηνία.
Η απόσταση αυξάνεται
Η επιδείνωση των ελληνορωσικών σχέσεων δεν περιορίζεται μόνο σε επεισόδια όπως αυτά που μόλις προαναφέρθηκαν. Μετά το «ινδιάνικο καλοκαίρι» του πρώτου εξαμήνου του 2015 (όταν στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα συμμετείχε ακόμα η ρωσόφιλη πτέρυγα Π. Λαφαζάνη, Νάντιας Βαλαβάνη κ.ά.), άρχισε να γίνεται σαφές ότι η απόσταση που χωρίζει την Αθήνα από τη Μόσχα είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ όσο φαίνεται. Η συγκεκριμένη απόσταση προέκυψε παρά τις αρχικές, σοβαρές προσπάθειες της Αθήνας να διαδραματίσει κατά το δυνατόν ρόλο μεσολαβητή ανάμεσα στη Μόσχα και τις Βρυξέλλες.
Στη διάρκεια αυτής της προσπάθειας στην Αθήνα προσπαθούσαν να διαχειριστούν όσο πιο διπλωματικά γινόταν υψηλού συμβολισμού ρωσικές κινήσεις στη Βόρεια Ελλάδα, όπως η δραστηριοποίηση συλλόγων παλιννοστούντων, προκειμένου να φανεί το ρωσικό αποτύπωμα στην περιοχή μέσω εορτασμού αμφιβόλου ιστορικής πραγματικότητας, από την Αλεξανδρούπολη έως τη Δυτική Μακεδονία.
Ήδη τότε για την ελληνική διπλωματία δημιουργούσε πολύ σοβαρά προβλήματα και το «σκληρό» παιχνίδι που παίζεται με επίκεντρο το Πατριαρχείο της Μόσχας εναντίον του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη. Υπενθυμίζεται ότι τον κ. Πούτιν στο Αγιον Ορος και στη Μονή Παντελεήμονος συνόδευε τον Μάιο του 2016 και ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος.
Εκπαίδευση πιλότων
Ωστόσο, τα σοβαρά προβλήματα για την Αθήνα άρχισαν μετά τον Ιούλιο του 2016 και την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία. Η προσέγγιση Αγκυρας – Μόσχας έχει φθάσει σε ένα τέτοιο σημείο που προκαλεί ενόχληση στην Αθήνα. Η πιθανή πώληση πυραύλων S-400 στην Τουρκία ανησυχεί την Αθήνα, ωστόσο προς το παρόν δεν έχει υλοποιηθεί. Σύμφωνα με πληροφορίες οι Τούρκοι δεν έχουν ακόμη προχωρήσει σε καμία προκαταβολή, καθώς ζητούν και τεχνολογία, κάτι το οποίο οι Ρώσοι αρνούνται να παρέχουν, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση.
Αντιθέτως, οι Ρώσοι έχουν αποδειχθεί πολύ χρήσιμοι στους Τούρκους στον τομέα της εκπαίδευσης. Οι Τούρκοι πιλότοι που έχουν απομείνει στην Πολεμική Αεροπορία της γειτονικής χώρας εκπαιδεύονται στη Συρία από τους Ρώσους. Οι πιλότοι αυτοί επιστρέφουν μετά στο Αιγαίο πέλαγος, έχοντας αποκτήσει πολύτιμες γνώσεις και ικανότητες, εκπαιδευμένοι στο πλευρό μιας από τις πιο σημαντικές αεροπορίες του κόσμου.
Επίσης, δεν έχει περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι η Μόσχα εκπαιδεύει και περίπου 600 Τούρκους επιστήμονες στην πυρηνική τεχνολογία. Αν και η πρόοδος στον σχεδιασμό και, πολύ περισσότερο, στην κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων στον βορρά και τον νότο της Τουρκίας είναι ακόμη πολύ αργή, πρακτικά η Αγκυρα ήδη αρχίσει να επιμορφώνει την πρώτη γενιά δικών της πυρηνικών επιστημόνων.
Η Ελλάδα έχει αρχίσει να γίνεται δέκτης πιέσεων από τη Μόσχα και για τον σχεδιαζόμενο Turkish Stream. Οι Ρώσοι προφανώς έχουν θορυβηθεί από τη σχεδιαζόμενη αμερικανική επένδυση στην Αλεξανδρούπολη. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Μόσχα έχει διαμηνύσει στην Αθήνα ότι η αναβλητικότητα στη λήψη μιας οριστικής απόφασης για τη στάση που θα ακολουθήσει έναντι του Turkish Stream θα οδηγήσει στον ανασχεδιασμό του αγωγού και τη στροφή του προς βορρά και συγκεκριμένα στη Βουλγαρία.
Η γειτονική χώρα, βέβαια, όπως και ακόμη βορειότερα, η Ρουμανία, είναι στενά προσδεδεμένες στο άρμα του ΝΑΤΟ και δύσκολα θα προχωρούσαν σε μια συμφωνία που θα οδηγούσε σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ. Ακόμη περισσότερο, η Αθήνα δεν μπορεί να λάβει μια τέτοια απόφαση ερήμην της Ε.Ε.
Υπενθυμίζεται πως και οι Βρυξέλλες θεωρούν ότι το εγχείρημα του Turkish Stream είναι μη βιώσιμο. Ακόμη ένα στοιχείο έντασης ανάμεσα στην Μόσχα και την Αθήνα είναι και τα Ναυπηγεία της Σύρου, για τα οποία –θεωρητικά τουλάχιστον– υπήρχε ρωσικό ενδιαφέρον. Δεδομένου ότι αυξάνονται οι πιθανότητες απόκτησης των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων από μια εταιρεία ελληνοαμερικανικών συμφερόντων, η ρωσική εμπλοκή έχει πρακτικά ακυρωθεί.
Πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, στις 28 Μαΐου 2016, η ατμόσφαιρα ανάμεσα στην Αθήνα και τη Μόσχα ήταν πολύ πιο θερμή από σήμερα. Ο πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντιμίρ Πούτιν αποβιβαζόταν στις Καρυές του Αγίου Aρους από την πολυτελή θαλαμηγό «Κύκνος 1» του Πολεμικού Ναυτικού για να συνεχίσει το δεύτερο και, όπως φάνηκε και τότε, πολιτικά σημαντικότερο γι’ αυτόν, σκέλος της επίσκεψής του στην Ελλάδα.
Εκείνο το πρωί σημειώθηκε ένα περιστατικό, το οποίο ενόχλησε έντονα την Αθήνα, αποσιωπήθηκε για λόγους διπλωματικούς. Στην Ουρανούπολη, όπως αναφέρει η «Καθημερινή» αντιπροσωπεία υψηλόβαθμων Ελλήνων αξιωματούχων, συνοδευομένων από τη φρουρά τους, επιχείρησε να επιβιβαστεί στη θαλαμηγό η οποία θα μετέφερε τον κ. Πούτιν στις Καρυές και στο Άγιον Όρος.
Εκεί βρίσκονταν ήδη οι πάνοπλοι άνδρες της φρουράς του Ρώσου προέδρου, κάνοντας σαφές ότι δεν μπορεί να επιβιβαστεί στο σκάφος οποιοσδήποτε πέρα από τον κ. Πούτιν και τη συνοδεία του. Μάλιστα, οι Ρώσοι επισήμαναν ότι δεν μπορούσε να επιτραπεί ούτε η επιβίβαση Ελλήνων ενόπλων αστυνομικών. Αρχικά δημιουργήθηκε ένταση, ωστόσο η αυστηρή στάση της ρωσικής φρουράς δεν άφησε κανένα περιθώριο παρερμηνείας.
Το επεισόδιο δεν έλαβε διαστάσεις αποκλειστικά και μόνο λόγω της διακριτικότητας που έδειξε η ελληνική πλευρά. Ωστόσο, ήδη από το προηγούμενο βράδυ και τη συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον κ. Πούτιν στο Μέγαρο Μαξίμου, είχε φανεί ότι ο Ρώσος πρόεδρος είχε ως μοναδικό στόχο να προειδοποιήσει τους Δυτικούς από μια πρωτεύουσα χώρας της Ε.Ε. για την αντιπυραυλική ασπίδα.
Το συγκεκριμένο κλίμα αναβίωσε πριν από λίγες ημέρες, αυτή τη φορά λόγω διαρροών από τη ρωσική πλευρά για τη μετάβαση στη Μόσχα του υπουργού Ναυτιλίας Π. Κουρουμπλή και του υπουργού αναπληρωτή Εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλου. Οι δύο υπουργοί επρόκειτο να μεταβούν στη Μόσχα, όπου θα συνεδρίαζε η Μεικτή Διυπουργική Επιτροπής Ελλάδας – Ρωσίας. Λίγο προτού αναχωρήσουν από την Αθήνα, έγινε γνωστό ότι στο τραπέζι της Επιτροπής θα κάθονταν και τέσσερις αποκαλούμενοι «βουλευτές» από την Κριμαία.
Η Αθήνα απάντησε ότι υπουργοί χώρας της Ε.Ε. δεν μπορεί να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με τους συγκεκριμένους «βουλευτές», καθώς δεν αναγνωρίζει την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία. Την επόμενη ημέρα έγινε προσπάθεια να σχεδιαστεί ξανά η συνεδρίαση, ωστόσο οι Ρώσοι επέμειναν ότι οι τέσσερις «βουλευτές» της Κριμαίας θα κάθονται στο τραπέζι. Με εντολή του υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά σταμάτησε οποιαδήποτε συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα και η Διυπουργική ανεβλήθη για άγνωστη ημερομηνία.
Η απόσταση αυξάνεται
Η επιδείνωση των ελληνορωσικών σχέσεων δεν περιορίζεται μόνο σε επεισόδια όπως αυτά που μόλις προαναφέρθηκαν. Μετά το «ινδιάνικο καλοκαίρι» του πρώτου εξαμήνου του 2015 (όταν στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα συμμετείχε ακόμα η ρωσόφιλη πτέρυγα Π. Λαφαζάνη, Νάντιας Βαλαβάνη κ.ά.), άρχισε να γίνεται σαφές ότι η απόσταση που χωρίζει την Αθήνα από τη Μόσχα είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ όσο φαίνεται. Η συγκεκριμένη απόσταση προέκυψε παρά τις αρχικές, σοβαρές προσπάθειες της Αθήνας να διαδραματίσει κατά το δυνατόν ρόλο μεσολαβητή ανάμεσα στη Μόσχα και τις Βρυξέλλες.
Στη διάρκεια αυτής της προσπάθειας στην Αθήνα προσπαθούσαν να διαχειριστούν όσο πιο διπλωματικά γινόταν υψηλού συμβολισμού ρωσικές κινήσεις στη Βόρεια Ελλάδα, όπως η δραστηριοποίηση συλλόγων παλιννοστούντων, προκειμένου να φανεί το ρωσικό αποτύπωμα στην περιοχή μέσω εορτασμού αμφιβόλου ιστορικής πραγματικότητας, από την Αλεξανδρούπολη έως τη Δυτική Μακεδονία.
Ήδη τότε για την ελληνική διπλωματία δημιουργούσε πολύ σοβαρά προβλήματα και το «σκληρό» παιχνίδι που παίζεται με επίκεντρο το Πατριαρχείο της Μόσχας εναντίον του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη. Υπενθυμίζεται ότι τον κ. Πούτιν στο Αγιον Ορος και στη Μονή Παντελεήμονος συνόδευε τον Μάιο του 2016 και ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος.
Εκπαίδευση πιλότων
Ωστόσο, τα σοβαρά προβλήματα για την Αθήνα άρχισαν μετά τον Ιούλιο του 2016 και την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία. Η προσέγγιση Αγκυρας – Μόσχας έχει φθάσει σε ένα τέτοιο σημείο που προκαλεί ενόχληση στην Αθήνα. Η πιθανή πώληση πυραύλων S-400 στην Τουρκία ανησυχεί την Αθήνα, ωστόσο προς το παρόν δεν έχει υλοποιηθεί. Σύμφωνα με πληροφορίες οι Τούρκοι δεν έχουν ακόμη προχωρήσει σε καμία προκαταβολή, καθώς ζητούν και τεχνολογία, κάτι το οποίο οι Ρώσοι αρνούνται να παρέχουν, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση.
Αντιθέτως, οι Ρώσοι έχουν αποδειχθεί πολύ χρήσιμοι στους Τούρκους στον τομέα της εκπαίδευσης. Οι Τούρκοι πιλότοι που έχουν απομείνει στην Πολεμική Αεροπορία της γειτονικής χώρας εκπαιδεύονται στη Συρία από τους Ρώσους. Οι πιλότοι αυτοί επιστρέφουν μετά στο Αιγαίο πέλαγος, έχοντας αποκτήσει πολύτιμες γνώσεις και ικανότητες, εκπαιδευμένοι στο πλευρό μιας από τις πιο σημαντικές αεροπορίες του κόσμου.
Επίσης, δεν έχει περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι η Μόσχα εκπαιδεύει και περίπου 600 Τούρκους επιστήμονες στην πυρηνική τεχνολογία. Αν και η πρόοδος στον σχεδιασμό και, πολύ περισσότερο, στην κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων στον βορρά και τον νότο της Τουρκίας είναι ακόμη πολύ αργή, πρακτικά η Αγκυρα ήδη αρχίσει να επιμορφώνει την πρώτη γενιά δικών της πυρηνικών επιστημόνων.
Η Ελλάδα έχει αρχίσει να γίνεται δέκτης πιέσεων από τη Μόσχα και για τον σχεδιαζόμενο Turkish Stream. Οι Ρώσοι προφανώς έχουν θορυβηθεί από τη σχεδιαζόμενη αμερικανική επένδυση στην Αλεξανδρούπολη. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Μόσχα έχει διαμηνύσει στην Αθήνα ότι η αναβλητικότητα στη λήψη μιας οριστικής απόφασης για τη στάση που θα ακολουθήσει έναντι του Turkish Stream θα οδηγήσει στον ανασχεδιασμό του αγωγού και τη στροφή του προς βορρά και συγκεκριμένα στη Βουλγαρία.
Η γειτονική χώρα, βέβαια, όπως και ακόμη βορειότερα, η Ρουμανία, είναι στενά προσδεδεμένες στο άρμα του ΝΑΤΟ και δύσκολα θα προχωρούσαν σε μια συμφωνία που θα οδηγούσε σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ. Ακόμη περισσότερο, η Αθήνα δεν μπορεί να λάβει μια τέτοια απόφαση ερήμην της Ε.Ε.
Υπενθυμίζεται πως και οι Βρυξέλλες θεωρούν ότι το εγχείρημα του Turkish Stream είναι μη βιώσιμο. Ακόμη ένα στοιχείο έντασης ανάμεσα στην Μόσχα και την Αθήνα είναι και τα Ναυπηγεία της Σύρου, για τα οποία –θεωρητικά τουλάχιστον– υπήρχε ρωσικό ενδιαφέρον. Δεδομένου ότι αυξάνονται οι πιθανότητες απόκτησης των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων από μια εταιρεία ελληνοαμερικανικών συμφερόντων, η ρωσική εμπλοκή έχει πρακτικά ακυρωθεί.