Διηγείται ο Γέρων Εφραίμ Φιλοθεΐτης (Αριζόνα)
Διαβάζουμε στο Γεροντικό ότι ένας ερημίτης, ένας σπηλαιώτης ασκητής, είχε έναν υποτακτικό και κάποια μέρα τού έδωσε το εργόχειρο και του είπε:
"Παιδί μου, θα πας κάτω στην πόλη να το πουλήσεις και να αγοράσεις τα χρειαζόμενα και να επανέλθεις"...
Ο μοναχός ως καλός υποτακτικός κατέβηκε και έκανε μερικές ημέρες, μέχρις ότου διαθέσει το εμπόρευμα. Και στις ημέρες εκείνες είδε μία κηδεία πολύ λαμπρά με τα πλέον εξεζητημένα μέσα πολυτελείας εκείνου του καιρού, άμαξες και ζώα και λαμπρότητες, είδε την κηδεία να πορεύεται με έναν καιρό ηλιόλουστο, μια πάρα πολύ χαρούμενη ημέρα, κόσμος κλπ, και απορώντας έλεγε:
"Μα, ποιός να πέθανε, ποιός μεγάλος άνθρωπος και τόση μεγάλη λαμπρά κηδεία τού γίνεται".
Και ρώτησε κάποιον άνθρωπο και του είπε παραδόξως ότι: "η Α πόρνη γυναίκα απέθανε", και έλεγε: "Μα, τόση χλιδή;"
Το αντιπαρήλθε. Τελείωσε τις δουλειές που είχε να κάνει και επέστρεψε εις τον γέροντά του. Και όταν έφτασε προ της πύλης της σπηλιάς, ακούει μέσα βογγητά και μουγκρητά ζώου και αυτό ήταν ένα λιοντάρι που κατεσπάραζε τον γέροντα ασκητή, τον εξαϋλωμένο άνθρωπο, και αμέσως σαλεύτηκε ο νους του, θόλωσε η διάκριση και είπε:
"Μα, η πόρνη με τόση λαμπρότητα και τιμές και ένας άγιος άνθρωπος να υποστεί αυτόν τον σκληρό θάνατο, να τον τρώγει ένα θηρίο; Ποία είναι η κρίσις του Θεού;"
Σαν να έβλεπε με τον νου του αδικία και αδιακρισία από τον Θεό. Και σκέφτηκε να επιστρέψει στον κόσμο, διότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε διδαχτεί και φανταστεί. Και όταν γύρισε τα βήματά του προς τον κόσμο, ο Θεός επέβλεψε δι' ευχών του Γέροντός του και φάνηκε άγγελος του Θεού και του λέει:
"Γιατί σκέφτηκες τόσο άδικα απέναντι στην κρίση του Θεού;"
"Μα, πώς", του λέει, "άγγελέ μου, να μην σκεφτώ έτσι, τη στιγμή που βλέπω τόση διαφορά εις τον θάνατον, τη στιγμή που ο γέροντάς μου ήταν άγιος άνθρωπος και εκείνη ήταν μία πόρνη γυναίκα; Εντελώς τα πράγματα διαφορετικά".
"Ναι, έτσι προφανώς φαίνονται", του απαντά ο άγγελος του Θεού, "αλλά η κρίσις του Θεού είναι διαφορετική. Η πόρνη γυναίκα -σαν άνθρωπος και αυτή- είχε κάνει ορισμένες πράξεις καλές και ο γέροντάς σου πριν έρθει να ασκητέψει, σαν λαϊκός είχε και αυτός -σαν άνθρωπος- ορισμένες αμαρτίες.
Την πόρνη για τις καλές της πράξεις ο Θεός της απέδωσε το δίκαιον όφλημα και έτσι δεν της χρεωστεί τίποτε. Επειδή ήταν βεβαρημένο το ποινικόν της, έπρεπε να της αποδώσει τις ολίγες πράξεις της με μία δικαία ανταπόδοση. Εξ ου και οι τιμές και η ηλιόλουστη μέρα και τα μέσα μεγαλοπρεπείας, κι έτσι δεν της χρεωστεί τίποτα.
Ο δε γέροντάς σου εξόφλησε το όφλημα των αμαρτιών του, που είχε κατά κόσμον, και απήλθε με την δικαία κρίση του Θεού ολόλαμπρος, εντελώς καθαρός, μην έχοντας κηλίδα εις το ένδυμα της ψυχής του".
Και μόλις ο ταπεινός υποτακτικός άκουσε τον άγγελο και την κρίση του Θεού, οπωσδήποτε ζήτησε συγνώμη και μέμφθηκε τον εαυτόν του, επέστρεψε και συνέχισε την ασκητική ζωή του εις τη σπηλιά του γέροντός του.
Γι' αυτό δεν πρέπει να τρέχουμε ασυλλόγιστα και να κρίνουμε οιονδήποτε θάνατο και πράξη ανθρώπου. Ο Θεός δεν οικονομεί μόνο την σωτηρία του απελθόντος, αλλά φροντίζει να βοηθήσει και ημάς τους ζώντας για να διορθώσουμε ο καθένας μας τον εαυτόν του.
Διηγείται ο Γέρων Εφραίμ Φιλοθεΐτης (Αριζόνα)
Απομαγνητοφώνηση - Επιμέλεια
Έκτακτο Παράρτημα
Διαβάζουμε στο Γεροντικό ότι ένας ερημίτης, ένας σπηλαιώτης ασκητής, είχε έναν υποτακτικό και κάποια μέρα τού έδωσε το εργόχειρο και του είπε:
"Παιδί μου, θα πας κάτω στην πόλη να το πουλήσεις και να αγοράσεις τα χρειαζόμενα και να επανέλθεις"...
Ο μοναχός ως καλός υποτακτικός κατέβηκε και έκανε μερικές ημέρες, μέχρις ότου διαθέσει το εμπόρευμα. Και στις ημέρες εκείνες είδε μία κηδεία πολύ λαμπρά με τα πλέον εξεζητημένα μέσα πολυτελείας εκείνου του καιρού, άμαξες και ζώα και λαμπρότητες, είδε την κηδεία να πορεύεται με έναν καιρό ηλιόλουστο, μια πάρα πολύ χαρούμενη ημέρα, κόσμος κλπ, και απορώντας έλεγε:
"Μα, ποιός να πέθανε, ποιός μεγάλος άνθρωπος και τόση μεγάλη λαμπρά κηδεία τού γίνεται".
Και ρώτησε κάποιον άνθρωπο και του είπε παραδόξως ότι: "η Α πόρνη γυναίκα απέθανε", και έλεγε: "Μα, τόση χλιδή;"
Το αντιπαρήλθε. Τελείωσε τις δουλειές που είχε να κάνει και επέστρεψε εις τον γέροντά του. Και όταν έφτασε προ της πύλης της σπηλιάς, ακούει μέσα βογγητά και μουγκρητά ζώου και αυτό ήταν ένα λιοντάρι που κατεσπάραζε τον γέροντα ασκητή, τον εξαϋλωμένο άνθρωπο, και αμέσως σαλεύτηκε ο νους του, θόλωσε η διάκριση και είπε:
"Μα, η πόρνη με τόση λαμπρότητα και τιμές και ένας άγιος άνθρωπος να υποστεί αυτόν τον σκληρό θάνατο, να τον τρώγει ένα θηρίο; Ποία είναι η κρίσις του Θεού;"
Σαν να έβλεπε με τον νου του αδικία και αδιακρισία από τον Θεό. Και σκέφτηκε να επιστρέψει στον κόσμο, διότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε διδαχτεί και φανταστεί. Και όταν γύρισε τα βήματά του προς τον κόσμο, ο Θεός επέβλεψε δι' ευχών του Γέροντός του και φάνηκε άγγελος του Θεού και του λέει:
"Γιατί σκέφτηκες τόσο άδικα απέναντι στην κρίση του Θεού;"
"Μα, πώς", του λέει, "άγγελέ μου, να μην σκεφτώ έτσι, τη στιγμή που βλέπω τόση διαφορά εις τον θάνατον, τη στιγμή που ο γέροντάς μου ήταν άγιος άνθρωπος και εκείνη ήταν μία πόρνη γυναίκα; Εντελώς τα πράγματα διαφορετικά".
"Ναι, έτσι προφανώς φαίνονται", του απαντά ο άγγελος του Θεού, "αλλά η κρίσις του Θεού είναι διαφορετική. Η πόρνη γυναίκα -σαν άνθρωπος και αυτή- είχε κάνει ορισμένες πράξεις καλές και ο γέροντάς σου πριν έρθει να ασκητέψει, σαν λαϊκός είχε και αυτός -σαν άνθρωπος- ορισμένες αμαρτίες.
Την πόρνη για τις καλές της πράξεις ο Θεός της απέδωσε το δίκαιον όφλημα και έτσι δεν της χρεωστεί τίποτε. Επειδή ήταν βεβαρημένο το ποινικόν της, έπρεπε να της αποδώσει τις ολίγες πράξεις της με μία δικαία ανταπόδοση. Εξ ου και οι τιμές και η ηλιόλουστη μέρα και τα μέσα μεγαλοπρεπείας, κι έτσι δεν της χρεωστεί τίποτα.
Ο δε γέροντάς σου εξόφλησε το όφλημα των αμαρτιών του, που είχε κατά κόσμον, και απήλθε με την δικαία κρίση του Θεού ολόλαμπρος, εντελώς καθαρός, μην έχοντας κηλίδα εις το ένδυμα της ψυχής του".
Και μόλις ο ταπεινός υποτακτικός άκουσε τον άγγελο και την κρίση του Θεού, οπωσδήποτε ζήτησε συγνώμη και μέμφθηκε τον εαυτόν του, επέστρεψε και συνέχισε την ασκητική ζωή του εις τη σπηλιά του γέροντός του.
Γι' αυτό δεν πρέπει να τρέχουμε ασυλλόγιστα και να κρίνουμε οιονδήποτε θάνατο και πράξη ανθρώπου. Ο Θεός δεν οικονομεί μόνο την σωτηρία του απελθόντος, αλλά φροντίζει να βοηθήσει και ημάς τους ζώντας για να διορθώσουμε ο καθένας μας τον εαυτόν του.
Διηγείται ο Γέρων Εφραίμ Φιλοθεΐτης (Αριζόνα)
Απομαγνητοφώνηση - Επιμέλεια
Έκτακτο Παράρτημα