Του Δρ. Γεωργίου Κ. Φίλη
Δυστυχώς, ζούμε σε μία εποχή όπου η άποψη του Σάμιουελ Χάντιγκτον περί «πολιτισμικών» συγκρούσεων φέρεται να επιβεβαιώνεται με τον πιο δυσάρεστο τρόπο.
Ο διωγμός δε των Χριστιανών, όλων των δογμάτων, αλλά ιδιαιτέρως των Ορθοδόξων από ισλαμοφασίστες της ευρύτερης περιοχής, τείνει να δημιουργήσει καταστάσεις άμεσης πλέον εμπλοκής δυνάμεων οι οποίες θέλουν ΚΑΙ ΜΠΟΡΟΥΝ να βοηθήσουν τους ανθρώπους αυτούς από τον αφανισμό από τις πατρογονικές τους εστίες.
Μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο η Ελλάδα ως ο κληρονόμος και συνεχιστής της Βυζαντινής εποποιίας, ως ο απόγονος και κεντρικό πόλος της Βυζαντινής Κοινοπολιτείας, έχει χρέος να λειτουργήσει ως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των Ορθοδόξων και έχει χρέος επιτέλους να φέρει το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Μόσχα πιο κοντά.
Η Ελλάδα είναι σε θέση (ηθικά, πνευματικά, νομικά κ.λπ.) να επιβάλει την Τάξη στην Ορθόδοξη Κοινοπολιτεία, δηλαδή να βοηθήσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη να επιβιώσει των αντιξοοτήτων. Μπορεί να βρίσκεται πάντα κοντά στους αδερφούς Ρώσους και δεν πρέπει να ξεχνά το αυτονόητο αν/όταν η Άγκυρα προβεί στο «απονενοημένο» εναντίον μας, τότε η Δύση θα μιλάει για επιστροφή στην προτεραία κατάσταση και σε… συνομιλίες, ενώ το πλέον πιθανό θα είναι η Μόσχα να εμπλακεί για να γυρίσει η κατάσταση στο «status quo ante bellum».
Με αυτό δεν εννοούμε φυσικά η χώρα μας να ζητήσει να ενταχθεί όπως ζήτησε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Σύμφωνο της Σαγκάης. Απλά εννοούμε, ότι η Αθήνα και ο Ελληνισμός θα πρέπει να ακολουθήσουν μία πολιτική η οποία θα προσπαθεί πάντα να χτίσει γέφυρες μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Η ελληνο-ορθοδοξία αποτελεί μια πραγματική «πυρηνική» δύναμη του Ελληνισμού, για φίλους και εταίρους στην ανατολή και στον βορρά, η κλασική και ελληνιστική κληρονομιά αποτελεί το βασικό μας «διαβατήριο» σε σχέση με τους εταίρους μας στην Δύση.
Η «Αγία Ζώνη» και τώρα τα «Τίμια Δώρα», ΔΕΝ έχουν λιγότερη αξία από την παρακαταθήκη της «Δημοκρατίας» και της «Τέχνης». Είναι πλέον καιρός να εκμεταλλευτούμε το γεωπολιτισμικό ειδικό μας βάρος και να χτίσουμε ένα καλύτερο μέλλον.
Δυστυχώς, ζούμε σε μία εποχή όπου η άποψη του Σάμιουελ Χάντιγκτον περί «πολιτισμικών» συγκρούσεων φέρεται να επιβεβαιώνεται με τον πιο δυσάρεστο τρόπο.
Ο διωγμός δε των Χριστιανών, όλων των δογμάτων, αλλά ιδιαιτέρως των Ορθοδόξων από ισλαμοφασίστες της ευρύτερης περιοχής, τείνει να δημιουργήσει καταστάσεις άμεσης πλέον εμπλοκής δυνάμεων οι οποίες θέλουν ΚΑΙ ΜΠΟΡΟΥΝ να βοηθήσουν τους ανθρώπους αυτούς από τον αφανισμό από τις πατρογονικές τους εστίες.
Μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο η Ελλάδα ως ο κληρονόμος και συνεχιστής της Βυζαντινής εποποιίας, ως ο απόγονος και κεντρικό πόλος της Βυζαντινής Κοινοπολιτείας, έχει χρέος να λειτουργήσει ως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των Ορθοδόξων και έχει χρέος επιτέλους να φέρει το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Μόσχα πιο κοντά.
Η Ελλάδα είναι σε θέση (ηθικά, πνευματικά, νομικά κ.λπ.) να επιβάλει την Τάξη στην Ορθόδοξη Κοινοπολιτεία, δηλαδή να βοηθήσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη να επιβιώσει των αντιξοοτήτων. Μπορεί να βρίσκεται πάντα κοντά στους αδερφούς Ρώσους και δεν πρέπει να ξεχνά το αυτονόητο αν/όταν η Άγκυρα προβεί στο «απονενοημένο» εναντίον μας, τότε η Δύση θα μιλάει για επιστροφή στην προτεραία κατάσταση και σε… συνομιλίες, ενώ το πλέον πιθανό θα είναι η Μόσχα να εμπλακεί για να γυρίσει η κατάσταση στο «status quo ante bellum».
Με αυτό δεν εννοούμε φυσικά η χώρα μας να ζητήσει να ενταχθεί όπως ζήτησε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Σύμφωνο της Σαγκάης. Απλά εννοούμε, ότι η Αθήνα και ο Ελληνισμός θα πρέπει να ακολουθήσουν μία πολιτική η οποία θα προσπαθεί πάντα να χτίσει γέφυρες μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Η ελληνο-ορθοδοξία αποτελεί μια πραγματική «πυρηνική» δύναμη του Ελληνισμού, για φίλους και εταίρους στην ανατολή και στον βορρά, η κλασική και ελληνιστική κληρονομιά αποτελεί το βασικό μας «διαβατήριο» σε σχέση με τους εταίρους μας στην Δύση.
Η «Αγία Ζώνη» και τώρα τα «Τίμια Δώρα», ΔΕΝ έχουν λιγότερη αξία από την παρακαταθήκη της «Δημοκρατίας» και της «Τέχνης». Είναι πλέον καιρός να εκμεταλλευτούμε το γεωπολιτισμικό ειδικό μας βάρος και να χτίσουμε ένα καλύτερο μέλλον.