Γράφει ο Αρχιμ. Βασίλειος Μπακογιάννης
«Σήμερον των υδάτων αγιάζεται η φύσις», λέμε στην Εκκλησία μας ανήμερα των Θεοφανείων.
Και όντως ανήμερα των Θεοφανείων «αγιάζεται η φύσις».
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέει, πως ήδη στην εποχή του οι χριστιανοί, τη νύχτα των Θεοφανείων, αντλούσαν απλό νερό από τις βρύσες, και το «φύλαγαν» στο σπίτι τους και δυό και τρία χρόνια, και ήταν πάντα καθαρό και φρέσκο. (Προς τους απολιμπανομένους τώνθείων συνάξεων και εις το Άγιον Βάπτισμα... P. G. 49: 366).
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες παλαιοτέρων χριστιανών, αυτό γινόταν μέχρι τελευταία και στην πατρίδα μας.
Δηλαδή, οι παππούδες μας, τη νύχτα των Θεοφανείων, αντλούσαν νερό είτε από τα πηγάδια, είτε από τις βρύσες, είτε από τα ποτάμια, και το νερό αυτό δεν χαλούσε ποτέ.
Έλεγαν επίσης οι παλαιότεροι ότι το νερό της θάλασσας ανήμερα των Θεοφανείων γινόταν πόσιμο, γλυκό, και το έπιναν!
Σήμερα όλα αυτά εκλείπουν, γιατί εκλείπει, αδυνατίζει η πίστη μας!
Όμως, ανήμερα των Θεοφανείων γίνεται ένα άλλο θαύμα: Το νερό που αγιάζει ο ιερέας, μένει πάντα φρέσκο, καθαρό, χωρίς ποτέ να χαλάει να μυρίζει!
Είναι ο γνωστός μας «Μεγάλος Αγιασμός». Έχει και αυτό μια ολόκληρη προϊστορία.
Βλέποντας οι χριστιανοί, ότι το νερό που βαπτίζονταν οι Κατηχούμενοι, θεράπευε αρρώστιες, έπαιρναν από το νερό αυτό στα σπίτια τους· το κρατούσαν σαν «φυλακτό»· ράντιζαν τα χωράφια τους, τα δένδρα τους, τα αμπέλια τους. (Παναγιώτου Τρεμπέλα, Μικρόν Ευχολόγιον, τ. Β , «Σωτήρ», 1998, έκδοση Β , σελ. 53-57 ).
(Δεν έπιναν βέβαια, γιατί είχε μέσα λάδια κάί μαλλιά από την «τριχοκουρία», που γίνονταν κατά τις Βαπτίσεις των Κατηχουμένων).
Από τη μια μεριά λοιπόν είχαμε τους Κατηχουμένους, που περίμεναν να βαπτισθούν, και από την άλλη, πλήθος βαπτισμένων χριστιανών, που περίμεναν στη σειρά με δοχεία στα χέρια τους, για να πάρουν από το νερό της Βαπτίσεως.
Οπότε ο Πατριάρχης Αντιοχείας Πέτρος ο Κναφεύς, εν έτει 484 προς εξυπηρέτηση των πιστών, ξεχώρισε τον καθαγιασμό του ύδατος από τις Βαπτίσεις των Κατηχουμένων. Έκανε δηλαδή δυό Ακολουθίες.
Η πρώτη Ακολουθία, καθαγιασμός των υδάτων, γινόταν το απόγευμα της παραμονής των Θεοφανείων· η δεύτερη, οι Βαπτίσεις των Κατηχουμένων, γίνονταν ανήμερα της γιορτής. (Exerpta ex ecclesiastica Historia, Theodori Lectoris,II, P.G. 86: 208-209).
Ήρθε εποχή εποχή (6ος αι.) που εξέλιπεν ο θεσμός των Κατηχουμένων, γιατί επικράτησε ο νηπιοβαπτισμός, οπότε ανήμερα των Θεοφανείων, δεν γίνονταν πια Βαπτίσεις.
Όμως, οι χριστιανοί είχαν ήδη συνηθίσει να παίρνουν «αγιασμένο νερό». Για τον λόγο αυτό, η Εκκλησία συνέχισε τέτοια μέρα (των Θεοφανείων) να αγιάζει το νερό, με τις ίδιες καθαγιαστικές ευχές που αγίαζε (και αγιάζει) το νερό του Βαπτίσματος.
Ήδη ο ποητής Παύλος Σιλεντάριος (συνεργάτης του Ιουστιανιανού), μας πληροφορεί μέσα από ένα ποίημά του, ότι στην εποχή του (6ος αι.) στον Ναό της Αγίας Σοφίας (Κων/πολη) η ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού γινόταν έξω από τόνΝαό, σε ειδική και ευρύχωρη φιάλη, και χωρίς να ακολουθούν Βαπτίσεις Κατηχουμένων. (Pauli Silentiarii, Descriptio, S. Sophie P.G. 86: 2142).
Μπορούμε λοιπόν να ειπούμε, ότι η μετάληψη του Μεγάλου Αγιασμού, ξεκίνησε από την εποχή, που ο αγιασμός του ύδατος, έγινε ξεχωριστή Ακολουθία.
Μπορούμε επίσης να ειπούμε, ότι έπιναν και την παραμονή των Θεοφανείων, γιατί η Ακολουθία αυτή γινόταν το απόγευμα, με εσπερινή Θεία Λειτουργία· και μέχρι τότε, το απόγευμα, παρέμεναν νηστικοί και άνυδροι.
Όμως ήρθε η εποχη, που η εσπερινή Θεία Λειτουργία και ο Μεγάλος Αγιασμός, από το εσπέρας της παραμονής, «μεταφέρθηκαν» το πρωί της παραμονής.
Στην περίπτωση αυτή, που δεν είχε προηγηθεί νηστεία, έπιναν Μ. Αγιασμό;
Με τα σημερινά δεδομένα, που η νηστεία, ιδιαίτερα με τη μορφή της ασιτίας και ανυδρίας η έστω της ξηροφαγίας, έχει «βαρέως» υποτιμηθεί, ευκόλως οδηγούμαστε στο συμπέρασμα, ότι στην περίπτωση αυτή, έπιναν και την παραμονή.
Όμως, με τα δεδομένα της εποχής εκείνης, που η ευσέβεια ήταν σε ψηλά επίπεδα, γι’ αυτό και η νηστεία (=ασιτία) ήταν στην πρώτη θέση της πνευματικής ζωής, ήταν αδιανόητο να πιουν τον Μεγάλο Αγιασμό, με την ίδια ευκολία που έπιναν το νερό από τη βρύση.
Υπήρχε σεβασμός στα «Άγια». (Έτσι, με εγκράτεια, δηλαδή εμπράκτως δείχνουμε το σεβασμό μας στα «Άγια»).
Γι’ αυτό και σύμφωνα με τη μακρόχρονη άγραφη παράδοση της Εκκλησίας μας, η νηστεία της παραμονής παρέμενε αποκλειστικά για τη μετάληψη του Μ. Αγιασμού.
«Την παραμονή όλοι νήστευαν, για να πιουν αγιασμό το πρωί της γιορτής», μας πληροφορεί η Μικρασιάτισσα Φιλιώ Χαϊδεμένου. (Φιλιώ Χαϊδεμένου, «Τρεις αιώνες, μια ζωή», εκδόσεις «Λιβάνη» σελ.64).
Αυτό υπαγόρευε τότε η ευσέβεια του λαού.