Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

«Κύπρος: το νησί των κατασκόπων».

Λόγω της στρατηγικής θέσης της, η Κύπρος αποτελεί εδώ και χρόνια ένα σημαντικό σημείο συνάντησης κατασκόπων, γράφει η Süddeutsche Zeitung.

Σύμφωνα με το βιβλίο κανονισμών, ένας από τους πράκτορες  φοράει κίτρινο σορτς και άλλοι αθλητικά καπελάκια του μπέιζμπολ. Στόχος τους είναι να μην τους υποψιαστούν. Κανείς δεν ξέρει ότι βρίσκονται στην Κύπρο για να κατασκοπεύσουν – άλλωστε, είναι μια περιοχή βρετανικής στρατιωτικής βάσης. Έτσι, οι Αμερικανοί έχουν λάβει οδηγίες να ντύνονται σαν τουρίστες πριν ξεκινήσουν για τον Άγιο Νικόλαο – όπου βρίσκεται ένα από τα βασικά κέντρα ακρόασης που διατηρεί η βρετανική υπηρεσία πληροφοριών σημάτων, η Government Communications Headquarters (GCHQ). Όπως προκύπτει, μία βρετανική στρατιωτική βάση στο νησί είναι ο «ξένος σταθμός» με την κωδική ονομασία «Sounder», που παρουσιάζεται στα έγγραφα που αποκάλυψε ο αμερικανός πληροφοριοδότης Έντουαρντ Σνόουντεν. Αυτό ήταν το συμπέρασμα έρευνας που διεξήγαγαν Τα Νέα, ο Alpha TV , το ιταλικό εβδομαδιαίο περιοδικό L’ Espresso και η γερμανική εφημερίδα  Süddeutsche Zeitung.
Ο σταθμός παρακολούθησης βρίσκεται στην ανατολική Κύπρο, σε μια φτωχή περιοχή κοντά στην Πράσινη Γραμμή, που χωρίζει τη Δημοκρατία της Κύπρου από το τουρκικό τμήμα του νησιού. Αεροφωτογραφίες δείχνουν ότι πρέπει να αποτελείται από ένα σύνολο κτιρίων, δορυφορικά πιάτα και ένα σύστημα με κεραίες ραδιοφώνου. Η γύρω περιοχή είναι βραχώδης και έρημη και απέχει πέντε χιλιόμετρα από την κοντινότερη παραλία και την πλησιέστερη πόλη, όπου οι άνθρωποι μπορεί να έκαναν ερωτήσεις σχετικά με τους μεταμφιεσμένους ξένους. Το κύριο πλεονέκτημα της τοποθεσίας είναι ότι προσφέρει ένα ήσυχο μέρος για τις υποκλοπές της GCHQ και της NSA, οι οποίες δεν πραγματοποιούνται μόνο στα πιο γνωστά κέντρα στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ, αλλά και στην Κύπρο.
Μόνο 100 χλμ. από την ακτή της Συρίας

Στα τέλη του 1940 , το νησί ήδη λειτουργούσε ως κεντρική βάση για τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες στη Μέση Ανατολή. Η κατάσταση στο Σινά , το Ιράκ και τη Συρία παρακολουθήθηκε από τους κατασκόπους στο νησί, που είχαν το πλεονέκτημα  μιας ιδανικής στρατηγικής θέσης: μόλις 100 χιλιόμετρα από την ακτή της Συρίας και όχι πολύ περισσότερο από το Ισραήλ και τον Λίβανο. Από τότε, η Κύπρος έχει γίνει επίσης ένα σημαντικό κέντρο για την παρακολούθηση του Διαδικτύου και των τηλεπικοινωνιών στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική: 14 υποβρύχια καλώδια συνδέονται με το νησί. Έτσι, αν καλείτε στο Βερολίνο από τη Βηρυτό ή γράφετε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε κάποιον στο Τελ Αβίβ, υπάρχει μια μεγάλη πιθανότητα ότι τα δεδομένα σας θα δρομολογηθούν μέσω ενός καλωδίου οπτικών ινών που βρίσκεται στην Κύπρο. Στον απόηχο των αποκαλύψεων του Σνόουντεν, είναι ευρέως γνωστό ότι αυτά τα καλώδια συχνά ανακόπτονται από βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.
Η GCHQ εκμεταλλεύτηκε την αποικιακή κληρονομιά του Λονδίνου: ακόμη και μετά την ανεξαρτησία του νησιού το 1960, το Βρετανικό Στέμμα συνέχισε να διατηρεί δύο στρατιωτικές βάσεις στο νησί. Και σε αντίθεση με τις παραδοσιακές στρατιωτικές βάσεις, αυτές οι δίδυμες «Εθνικές Βάσεις» φαίνεται να έχουν αναπτυχθεί πλήρως σε  βρετανικά υπερπόντια εδάφη. Μια από αυτές παρέχει πλέον το χώρο για τη θέση παρακολούθησης στον Άγιο Νικόλαο.
Οι Βρετανοί κατάσκοποι μπορούν να υπολογίζουν επίσης στην πολύτιμη βοήθεια της δημόσιας Αρχής Τηλεπικοινωνιών της Κύπρου (CYTA), η οποία είναι συν- ιδιοκτήτης ενός μεγάλου αριθμού των υποβρυχίων καλωδίων. Η εταιρεία τηλεπικοινωνιών έχει συμβατική υποχρέωση να συνεργαστεί με τους Βρετανούς, το οποίο ουσιαστικά σημαίνει ότι υποχρεούται – όπως πολλές εταιρείες στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ – να συνεργαστεί για τις παρακολουθήσεις που απαιτούνται ώστε να ικανοποιηθεί η δίψα της βρετανικής μυστικής υπηρεσίας για δεδομένα.
«Ο έλεγχος του Διαδικτύου» είναι ο δεδηλωμένος στόχος των κατασκόπων της Αυτής Μεγαλειότητας. Κάθε δευτερόλεπτο που περνά, οι Βρετανοί πράκτορες παρακολουθούν εκατοντάδες gigabytes: ηλεκτρονικά μηνύματα, τηλεφωνήματα και άλλα δεδομένα. Και σαφώς, η Κύπρος χρησιμεύει επίσης ως ένα κομβικό σημείο για τους πράκτορες που είναι επιφορτισμένοι με ευαίσθητες αποστολές: για παράδειγμα, εκείνους που κατασκοπεύουν το Ισραήλ – μια χώρα η οποία, με την κωδική ονομασία «Ruffle», συνεργάστηκε και αντάλλαξε πληροφορίες τόσο με τους Αμερικανούς όσο και με τους Βρετανούς. Επίσης, από την Κύπρο μια ομάδα πρακτόρων κατάφερε να διεισδύσει στο δίκτυο Tor, το οποίο θεωρούταν ασφαλές. Σε ένα ντοκουμέντο του 2012, τους χαρακτήρισαν «αφοσιωμένους ανθρώπους» που είχαν ήδη λάβει μέρος σε «πολλές δύσκολες αποστολές».
Η NSA στέλνει δικούς της πράκτορες στην Κύπρο
Παρά το γεγονός ότι ο Άγιος Νικόλαος είναι επίσημα βρετανική βάση, στην πραγματικότητα είναι ένα κοινό αγγλο – αμερικανικό σχέδιο. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι Βρετανοί κόντεψαν να κλείσουν τη βάση παρακολούθησης, η οποία έπρεπε να περιοριστεί για οικονομικούς λόγους. Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, οι Αμερικανοί τελικά συνέβαλαν στη διάσωσή της, έτσι ώστε να μην χάσουν αυτό που θεωρούν μια εξαιρετικά σημαντική στρατηγική βάση. Και δεν μετρούν το κόστος. Σήμερα, η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας (NSA) πληρώνει τον λογαριασμό για το ήμισυ των λειτουργικών εξόδων της βάσης. Για την GCHQ, η βάση πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί με οποιοδήποτε τίμημα, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η «καλή σχέση με τους Αμερικανούς πελάτες».
Για πολλά χρόνια, η NSA, η οποία είναι ο μεγάλος αμερικανός πελάτης, στέλνει τους δικούς της πράκτορες στην Κύπρο. Όμως, καθώς η πρακτική αυτή είναι αντίθετη με τη συμφωνία που υπογράφηκε από τη βρετανική και την κυπριακή Κυβέρνηση, οι αμερικανοί κατάσκοποι έχουν εντολή να φτάνουν ινκόγκνιτο. Σύμφωνα με το εγχειρίδιο της NSA, πρέπει να φαίνονται σαν τουρίστες -για παράδειγμα σαν Ευρωπαίοι ταξιδιώτες – αλλά σε καμία περίπτωση ως «τυπικοί Αμερικανοί».

http://www.presseurop.eu/en/content/article/4297101-isle-spies
http://www.antinews.gr/2013/11/07/233310/

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...