-Κύριε, κάνε να συναντήσω με πνευματική γαλήνη όλα όσα μου φέρνει η μέρα…
Κάθε πρωί στο τέλος της διαδικασίας προσευχής λέω μια προσευχή των γερόντων της Όπτινα (όπως και πολλοί από εσάς, πιθανόν) και κάθε φορά συνειδητοποιώ ότι δεν είμαι σε θέση να αντιμετωπίσω όλα όσα μπορεί να μου φέρει αυτή η μέρα με πνευματική ηρεμία.
-Δώσε μου δύναμη να παραδοθώ εντελώς στο ιερό Σου θέλημα…
Καταλαβαίνω και συμφωνώ: είναι απαραίτητο να εμπιστευτώ το θέλημά Του. Όμως είμαι ένας ζωντανός άνθρωπος, ευάλωτος και προβληματικός από κάθε άποψη. Και εδώ σε κάθε βήμα υπάρχουν πράγματα, που είναι αδύνατον να τα δεχτείς και πολύ δύσκολο τα υπομένεις- δεν τα υπομένεις, αλλά πρέπει να τα υπομένεις μέρα με τη μέρα. Και δεν προλαβαίνεις να προσαρμοστείς σε ένα «τσίμπημα στη σάρκα» (στην ψυχή, με τη φυσιολογική αντίληψη για το πώς πρέπει να είναι και πώς όχι) καθώς ήδη έχεις αποκτήσει άλλα τρία «τσιμπήματα».
-Για κάθε τέτοια ώρα της ημέρας, καθοδήγησε και υποστήριξέ με σε όλα…
Εκείνος στηρίζει, φυσικά. Αν δεν μας στήριζε Εκείνος, αν δε μας τραβούσε κάπως στη σωστή εσωτερική κατεύθυνση, αν δεν μας χάριζε αυτό το «τρομερό και ζωογόνο μυστήριο» δε θα μπορούσε πιθανότατα κανένας ψυχίατρος να μας θεραπεύσει. Αλλά την πνευματική γαλήνη πού θα τη βρεις; Την ειρήνη της καρδιάς πού να την αναζητήσεις; Πόσες άσκοπες εξετάσεις για την πλάτη, επειδή ακριβώς δεν μπόρεσα να παραμείνω ήρεμη, γεμάτη εμπιστοσύνη, χωρίς να διαμαρτύρομαι, ειρηνικά, επειδή μπόρεσα να αντιμετωπίσω τον φόβο.
Φόβος. Αυτό είναι ένα φαινόμενο, το οποίο μάλλον σκεφτόμαστε λίγο, αλλά μάταια. Είναι αλήθεια ότι δεν ανησυχούμε μόνο για κάποιο θλιβερό γεγονός που υπάρχει στη ζωή μας, αλλά πάντα φοβόμαστε εκ των προτέρων για αυτό.
Φοβόμαστε να μείνουμε χωρίς κάτι που μας είναι απαραίτητο, μερικές φορές χωρίς χρήματα, και μερικές χωρίς αγάπη και κατανόηση. Φοβόμαστε να απογοητευτούμε από κάτι ή κάποιον, να κάνουμε λάθος, να είμαστε αφελείς, να μάθουμε κάτι με το οποίο θα είναι δύσκολο να ζήσουμε στην πορεία, φοβόμαστε για ακόμη μια φορά να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας, να στερέψουμε από δυνάμεις, να βαρεθούμε. Φοβόμαστε για εμάς και για τους οικείους μας, φοβόμαστε τα προβλήματα, τις αρρώστιες, τα γηρατειά, τα οποία, μη φοβάστε θα έρθουν ούτως ή άλλως…Φοβόμαστε τον Τρίτο Παγκόσμιο…βέβαια, πώς να μην τον φοβόμαστε;
Βέβαια, όλα τα παραπάνω δε σημαίνουν ότι τρέμουμε κάθε λεπτό της ζωής μας όπως τρέμει το λαγουδάκι το γάβγισμα του σκύλου. Αν φοβόμαστε τόσο, τότε χρειαζόμαστε κατευθείαν γιατρό. Αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις ζούμε μια εξωτερικά φυσιολογική, συνηθισμένη ζωή, αντιλαμβανόμενοι τους φόβους μας σαν μια φυσική αντίδραση στην πραγματικότητά μας.
Όμως στην πραγματικότητα όλο αυτό το μπουκέτο των φόβων μας κρατά σε μια ανεπαίσθητη αιχμαλωσία, εμποδίζοντάς μας να αποκτήσουμε αληθινή ταπεινοφροσύνη και εμπιστοσύνη στον Θεό. Εξάλλου, προκειμένου να πιαστούμε από το χέρι Του που μας έχει ήδη τεντώσει/τείνει, πρέπει να ελευθερώσουμε τα δικά μας χέρια, να σταματήσουμε αβοήθητα να αρκούμαστε στο οτιδήποτε, για παράδειγμα, στην ελπίδα ότι «όλα θα γίνουν» και «όλα θα πάνε καλά». Ίσως να πάνε όλα καλά γρήγορα, αλλά ίσως και όχι. Και γενικά, μακάρι, κάτι τουλάχιστον να πάει καλά, αν όχι «όλα». Εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι για οποιαδήποτε ανατροπή, συμπεριλαμβανομένης και της πιο δύσκολης για εμάς: ο Θεός δε λιγοστεύει, άσχετα από το τι συνέβη σε εμάς. Η πίστη δε βασίζεται στο «όλα θα πάνε καλά», αλλά στο «ας γίνει το θέλημά Σου». Στην εμπιστοσύνη και στην υπακοή. Τις οποίες εγώ δεν τις έχω.
«Μια μέρα ο Ιησούς μπήκε μαζί με τους μαθητές Του σ’ ένα πλοιάριο και τους είπε: “Ας πάμε στην απέναντι όχθη της λίμνης”. Και τράβηξαν στ’ ανοιχτά. Ενώ έπλεαν, Εκείνος αποκοιμήθηκε. Ξαφνικά ξέσπασε ανεμοθύελλα στη λίμνη, άρχισαν να πλημμυρίζουν και κινδύνευαν. Και πλησιάζοντάς, Τον ξύπνησαν λέγοντάς Του: “Δάσκαλε! Δάσκαλε! Πεθαίνουμε.” Όμως Εκείνος σηκώθηκε και απαγόρευσε τον άνεμο και την τρικυμία, και σταμάτησαν και έγινε γαλήνη. Τότε είπε στους μαθητές Του: “Πού είναι η πίστη σας;”» (Λκ. 8,22-25).
Πού είναι η πίστη μου; Φαίνεται να υπάρχει μέσα μου. Αλλά όταν τη χρειάζεσαι ακριβώς, όταν πρέπει να οπλιστείς ήρεμα με ταπεινοφροσύνη και εμπιστοσύνη σε Εκείνον που πιστεύεις, τότε ψηλαφώ αναστατωμένη σε όλα τα πνευματικά μου ράφια και ντουλάπια, ψάχνοντας πού έχει εξαφανιστεί η πίστη μου.
Όχι, αυτή υπάρχει μέσα μου, βέβαια. Και η πίστη δεν υπάρχει μόνο σε εμένα. Σε μένα, σε εσένα, σε εσάς, ο ίδιος ο Χριστός είπε: «Εκείνος που τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου είναι ενωμένος μαζί μου και εγώ μ’ αυτόν. Ο Πατέρας, η πηγή της ζωής με έστειλε, και εγώ ζω εξαιτίας του. Έτσι και αυτός που τρώει εμένα θα ζήσει εξαιτίας μου.» (Ιω.6,56). Αυτό σημαίνει ότι στον καθένα από εμάς μπορείς να δεις ένα πλοίο, στο οποίο ο Δάσκαλος διασχίζει τη θάλασσα της ζωής. Ναι, κάποιες φορές κοιμάται. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Αυτό σημαίνει κάτι άλλο, ότι πρέπει να είμαστε ανεξάρτητοι και να μην καταφεύγουμε σε Αυτόν κάθε λεπτό με κραυγές ανημποριάς.
Όταν χρειαστεί, Αυτός ο ίδιος θα σηκωθεί και θα παρέμβει στην κατάστασή μας. Η συνεχής σκέψη για τον Θεό δεν εκφράζεται καθόλου με αβοήθητες κραυγές κάθε λεπτό. Και η ταπεινή αναγνώριση της ανικανότητας να κάνεις κάτι χωρίς Αυτόν (Ιω.15,5) δεν είναι καθόλου το ίδιο με την άρνηση της ανεξαρτησίας που μας παραχώρησε. Διαβάζοντας το Ευαγγέλιο, βλέπουμε πώς σχετίζεται ο Δάσκαλος με τους μαθητές Του. Δεν καθοδηγεί κάθε τους βήμα, μιλώντας στη σύγχρονη γλώσσα, δεν τους «χτίζει», δεν τους ασκεί πίεση και δεν τους κρατά κοντά Του, αντιθέτως, τους έστελνε σαν «αρνιά ανάμεσα στους λύκους» (Λκ.10,3) σε έναν σκληρό και επικίνδυνο κόσμο με ένα κήρυγμα. Ήξερε τι περίμενε τους μαθητές Του και «όσους πίστευαν στα λόγια Του» (Ιω.17,20) και ως εκ τούτου ήθελε να τους δει, «μας» δει! ανεξάρτητους, ισχυρούς και έτοιμους για όλα.
Βέβαια είναι αδύνατον να απαλλαγούμε από εντελώς από τον φόβο ενώ είμαστε στη σάρκα την τωρινή και όχι τη μεταμορφωμένη. Και ο ενσαρκωμένος Θεός φοβόταν και προσευχόταν στον Πατέρα: «Πατέρα μου! Αν είναι δυνατόν, ας μην πιώ το ποτήρι τούτο.» (Μτθ.26,39), ωστόσο βρήκε τη δύναμη και συνέχισε: «όμως ας μη γίνει το δικό μου θέλημα αλλά το δικό Σου». Σε δύσκολες περιόδους της ζωής μου, για χρόνια μου έλειπε αυτό το «πώς είσαι;» Πρόφερε, αλλά με δύναμη, «με ένα στόμα» η ψυχή έκλαιγε και διαμαρτυρόταν. Ωστόσο σε αυτές τις δυσκολίες, απέκτησα εμπειρία: έβλεπα ότι η εμπιστοσύνη στον Πατέρα πρέπει να είναι πλήρης. Ο καθένας από εμάς βλέπει τα όρια της ψυχικής του δύναμης με τον δικό του τρόπο: «Όχι, μόνο όχι αυτό, Κύριε, δε θα επιβιώσω από αυτό!» Εδώ μας κρατάει ο φόβος με τα νύχια του. Ήδη αποδυναμώνει τη βούλησή μας εκ των προτέρων, μας εμπνέει απόγνωση από «πιο τρομερό». Από αυτό το οποίο δε συνέβη ακόμα, αλλά μπορεί κάλλιστα να συμβεί…και εμείς θα είμαστε απροετοίμαστοι. Πρέπει να προσπαθήσουμε ξανά και ξανά (στην πραγματικότητα είμαστε ικανοί μόνο να προσπαθήσουμε ) να προφέρουμε αυτό το «όχι όπως εγώ θέλω, αλλά όπως Εσύ» μέσα από τη γεμάτη αγάπη καρδιά μας, ας είναι αυτή η τρυφερή καρδιά απλώς ένα μικροσκοπικό, μαλακό μέρος της απολιθωμένης καρδιάς. Ο Πατέρας βοήθησε τον Γιο Του: την ώρα της σύλληψης, στη δίκη, μπροστά στον Πιλάτο και τον Ηρώδη ο Χριστός δε μοιάζει πια καθόλου φοβισμένος. Και εμείς τώρα μπορούμε να ελπίζουμε στον Γιο, στη βοήθειά του στις προσπάθειές μας, οι οποίες χωρίς Εκείνον θα έμεναν προσπάθειες, «γιατί όπως ο ίδιος υπέμεινε και δοκιμάστηκε, τώρα μπορεί να βοηθήσει όσους δοκιμάζονται» (Εβρ. 2,18).
Η εμπιστοσύνη στον Θεό σημαίνει χαρά, αντίληψη της πραγματικότητας με χαρά. Είναι σαφές ότι δεν προκαλούν όλα χαρά. Όμως, δε χαιρόμαστε τη ζωή επειδή είναι όλα υπέροχα, αλλά επειδή ο Χριστός είναι μαζί μας, μέσα μας και εμείς μέσα Του.
Γνωρίζει όλα όσα μας συμβαίνουν και Εκείνος μας έστειλε εδώ, αυτή τη στιγμή, σε αυτό το μέρος, όχι τυχαία, αλλά επειδή και Εκείνος και εμείς το χρειαζόμαστε, έτσι ώστε να είμαστε εδώ, όπως το περάσαμε, έτσι με τη βοήθειά Του το ξεπεράσαμε: «αν περάσω από τη σκιά του θανάτου, δε θα φοβηθώ το κακό, γιατί Εσύ είσαι μαζί μου. Η γκλίτσα και το ρόπαλό Σου μού δίνουν σιγουριά» (Ψαλ. 22,4).
Ο Κύριος έχει προκαθορίσει τον δρόμο μας, χωρίς να περιορίσει την ελευθερία μας. Επομένως, κάθε κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, κάθε εμπόδιο που στέκεται μπροστά μας, είναι το καθήκον μας και αν εμείς πάλι προσπαθήσουμε να το αντιμετωπίσουμε, αυτό είναι ένα σκαλοπάτι προς Αυτόν. Και αυτός είναι πράγματι ένας χαρούμενος δρόμος και όπου υπάρχει χαρά υπάρχει και ενέργεια, δύναμη και θέληση να πας παρακάτω, αφήνοντας τον φόβο πίσω. Και καμία ψυχολογική μέθοδος και σχολείο «θετικής στάσης προς τη ζωή» δε θα δώσουν τέτοια αληθινή χαρά, την οποία βιώνουμε επιβιώνοντας από όλα όσα μας συμβαίνουν μαζί με τον Κύριο: «Δεν είμαι ένα, αλλά μαζί Σου, Χριστέ μου, Φως τριών ήλιων, που φωτίζει τον κόσμο» (Συμεών ο Νέος Θεολόγος).
Είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε: κανένα γεγονός δε συμβαίνει μόνο εδώ, σε αυτόν τον κόσμο, όλα όσα συμβαίνουν σε εμάς εδώ έχουν συνέχεια, κρίση και επίλυση εκεί, στην αιωνιότητα. «Μη φοβάσαι, μικρό ποίμνιο» μας λέει ο Χριστός, «γιατί ο Πατέρας σας σε εσάς ευαρεστήθηκε να δώσει τη Βασιλεία». Και έπειτα, παροτρύνει τους μαθητές Του (που σημαίνει, και εμάς) να μην προσκολλώνται στα γήινα υπάρχοντα: «προετοιμάστε κόλπους που δεν αποσυντίθενται, αποκτήστε πλούτη που παραμένουν αθάνατα στον ουρανό (…) «γιατί όπου είναι τα πλούτη σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας» (Λκ.12, 32-34). Είμαστε αδύναμοι, ανήμποροι, ευάλωτοι, είμαστε εκτεθειμένοι σε θλίψη και πόνο, όμως όταν η καρδιά είναι στραμμένη στον Ουρανό, όταν «τα ζωνάρια είναι ζωσμένα και τα λυχνάρια αναμμένα» (Λκ.12, 35), ο φόβος υποχωρεί και αποτελειώνουμε με χαρά την προσευχή των γερόντων της Όπτινα; «…μάθε με να προσεύχομαι, να ελπίζω, να πιστεύω, να αγαπώ και να συγχωρώ. Αμήν.»
Μαρίνα Μπιριούκοβα
Μετάφραση: Aργυρώ Γιαβροπούλου
Pravoslavie.ru