Καθώς μπαίνει κανείς μέσα στη θρυλική εκκλησία, το μάτι του κατευθύνεται, χωρίς καν να το επιδιώξει, στον παμμέγιστο θόλο, ενώ ένα ιερό δέος αισθάνεται να ανεβαίνει στην καρδιά του...
Οι αρχιτέκτονες κατόρθωσαν να τον στηρίξουν με μεγάλα στηρίγματα που δεν φαίνονται. Ο επισκέπτης εκείνο που βλέπει είναι οι μικρές στήλες που τον γυροφέρνουν και τα τα σαράντα παράθυρά του. Αν καθίσει ακριβώς στο κέντρο και στρέψει το βλέμμα κατακόρυφα, θα νομίσει πως δεν στηρίζεται πουθενά, αλλά κρέμεται από τον ουρανό. Το θέαμα αυτό, μαζί με τη φωτεινότητα που διαχέεται στο εσωτερικό, δίνει την εντύπωση πως ο ουρανός κατέβηκε και απλώθηκε μέσα στην εκκλησία.
Έτσι αντιλαμβάνεται παραστατικά το νόημα της ευχής: «Ἐν τῷ Ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν».
(Από το χρονικό του Γεωργίου Κωδινού, Για το κτίσιμο της Αγια-Σοφιάς, σελ. 56)
Οι αρχιτέκτονες κατόρθωσαν να τον στηρίξουν με μεγάλα στηρίγματα που δεν φαίνονται. Ο επισκέπτης εκείνο που βλέπει είναι οι μικρές στήλες που τον γυροφέρνουν και τα τα σαράντα παράθυρά του. Αν καθίσει ακριβώς στο κέντρο και στρέψει το βλέμμα κατακόρυφα, θα νομίσει πως δεν στηρίζεται πουθενά, αλλά κρέμεται από τον ουρανό. Το θέαμα αυτό, μαζί με τη φωτεινότητα που διαχέεται στο εσωτερικό, δίνει την εντύπωση πως ο ουρανός κατέβηκε και απλώθηκε μέσα στην εκκλησία.
Έτσι αντιλαμβάνεται παραστατικά το νόημα της ευχής: «Ἐν τῷ Ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν».
(Από το χρονικό του Γεωργίου Κωδινού, Για το κτίσιμο της Αγια-Σοφιάς, σελ. 56)