Σάββατο 13 Αυγούστου 2022

Παράκληση στην Παναγία Μαλεβή

Εύλογήσαντος τοΰ Ίερέως, τό Κύριε είσάκουσον, μεθ' Ο τό* Θεός Κύριος ώς συνήθως και τό έξης:

Ήχος δ': Ό ύψωθεϊς έν τω Σταυρω.

Της Θεοτόκου τη αγία Είκόνι, τη έν Μονη της Μαλεβης έκβλυζούση, μύρον εύώδες θεϊον καϊ ούράνιον, δεΰτε καϊ προσπέσωμεν, πρός αύτήν έκβοώντες. Κόρη Μυροβλύτισσα, έκ παθών ακαθάρτων, καϊ έπηρείας πάσης τοΰ έχθροΰ, τούς τη Είκόνι σου σπεύδοντας λύτρωσαι.

Δόξα, και νΰν. Ομοιον.

Ώς τετοκυϊα τό ζωήρρυτον μύρον, σωματωθέν έκ τών αγνών σου αιμάτων, μύρον έκβλύζειν Δέσποινα ηύδόκησας, τήν σεπτήν Εικόνα σου, τάς ψυχάς αγιάζον, καϊ διώκον απασαν, τών παθών δυσωδίαν. Άλλ' έκ παντοίων ρύου πειρασμών, Θεογεννητορ, τούς σέ μεγαλύνοντας.

Ό Ν'. Καϊ ό Κανών ου ή ακροστιχίς.

«Σπεύδω Παρθένε σω θείω μύρω. Γερασίμου».

’Ωδή α'. Ήχος πλ. δ'. Ύγράν διοδεύσας.

Σ αρκός όμοιώματι της ζωης, τεκοΰσα τό μύρον, Μυροβλύτισσα Μαριάμ, τω μύρω Είκόνος σου της θείας, της τών παθών δυσωδίας με λύτρωσαι.

Πηγάζουσα μύρον ή σή Είκών, τη ση έπινεύσει, Θεοτόκε έν Μαλεβη, εύφραίνει καί τέρπει καθ' έκάστην, τούς προσιόντας αύτη μετά πίστεως.

Έπίβλεψον όμματι ίλαρω, τούς τη ση Είκόνι, παρεστώτας πανευλαβώς, καϊ δίδου ήμϊν Θεογεννητορ, τών αίτημάτων απάντων τήν πλήρωσιν.
Ύμνοΰμεν θαυμάτων σου την πληθύν, καϊ πίστει βοώμεν, Μυροβλύτισσα Μαριάμ. Έκ πάσης ανάγκης τε καϊ βλάβης, ρΰσαι ήμάς μητρικη σου χρηστότητι.

Ωδή γ'. Ούρανίας αψίδος.

Δυσμενών αοράτων, έπιβουλης λύτρωσαι, καϊ ασθενειών πολυτρόπων, καϊ περιστάσεων, ώ Μυροβλύτισσα, τούς έκ τοΰ θείου σου μύρου, εύλαβώς λαμβάνοντας, και σε δοξάζοντας.

Ώς καρκίνου τό πάθος, τό χαλεπόν επαυσας, χρίσει τοΰ αγίου σου μύρου, Παρθένε ’Άχραντε, οϋτωθεράπευσον, κ' αμέ δεινώς ασθενοΰντα,
Κόρη Μυροβλύτισσα, ϊνα γεραίρω σε.

Παραδόξως όράται, μύρου πηγή Άχραντε, έν τη Μαλεβη ή Είκών σου, πάντας έκπλήττουσα, καϊ θεραπεύουσα, νόσους ψυχών καϊ σωμάτων Οθεν σου τήν αφθονον χάριν κηρύττομεν.

Αγιάσματος οίκος, ώς αληθώς πέφηνας Οθεν αγιάζεις Παρθένε, τω θείω μύρω σου τούς καταφεύγοντας, έν Μαλεβη τη Μονη σου, καϊ τα μεγαλεϊα σου, Κόρη δοξάζοντας.

Διάσωσον, ώ Μυροβλύτισσα Κόρη Θεογεννητορ, πάσης βλάβης και έπηρείας του δράκοντος, τούς χριομένους τω μύρω σου τω άγίω.

Έπίβλεψον έν εύμενεία πανύμνητε Θεοτόκε, έπι τήν έμήν χαλεπήν τοΰ σώματος κάκωσιν, καϊ ϊασαι της ψυχης μου τό άλγος.

Αϊτησις καϊ τό Κάθισμα.

Ήχος β'. Πρεσβεία θερμή.

Πηγή οίκτιρμών, καϊ θεϊκης χρηστότητος, Παρθένε Άγνή, μύρου πηγήν ανέβλυσας, έκ της σεπτης Είκόνος σου, έξ ου Κόρη πιστώς οί μετέχοντες, πληροΰνται όσμης μυστικης καϊ χαράς, τά θεϊά σου θαύματα κηρύττοντες.

Ώδή δ'. Είσακήκοα Κύριε.

Ρυπωθέντας έκκάθαρον, Κόρη έπιθέσει τοΰ πολεμήτορος, ήμάς χρίσει τη τοΰ μύρου σου, ή ζωης τό μύρον κόσμω βλύσασα.

Θαυμαστή όντως δέδεικται, Κόρη αναβλύζει θείω Πνεύματι.έν τη Μαλεβη Είκών σου ή πάντιμος' μύρον θεϊον γάρ έκάστοτε,

Έκ τοΰ μύρου σου Δέσποινα, οί πιστώς λαμβάνοντες θεραπεύονται, πάσης βλάβης καϊ κακώσεως, καϊ τά σά κηρύττουσι θαυμάσια.

Νοσημάτων απάλλαξον, καϊ παθών παντοίων ψυχης καϊ σώματος, Μυροβλύτισσα Παντάνασσα, τούς τη ση Είκόνι καταφεύγοντας.

Ώδή ε'. Φώτισον ήμάς.

Έπιδε ήμϊν, Θεοτόκε. Μαλεβίτισσα, τοϊς προστρέχουσι τη σκέπη σου πιστώς, καϊ παράσχου εύφροσύνην ταϊς ψυχαϊς ύμών.

Σκέπη ασφαλής, ήμϊν εσο Μυροβλύτισσα, καϊ έν πάσιν αρωγός καϊ βοηθός, τοϊς αίτοΰσι τήν όξεϊάν σου αντίληψιν.

Ώσπερ όφθαλμών, τάς παθήσεις έθεράπευσας, οϋτως ανοιξον κ' άμοΰ τούς όφθαλμούς, της καρδίας δυσωπώ σε Μυροβλύτισσα.

Θαύματα πολλά, ένεργοΰν τό θεϊον μύρον σου, κατευφραίνει Θεοτόκε τους πιστούς, καϊ δαιμόνων απελαύνει τήν έπήρειαν.

Ώδή στ'. Τήν δέησιν.

Έρρύσω, έκ τών δεσμών ατεκνίας, τάς πιστώς σοι προσελθούσας γυναϊκας, οϋτω κ' αμέ Μυροβλύτισσα Κόρη, έκ τών δεσμών της κακίας απάλλαξον, καϊ σύνδησόν με, αρραγώς, τω δεσμω της αγάπης τοΰ Κ τίστου μου.

’Ιδού σοι, έν τη αγία Μονη σου, πανταχόθεν Χριστωνύμων τά στίφη, μετ' εύλαβείας συρρέουσι Κόρη, καϊ έκ τοΰ θείου σου μύρου λαμβάνοντες, βοώσί σοι από ψυχης Χαρμονης ήμάς Δέσποινα πλήρωσον.

Ώς μύρον, τό της ζωης τετοκυϊα, μυροθήκη ούρανίων χαρίτων, τούς προσκυνοΰντας έν πίστει τελεία, τήν Μυροβλύτισσαν Κόρη Είκόνα σου, έκ δυσωδίας χαλεπης, νοσημάτων καϊ θλίψεων λύτρωσαι.

Μονη σου, τη Μαλεβη προσιόντες, καϊ πληρούμενοι όσμης ούρανίου, έκ τοΰ αγίου σου μύρου Παρθένε, τά μεγαλεϊά σου πάσι κηρύττομεν, καϊ έκβοώμεν έκ ψυχης δυσωδίας παθών ήμάς λύτρωσαι.

Διάσωσον, ώ Μυροβλύτισσα Κόρη Θεογεννητορ, πάσης βλάβης καϊ έπηρείας τοΰ δράκοντος, τούς χριομένους τω μύρω σου τω αγίω.

Άχραντε, ή διά λόγου τόν Λόγον ανερμηνεύτως, έπ' έσχάτων τών ήμερών, τεκοΰσα δυσώπησον, ώς εχουσα, μητρικήν παρρησίαν.

Αϊτησις καϊ τό Κοντάκιον.

Ήχος β'. Τοϊς τών αίμάτων σου.

Ώς μυροβλύτις καϊ πλήρης χρηστότητος, Θεογεννητορ Παρθένε Πανάμωμε, τόν σόν Υίόν απαύστως ίκέτευε, αμαρτημάτων διδόναι συγχώρησιν, ήμϊν τοϊς πιστώς σοι προστρέχουσι.

Προκείμενον.
Μνησθήσομαι τοΰ όνόματός σου έν πάση γενεά καϊ γενεά.

Στιχ. Τό πρόσωπόν σου λιτανεύσουσιν οί πλούσιοι ...

Εύαγγέλιον. Έκ τοΰ κατά Λουκάν.

Έν ταϊς ήμέραις έκείναις, αναστάσα Μαριάμ, έπορεύθη είς τήν όρεινήν μετά σπουδης είς πόλιν ’Ιούδα, καϊ είσηλθεν είς τόν οίκον Ζαχαρίου καϊ ήσπάσατο τήν Έλισάβετ. Καϊ έγένετο ώς ηκουσεν ή Έλισάβετ τόν ασπασμόν της Μαρίας, έσκίρτησε τό βρέφος έν τη κοιλία αύτης' καϊ έπλήσθη Πνεύματος αγίου ή Έλισάβετ καϊ ανεφώνησε φωνη μεγάλη καϊ είπεν' Εύλογημένη σύ έν γυναιξϊ καϊ εύλογημένος ό καρπός της κοιλίας σου. Καϊ πόθεν μοι τοΰτο ϊνα ελθη ή Μήτηρ τοΰ Κυρίου μου πρός με; ’Ιδού γάρ ώς έγένετο ή φωνή τοΰ ασπασμοΰ σου είς τά ώτά μου, έσκίρτησε τό βρέφος έν αγαλλιάσει έν τη κοιλία μου. Καϊ μακαρία ή πιστεύσασα Οτι εσται τελείωσις τοϊς λελαλημένοις αύτη παρά Κυρίου. Καϊ είπε Μαριάμ. Μεγαλύνει ή ψυχή μου τόν Κύριον καϊ ήγαλλίασε τό πνεΰμά μου έπϊ τω θεω τω Σωτηρί μου, Οτι έπέβλεψεν έπϊ τήν ταπείνωσιν της δούλης αύτοΰ. ’Ιδού γάρ από τοΰ νΰν μακαριοΰσί με πάσαι αί γενεαί. Ότι έποίησέ μοι μεγαλεϊα ό δυνατός καϊ αγιον τό όνομα αύτοΰ. ’Έμεινε δέ Μαριάμ σύν αύτη ώσεϊ μηνας τρεϊς καϊ ύπέστρεψεν είς τόν οίκον αύτης.

Δόξα. Ταϊς της Θεοτόκου ...

Και νΰν. Ταϊς της Παναχράντου ...

Προσόμοιον.
Ήχος πλ. β'. Όλην αποθέμενοι.

Στίχ. Έλέησόν με ό Θεός κατά τό μέγα ελεός σου ...

Μύρον τό ακένωτον, Χριστόν τόν πάντων Σωτηρα, τέξασα Πανύμνητε, κόσμον εύωδίασας θεία χάριτι' καϊ τανΰν Δέσποινα, τω αγίω μύρω, τω πλουσίως αναβλύζοντι, έκ της Είκόνος σου, τη έπισκιάσει της δόξης σου, εύφραίνεις τάς ψυχάς ήμών, καϊ αποφοράν τήν ψυχόλεθρον, παθών τε καϊ νόσων, καϊ πάσης αθυμίας χαλεπης, αποδιώκεις, έκάστοτε, έκ τών καρδιών ήμών.

Ό ’Ιερεύς. Σώσον ό Θεός τόν λαόν σου...

Ώδή ζ'. Οί έκ της Ιουδαίας.

Ύπέρ πάντα Παρθένε, Γ ραφικώς τά αρώματα ή τοΰ μύρου σου, εύφραίνει εύωδία, καρδίας καϊ αίσθήσεις, τών βοώντων έκάστοτε. Ό τών Πατέρων ήμών, Θεός εύλογητός εί.

Ραντισμοϊς αοράτοις, Μυροβλύτισσα Κόρη τοΰ θείου μύρου σου, απόπλυνον τόν ρύπον, ψυχης μου της δυσώδους, καϊ βοώντά με λάμπρυνον* Ό τών Πατέρων ήμών, Θεός εύλογητός εί.

Ώς λειμών πανευώδης, Μαλεβή ή Μονή σου πρόκειται απασιν, εν η Θεογεννητορ, Είκών σου ή αγία, ώσπερ ανθος πανεύοσμον, εύωδιάζει ήμάς, έκβλύσει τη τοΰ μύρου.

Γνώρισόν μοι Παρθένε, ζωης τρίβον προσπίπτοντι τη Είκόνι σου, καϊ πάσης όλεθρίου, ρΰσαι με ανοδίας, ϊνα πίστει κραυγάζω σοι* χαϊρε πιστών ή χαρά, ώ Κεχαριτωμένη.

Ώδή η'. Τόν Βασιλέα.

Είς πάντα κόσμον, ή τοΰ αγίου σου μύρου, έξελήλυθε Θεογεννητορ χάρις, καϊ πιστών τά στίφη, ύμνοΰσί σου τήν δόξαν.

Ρΰσαι Παρθένε, όδυνηρών συμπτωμάτων, τούς προσπίπτοντας τη θεία σου Είκόνι, καϊ αλειφομένους, τω ίερω σου μύρω.

Άπας προστρέχων, έν Μαλεβη τη Μονη σου, αγιάζεται τω ίερω σου μύρω, καϊ τά θαύματά σου, κηρύττει Θεοτόκε.

Σωμάτων πόνων, καϊ ψυχικών αλγημάτων, Μυροβλύτισσα απάλλαξον Παρθένε, τούς ύπερυψοΰντας, τόν αφραστόν σου τόκον.

Ώδή θ'. Κυρίως Θεοτόκον.

’Ιάσεις πάσι νέμει, τό σον μύρον Κόρη, δ αναβλύζει Είκών σου ή πάνσεπτος, τοϊς μετά πίστεως τοΰτο αεϊ λαμβάνουσι.

Μυρίπνοον ώς κρίνον, θείαν εύωδίαν, ή μυροβλύτις Είκών σου Πανάχραντε, πνέει τοϊς πίστει προστρέχουσιν έν τη Μάνδρα σου.

Οί πάθεσι καϊ νόσοις, στένοντες αθλίως, της Θεοτόκου τω μύρω προσέλθετε, ϊνα ταχέως τήν ϊασιν απολάβητε.

Ύπέρτερον τόν νοΰν μου, δεϊξον Θεοτόκε, σχέσεως πάσης παθών της φαυλότητος, τη θαυμαστη εύωδία τοΰ θείου μύρου σου. τό 'Άξιόν έστι και τα Μεγαλυνάρια.

Τη έπισκιάσει σου τη σεπτη, μύρον αναβλύζει, ή Είκών σου ή ίερά, ου τη λήψει Κόρη, λυτρούμεθα κινδύνων, καϊ πάσης ασθενείας, απαλλαττόμεθα.

Ώφθη μυροβλύτις νεύσει τη ση, ή Είκών σου Κόρη, έν τη Μάνδρα της Μαλεβης, η μετ' εύλαβείας, Παρθένε προσιόντες, όσμης έπουρανίου, πίστει πληρούμεθα.

Λύει της στειρώσεως τά δεσμά, τό μύρον σου Κόρη, λαμβανόμενον εύλαβώς' Οθεν σου τήν χάριν, κηρύττομεν τοϊς πάσι, καϊ τά πολλά σου θαύματα μεγαλύνομεν.

Ρώσιν καϊ ύγείαν νέμει ήμϊν, τό μύρον σου Κόρη, καϊ κινδύνων απαλλαγήν, καϊ καρκίνου πάθος, τό χαλεπόν ίάται' διό σε Μυροοβλύτισσα μεγαλύνομεν.

Δεΰτε προσκυνήσωμεν αδελφοί, της Μυροβλυτίσσης, τήν Είκόνα έν Μαλεβη, ϊνα πληρωθώμεν, όσμης έπουρανίου, καϊ πάσης δυσωδίας, θάττον ρυσθείημεν.

’Έχει ή Μονή σου έν Μαλεβη, προπύργιον μέγα, τήν Είκόνα σου τήν σεπτήν, έκβλύζουσαν μύρον, εύώδες Θεοτόκε' διό καϊ μεγαλύνει, αεϊ τήν δόξαν σου.

Πάσαι τών Άγγέλων αί στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων ή δωδεκάς, οί Άγιοι πάντες, μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, είς τό σωθηναι ήμάς.

Το τρισάγιον, τα συνήθη τροπάρια, έκτενής καϊ απόλυσις, μεθ' ην ψάλλομεν το έξης:

Ήχος β'. Ότε έκ τοΰ ξύλου.

Μύρον ή τεκοΰσα της ζωης, τόν Δημιουργόν τών απάντων, Παρθένε Άχραντε, μύρον βλύζειν εϋοσμον, Κόρη ηύδόκησας, τήν αγίαν Είκόνα σου, πιστούς κατευφραϊνον' η πιστώς προσπίπτοντες, άγιαζόμεθα Οθεν μετοχη τη τοΰ μύρου, λΰσον τών παθών τάς όδύνας, έκ τών εύλαβώς παρακαλούντων σε.

Δέσποινα πρόσδεξαι ...

Τήν πάσαν έλπίδα μου ...

Αμην

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...