Ἔψελνε μελωδικότατα. Κάθε Σαββατοκύριακο καί τίς μεγάλες ἑορτές πήγαινε στήν Ἱ.Μ. Μ. Λαύρας γιά νά κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί νά ψάλλει. Ἦταν πολύ καλλίφωνος. Σάν κοσμικός ἔπαιζε ὡραιότατα βιολί καί τραγουδοῦσε ὑπέροχα.
Ἀβαρής στούς ἄλλους
Δέν ἤθελε νά γίνεται καθόλου βάρος σέ κανέναν, οὔτε στό Μοναστῆρι. Μία δυό φορές τό χρόνο πήγαινε στό Γραφεῖο τῆς Μονῆς καί ζητοῦσε χαρτιά γιά νά γράφει «κανένα γράμμα». Ποτέ δέν δεχόταν κανονικά χαρτιά, παρά μόνο αὐτά πού ἦταν ἄχρηστα, τσαλακωμένα, μουτζουρωμένα. Μέχρι ὁ ἀρχιγραμματέας ἤ οἱ ὑπογραμματεῖς βροῦν αὐτά, πού θά τοῦ ἄρεσαν γιά νά πάρει, ἐκεῖνος ἄδειαζε τά καλάθια τῶν ἀχρήστων καί τό περιεχόμενό τους τό ἔβαζε στίς τσέπες του[1].
Ἡ Βίγλα
Ἡ ἅγια βία στόν ἑαυτό του.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε: «Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν»[2].
Ὁ π. Παΐσιος, μεγάλος σύγχρονος ἅγιος, πού τόν ἀγαποῦσε καί τόν τιμοῦσε πάρα πολύ. Ἔλεγε:
-«Ἄν πάρεις ὅλους τούς σημερινούς ἀσκητές τῆς Βίγλας καί τούς στίψεις, ἕναν γερο- Εὐθύμιο δέν βγάζεις».
Ἀσκοῦσε πάρα πολλή βία στόν ἑαυτό του. Ἀγρυπνοῦσε, νήστευε καί προσηύχετο. Ἦταν ἀπό τούς μεγαλύτερους Ἁγιορεῖτες νηστευτές.
Ὅσο ζοῦσε στήν Βίγλα, πολλές φορές ἔκανε «συνεχόμενα τριήμερα», δηλ. γιά τρεῖς συνεχόμενες ἡμέρες δέν ἔτρωγε ἀπολύτως τίποτε. Μετά τήν τρίτη ἡμέρα ἔτρωγε καί ἄρχιζε καινούργιο «τριήμερο». Συγχρόνως ἔχτιζε πεζούλια. Δηλ. κουβαλοῦσε μεγάλες, βαρύτατες πέτρες καί βάζοντάς τες τήν μία πάνω στήν ἄλλη ἔφτιαχνε τοῖχο, ὁ ὁποῖος συγκρατοῦσε τό ἔδαφος τοῦ κήπου. Ζαλιζόταν ἀπό τήν τόσο βαρειά δουλειά καί ἔπεφτε κάτω λιπόθυμος... Συνερχόταν καί...
-«Δόστου πάλι!»... μοῦ ἔλεγε.
Ἔδωσε ὅλη του τήν προαίρεση στόν Θεό. Ἀκολουθώντας τό πατερικό: «Δός τῷ Θεῷ πρόθεσιν καί
λαμβάνεις δύναμιν» ὁ Γέροντας δυνάμωνε μέ τήν Θεία Χάρη. Ἐπειδή δόθηκε ἀπόλυτα, 100% στόν Θεό, χωρίς κρατήματα, ἀναστολές, δισταγμούς καί φίλαυτη διάθεση γι’αὐτό καί «πλούτισε» παρά
πολύ πνευματικά. «Ἔδωσε αἷμα καί ἔλαβε πνεῦμα»[3].
Ὅταν εἶχε πειρασμό, ἄφηνε τή δουλειά καί πήγαινε στό κελλάκι του, ὅπου εἶχε ἕνα τεράστιο χονδρό κομποσχοίνι. Ἔπιανε τό κομβοσχοίνι καί ἄρχιζε φωναχτά μέ ὅλη του τή δύναμη:
-«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό!». Τραβοῦσε τούς χονδρούς κόμπους φωνάζοντας, μέχρι νά ὑποχωρήσει ὁ κακός λογισμός.
Ὁ Ἄθωνας
Μεγάλοι ἀσκητικοί κόποι
Ὁ Γέροντας κοπίαζε πάρα πολύ σωματικά. Εἶχε φαίνεται γερή «κράση» καί ἄντεχε στίς σωματικές ταλαιπωρίες πού γίνονται γιά νά δαμαστεῖ ἡ σάρκα, τό σαρκικό φρόνημα καί νά ὑποταχθεῖ στό πνεῦμα. Ἐργαζόταν στόν κῆπο του σκληρά. Κάποτε μοῦ διηγήθηκε ὅτι εἶχε παράγει μία μεγάλη ποσότητα ἀπό φακές πού τίς πῆγε μόνος του στό Μοναστῆρι. Ἀγαποῦσε τίς ὁδοιπορίες. Χαρακτηριστικά μοῦ ἔλεγε, ὅτι κουβαλοῦσε ἐπίτηδες τόν μεγάλο τορβᾶ του γεμᾶτο παξιμάδια, ἀπό τήν Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου, μέ τά πόδια, ὡς τήν Βίγλα.
-«Βγαίνουν τά περιττά ὑγρά» συμπλήρωνε χαριτολογώντας. Ὑπονοοῦσε τόν πολύ ἱδρῶτα πού ἔχυνε κατά τήν μακρά αὐτή ὁδοιπορία τῶν 4-5 ὡρῶν[4].
Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας: Ἡ φιάλη.
Ἡ ἀφιλοχρηματία του, ἡ μή ἀποδοχή δώρων
Γενικά πολλοί εὐσεβεῖς χριστιανοί προσκυνητές τοῦ πρόσφεραν χρήματα, ἀλλά ποτέ δέν τά δέχτηκε. Οὔτε πωλοῦσε ἐργόχειρα. Περνοῦσε ἔτσι φτωχικά ὡς ἀκτήμων μοναχός.
Ὅταν βρισκόταν ἀκόμη στή Βίγλα, τίς Κυριακές καί στίς Ἀγρυπνίες πήγαινε στήν Μεγίστη Λαύρα, καί ἔψελνε στόν χορό.Ἔπαιρνε κάποιες κουμπάνιες (συνήθως ζάχαρη, τσάι καί παξιμάδι) καί γυρνοῦσε στό Κελλί του.
Εἶχε μερικά ἐλαιόδενδρα στό Κελλί του καί λίγες μικρές συκιές. Αὐτή ἦταν ἡ «περιουσία του».
Κάποιοι λαϊκοί, πού ἔψαχναν γιά ἀσκητές τόν γνώρισαν καί τόν εἶχαν σέ εὐλάβεια.
Ἕνας ἀπό αὐτούς, ἀπό εὐγνωμοσύνη καί εὐλάβεια στόν Γέροντα, ἐκτιμώντας τίς συμβουλές του, θέλησε κάτι νά ἀνταποδώσει. Ὅταν γύρισε στήν οἰκογένειά του, ἀγόρασε γραφική ὕλη (φάκελλα, κόλλες χαρτί, πέννες) καί μαζί μέ διάφορα ἄλλα, κάνοντας ἕνα δέμα, τά ἔστειλε στό Γέροντα. Ὅταν τά παρέλαβε, ὁ Γέροντας ἀμέσως τά ἔστειλε πίσω στόν ἀποστολέα (καί τά τρόφιμα καί τήν γραφική ὕλη), προτιμώντας τούς καρπούς τῆς ἡσυχίας, τῆς ἀμεριμνίας καί τοῦ ἰδίου ἱδρῶτος, παρά τίς ὑποχρεώσεις στόν κόσμο καί τό βάρος τῆς δωρεᾶς, διά τῆς ἀποδοχῆς ξένων κόπων.
Ὑπάρχει κανόνας στούς Ἁγίους Πατέρας, πού λέγει ὅτι ὁ Μοναχός, πού δέχεται ἐλεημοσύνη, θά πρέπει νά ἀνταποδίδει ὡς «ἀντίδωρο» ἀνάλογη προσευχή γιά τόν ἐλεοῦντα καί τούς οἰκείους του.
[1] Πρβλ. Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, Πρόσωπα καί δρώμενα στόν Ἄθωνα, Ἅγιον Ὄρος 2001, σελ. 409.
[2] Ματθ. 11, 12.
[3] Ἀποφθέγματα, Ἀββᾶ Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου.
[4]Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος πού χρειάζεται κανείς γιά νά διανύσει τήν ἀπόσταση ἀπό τήν Ἁγίου Παύλου ἕως τήν Βίγλα.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο: Ἱερομονάχου Σάββα, Ἕνας ἀπό τούς τελευταίους.
hristospanagia.blogspot.com
Μεγάλοι ἀσκητικοί κόποι
Ὁ Γέροντας κοπίαζε πάρα πολύ σωματικά. Εἶχε φαίνεται γερή «κράση» καί ἄντεχε στίς σωματικές ταλαιπωρίες πού γίνονται γιά νά δαμαστεῖ ἡ σάρκα, τό σαρκικό φρόνημα καί νά ὑποταχθεῖ στό πνεῦμα. Ἐργαζόταν στόν κῆπο του σκληρά. Κάποτε μοῦ διηγήθηκε ὅτι εἶχε παράγει μία μεγάλη ποσότητα ἀπό φακές πού τίς πῆγε μόνος του στό Μοναστῆρι. Ἀγαποῦσε τίς ὁδοιπορίες. Χαρακτηριστικά μοῦ ἔλεγε, ὅτι κουβαλοῦσε ἐπίτηδες τόν μεγάλο τορβᾶ του γεμᾶτο παξιμάδια, ἀπό τήν Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου, μέ τά πόδια, ὡς τήν Βίγλα.
-«Βγαίνουν τά περιττά ὑγρά» συμπλήρωνε χαριτολογώντας. Ὑπονοοῦσε τόν πολύ ἱδρῶτα πού ἔχυνε κατά τήν μακρά αὐτή ὁδοιπορία τῶν 4-5 ὡρῶν[4].
Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας: Ἡ φιάλη.
Ἡ ἀφιλοχρηματία του, ἡ μή ἀποδοχή δώρων
Γενικά πολλοί εὐσεβεῖς χριστιανοί προσκυνητές τοῦ πρόσφεραν χρήματα, ἀλλά ποτέ δέν τά δέχτηκε. Οὔτε πωλοῦσε ἐργόχειρα. Περνοῦσε ἔτσι φτωχικά ὡς ἀκτήμων μοναχός.
Ὅταν βρισκόταν ἀκόμη στή Βίγλα, τίς Κυριακές καί στίς Ἀγρυπνίες πήγαινε στήν Μεγίστη Λαύρα, καί ἔψελνε στόν χορό.Ἔπαιρνε κάποιες κουμπάνιες (συνήθως ζάχαρη, τσάι καί παξιμάδι) καί γυρνοῦσε στό Κελλί του.
Εἶχε μερικά ἐλαιόδενδρα στό Κελλί του καί λίγες μικρές συκιές. Αὐτή ἦταν ἡ «περιουσία του».
Κάποιοι λαϊκοί, πού ἔψαχναν γιά ἀσκητές τόν γνώρισαν καί τόν εἶχαν σέ εὐλάβεια.
Ἕνας ἀπό αὐτούς, ἀπό εὐγνωμοσύνη καί εὐλάβεια στόν Γέροντα, ἐκτιμώντας τίς συμβουλές του, θέλησε κάτι νά ἀνταποδώσει. Ὅταν γύρισε στήν οἰκογένειά του, ἀγόρασε γραφική ὕλη (φάκελλα, κόλλες χαρτί, πέννες) καί μαζί μέ διάφορα ἄλλα, κάνοντας ἕνα δέμα, τά ἔστειλε στό Γέροντα. Ὅταν τά παρέλαβε, ὁ Γέροντας ἀμέσως τά ἔστειλε πίσω στόν ἀποστολέα (καί τά τρόφιμα καί τήν γραφική ὕλη), προτιμώντας τούς καρπούς τῆς ἡσυχίας, τῆς ἀμεριμνίας καί τοῦ ἰδίου ἱδρῶτος, παρά τίς ὑποχρεώσεις στόν κόσμο καί τό βάρος τῆς δωρεᾶς, διά τῆς ἀποδοχῆς ξένων κόπων.
Ὑπάρχει κανόνας στούς Ἁγίους Πατέρας, πού λέγει ὅτι ὁ Μοναχός, πού δέχεται ἐλεημοσύνη, θά πρέπει νά ἀνταποδίδει ὡς «ἀντίδωρο» ἀνάλογη προσευχή γιά τόν ἐλεοῦντα καί τούς οἰκείους του.
[1] Πρβλ. Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, Πρόσωπα καί δρώμενα στόν Ἄθωνα, Ἅγιον Ὄρος 2001, σελ. 409.
[2] Ματθ. 11, 12.
[3] Ἀποφθέγματα, Ἀββᾶ Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου.
[4]Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος πού χρειάζεται κανείς γιά νά διανύσει τήν ἀπόσταση ἀπό τήν Ἁγίου Παύλου ἕως τήν Βίγλα.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο: Ἱερομονάχου Σάββα, Ἕνας ἀπό τούς τελευταίους.
hristospanagia.blogspot.com