το κείμενο της ομιλίας του στρατηγού ε.α. Νίκου Ταμουρίδη
στο Πνευματικό Κέντρο της Ι. Μ. Αλεξανδρουπόλεως και Τραϊανουπόλεως
(19 Μαΐου 2017)
Γενικά
Η Τουρκία αποτελεί αναμφισβήτητα έναν διεθνώς υπολογίσιμο γεωπολιτικό παίκτη στο Παγκόσμιο Σύστημα, βασιζόμενη στη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη, στη σχέση της με τα τουρκόφωνα κράτη (που ξεπήδησαν από τη διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης) και με τον λοιπό ισλαμικό και αραβικό κόσμο, καθώς και στην στρατιωτική της ισχύ.
Με τους Τούρκους είχαμε πάντοτε προβλήματα, από τον 11ο μ.Χ. αιώνα, τότε που έκαναν την εμφάνισή τους στα ανατολικά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Δυστυχώς, οι δυο λαοί ζούσαμε και ζούμε σε μια συνεχή αντιπαράθεση. Και αυτό δεν είναι τυχαίο.
Βρισκόμαστε σε ένα χώρο που έχει ίσως την μεγαλύτερη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία σε όλο τον κόσμο. Είμαστε στο κέντρο του κόσμου. Στο σταυροδρόμι των τριών ηπείρων της χερσαίας ηπείρου γης. Στο κέντρο, διαχρονικά, των εξελίξεων.
Επιπλέον, οι μεγάλες διαφορές στα βασικά στοιχεία δόμησης της εθνικής συνείδησης (θρησκεία, γλώσσα, πολιτιστική κληρονομιά), καθώς και η διαχρονική αρπακτική νοοτροπία και αλαζονική πολιτική των γειτόνων μας, δεν επέτρεψαν (και δεν επιτρέπουν) την από κοινού προσέγγιση και ειλικρινή συμφωνία για ειρήνη, προς όφελος των δύο λαών.
Τουρκική Πολιτική
Η πολιτική εν γένει της Τουρκίας στηρίζεται κατά το πλείστον στις σκέψεις του Μουσταφά Κεμάλ, του αναμφισβήτητου ηγέτη της, που την οδήγησε από το σκοτάδι της σουλτανικής παράδοσης στο φως του σύγχρονου κόσμου. Μέσω της πολιτικής αυτής η Τουρκία έχει ως στόχο να καταστεί μια από τις πιο ισχυρές χώρες του κόσμου, δηλαδή μια υπερδύναμη.
Έχει ως εφαλτήριο την εσωτερική πολιτική που προσβλέπει στην απόλυτη τάξη, και η οποία βασίζεται κατά πολύ στη ρήση του Κεμάλ »Yurtta barış dünyada barış» (Ειρήνη στην πατρίδα ειρήνη στον κόσμο). Η εξωτερική δε πολιτική εξακοντίζεται σε τρεις άξονες, την ισορροπία ανεξαρτησίας και ασφάλειας μέσω των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, το μέγιστο όφελος από τις σχέσεις της με τις γείτονες χώρες (όπου πρώτη θέση κατέχει η Ελλάδα) και το περιφερειακό-παγκόσμιο όραμά της με βάση την Ευρώπη και ανοίγματα και επιρροές στην Ασία και την Αφρική (μέσω των τουρκόφωνων και ισλαμικών πληθυσμών).
Μέσα στο πλαίσιο εφαρμογής της πολιτικής αυτής, οι Τούρκοι, χρησιμοποίησαν τη μέθοδο του εκτουρκισμού δια του εξισλαμισμού και στη συνέχεια τη μέθοδο του εκφοβισμού και της παντουρκικής προπαγανδιστικής εκστρατείας (Ηepimiz Türküz = Είμαστε όλοι μας Τούρκοι). Στο εγχείρημά τους αυτό ακολούθησαν το λανθασμένο γαλλικό πρότυπο της υποκειμενικής πραγματικότητας του Έθνους. Το Έθνος όμως αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα και είναι το πιο ισχυρό στοιχείο ύπαρξης και παραγωγής πολιτισμού εκ μέρους των λαών. Έτσι, νομοτελειακά, η Τουρκία θα καταρρεύσει, όπως κατέρρευσαν και καταρρέουν τα πολυεθνικά κράτη και οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες.
Στο ίδιο πλαίσιο, οι Τούρκοι διατρανώνουν παντού, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό πόσο μεγάλο έθνος είναι (Τürkiye büyük millet = Μεγάλο έθνος η Τουρκία). Δεν πείθουν όμως. Μεγάλο κράτος ναι, έθνος όχι. Ήδη έχουν αποδεχτεί ότι η μεγάλη μειονότητα της χώρας, οι Κούρδοι, δεν είναι Τούρκοι. Δύσκολο είναι να πείσουν ακόμη και αυτούς τους σημερινούς κατοίκους του Πόντου ότι είναι Τούρκοι, καθόσον το μείζον αυτών, εδώ και κάποιες δεκαετίες αυτοπροσδιορίζονται ως Karadenizliler (Μαυροθαλασσίτες) και όχι ως Τούρκοι. Οι ίδιοι δε οι γείτονές μας στην απέναντι όχθη του Αιγαίου επιγραμματικά διαπιστώνουν ότι η χώρα τους αποτελείται από ένα περίεργο μωσαϊκό εθνοτήτων και θρησκευτικών μειονοτήτων (Türkiye-de yetmis iki bucuk millet var = Στην Tουρκία υπάρχουν εβδομήντα δύο και μισό εθνότητες).
Έτσι, η πολιτική των μηδενικών προβλημάτων, που υποστήριζε μέχρι πρόσφατα ότι εφαρμόζει η Τουρκία με τους γείτονές της, μοιραίως φαίνεται να έχει περάσει στο εσωτερικό της χώρας, όπου δύο είναι οι μεγάλες απειλές: οι διασπαστικές τάσεις (π.χ. Κουρδική αυτονομία ή απόσχιση) και η οπισθοδρόμηση (π.χ. φανατικό ισλάμ, εθνικο-θρησκευτικές μειονότητες). Το Ποντιακό ζήτημα, το οποίο ανοιχτά δεν δέχεται ως θέμα η Τουρκία, το κατατάσσει και στις δύο αυτές απειλές.
Τέλος, ένα άλλο χαρακτηριστικό της διεθνούς συμπεριφοράς των Τούρκων, είναι ότι στα πλαίσια της σταθερής πολιτικής του αποκλειστικά ιδίου συμφέροντος, όταν γνωρίζουν ότι σε ένα θέμα δεν έχουν δίκαιο, χρησιμοποιούν την μέθοδο της (θεωρητικής και ανεδαφικής) απεραντολογίας, προσπαθώντας να θέτουν όσο πιο πολλά θέματα μπορούν, συζητώντας αενάως χωρίς πρόθεση εξεύρεσης λύσης. Αυτό ακολουθούν και στα θέματα με τη χώρα μας.
Το Ποντιακό Ζήτημα
Οι Τούρκοι στο Ποντιακό Ζήτημα ακολουθούν πιστά τις απόψεις του Μουσταφά Κεμάλ (Ατατούρκ), ο οποίος, μεταξύ των άλλων, σκιαγραφεί της θέσεις της Τουρκίας για τον Πόντο σε μια μνημειώδη ομιλία του στην Μεγάλη Συνέλευση του Δημοκρατικού Λαϊκού Κόμματος, στις 15 Οκτωβρίου 1927. Η ομιλία αυτή κράτησε 36,5 ώρες και ονομάστηκε Atatürk nutuk, δηλαδή του Ατατούρκ ο (μεγάλος ρητορικός) λόγος. Η ομιλία αυτή, εκτός του γεγονότος ότι αποτελεί παρακαταθήκη στις νεώτερες τουρκικές γενιές και περιλαμβάνει μια αφήγηση για την πορεία του Τουρκικού έθνους και τα πρώτα χρόνια της Τουρκικής Δημοκρατίας, παρουσιάζει τμήματα της Ελληνικής ιστορίας όπως τα βλέπει ο Κεμάλ, ο επικεφαλής δηλαδή του αντιπάλου, από τη δική του πλευρά.
Σε αυτή του την ομιλία, ο Κεμάλ χαρτογραφεί τον χώρο από τα στενά του Βοσπόρου μέχρι τη Ριζούντα, ως περιοχή όπου μια »κοινότητα» προσπαθούσε στις αρχές του 20ου αιώνα να αναβιώσει τον αρχαίο Ελληνισμό! Παρουσιάζει τους Πόντιους αγωνιστές (τους οποίους υπολογίζει αρχικά 7.000 και στη συνέχεια 25.000 άτομα) ως »μέλη ληστρικών ομάδων, βίαιους, άρπαγες και σφαγείς», και τους συνδέει με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την ελεύθερη Ελλάδα.
Επιπλέον, αναφέρει ότι η »Ρωμαίικη Κοινότητα» με την υποστήριξη των ανταρτών, καθώς και ξένων δυνάμεων προσπαθούσε να ιδρύσει ανεξάρτητο Ποντιακό Κράτος. Έτσι, τονίζει ότι, η Τουρκία »αναγκάστηκε» να λάβει σοβαρά μέτρα αντιμετώπισης της κατάστασης, υπέρ του »βασανιζόμενου» μουσουλμανικού στοιχείου και κατά της διάσπασης του Τουρκικού κράτους.
Η γνωστή τακτική που έξυπνα χρησιμοποιούν συνήθως οι Τούρκοι στο μεγαλείο της! Για άλλη μια φορά παρουσιάζουν τον θύτη ως θύμα και το αντίθετο. Τα αποτελέσματα βέβαια αυτών των »μέτρων» είναι γνωστά σε όλους μας. Μια ακόμη γενοκτονία από το »βδέλυγμα της ερημώσεως», από τη χώρα που έχει ως φιλοσοφία και θεωρεί κατόρθωμα να αρπάζει ότι καλό έχει ο γείτονάς της. Προσωπικά, συνιστώ σε όσους δεν είναι ψύχραιμοι να μην διαβάσουν τα λεγόμενα του Κεμάλ στην ομιλία του αυτή.
Πέραν όμως της πολιτικής αυτής, οι Τούρκοι θεωρούν ότι τυχόν αναγνώριση της γενοκτονίας διεθνώς ή και από τους ίδιους θα αποτελούσε συντριπτική ήττα στα διπλωματικά χρονικά της!
Με την ύπαρξη της Κουρδικής κρατικής οντότητας στα σύνορά της, και με τη ωρίμανση σταδιακά της δημιουργίας του μεγάλου κράτους Κουρδιστάν, αισθάνεται να απειλείται πλέον πολύ σοβαρά η κρατική της συνοχή. Η προσπάθεια διατήρησης της εθνικής της συνοχής μάλλον απέτυχε οριστικά.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της συνοχής εντάσσουν οι Τούρκοι και το Ποντιακό ζήτημα, όπως και κάθε άλλο παρόμοιο θέμα.
Μια αναγνώριση της Γενοκτονίας από τους ίδιους, φοβούνται ότι συντελεί στην διάλυση της κρατικής-εθνικής συνοχής, ενώ μια διεθνής αναγνώριση θα άνοιγε το δρόμο και σε άλλες αναγνωρίσεις (π.χ. Αρμενίων, Ασσυρίων), οπότε ουσιαστικά θα έδινε δυνατότητα πιθανόν εδαφικών διεκδικήσεων και αποζημιώσεων και τελικά διεθνώς μια εικόνα της βαρβαρικής Τουρκίας.
Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
«Εάν τα παρεληλυθότα μνημονεύεις, άμεινον περί των μελλόντων βουλεύσει«, μας υπενθυμίζει ο αρχαίος ρήτορας Ισοκράτης, δηλαδή »Αν θυμάσαι τα περασμένα, ξέρεις να αντιμετωπίζεις καλύτερα το μέλλον».
Γενικά – Γενοκτονία
Αποτελεί εθνικό μας χρέος λοιπόν σήμερα, να θυμηθούμε και να θυμίσουμε στον κόσμο την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, την τραγωδία δηλαδή του αφανισμού των 353.000 προγόνων μας από τους Τούρκους τον περασμένο αιώνα.
Τί είναι όμως γενοκτονία; Σύμφωνα με τον νομικό ορισμό που αναγράφεται στο άρθρο 2 της σχετικής συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών από το έτος 1948, γενοκτονία σημαίνει μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σκοτώνοντας ή προκαλώντας σοβαρή φυσική ή πνευματική βλάβη ή προκαλώντας συνθήκες για την φυσική εξόντωση μελών της ομάδας αυτής. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις.
Είναι γεγονός ότι όσα έγιναν στον Πόντο την εποχή εκείνη, ήταν αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων σωβινιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων, δηλαδή με τις γενοκτονίες των χριστιανικών λαών, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, καθώς και με τη βίαιη τουρκοποίηση των μουσουλμανικών εθνοτήτων.
Ήδη η προσπάθεια αφανισμού των χριστιανών της περιοχής του Πόντου είχε αρχίσει από το 1911, με απόφαση που πήραν οι Νεότουρκοι σε συνέδριό τους στη Θεσσαλονίκη. Απόφαση για εξόντωση, η οποία και δυναμώθηκε το 1914 με τον οικονομικό πόλεμο και την καταλήστευση των ελληνικών περιουσιών, με τις επιθέσεις και λεηλασίες από οργανωμένες συμμορίες, τις εξορίες, τις ομαδικές εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας σε απόμακρες περιοχές της Ανατολίας, όπου ελάχιστοι επέζησαν. Ήταν τότε που το οικουμενικό πατριαρχείο, σε ένδειξη πένθους, έκλεισε στις 15 Μαΐου 1914 όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία και κατήγγειλε τους διωγμούς στις μεγάλες χώρες της εποχής. Δεν κατάφερε, όμως, τίποτε γιατί ξέσπασε ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος.
Η λυσσαλέα εκστρατεία γιγαντώθηκε από το έτος 1916, οπότε και σταδιακά δημιουργήθηκε το αντάρτικο κίνημα των Ποντίων με αποκλειστικό κίνητρο τη σωτηρία τους. Το ποντιακό αντάρτικο, που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έδρασε κυρίως στο δυτικό Πόντο, αλλά και στον ανατολικό περισσότερο στην περιοχή της Σάντας, και έγραψε νέες σελίδες ηρωισμού της Ελληνικής αντίστασης.
Η σκληρότερη όμως φάση της γενοκτονικής εκστρατείας άρχισε στις 19 Μαΐου 1919, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, με άδεια του Σουλτάνου, και κράτησε μέχρι το 1923. Με την υποστήριξη 2 Σωμάτων Στρατού, της Σεβάστειας και του Ερζερούμ, όπως ο ίδιος ο Κεμάλ είπε σε ομιλία του αργότερα, και τη βοήθεια τούρκων αιμοσταγών τσετέδων (ανταρτών-ληστών), άρχισε το φοβερό έργο του.
Τι να πρωτοεπισημάνει κανείς; Τις εκτελέσεις των επιφανών ποντίων, βουλευτών, τραπεζιτών, δασκάλων, παπάδων, δημοσιογράφων; Τους διωγμούς και τους φόνους απλών ανθρώπων; Τις αρπαγές και τους βιασμούς των γυναικών, τις αρπαγές και σφαγές μικρών παιδιών; Τις εκκενώσεις και πυρπολήσεις ολόκληρων πόλεων και χωριών, τις λυσσαλέες καταστροφές εκκλησιών και μοναστηριών, καθώς και τους ομαδικούς εξισλαμισμούς;
Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Από τους περίπου 700.000 Έλληνες που ζούσαν στον Πόντο την παραμονή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Όλοι αυτοί έπεσαν θύματα ενός προμελετημένου εγκλήματος, ενός καλά οργανωμένου σχεδίου, από τους Νεοτούρκους, χωρίς στην περιοχή εκείνη να υπάρχει πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Η γενοκτονία αυτή αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του προηγούμενου αιώνα, μετά από αυτή των Αρμενίων, τί σύμπτωση βέβαια, από τους ίδιους τους Τούρκους.
Τον επίλογο της γενοκτονίας ακολουθεί η μοναδική στην παγκόσμια ιστορία ρύθμιση από μια συνθήκη ειρήνης, τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923, και η επιβολή από τη διεθνή κοινότητα της υποχρεωτικής ανταλλαγής εκατομμυρίων ανθρώπων, πληθυσμών δηλαδή όχι κάποιων συγκεκριμένων περιοχών, αλλά ολόκληρων χωρών. Έτσι οι πρόγονοί μας ξεριζώθηκαν οριστικά και αμετάκλητα από τις προαιώνιες εστίες τους και μεταφέρθηκαν αναγκαστικά σε μια νέα πατρίδα.
Ιστορική Μνήμη
Αγαπητοί πατριώτες
Οι εορτασμοί των ιστορικών γεγονότων της ζωής ενός έθνους όπως το δικό μας, επιβάλλεται να έχουν ως στόχο την εθνική ενότητα, την εθνική περισυλλογή και την εθνική αφύπνιση. Ένας λαός ή ένας άνθρωπος με όπλο την ιστορία του, μπορεί να ερμηνεύσει σωστά το παρελθόν ώστε επαγωγικά να σταθεί αξιοπρεπώς και κριτικά στο παρόν και να σχεδιάσει αισιόδοξα για το μέλλον. Έθνος ή άνθρωπος χωρίς ιστορική μνήμη είναι ένας ανίκανος και ευάλωτος νάνος. Δεν είναι τυχαίο ότι ανέκαθεν οι διεθνιστές και τώρα οι παγκοσμιοποιητές καλλιεργούν την ιστορική λήθη, αφού προκαλεί με χαρακτηριστική αποτελεσματικότητα την άμβλυνση κάθε κριτικής ικανότητας.
Οι μνήμες, οι θρύλοι και οι παραδόσεις, αναζωογονούν το Έθνος. Η ιστορική αμνημοσύνη είναι για τους δειλούς. Η ιστορική αλήθεια και μνήμη δεν αποτελεί στείρα και νεκρά παρελθοντολογία, αλλά γνώση, που με την πίστη και τον αγώνα, φέρνει τη νίκη. Η ιστορία διεκδικεί το δικαίωμα της μνήμης και της δικαίωσης, της αναγνώρισης, της συγγνώμης. Αναγνώρισης και δικαίωσης των ανθρώπων που έγινα βορά της Τουρκικής βαρβαρότητας και της τέλειας κτηνωδίας, γιατί ήταν Έλληνες, γιατί ήταν Χριστιανοί, γιατί είχαν έναν ανώτερο πολιτισμό.
Ας θυμηθούμε ότι πριν την ανταλλαγή στον Πόντο υπήρχαν περισσότερα από 1000 Ελληνικά σχολεία με πάνω από 1200 δασκάλους και 76.000 περίπου μαθητές και μαθήτριες. Ακόμη υπήρχαν 1.130 ναοί, 22 μοναστήρια και πάνω από 1600 παρεκκλήσια με 1.500 κληρικούς. Επιπλέον τράπεζες ελληνικών συμφερόντων, εφημερίδες, σύλλογοι, αδελφότητες, θέατρο, αθλητισμός, και γενικά μια απόλυτα ακμάζουσα Ελληνική κοινότητα.
Εμείς οι σημερινοί Πόντιοι
Φλογερά προσευχόμαστε για τις ψυχές των αδίκως τελειωθέντων προγόνων μας.
Οι καρδιές μας συντρίφτηκαν! Αλλά δεν υποκύπτουν!
Είμαστε υπερήφανοι που καταγόμαστε από τον Ελλενόποντο, από περιοχές όπου οι ρίζες μας βυθίζονται βαθιά σε χώματα ποτισμένα από αρχαία και πρόσφατα αίματα προγόνων.
Είμαστε υπερήφανοι που είμαστε απόγονοι αυτών που »εξεριζώθαν ασόν Πόντον, έρθανε ση πατρίδας την πατρίδα και την γην εκατατρύπεσαν με αλέτρι και χορόν»!
Είμαστε πολλοί, είμαστε δυναμικοί και το ξέρουν, γι’ αυτό και χρησιμοποιούν πρόσωπα και μεθόδους για να μας κρατούν διαιρεμένους.
Είμαστε πολλοί, είμαστε γεμάτοι ζωντάνια, με τους συλλόγους μας, με τη μουσική μας, με τους χορούς, τα τραγούδια, το θέατρο και τόσες άλλες πνευματικές και λοιπές δραστηριότητες.
Είμαστε αισιόδοξοι, κι αυτή την αισιοδοξία την αντλούμε από την φανταστική νεολαία μας, τα υπέροχα αυτά παιδιά, που ενάντια στις αντεθνικές προκλήσεις της εποχής μας, επιμένουν στη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Πιστεύουμε στη φιλία και τη συνεργασία των γειτονικών λαών, αλλά παράλληλα διεκδικούμε το δικαίωμά μας στην ιερή μνήμη των προγόνων μας και απαιτούμε δικαίωση.
Επιπλέον, πηγαίνουμε σήμερα στον Πόντο, κατά χιλιάδες. Στον Πόντο, όπου μετά από αιώνες η φωνή του Πατριάρχη ξανακούστηκε στα ιερά βράχια του όρους Μελά. Στον Πόντο, όπου έχουμε αδέλφια ψυχής, όπου οι μνήμες έχουν ξυπνήσει. Οι χιλιάδες των Ποντιόφωνων, αλλά και οι περισσότεροι λοιποί Μαυροθαλασσίτες, γίνονται κοινωνοί των ιστορικών καταβολών τους. Οι εκεί πατριώτες μας, μέσα από τη μουσική, τους χορούς και τα τραγούδια, συναντώντας ένα μεγάλο αριθμό από εμάς που επισκεπτόμαστε τα μέρη των προγόνων μας, αλλά και περιδιαβαίνοντας το διαδίκτυο παγκοσμίως, καταλαβαίνουν ότι υπάρχουν σημαντικά στοιχεία πολιτισμού που τους ενώνουν μαζί μας.
Η Ελληνική Πολιτεία
Η Ελληνική Πολιτεία, δυστυχώς, δεν έδωσε στο Ποντιακό ζήτημα τη δυναμική που θα έπρεπε. Εκτός από την αναγνώριση της 19ης Μαΐου, ως ημέρας μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, τίποτε παραπάνω.
Θυσιάζει, όπως φαίνεται, το θέμα στα πλαίσια της δήθεν ελληνοτουρκικής φιλίας, ή δεν έχει την πολιτική δύναμη και τόλμη να το θέσει επισήμως. Ότι επιτυγχάνεται, γίνεται από τον Ποντιακό χώρο (οργανωμένο και μη), από τους ομογενείς και κυρίως με ατομικές πρωτοβουλίες.
Η φιλία όμως των λαών προϋποθέτει την ειλικρινή προσέγγιση και αποδοχή της αλήθειας εκατέρωθεν. Η μονομερής αφελής λήθη της χώρας μας, αφενός αφαιρεί ένα ισχυρό βέλος από τη διπλωματική φαρέτρα μας, αφετέρου αποθρασύνει τους γείτονες ωθώντας τους σε περισσότερη αδιαλλαξία.
Εδώ δεν θα μπορούσα να παραλείψω να αναφέρω και την συμπεριφορά κάποιων θλιβερών εκπροσώπων της πολιτικής, οι οποίοι φορώντας τον μανδύα του διεθνισμού, διακατεχόμενοι από εμετικές αντεθνικές και αντιμιλιταριστικές τάσεις, εξαπολύουν βωμολοχίες έναντι τόσο των Ποντίων, όσο και της γενοκτονίας.
Μέσα από τα καταφύγια των πολιτικών ή πανεπιστημιακών γραφείων της δήθεν διανόησης, δίνουν διέξοδο στις όποιες μεταφυσικές τους ανησυχίες, φτάνοντας πολλές φορές μέχρι και την Τουρκολαγνεία, προχωρημένο στάδιο της Ελληνικής παρακμής.
Επίλογος
Αγαπητή ομήγυρις
Σήμερα ως ορθόδοξοι Έλληνες επιδιώκουμε την ειρηνική συνύπαρξη με όλους τους λαούς, και φυσικά με τους ίδιους τους Τούρκους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απεμπολούμε την ιστορική αλήθεια, διότι εκεί βασίζεται η συνείδηση της συνέχειας του Ελληνισμού, με την οποία μπορούμε να ξεπεράσουμε κάθε εμπόδιο και κάθε κρίση.
Σήμερα υποσχόμαστε ότι θα συνεχίσουμε με περισσότερο ζήλο και αγάπη να μεταδίδουμε, ο κάθε ένας ξεχωριστά και όλοι μαζί, την ιστορία μας και την πολιτιστική κληρονομιά που παραλάβαμε. Έχουμε χρέος να τα μεταδώσουμε στις νέες γενιές και επιπλέον να ενημερώνουμε όλους, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, για την τραγωδία του Ποντιακού Ελληνισμού. Το οφείλουμε στη μνήμη αυτών που θυσιάστηκαν για την διατήρηση της εθνικής τους ταυτότητας και επιπλέον γιατί »λαός που ξεχνά την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει»!
Σήμερα χαλυβδώνουμε το φρόνημά μας με τη συμμετοχή μας στο προσκλητήριο μνήμης αυτής της επετείου. Σήμερα χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε να είμαστε ενωμένοι, γιατί μόνον έτσι θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε τα δίκαιά μας σ’ αυτή την δύσκολη εποχή.
Και έχουμε δικαιώματα στον Πόντο. Και το πιο βασικό από όλα, έχουμε δικαίωμα στη μνήμη, δικαίωμα στην συγγνώμη, δικαίωμα στην αποδοχή της αλήθειας! Η διεθνής αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι αδιαπραγμάτευτη και επιβάλλεται να αποτελεί τον πιο βασικό στόχο όλων μας!
Τελειώνοντας
Θα κλείσω εμπνεόμενος από στίχους του μεγάλου εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά, ο οποίος μιλά στον γνωστό του Δωδεκάλογο, για τον ξεριζωμό μας, πριν ακόμη αυτός γίνει πραγματικότητα:
Εμείς οι Πόντιοι!
Αγνό κομμάτι του αενάως κινούμενου Ελληνισμού.
Απ’ την πατρίδα μας διωγμένοι, στεριές και πέλαγα διαβήκαμε,
ρουφήσαμε όλους τους καημούς κι όλους τους τρόμους,
φτερό την κάναμε τη ρίζα μας και φύγαμε,
μακριά στα ολάνοιχτα προς τους μεγάλους δρόμους!
Από παλιά μας λέγαν:
»θα γυρίσετε στην πρώτη σας κοιτίδα την ξεχειλιστή,
η πρώτη σας πατρίδα σας προσμένει εκεί!»
Απ’ της Τραπεζούντας το καστέλι, της Μαυροθαλασσίτισας απλώσαμε,
μας πήραν τα Βαλκάνια, στην Πόλη τα καράβια μας αράξανε,
κι οι Θρακιώτικοι και οι Μακεδονίτικοι κάμποι και τα βουνά μας δεχτήκανε,
πρώτα πρώτα δαρμένα καραβάνια.
Νάμαστε λοιπόν εδώ! Στης πατρίδας την πατρίδα!
Σβησμένοι απ’ την Ανατολή, ανατείλαμε στη Δύση,
και της σκλαβιάς ασπροχαράξαμε τα σκότη,
κι όπου γης κι όπου γεράματα,
σπέρνουμε μια Ελλάδα και μια νιότη!
Σας ευχαριστώ πολύ.
Φωτογραφία: Ο στρατηγός Νίκος Ταμουρίδης μιλά στην εκδήλωση των τοπικών πολιτιστικών συλλόγων, στο πλαίσιο της ημέρας μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
στο Πνευματικό Κέντρο της Ι. Μ. Αλεξανδρουπόλεως και Τραϊανουπόλεως
(19 Μαΐου 2017)
Γενικά
Η Τουρκία αποτελεί αναμφισβήτητα έναν διεθνώς υπολογίσιμο γεωπολιτικό παίκτη στο Παγκόσμιο Σύστημα, βασιζόμενη στη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη, στη σχέση της με τα τουρκόφωνα κράτη (που ξεπήδησαν από τη διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης) και με τον λοιπό ισλαμικό και αραβικό κόσμο, καθώς και στην στρατιωτική της ισχύ.
Με τους Τούρκους είχαμε πάντοτε προβλήματα, από τον 11ο μ.Χ. αιώνα, τότε που έκαναν την εμφάνισή τους στα ανατολικά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Δυστυχώς, οι δυο λαοί ζούσαμε και ζούμε σε μια συνεχή αντιπαράθεση. Και αυτό δεν είναι τυχαίο.
Βρισκόμαστε σε ένα χώρο που έχει ίσως την μεγαλύτερη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία σε όλο τον κόσμο. Είμαστε στο κέντρο του κόσμου. Στο σταυροδρόμι των τριών ηπείρων της χερσαίας ηπείρου γης. Στο κέντρο, διαχρονικά, των εξελίξεων.
Επιπλέον, οι μεγάλες διαφορές στα βασικά στοιχεία δόμησης της εθνικής συνείδησης (θρησκεία, γλώσσα, πολιτιστική κληρονομιά), καθώς και η διαχρονική αρπακτική νοοτροπία και αλαζονική πολιτική των γειτόνων μας, δεν επέτρεψαν (και δεν επιτρέπουν) την από κοινού προσέγγιση και ειλικρινή συμφωνία για ειρήνη, προς όφελος των δύο λαών.
Τουρκική Πολιτική
Η πολιτική εν γένει της Τουρκίας στηρίζεται κατά το πλείστον στις σκέψεις του Μουσταφά Κεμάλ, του αναμφισβήτητου ηγέτη της, που την οδήγησε από το σκοτάδι της σουλτανικής παράδοσης στο φως του σύγχρονου κόσμου. Μέσω της πολιτικής αυτής η Τουρκία έχει ως στόχο να καταστεί μια από τις πιο ισχυρές χώρες του κόσμου, δηλαδή μια υπερδύναμη.
Έχει ως εφαλτήριο την εσωτερική πολιτική που προσβλέπει στην απόλυτη τάξη, και η οποία βασίζεται κατά πολύ στη ρήση του Κεμάλ »Yurtta barış dünyada barış» (Ειρήνη στην πατρίδα ειρήνη στον κόσμο). Η εξωτερική δε πολιτική εξακοντίζεται σε τρεις άξονες, την ισορροπία ανεξαρτησίας και ασφάλειας μέσω των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, το μέγιστο όφελος από τις σχέσεις της με τις γείτονες χώρες (όπου πρώτη θέση κατέχει η Ελλάδα) και το περιφερειακό-παγκόσμιο όραμά της με βάση την Ευρώπη και ανοίγματα και επιρροές στην Ασία και την Αφρική (μέσω των τουρκόφωνων και ισλαμικών πληθυσμών).
Μέσα στο πλαίσιο εφαρμογής της πολιτικής αυτής, οι Τούρκοι, χρησιμοποίησαν τη μέθοδο του εκτουρκισμού δια του εξισλαμισμού και στη συνέχεια τη μέθοδο του εκφοβισμού και της παντουρκικής προπαγανδιστικής εκστρατείας (Ηepimiz Türküz = Είμαστε όλοι μας Τούρκοι). Στο εγχείρημά τους αυτό ακολούθησαν το λανθασμένο γαλλικό πρότυπο της υποκειμενικής πραγματικότητας του Έθνους. Το Έθνος όμως αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα και είναι το πιο ισχυρό στοιχείο ύπαρξης και παραγωγής πολιτισμού εκ μέρους των λαών. Έτσι, νομοτελειακά, η Τουρκία θα καταρρεύσει, όπως κατέρρευσαν και καταρρέουν τα πολυεθνικά κράτη και οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες.
Στο ίδιο πλαίσιο, οι Τούρκοι διατρανώνουν παντού, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό πόσο μεγάλο έθνος είναι (Τürkiye büyük millet = Μεγάλο έθνος η Τουρκία). Δεν πείθουν όμως. Μεγάλο κράτος ναι, έθνος όχι. Ήδη έχουν αποδεχτεί ότι η μεγάλη μειονότητα της χώρας, οι Κούρδοι, δεν είναι Τούρκοι. Δύσκολο είναι να πείσουν ακόμη και αυτούς τους σημερινούς κατοίκους του Πόντου ότι είναι Τούρκοι, καθόσον το μείζον αυτών, εδώ και κάποιες δεκαετίες αυτοπροσδιορίζονται ως Karadenizliler (Μαυροθαλασσίτες) και όχι ως Τούρκοι. Οι ίδιοι δε οι γείτονές μας στην απέναντι όχθη του Αιγαίου επιγραμματικά διαπιστώνουν ότι η χώρα τους αποτελείται από ένα περίεργο μωσαϊκό εθνοτήτων και θρησκευτικών μειονοτήτων (Türkiye-de yetmis iki bucuk millet var = Στην Tουρκία υπάρχουν εβδομήντα δύο και μισό εθνότητες).
Έτσι, η πολιτική των μηδενικών προβλημάτων, που υποστήριζε μέχρι πρόσφατα ότι εφαρμόζει η Τουρκία με τους γείτονές της, μοιραίως φαίνεται να έχει περάσει στο εσωτερικό της χώρας, όπου δύο είναι οι μεγάλες απειλές: οι διασπαστικές τάσεις (π.χ. Κουρδική αυτονομία ή απόσχιση) και η οπισθοδρόμηση (π.χ. φανατικό ισλάμ, εθνικο-θρησκευτικές μειονότητες). Το Ποντιακό ζήτημα, το οποίο ανοιχτά δεν δέχεται ως θέμα η Τουρκία, το κατατάσσει και στις δύο αυτές απειλές.
Τέλος, ένα άλλο χαρακτηριστικό της διεθνούς συμπεριφοράς των Τούρκων, είναι ότι στα πλαίσια της σταθερής πολιτικής του αποκλειστικά ιδίου συμφέροντος, όταν γνωρίζουν ότι σε ένα θέμα δεν έχουν δίκαιο, χρησιμοποιούν την μέθοδο της (θεωρητικής και ανεδαφικής) απεραντολογίας, προσπαθώντας να θέτουν όσο πιο πολλά θέματα μπορούν, συζητώντας αενάως χωρίς πρόθεση εξεύρεσης λύσης. Αυτό ακολουθούν και στα θέματα με τη χώρα μας.
Το Ποντιακό Ζήτημα
Οι Τούρκοι στο Ποντιακό Ζήτημα ακολουθούν πιστά τις απόψεις του Μουσταφά Κεμάλ (Ατατούρκ), ο οποίος, μεταξύ των άλλων, σκιαγραφεί της θέσεις της Τουρκίας για τον Πόντο σε μια μνημειώδη ομιλία του στην Μεγάλη Συνέλευση του Δημοκρατικού Λαϊκού Κόμματος, στις 15 Οκτωβρίου 1927. Η ομιλία αυτή κράτησε 36,5 ώρες και ονομάστηκε Atatürk nutuk, δηλαδή του Ατατούρκ ο (μεγάλος ρητορικός) λόγος. Η ομιλία αυτή, εκτός του γεγονότος ότι αποτελεί παρακαταθήκη στις νεώτερες τουρκικές γενιές και περιλαμβάνει μια αφήγηση για την πορεία του Τουρκικού έθνους και τα πρώτα χρόνια της Τουρκικής Δημοκρατίας, παρουσιάζει τμήματα της Ελληνικής ιστορίας όπως τα βλέπει ο Κεμάλ, ο επικεφαλής δηλαδή του αντιπάλου, από τη δική του πλευρά.
Σε αυτή του την ομιλία, ο Κεμάλ χαρτογραφεί τον χώρο από τα στενά του Βοσπόρου μέχρι τη Ριζούντα, ως περιοχή όπου μια »κοινότητα» προσπαθούσε στις αρχές του 20ου αιώνα να αναβιώσει τον αρχαίο Ελληνισμό! Παρουσιάζει τους Πόντιους αγωνιστές (τους οποίους υπολογίζει αρχικά 7.000 και στη συνέχεια 25.000 άτομα) ως »μέλη ληστρικών ομάδων, βίαιους, άρπαγες και σφαγείς», και τους συνδέει με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την ελεύθερη Ελλάδα.
Επιπλέον, αναφέρει ότι η »Ρωμαίικη Κοινότητα» με την υποστήριξη των ανταρτών, καθώς και ξένων δυνάμεων προσπαθούσε να ιδρύσει ανεξάρτητο Ποντιακό Κράτος. Έτσι, τονίζει ότι, η Τουρκία »αναγκάστηκε» να λάβει σοβαρά μέτρα αντιμετώπισης της κατάστασης, υπέρ του »βασανιζόμενου» μουσουλμανικού στοιχείου και κατά της διάσπασης του Τουρκικού κράτους.
Η γνωστή τακτική που έξυπνα χρησιμοποιούν συνήθως οι Τούρκοι στο μεγαλείο της! Για άλλη μια φορά παρουσιάζουν τον θύτη ως θύμα και το αντίθετο. Τα αποτελέσματα βέβαια αυτών των »μέτρων» είναι γνωστά σε όλους μας. Μια ακόμη γενοκτονία από το »βδέλυγμα της ερημώσεως», από τη χώρα που έχει ως φιλοσοφία και θεωρεί κατόρθωμα να αρπάζει ότι καλό έχει ο γείτονάς της. Προσωπικά, συνιστώ σε όσους δεν είναι ψύχραιμοι να μην διαβάσουν τα λεγόμενα του Κεμάλ στην ομιλία του αυτή.
Πέραν όμως της πολιτικής αυτής, οι Τούρκοι θεωρούν ότι τυχόν αναγνώριση της γενοκτονίας διεθνώς ή και από τους ίδιους θα αποτελούσε συντριπτική ήττα στα διπλωματικά χρονικά της!
Με την ύπαρξη της Κουρδικής κρατικής οντότητας στα σύνορά της, και με τη ωρίμανση σταδιακά της δημιουργίας του μεγάλου κράτους Κουρδιστάν, αισθάνεται να απειλείται πλέον πολύ σοβαρά η κρατική της συνοχή. Η προσπάθεια διατήρησης της εθνικής της συνοχής μάλλον απέτυχε οριστικά.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της συνοχής εντάσσουν οι Τούρκοι και το Ποντιακό ζήτημα, όπως και κάθε άλλο παρόμοιο θέμα.
Μια αναγνώριση της Γενοκτονίας από τους ίδιους, φοβούνται ότι συντελεί στην διάλυση της κρατικής-εθνικής συνοχής, ενώ μια διεθνής αναγνώριση θα άνοιγε το δρόμο και σε άλλες αναγνωρίσεις (π.χ. Αρμενίων, Ασσυρίων), οπότε ουσιαστικά θα έδινε δυνατότητα πιθανόν εδαφικών διεκδικήσεων και αποζημιώσεων και τελικά διεθνώς μια εικόνα της βαρβαρικής Τουρκίας.
Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
«Εάν τα παρεληλυθότα μνημονεύεις, άμεινον περί των μελλόντων βουλεύσει«, μας υπενθυμίζει ο αρχαίος ρήτορας Ισοκράτης, δηλαδή »Αν θυμάσαι τα περασμένα, ξέρεις να αντιμετωπίζεις καλύτερα το μέλλον».
Γενικά – Γενοκτονία
Αποτελεί εθνικό μας χρέος λοιπόν σήμερα, να θυμηθούμε και να θυμίσουμε στον κόσμο την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, την τραγωδία δηλαδή του αφανισμού των 353.000 προγόνων μας από τους Τούρκους τον περασμένο αιώνα.
Τί είναι όμως γενοκτονία; Σύμφωνα με τον νομικό ορισμό που αναγράφεται στο άρθρο 2 της σχετικής συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών από το έτος 1948, γενοκτονία σημαίνει μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σκοτώνοντας ή προκαλώντας σοβαρή φυσική ή πνευματική βλάβη ή προκαλώντας συνθήκες για την φυσική εξόντωση μελών της ομάδας αυτής. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις.
Είναι γεγονός ότι όσα έγιναν στον Πόντο την εποχή εκείνη, ήταν αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων σωβινιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων, δηλαδή με τις γενοκτονίες των χριστιανικών λαών, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, καθώς και με τη βίαιη τουρκοποίηση των μουσουλμανικών εθνοτήτων.
Ήδη η προσπάθεια αφανισμού των χριστιανών της περιοχής του Πόντου είχε αρχίσει από το 1911, με απόφαση που πήραν οι Νεότουρκοι σε συνέδριό τους στη Θεσσαλονίκη. Απόφαση για εξόντωση, η οποία και δυναμώθηκε το 1914 με τον οικονομικό πόλεμο και την καταλήστευση των ελληνικών περιουσιών, με τις επιθέσεις και λεηλασίες από οργανωμένες συμμορίες, τις εξορίες, τις ομαδικές εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας σε απόμακρες περιοχές της Ανατολίας, όπου ελάχιστοι επέζησαν. Ήταν τότε που το οικουμενικό πατριαρχείο, σε ένδειξη πένθους, έκλεισε στις 15 Μαΐου 1914 όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία και κατήγγειλε τους διωγμούς στις μεγάλες χώρες της εποχής. Δεν κατάφερε, όμως, τίποτε γιατί ξέσπασε ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος.
Η λυσσαλέα εκστρατεία γιγαντώθηκε από το έτος 1916, οπότε και σταδιακά δημιουργήθηκε το αντάρτικο κίνημα των Ποντίων με αποκλειστικό κίνητρο τη σωτηρία τους. Το ποντιακό αντάρτικο, που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έδρασε κυρίως στο δυτικό Πόντο, αλλά και στον ανατολικό περισσότερο στην περιοχή της Σάντας, και έγραψε νέες σελίδες ηρωισμού της Ελληνικής αντίστασης.
Η σκληρότερη όμως φάση της γενοκτονικής εκστρατείας άρχισε στις 19 Μαΐου 1919, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, με άδεια του Σουλτάνου, και κράτησε μέχρι το 1923. Με την υποστήριξη 2 Σωμάτων Στρατού, της Σεβάστειας και του Ερζερούμ, όπως ο ίδιος ο Κεμάλ είπε σε ομιλία του αργότερα, και τη βοήθεια τούρκων αιμοσταγών τσετέδων (ανταρτών-ληστών), άρχισε το φοβερό έργο του.
Τι να πρωτοεπισημάνει κανείς; Τις εκτελέσεις των επιφανών ποντίων, βουλευτών, τραπεζιτών, δασκάλων, παπάδων, δημοσιογράφων; Τους διωγμούς και τους φόνους απλών ανθρώπων; Τις αρπαγές και τους βιασμούς των γυναικών, τις αρπαγές και σφαγές μικρών παιδιών; Τις εκκενώσεις και πυρπολήσεις ολόκληρων πόλεων και χωριών, τις λυσσαλέες καταστροφές εκκλησιών και μοναστηριών, καθώς και τους ομαδικούς εξισλαμισμούς;
Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Από τους περίπου 700.000 Έλληνες που ζούσαν στον Πόντο την παραμονή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Όλοι αυτοί έπεσαν θύματα ενός προμελετημένου εγκλήματος, ενός καλά οργανωμένου σχεδίου, από τους Νεοτούρκους, χωρίς στην περιοχή εκείνη να υπάρχει πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Η γενοκτονία αυτή αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του προηγούμενου αιώνα, μετά από αυτή των Αρμενίων, τί σύμπτωση βέβαια, από τους ίδιους τους Τούρκους.
Τον επίλογο της γενοκτονίας ακολουθεί η μοναδική στην παγκόσμια ιστορία ρύθμιση από μια συνθήκη ειρήνης, τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923, και η επιβολή από τη διεθνή κοινότητα της υποχρεωτικής ανταλλαγής εκατομμυρίων ανθρώπων, πληθυσμών δηλαδή όχι κάποιων συγκεκριμένων περιοχών, αλλά ολόκληρων χωρών. Έτσι οι πρόγονοί μας ξεριζώθηκαν οριστικά και αμετάκλητα από τις προαιώνιες εστίες τους και μεταφέρθηκαν αναγκαστικά σε μια νέα πατρίδα.
Ιστορική Μνήμη
Αγαπητοί πατριώτες
Οι εορτασμοί των ιστορικών γεγονότων της ζωής ενός έθνους όπως το δικό μας, επιβάλλεται να έχουν ως στόχο την εθνική ενότητα, την εθνική περισυλλογή και την εθνική αφύπνιση. Ένας λαός ή ένας άνθρωπος με όπλο την ιστορία του, μπορεί να ερμηνεύσει σωστά το παρελθόν ώστε επαγωγικά να σταθεί αξιοπρεπώς και κριτικά στο παρόν και να σχεδιάσει αισιόδοξα για το μέλλον. Έθνος ή άνθρωπος χωρίς ιστορική μνήμη είναι ένας ανίκανος και ευάλωτος νάνος. Δεν είναι τυχαίο ότι ανέκαθεν οι διεθνιστές και τώρα οι παγκοσμιοποιητές καλλιεργούν την ιστορική λήθη, αφού προκαλεί με χαρακτηριστική αποτελεσματικότητα την άμβλυνση κάθε κριτικής ικανότητας.
Οι μνήμες, οι θρύλοι και οι παραδόσεις, αναζωογονούν το Έθνος. Η ιστορική αμνημοσύνη είναι για τους δειλούς. Η ιστορική αλήθεια και μνήμη δεν αποτελεί στείρα και νεκρά παρελθοντολογία, αλλά γνώση, που με την πίστη και τον αγώνα, φέρνει τη νίκη. Η ιστορία διεκδικεί το δικαίωμα της μνήμης και της δικαίωσης, της αναγνώρισης, της συγγνώμης. Αναγνώρισης και δικαίωσης των ανθρώπων που έγινα βορά της Τουρκικής βαρβαρότητας και της τέλειας κτηνωδίας, γιατί ήταν Έλληνες, γιατί ήταν Χριστιανοί, γιατί είχαν έναν ανώτερο πολιτισμό.
Ας θυμηθούμε ότι πριν την ανταλλαγή στον Πόντο υπήρχαν περισσότερα από 1000 Ελληνικά σχολεία με πάνω από 1200 δασκάλους και 76.000 περίπου μαθητές και μαθήτριες. Ακόμη υπήρχαν 1.130 ναοί, 22 μοναστήρια και πάνω από 1600 παρεκκλήσια με 1.500 κληρικούς. Επιπλέον τράπεζες ελληνικών συμφερόντων, εφημερίδες, σύλλογοι, αδελφότητες, θέατρο, αθλητισμός, και γενικά μια απόλυτα ακμάζουσα Ελληνική κοινότητα.
Εμείς οι σημερινοί Πόντιοι
Φλογερά προσευχόμαστε για τις ψυχές των αδίκως τελειωθέντων προγόνων μας.
Οι καρδιές μας συντρίφτηκαν! Αλλά δεν υποκύπτουν!
Είμαστε υπερήφανοι που καταγόμαστε από τον Ελλενόποντο, από περιοχές όπου οι ρίζες μας βυθίζονται βαθιά σε χώματα ποτισμένα από αρχαία και πρόσφατα αίματα προγόνων.
Είμαστε υπερήφανοι που είμαστε απόγονοι αυτών που »εξεριζώθαν ασόν Πόντον, έρθανε ση πατρίδας την πατρίδα και την γην εκατατρύπεσαν με αλέτρι και χορόν»!
Είμαστε πολλοί, είμαστε δυναμικοί και το ξέρουν, γι’ αυτό και χρησιμοποιούν πρόσωπα και μεθόδους για να μας κρατούν διαιρεμένους.
Είμαστε πολλοί, είμαστε γεμάτοι ζωντάνια, με τους συλλόγους μας, με τη μουσική μας, με τους χορούς, τα τραγούδια, το θέατρο και τόσες άλλες πνευματικές και λοιπές δραστηριότητες.
Είμαστε αισιόδοξοι, κι αυτή την αισιοδοξία την αντλούμε από την φανταστική νεολαία μας, τα υπέροχα αυτά παιδιά, που ενάντια στις αντεθνικές προκλήσεις της εποχής μας, επιμένουν στη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Πιστεύουμε στη φιλία και τη συνεργασία των γειτονικών λαών, αλλά παράλληλα διεκδικούμε το δικαίωμά μας στην ιερή μνήμη των προγόνων μας και απαιτούμε δικαίωση.
Επιπλέον, πηγαίνουμε σήμερα στον Πόντο, κατά χιλιάδες. Στον Πόντο, όπου μετά από αιώνες η φωνή του Πατριάρχη ξανακούστηκε στα ιερά βράχια του όρους Μελά. Στον Πόντο, όπου έχουμε αδέλφια ψυχής, όπου οι μνήμες έχουν ξυπνήσει. Οι χιλιάδες των Ποντιόφωνων, αλλά και οι περισσότεροι λοιποί Μαυροθαλασσίτες, γίνονται κοινωνοί των ιστορικών καταβολών τους. Οι εκεί πατριώτες μας, μέσα από τη μουσική, τους χορούς και τα τραγούδια, συναντώντας ένα μεγάλο αριθμό από εμάς που επισκεπτόμαστε τα μέρη των προγόνων μας, αλλά και περιδιαβαίνοντας το διαδίκτυο παγκοσμίως, καταλαβαίνουν ότι υπάρχουν σημαντικά στοιχεία πολιτισμού που τους ενώνουν μαζί μας.
Η Ελληνική Πολιτεία
Η Ελληνική Πολιτεία, δυστυχώς, δεν έδωσε στο Ποντιακό ζήτημα τη δυναμική που θα έπρεπε. Εκτός από την αναγνώριση της 19ης Μαΐου, ως ημέρας μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, τίποτε παραπάνω.
Θυσιάζει, όπως φαίνεται, το θέμα στα πλαίσια της δήθεν ελληνοτουρκικής φιλίας, ή δεν έχει την πολιτική δύναμη και τόλμη να το θέσει επισήμως. Ότι επιτυγχάνεται, γίνεται από τον Ποντιακό χώρο (οργανωμένο και μη), από τους ομογενείς και κυρίως με ατομικές πρωτοβουλίες.
Η φιλία όμως των λαών προϋποθέτει την ειλικρινή προσέγγιση και αποδοχή της αλήθειας εκατέρωθεν. Η μονομερής αφελής λήθη της χώρας μας, αφενός αφαιρεί ένα ισχυρό βέλος από τη διπλωματική φαρέτρα μας, αφετέρου αποθρασύνει τους γείτονες ωθώντας τους σε περισσότερη αδιαλλαξία.
Εδώ δεν θα μπορούσα να παραλείψω να αναφέρω και την συμπεριφορά κάποιων θλιβερών εκπροσώπων της πολιτικής, οι οποίοι φορώντας τον μανδύα του διεθνισμού, διακατεχόμενοι από εμετικές αντεθνικές και αντιμιλιταριστικές τάσεις, εξαπολύουν βωμολοχίες έναντι τόσο των Ποντίων, όσο και της γενοκτονίας.
Μέσα από τα καταφύγια των πολιτικών ή πανεπιστημιακών γραφείων της δήθεν διανόησης, δίνουν διέξοδο στις όποιες μεταφυσικές τους ανησυχίες, φτάνοντας πολλές φορές μέχρι και την Τουρκολαγνεία, προχωρημένο στάδιο της Ελληνικής παρακμής.
Επίλογος
Αγαπητή ομήγυρις
Σήμερα ως ορθόδοξοι Έλληνες επιδιώκουμε την ειρηνική συνύπαρξη με όλους τους λαούς, και φυσικά με τους ίδιους τους Τούρκους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απεμπολούμε την ιστορική αλήθεια, διότι εκεί βασίζεται η συνείδηση της συνέχειας του Ελληνισμού, με την οποία μπορούμε να ξεπεράσουμε κάθε εμπόδιο και κάθε κρίση.
Σήμερα υποσχόμαστε ότι θα συνεχίσουμε με περισσότερο ζήλο και αγάπη να μεταδίδουμε, ο κάθε ένας ξεχωριστά και όλοι μαζί, την ιστορία μας και την πολιτιστική κληρονομιά που παραλάβαμε. Έχουμε χρέος να τα μεταδώσουμε στις νέες γενιές και επιπλέον να ενημερώνουμε όλους, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, για την τραγωδία του Ποντιακού Ελληνισμού. Το οφείλουμε στη μνήμη αυτών που θυσιάστηκαν για την διατήρηση της εθνικής τους ταυτότητας και επιπλέον γιατί »λαός που ξεχνά την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει»!
Σήμερα χαλυβδώνουμε το φρόνημά μας με τη συμμετοχή μας στο προσκλητήριο μνήμης αυτής της επετείου. Σήμερα χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε να είμαστε ενωμένοι, γιατί μόνον έτσι θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε τα δίκαιά μας σ’ αυτή την δύσκολη εποχή.
Και έχουμε δικαιώματα στον Πόντο. Και το πιο βασικό από όλα, έχουμε δικαίωμα στη μνήμη, δικαίωμα στην συγγνώμη, δικαίωμα στην αποδοχή της αλήθειας! Η διεθνής αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι αδιαπραγμάτευτη και επιβάλλεται να αποτελεί τον πιο βασικό στόχο όλων μας!
Τελειώνοντας
Θα κλείσω εμπνεόμενος από στίχους του μεγάλου εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά, ο οποίος μιλά στον γνωστό του Δωδεκάλογο, για τον ξεριζωμό μας, πριν ακόμη αυτός γίνει πραγματικότητα:
Εμείς οι Πόντιοι!
Αγνό κομμάτι του αενάως κινούμενου Ελληνισμού.
Απ’ την πατρίδα μας διωγμένοι, στεριές και πέλαγα διαβήκαμε,
ρουφήσαμε όλους τους καημούς κι όλους τους τρόμους,
φτερό την κάναμε τη ρίζα μας και φύγαμε,
μακριά στα ολάνοιχτα προς τους μεγάλους δρόμους!
Από παλιά μας λέγαν:
»θα γυρίσετε στην πρώτη σας κοιτίδα την ξεχειλιστή,
η πρώτη σας πατρίδα σας προσμένει εκεί!»
Απ’ της Τραπεζούντας το καστέλι, της Μαυροθαλασσίτισας απλώσαμε,
μας πήραν τα Βαλκάνια, στην Πόλη τα καράβια μας αράξανε,
κι οι Θρακιώτικοι και οι Μακεδονίτικοι κάμποι και τα βουνά μας δεχτήκανε,
πρώτα πρώτα δαρμένα καραβάνια.
Νάμαστε λοιπόν εδώ! Στης πατρίδας την πατρίδα!
Σβησμένοι απ’ την Ανατολή, ανατείλαμε στη Δύση,
και της σκλαβιάς ασπροχαράξαμε τα σκότη,
κι όπου γης κι όπου γεράματα,
σπέρνουμε μια Ελλάδα και μια νιότη!
Σας ευχαριστώ πολύ.
Φωτογραφία: Ο στρατηγός Νίκος Ταμουρίδης μιλά στην εκδήλωση των τοπικών πολιτιστικών συλλόγων, στο πλαίσιο της ημέρας μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.