τον τάφο τον κλεισμένο, το Μεσολόγγι
σκέλεθρο, γυμνο, ξεσαρκωμένο,
δεν παραδίδει τ΄άρματα,
δεν γέρνει το κεφάλι...
Κρατεί για νεκροθάφτη του το Χρήστο τον Καψάλη.
Το ράσο του Δεσπότη του φορεί για σάβανό του
κι ως φλογερό μετέωρο πετά στον ουρανό του.
Και θάβεται ολοζώντανο...!
Από το "Μεσολόγγι" του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη
σκέλεθρο, γυμνο, ξεσαρκωμένο,
δεν παραδίδει τ΄άρματα,
δεν γέρνει το κεφάλι...
Κρατεί για νεκροθάφτη του το Χρήστο τον Καψάλη.
Το ράσο του Δεσπότη του φορεί για σάβανό του
κι ως φλογερό μετέωρο πετά στον ουρανό του.
Και θάβεται ολοζώντανο...!
Από το "Μεσολόγγι" του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη
Με
την έκρηξη της επαναστάσεως του 1770 σχηματίστηκε στο Μεσολόγγι
προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση με αρχηγό τον λόγιο Μεσολογγίτη
Παναγιώτη Παλαμά. Οι συνέπειες ήταν φοβερές: στις 10 Απριλίου 1770 ο
στόλος του Μεσολογγίου καταστρέφεται, η πόλη πυρπολείται και οι
Μεσολογγίτες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να
καταφύγουν στα Επτάνησα. Μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, οι κάτοικοι
ξαναγυρίζουν στο Μεσολόγγι, το ανοικοδομούν και ξαναφτιάχνουν τον στόλο
τους. Νέα δοκιμασία θα περάσει το μεσολογγίτικο εμπορικό ναυτικό στα
χρόνια του Αλή πασά. Το 1806 δεν διαθέτει παρά μόνο 12 τρικάταρτα και 13
μικρότερα πλοία, ενώ το 1813 ο αριθμός αυτός μειώνεται ακόμη
περισσότερο: μία μόνο «πολάκα» και 18 πλοία των 20 τόνων. Τον 18ο αι.
σημειώνεται στο Μεσολόγγι αξιοσημείωτη πνευματική κίνηση, στην οποία
πρωτοστατεί ο Παναγιώτης Παλαμάς (1722 - 1802), ο γιός του Γρηγόριος και
το πλήθος των διδασκάλων και των μαθητών της περίφημης Παλαμαϊκής
Σχολής της πόλεως.
Το 1819
ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος πέρασε από την Πάτρα στο Μεσολόγγι και εμύησε
στη Φιλική Εταιρεία τους αρματολούς του Ζυγού και αρκετούς
διακεκριμένους Μεσολογγίτες.
Στις 5 Μαΐου 1821 ο οπλαρχηγός της περιοχής Δημήτριος Μακρής κατέλαβε
τη «σκάλα» του Μαυρομματιού και αιφνιδίασε τουρκικό απόσπασμα που
μετέφερε χρήματα φορολογιών από τη Ναύπακτο προς την Κωνσταντινούπολη.
Σε λίγες μέρες έφθασαν στο Μεσολόγγι οι άνδρες του Μακρή και ύστερα από συνεννόηση με τους προκρίτους της πόλεως (Παλαμά, Καψάλη, Τρικούπη, Ραζηκώτσικα, Γουλιμή, Δεληγιώργη, Στάικο κλπ.), κήρυξαν την επανάσταση και στη δυτική Ελλάδα. Οι Τούρκοι κινήθηκαν γρήγορα.
Σε λίγες μέρες έφθασαν στο Μεσολόγγι οι άνδρες του Μακρή και ύστερα από συνεννόηση με τους προκρίτους της πόλεως (Παλαμά, Καψάλη, Τρικούπη, Ραζηκώτσικα, Γουλιμή, Δεληγιώργη, Στάικο κλπ.), κήρυξαν την επανάσταση και στη δυτική Ελλάδα. Οι Τούρκοι κινήθηκαν γρήγορα.
Ύστερα
από την καταστροφή του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στο Πέτα, 10.000 άνδρες
με τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιουταχή επικεφαλής απέκλεισαν το Μεσολόγγι
από την ξηρά, προσπαθώντας να εξουδετερώσουν έτσι το κυριότερο
επαναστατικό κέντρο της δυτικής Ελλάδος, όπου στο μεταξύ είχε
συγκροτηθεί και Γερουσία και όπου είχαν συγκεντρωθεί υπολογίσιμες
δυνάμεις των επαναστατών (Μεσολογγίτες, Φιλέλληνες, Σουλιώτες) (1822). Η
πολιορκία ήταν στενή και από την ξηρά και από τη θάλασσα, ύστερα από
τον ναυτικό αποκλεισμό του Γιουσούφ πασά της Πάτρας. Οι πολιορκούμενοι
έφθασαν σε κατάσταση απογνώσεως, αλλά κέρδισαν χρόνο με παρελκυστικές
διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους, ΄Ώσπου στις 8 Νοεμβρίου εφτά υδραίικα
πλοία διέσπασαν τον αποκλεισμό από τη θάλασσα, έφεραν ενισχύσεις και
πολεμοφόδια και έδωσαν τη δυνατότητα στους Έλληνες να διακόψουν τις
διαπραγματεύσεις και να εξακολουθήσουν τη άμυνα. Η πολιορκία
εξακολούθησε, αλλά συνεχείς έξοδοι των πολιορκημένων, οι οποίες
προκάλεσαν σοβαρές απώλειες στους Οθωμανούς, οδήγησαν τους ηγέτες των
πολιορκητών στην απόφαση να λύσουν την πολιορκία και να αποσυρθούν.
Πριν όμως πραγματοποιήσουν την απόφαση αυτή ενεργούν αιφνιδιαστική
επίθεση τα ξημερώματα των Χριστουγέννων του 1822. Η επίθεση ωστόσο δεν
πέτυχε, επειδή οι πολιορκούμενοι, που είχαν ειδοποιηθεί από τον Έλληνα
ακόλουθο του Βρυώνη Γούναρη, είχαν προετοιμαστεί και απέκρουσαν τους
πολιορκητές, γεγονός που υποχρέωσε τους Τούρκους να εγκαταλείψουν
εσπευσμένα τις θέσεις και να αποτραβηχτούν στην Πρέβεζα (31 Δεκεμβρίου
1822). Έτσι έληξε η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου.
Στις 2 Ιανουαρίου 1823 φθάνει στο Μεσολόγγι ο λόρδος Βύρων, σκορπώντας
ενθουσιασμό στους κατοίκους. Αμέσως ο Άγγλος φιλέλληνας συγκρότησε ένα
σώμα από 500 Σουλιώτες.
Στις αρχές Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης άφησε το ορμητήριό του στο Μεσολόγγι και χτύπησε τους Τούρκους στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου (5 Αυγούστου), τους νίκησε, αλλά ο ίδιος χτυπήθηκε στο μέτωπο και σκοτώθηκε. Η σωρός του μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι όπου και θάφτηκε με τιμές και με θλίψη για την απώλειά του. Σε σύντομο χρονικό διάστημα η πόλη στερήθηκε ένα ακόμα ηγέτη της: το Πάσχα του 1824 (7 Απριλίου) πέθανε και ο λόρδος Βύρων από πνευμονία.
Στις αρχές Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης άφησε το ορμητήριό του στο Μεσολόγγι και χτύπησε τους Τούρκους στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου (5 Αυγούστου), τους νίκησε, αλλά ο ίδιος χτυπήθηκε στο μέτωπο και σκοτώθηκε. Η σωρός του μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι όπου και θάφτηκε με τιμές και με θλίψη για την απώλειά του. Σε σύντομο χρονικό διάστημα η πόλη στερήθηκε ένα ακόμα ηγέτη της: το Πάσχα του 1824 (7 Απριλίου) πέθανε και ο λόρδος Βύρων από πνευμονία.
Οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου, αφού πρώτα θρήνησαν την απώλεια του
μεγάλου φιλέλληνα, ετοιμάστηκαν να αντιμετωπίσουν και τους Τούρκους, οι
οποίοι, μετά την ήττα τους στο Κεφαλόβρυσο, είχαν αρχίσει να
ετοιμάζονται για νέα, συστηματικότερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Μέσα
στην πόλη είχε στο μεταξύ αρχίσει να λειτουργεί από τον Ιανουάριο του
1824 το δημοσιογραφικό όργανο της επαναστατημένης Ελλάδος, τα
τετράγλωσσα «Ελληνικά Χρονικά», που αποτελούν μια από τις αφετηρίες της
ελλαδικής δημοσιογραφίας, με διευθυντή και συντάκτη τον Ελβετό φιλέλληνα
Ιωάννη Ιάκωβο Μάγερ. Στις 15 Απριλίου 1825, έφθασαν και στρατοπέδευσαν
μπροστά στο Μεσολόγγι 30.000 περίπου Τούρκοι μαχητές, με αρχηγό τον
Κιουταχή Μεχμέτ (Ρεσίτ πασά). Μέσα στην πόλη βρίσκονταν 4.000 περίπου
άνδρες (από τους οποίους οι χίλιοι σε προχωρημένη ηλικία) και 12.000
γυναικόπαιδα. Οι λεπτομέρειες της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου
είναι γνωστές από τις ειδήσεις της εφημερίδας του Μάγερ, η οποία
εκδιδόταν σχεδόν τακτικότατα ως τις 20 Φεβρουαρίου 1826, πενήντα δηλαδή
μέρες πριν την Έξοδο. Η διακοπή των Ελληνικών Χρονικών έγινε όταν
εχθρική βόμβα γκρέμισε το τυπογραφείο τους, οπότε όλο το προσωπικό πήρε
πια θέσεις στους προμαχώνες.
Πριν αρχίσει τον βομβαρδισμό της πόλεως ο Κιουταχής πρότεινε με
διαπραγματεύσεις παράδοσή της. Μετά την απόρριψη των τουρκικών
προτάσεων, το Μεσολόγγι αποκλείστηκε και από τη θάλασσα από τον στόλο
του Χοσρέφ και του Γιουσούφ πασά: ο τελευταίος μάλιστα κατόρθωσε να
προσπελάσει και τη λιμνοθάλασσα. Οι πολιορκητές άρχισαν τις εφόδους,
αλλά πολιορκούμενοι αμύνονταν με επιτυχία, επιδιορθώνοντας τους
προμαχώνες και ενεργώντας αλλεπάλληλες εξόδους. Στις 3 Ιουλίου φθάνουν
σαράντα ελληνικά πλοία με τον Μιαούλη και τον Σαχτούρη επικεφαλής. Ο
ναυτικός αποκλεισμός του Μεσολογγίου λύνεται για ένα διάστημα, τρόφιμα
και πολεμοφόδια φθάνουν στην πόλη και το ηθικό των πολιορκουμένων
ανυψώνεται. Ο ελληνικός στόλος καταδιώκει τον τουρκικό ως τη Μάνη και
ανακουφίζει το Μεσολόγγι από τον ναυτικό αποκλεισμό. Στο μεταξύ μπαίνουν
στην πόλη (7 Αύγούστου) ενισχύσεις Σουλιωτών του Κίτσου Τζαβέλλα και
πλαισιώνουν την αποδεκατισμένη φρουρά. Αλλά και οι πολιορκητές έχουν
σοβαρές απώλειες. Ο Κιουταχής ωστόσο που σε περίπτωση αποτυχίας του
απειλήθηκε από τον σουλτάνο με αποκεφαλισμό, συνεχίζει με πείσμα την
πολιορκία. Η κατάσταση αλλάζει, όταν στα τέλη του 1825 καταφθάνει στο
εχθρικό στρατόπεδο ο Ιμπραήμ με σοβαρές στρατιωτικές δυνάμεις (πάνω από
15.000 Αιγυπτίους).
Ο Χοσρέφ επαναλαμβάνει τον αποκλεισμό του, αλλά και ο Μιαούλης
κατορθώνει άλλες δύο φορές να περάσει στο Μεσολόγγι όπλα και τρόφιμα. Η
πίεση γίνεται πιο δυνατή ύστερα από την αποχώρηση του ελληνικού στόλου
και τον συστηματικό κανονιοβολισμό του Μεσολογγίου από το πυροβολικό του
Ιμπραήμ (2.000 βόμβες το εικοσιτετράωρο). Στις 15 Φεβρουαρίου οι
πολιορκητές ενεργούν δυο εφόδους, που καταλήγουν σε αποτυχία.
Προκλήθηκαν όμως σοβαρές απώλειες και στις δυο πλευρές.
Οι
Τούρκοι κυριεύουν το Βασιλάδι, του οποίου οι κάτοικοι καταφεύγουν στο
Μεσολόγγι, δημιουργώντας νέες δυσκολίες στο επισιτιστικό πρόβλημα της
πόλεως. Ύστερα από μερικές άτυχες επιχειρήσεις των Οθωμανών εναντίον της
Κλείσοβας, ο Ιμπραήμ προσπάθησε να εξαντλήσει τους πολιορκούμενους με
αποκοπή όλων των οδών επικοινωνίας και εφοδιασμού. Ο Μιαούλης δεν
κατορθώνει, παρά τις προσπάθειές του, να λύσει άλλη φορά τον αποκλεισμό
και η φρουρά αναγκάστηκε να τρώει σκυλιά, γάτες και ποντίκια για να
αποφύγει τον θάνατο από την πείνα. Οι φοβερές όμως συνθήκες της ζωής των
κατοίκων (λιμός, αρρώστιες κλπ.) και νέα αποτυχία του Μιαούλη να
πλησιάσει το Μεσολόγγι δημιούργησαν απελπιστική κατάσταση μεταξύ των
πολιορκημένων, οι οποίοι δεν έβλεπαν πια άλλη λύση από την έξοδο.
Τη
νύχτα λοιπόν της 10ης Απριλίου 1826 οργάνωσαν τις δυνάμεις τους σε τρία
σώματα, με αρχηγούς τον Νότη Μπότσαρη, τον Δημήτριο Μακρή και τον Κίτσο
Τζαβέλλα. Στο μέσο του τριγώνου, που θα σχημάτιζαν οι δυνάμεις αυτές,
τοποθετήθηκαν τα γυναικόπαιδα. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης
ανέλαβε να επιτεθεί από τις πλαγιές του Ζυγού, ώστε να δημιουργήσει
περισπασμό στους πολιορκητές. Αλλά ο Ρουμελιώτης οπλαρχηγός δεν
κατόρθωσε να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του. Από τη άλλη μεριά, ο
Ιμπραήμ πληροφορήθηκε για τα σχέδια των πολιορκημένων από αυτόμολο
Βούλγαρο. Έτσι, όταν άρχισε η Έξοδος και η τεράστια μάζα των Ελλήνων
ξεκίνησε στις δυο μετά τα μεσάνυχτα με αρχηγό τον Μεσολογγίτη Αθανάσιο
Ραζηκώτσικα, οι άνδρες του Ιμπραήμ και του Κιουταχή ήταν προετοιμασμένοι
και οι ντάπιες που είχαν οριστεί για περάσματα των Μεσολογγιτών είχαν
κλειστεί. Και ενώ η φρουρά αγωνιζόταν να ανοίξει δρόμο μέσα από το
εχθρικό στρατόπεδο, ακούστηκε, μέσα στην αναταραχή που είχε προκαλέσει ο
αιφνιδιασμός του Ιμπραήμ, η κραυγή: «Πίσω, πίσω, Μεσολογγίτες, στα
κανόνια σας». Ο άνισος αγώνας έγινε συντριπτικός για τους Έλληνες, που
μέσα στη σύγχυση και στην αμηχανία έτρεχαν χωρίς τάξη άλλοι προς τα
εμπρός και άλλοι προς τα πίσω. Η πρωτοπορία ωστόσο του σώματος της
εξόδου προχώρησε, μέσα από τις τουρκικές τάξεις, και κατόρθωσε να
περάσει αποδεκατισμένη, στις πλαγιές του Ζυγού και από εκεί στην
Άμφισσα. όσοι έμειναν πίσω, αναγκάστηκαν να αγωνιστούν σε φονικές
οδομαχίες. Μεταξύ εκείνων που έφυγαν (1.300 μαχητές και εκατό περίπου
γυναικόπαιδα) ήταν ο Νότης Μπότσαρης, ο Δημήτριος Μακρής, ο Κίτσος
Τζαβέλλας, ο Χρίστος Φωτομάρας. Στο πλήθος που γύρισε πίσω και σφάχτηκε
μέσα στην πόλη βρίσκονταν ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ (ο εκκλησιαστικός
ηγέτης των πολιορκημένων), ο Ιάκωβος Μάγερ, ο Μιχαήλ Κοκκίνης και όσοι
ανατινάχτηκαν μαζί με τον Χρίστο Καψάλη στις ανατινάξεις των
πυριτιδαποθηκών.
Υπολογίζουν
ότι την ημέρα εκείνη - Κυριακή των Βαΐων - πυρπολήθηκαν 2.000 άνθρωποι,
άλλοι 3.000 σκοτώθηκαν από τους Τούρκους και 1.000 περίπου
αιχμαλωτίστηκαν
Η Έξοδος προκάλεσε ευνοϊκή επίδραση - παρά τα θύματά της - στην εξέλιξη
του ελληνικού απελευθερωτικού πολέμου. Στη Γαλλία, στην Ελβετία, στη
Γερμανία, στην Αγγλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες σημειώθηκαν
αξιοσημείωτες εκδηλώσεις συμπάθειας και φιλελληνισμού: διαδηλώσεις
εναντίον των Ευρωπαίων ηγεμόνων που είχαν εγκαταλείψει τους επαναστάτες,
διακηρύξεις και εκκλήσεις για ενεργότερη συμμετοχή στα βάρη του
πολέμου, ποιήματα, θεατρικά έργα, άρθρα και λόγοι, έρανοι και
διπλωματικές ενέργειες.
Το Μεσολόγγι έμεινε στα χέρια των Τούρκων τρία χρόνια περίπου. Στις 2
Μαΐου η πόλη παραδόθηκε με συνθήκη στους Έλληνες και σύντομα
ξανασυνοικίστηκε από τους παλιούς της κατοίκους και κατοίκους των
γειτονικών χωριών.