«Εθεώρουν έως ότου οι θρόνοι ετέθησαν και ο Παλαιός των
ημερών εκάθησε, του οποίου το ένδυμα ήτο λευκόν ως χιών και αι τρίχες της
κεφαλής αυτού ως μαλλίον καθαρόν· ο θρόνος αυτού ήτο ως φλόξ πυρός, οι τροχοί
αυτού ως πυρ καταφλέγον. Ποταμός πυρός εξήρχετο και διεχέετο απ' έμπροσθεν
αυτού· χίλιαι χιλιάδες υπηρέτουν εις αυτόν και μύριαι μυριάδες παρίσταντο
ενώπιον αυτού· το κριτήριον εκάθησε και τα βιβλία ανεώχθησαν». (Δανιήλ, ζ 9-10)
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο ποταμός του πυρός μπροστά είναι άρρητο φως και πίσω σκότος. Μπροστά, το φως της Τριάδας και πίσω η καταισχύνη της συνειδήσεως. Η αγάπη του Θεού εν ολίγοις, που ως ποτάμι ρέει από τον θρόνο, και για άλλους θα είναι φως και για άλλους σκότος, πυρ, βάσανος από την μη αποδοχή της αγάπης του Θεού. Τα κτιστά νοήματα την Ημέρα Εκείνη δεν θα μπορούν να περιγράψουν αυτές τις άρρητες καταστάσεις. Πυρ, σκότος, βάσανος από τη μη αποδοχή της Θείας αγάπης, τότε θα σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Άλλωστε, ο σπλαχνικός Πατέρας την ίδια αγάπη έδειξε και στον μετανοημένο άσωτο υιό, αλλά και στον μη μετανοημένο πρεσβύτερο υιό. Ο ένας την δέχτηκε και ένιωσε αγαλλίαση, ο άλλος δεν την δέχτηκε και έμεινε έξω. Η ίδια αγάπη στον έναν λειτούργησε ευεργετικά, στον άλλο λειτούργησε ως βάσανο. Από την προαίρεση εξαρτάται η σωτηρία, διότι η θέση του Θεού είναι δεδομένη: «τούτο είναι καλόν και ευπρόσδεκτον ενώπιον του σωτήρος ημών Θεού, όστις θέλει να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι και να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας» (Α’ Τιμοθέου, δ 3-4). Αλλά, λόγο προαίρεσης, δεν θα σωθούν όλοι. Παράδεισος και κόλαση είναι τελικά ο τρόπος που θα βιώνουμε στην αιωνιότητα τον Θεό της αγάπης. Και εξαρτάται από τα γεγραμμένα στα «βιβλία», δηλαδή στις καρδιές μας.
Και ο Μ. Βασίλειος στην «Εξαήμερον»,
Η προφητεία του Δανιήλ για την Τελική Κρίση.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο ποταμός του πυρός μπροστά είναι άρρητο φως και πίσω σκότος. Μπροστά, το φως της Τριάδας και πίσω η καταισχύνη της συνειδήσεως. Η αγάπη του Θεού εν ολίγοις, που ως ποτάμι ρέει από τον θρόνο, και για άλλους θα είναι φως και για άλλους σκότος, πυρ, βάσανος από την μη αποδοχή της αγάπης του Θεού. Τα κτιστά νοήματα την Ημέρα Εκείνη δεν θα μπορούν να περιγράψουν αυτές τις άρρητες καταστάσεις. Πυρ, σκότος, βάσανος από τη μη αποδοχή της Θείας αγάπης, τότε θα σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Άλλωστε, ο σπλαχνικός Πατέρας την ίδια αγάπη έδειξε και στον μετανοημένο άσωτο υιό, αλλά και στον μη μετανοημένο πρεσβύτερο υιό. Ο ένας την δέχτηκε και ένιωσε αγαλλίαση, ο άλλος δεν την δέχτηκε και έμεινε έξω. Η ίδια αγάπη στον έναν λειτούργησε ευεργετικά, στον άλλο λειτούργησε ως βάσανο. Από την προαίρεση εξαρτάται η σωτηρία, διότι η θέση του Θεού είναι δεδομένη: «τούτο είναι καλόν και ευπρόσδεκτον ενώπιον του σωτήρος ημών Θεού, όστις θέλει να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι και να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας» (Α’ Τιμοθέου, δ 3-4). Αλλά, λόγο προαίρεσης, δεν θα σωθούν όλοι. Παράδεισος και κόλαση είναι τελικά ο τρόπος που θα βιώνουμε στην αιωνιότητα τον Θεό της αγάπης. Και εξαρτάται από τα γεγραμμένα στα «βιβλία», δηλαδή στις καρδιές μας.
Ας δούμε τι λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος:
«Αλλά είναι η μοναδική και τελική φοβερά κρίσης, η οποία
είναι περισσότερο δικαία παρά επίφοβος και , μάλλον, είναι περισσότερο φοβερά
επειδή ακριβώς είναι δικαία. Κατ’ αυτήν εμφανίζονται θρόνοι και κάθεται επάνω
σε αυτούς ο Παλαιός των Ημερών και ανοίγονται βιβλία και εμφανίζεται ο πύρινος
ποταμός και μπροστά έχει φως και πίσω σκότος. Και θα πορευθούν εκείνοι οι οποίοι
έχουν πράξει τα αγαθά εις την ανάσταση της ζωής, η οποία τώρα κρύβεται εις τον
Χριστό και θα παρουσιασθεί μαζί του αργότερα, ενώ εκείνοι οι οποίοι έχουν
πράξει τα κακά θα πορευθούν εις την ανάσταση της Κρίσεως, εις την οποία έχουν
κιόλας καταδικαστεί από τον λόγον, ο οποίος τους κρίνει, εκείνοι οι οποίοι δεν
επίστευσαν. Και τους μεν πρώτους θα τους υποδεχθεί το άρρητον φως και η θεωρία
της βασιλικής Τριάδος, η οποία φωτίζει πιο λαμπρά και πιο καθαρά και διαποτίζει
όλον τον νου, πράγμα το οποίο θεωρώ εγώ ως την κατεξοχήν βασιλεία των ουρανών,
τους άλλους δε η τιμωρία, ή καλύτερα, πριν από την τιμωρία, το ότι θα έχουν
απορριφθεί από τον Θεό, και η καταισχύνη της συνειδήσεώς των, η οποία δεν
τελειώνει ποτέ». (Από τον λόγο, «Δια τον πατέρα σιωπώντα δια την πληγή της
χαλάζης», ΕΠΕ 5, σελ. 341).
«Ο Θεός θέλοντας να δώσει εις τον δούλον του ένα παράδοξο
θέαμα, έβαλεν εις την βάτον ένα πυρ που ενεργούσε μόνον με την λαμπρότητά του
και δεν είχε καθόλου την καυστικήν του δύναμη (Έξοδος, 3,2). Έτσι ο Ψαλμωδός
μαρτυρεί και λέγει: «Φωνή Κυρίου διακόπτοντος φλόγα πυρός» (Ψαλμός 28, 7). Δια
τούτο και όταν θα γίνει η ανταπόδοσις των πράξεών μας, καθώς μας διδάσκει ένας
απόρρητος λόγος, θα χωρισθεί (εις τα δύο) η φύσις του πυρός, και το μεν φως θα
είναι δια να το απολαμβάνουν οι δίκαιοι, η δε οδυνηρά καύσις θα δοθή εις τους
κολαζομένους». (Έργα Μ. Βασιλείου, ΕΠΕ
4, σελ. 221).
http://exprotestant.blogspot.gr/2013/04/blog-post_7356.html