6 Νοεμβρίου 1185: Ο στρατηγός Αλέξιος Βρανάς κατατροπώνει τους Νορμανδούς σε μάχη κοντά στον Στρυμόνα. Οι τελευταίοι, μετά την κατάληψη του Δυρραχίου και της Θεσσαλονίκης, εκινούντο εναντίον της Κωνσταντινούπολης.
Η Μάχη του Δημητρίτζη διεξήχθη στην περιοχή της Σιντικής της Μακεδονίας, το έτος 1185 μεταξύ των δυνάμεων του Βυζαντινού στρατού και των Νορμανδών του Βασιλείου της Σικελίας, οι οποίοι είχαν πρόσφατα αλώσει την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη. Η μάχη έληξε με τη Βυζαντινή νίκη, η οποία ήταν καθοριστική καθώς τερμάτισε οριστικά την Νορμανδική απειλή για την Αυτοκρατορία.
Υπόβαθρο
Η πτώση της Θεσσαλονίκης και η Νορμανδική προέλαση προς την Κωνσταντινούπολη επίσπευσε την πτώση του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού και την ανάδειξη του Ισαάκιου Β΄ Άγγελου[3]. Η ανάδειξη του νέου αυτοκράτορα είχε ως επακόλουθο μία εισροή από εθελοντές από την Βυζαντινή Ανατολία με σκοπό την μάχη εναντίον των Νορμανδών. Ο Ισαάκιος εξόπλισε και πλήρωσε αυτές τις στρατιωτικές μονάδες, και τις έστειλε να ενωθούν με τον στρατό ξηράς που είχε ήδη συγκεντρώσει υπό την εποπτεία του έμπειρου στρατηγού Αλέξιου Βράνα, ο οποίος είχε τοποθετηθεί ώστε να εμποδίσει την Νορμανδική προέλαση. Στον στρατό ξηράς έστειλε 4,000 λίβρες από χρυσό ως πληρωμή και δωρεά.[4]
Ο Νορμανδικός στρατός που είχε καταλάβει την Θεσσαλονίκη είχε χωρισθεί σε τρία μέρη, ένα μέρος είχε παραμείνει στην Θεσσαλονίκη, ο κύριος στρατός κατευθύνθηκε ανατολικά προς τις πόλεις Αμφίπολη και Σέρρες κοντά στον ποταμό Στρυμόνα, ενώ μία προφυλακή προωθήθηκε περαιτέρω στην Εγνατία Οδό προς την Κωνσταντινούπολη, πλησιάζοντας την Μοσυνούπολι, την οποία και κατέλαβε. Ο Χωνιάτης γράφει ότι οι Νορμανδοί, έχοντας συναντήσει λιγοστή αντίσταση μέχρι τότε, είχαν αποκτήσει υπερβολική αυτοπεποίθηση και είχαν γίνει απερίσκεπτοι. Ο ενισχυμένος Βυζαντινός στρατός ύπο τον Βράνα επιτέθηκε στην προωθημένη Νορμανδική προφυλακή, οδηγώντας σε άτακτη φυγή τμήμα αυτής της δύναμης και κατεδιωκώντας την πίσω στην πόλη προτού εν τέλει την νικήσει έξω από τα τείχη της. Οι πύλες της Μοσυνούπολης πυρπολήθηκαν και οι Βυζαντινοί επιτέθηκαν, σκοτώνοντας τους αμυνόμενους Νορμανδούς.[5]
Η Μάχη
Ο Βράνας οδήγησε το στράτευμά του εναντίον των Νορμανδών οι οποίοι είχαν εκτελέσει τακτική καμένης γης γύρω από την περιοχή της Αμφίπολης και των Σερρών, συναντώντας τους, σύμφωνα με τον Νικήτα Χωνιάτη, στον τόπο «τον λεγόμενον του Δημητρίτζη» (στη Σιντική της Μακεδονίας), βορειοδυτικά των Σερρών. Ο Χωνιάτης, η κύρια πηγή για την μάχη, δεν περιγράφει την σύγκρουση με ιδιαίτερη λεπτομέρεια όσον αφορά το κομμάτι της στρατιωτικής τακτικής. Αντ' αυτού, υπογραμμίζει την αυτοπεποίθηση των Βυζαντινών στρατευμάτων η οποία είχε κερδιθεί από την πρόσφατη επιτυχία στην Μοσυνούπολη, και την απώλεια ηθικού που είχαν υποστεί οι Νορμανδοί για τον ίδιο λόγο. Οι Νορμανδοί αρχικά προσφέρθηκαν να διαπραγματευτούν και μήνυσαν για ειρήνη. Ο Βράνας ερμήνευσε την κίνηση αυτή ως δείγμα αδυναμίας και δειλίας. Στις 7 Νοεμβρίου ο Βυζαντινός στρατός εξαπόλυσε μία αιφνίδια επίθεση εναντίων των Νορμανδών και τους έτρεψε σε φυγή. Οι Νορμανδοί δέχθηκαν την αρχική επίθεση με κάποια επιτυχία, αλλά, μετά από μία ασταθή διαμάχη, υποχώρησαν λόγω της παρορμητικής βυζαντινής επίθεσης και τράπηκαν σε φυγή. Κάποιοι σκοτώθηκαν κατά την φυγή, άλλοι οδηγήθηκαν προς τον Στρυμόνα, πολλοί πιάσθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου. Η Βυζαντινή νίκη ήταν ολοκληρωτική: οι Νορμανδοί ηγέτες, ο Κόμης Ριχάρδος της Ακέρα και ο Κόμης Βαλδουίνος (ή Αλδουίνος), πιάσθηκαν και οι δύο ως αιχμάλωτοι πολέμου.
Επακόλουθα
Καταδιωκόμενοι από τους Βυζαντινούς, οι επιζήσαντες Νορμανδοί κατέφυγαν στην Θεσσαλονίκη, η οποία εγκαταλείφθηκε δίχως μάχη: τα υπολείμματα του Νορμανδικού στρατού κατέφυγαν στην θάλασσα με πολλά από τα πλοία έπειτα να χαθούν σε καταιγίδες. Όσοι Νορμανδοί δεν κατάφεραν να διαφύγουν στην Θεσσαλονίκη σκοτώθηκαν από τα Αλανικά στρατεύματα του Βυζαντινού στρατού προς εκδίκηση του θανάτου των ομοεθνών τους οι οποίοι σκοτώθηκαν όταν η πόλη αλώθηκε. Ο Νορμανδικός στόλος υπό τον Ταγκρέδο της Σικελίας, ο οποίος βρισκόταν στην Θάλασσα του Μαρμαρά, επίσης αποχώρησε. Η πόλη του Δυρράχιου στην Αδριατική θάλασσα ήταν το μόνο μέρος των Βαλκανίων (της χερσονήσου του Αίμου) η οποία παρέμεινε ως Νορμανδική κτήση και έπεσε την ερχομένη άνοιξη έπειτα από πολιορκία, αποτελεσματικά αποτρέποντας την απόπειρα Σικελικής κατάκτησης της Αυτοκρατορίας. Το Βασίλειο της Σικελίας υπέστει τεράστιες απώλειες σε νεκρούς και αιχμαλώτους. Παραπάνω από τέσσερις χιλιάδες αιχμάλωτοι πολέμου στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπέστησαν κακουχίες στα χέρια του Ισαάκιου Β'.
πηγή Με πληροφορίες από sansimera.gr και wikipedia
Η Μάχη του Δημητρίτζη διεξήχθη στην περιοχή της Σιντικής της Μακεδονίας, το έτος 1185 μεταξύ των δυνάμεων του Βυζαντινού στρατού και των Νορμανδών του Βασιλείου της Σικελίας, οι οποίοι είχαν πρόσφατα αλώσει την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη. Η μάχη έληξε με τη Βυζαντινή νίκη, η οποία ήταν καθοριστική καθώς τερμάτισε οριστικά την Νορμανδική απειλή για την Αυτοκρατορία.
Υπόβαθρο
Η πτώση της Θεσσαλονίκης και η Νορμανδική προέλαση προς την Κωνσταντινούπολη επίσπευσε την πτώση του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού και την ανάδειξη του Ισαάκιου Β΄ Άγγελου[3]. Η ανάδειξη του νέου αυτοκράτορα είχε ως επακόλουθο μία εισροή από εθελοντές από την Βυζαντινή Ανατολία με σκοπό την μάχη εναντίον των Νορμανδών. Ο Ισαάκιος εξόπλισε και πλήρωσε αυτές τις στρατιωτικές μονάδες, και τις έστειλε να ενωθούν με τον στρατό ξηράς που είχε ήδη συγκεντρώσει υπό την εποπτεία του έμπειρου στρατηγού Αλέξιου Βράνα, ο οποίος είχε τοποθετηθεί ώστε να εμποδίσει την Νορμανδική προέλαση. Στον στρατό ξηράς έστειλε 4,000 λίβρες από χρυσό ως πληρωμή και δωρεά.[4]
Ο Νορμανδικός στρατός που είχε καταλάβει την Θεσσαλονίκη είχε χωρισθεί σε τρία μέρη, ένα μέρος είχε παραμείνει στην Θεσσαλονίκη, ο κύριος στρατός κατευθύνθηκε ανατολικά προς τις πόλεις Αμφίπολη και Σέρρες κοντά στον ποταμό Στρυμόνα, ενώ μία προφυλακή προωθήθηκε περαιτέρω στην Εγνατία Οδό προς την Κωνσταντινούπολη, πλησιάζοντας την Μοσυνούπολι, την οποία και κατέλαβε. Ο Χωνιάτης γράφει ότι οι Νορμανδοί, έχοντας συναντήσει λιγοστή αντίσταση μέχρι τότε, είχαν αποκτήσει υπερβολική αυτοπεποίθηση και είχαν γίνει απερίσκεπτοι. Ο ενισχυμένος Βυζαντινός στρατός ύπο τον Βράνα επιτέθηκε στην προωθημένη Νορμανδική προφυλακή, οδηγώντας σε άτακτη φυγή τμήμα αυτής της δύναμης και κατεδιωκώντας την πίσω στην πόλη προτού εν τέλει την νικήσει έξω από τα τείχη της. Οι πύλες της Μοσυνούπολης πυρπολήθηκαν και οι Βυζαντινοί επιτέθηκαν, σκοτώνοντας τους αμυνόμενους Νορμανδούς.[5]
Η Μάχη
Ο Βράνας οδήγησε το στράτευμά του εναντίον των Νορμανδών οι οποίοι είχαν εκτελέσει τακτική καμένης γης γύρω από την περιοχή της Αμφίπολης και των Σερρών, συναντώντας τους, σύμφωνα με τον Νικήτα Χωνιάτη, στον τόπο «τον λεγόμενον του Δημητρίτζη» (στη Σιντική της Μακεδονίας), βορειοδυτικά των Σερρών. Ο Χωνιάτης, η κύρια πηγή για την μάχη, δεν περιγράφει την σύγκρουση με ιδιαίτερη λεπτομέρεια όσον αφορά το κομμάτι της στρατιωτικής τακτικής. Αντ' αυτού, υπογραμμίζει την αυτοπεποίθηση των Βυζαντινών στρατευμάτων η οποία είχε κερδιθεί από την πρόσφατη επιτυχία στην Μοσυνούπολη, και την απώλεια ηθικού που είχαν υποστεί οι Νορμανδοί για τον ίδιο λόγο. Οι Νορμανδοί αρχικά προσφέρθηκαν να διαπραγματευτούν και μήνυσαν για ειρήνη. Ο Βράνας ερμήνευσε την κίνηση αυτή ως δείγμα αδυναμίας και δειλίας. Στις 7 Νοεμβρίου ο Βυζαντινός στρατός εξαπόλυσε μία αιφνίδια επίθεση εναντίων των Νορμανδών και τους έτρεψε σε φυγή. Οι Νορμανδοί δέχθηκαν την αρχική επίθεση με κάποια επιτυχία, αλλά, μετά από μία ασταθή διαμάχη, υποχώρησαν λόγω της παρορμητικής βυζαντινής επίθεσης και τράπηκαν σε φυγή. Κάποιοι σκοτώθηκαν κατά την φυγή, άλλοι οδηγήθηκαν προς τον Στρυμόνα, πολλοί πιάσθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου. Η Βυζαντινή νίκη ήταν ολοκληρωτική: οι Νορμανδοί ηγέτες, ο Κόμης Ριχάρδος της Ακέρα και ο Κόμης Βαλδουίνος (ή Αλδουίνος), πιάσθηκαν και οι δύο ως αιχμάλωτοι πολέμου.
Επακόλουθα
Καταδιωκόμενοι από τους Βυζαντινούς, οι επιζήσαντες Νορμανδοί κατέφυγαν στην Θεσσαλονίκη, η οποία εγκαταλείφθηκε δίχως μάχη: τα υπολείμματα του Νορμανδικού στρατού κατέφυγαν στην θάλασσα με πολλά από τα πλοία έπειτα να χαθούν σε καταιγίδες. Όσοι Νορμανδοί δεν κατάφεραν να διαφύγουν στην Θεσσαλονίκη σκοτώθηκαν από τα Αλανικά στρατεύματα του Βυζαντινού στρατού προς εκδίκηση του θανάτου των ομοεθνών τους οι οποίοι σκοτώθηκαν όταν η πόλη αλώθηκε. Ο Νορμανδικός στόλος υπό τον Ταγκρέδο της Σικελίας, ο οποίος βρισκόταν στην Θάλασσα του Μαρμαρά, επίσης αποχώρησε. Η πόλη του Δυρράχιου στην Αδριατική θάλασσα ήταν το μόνο μέρος των Βαλκανίων (της χερσονήσου του Αίμου) η οποία παρέμεινε ως Νορμανδική κτήση και έπεσε την ερχομένη άνοιξη έπειτα από πολιορκία, αποτελεσματικά αποτρέποντας την απόπειρα Σικελικής κατάκτησης της Αυτοκρατορίας. Το Βασίλειο της Σικελίας υπέστει τεράστιες απώλειες σε νεκρούς και αιχμαλώτους. Παραπάνω από τέσσερις χιλιάδες αιχμάλωτοι πολέμου στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπέστησαν κακουχίες στα χέρια του Ισαάκιου Β'.
πηγή Με πληροφορίες από sansimera.gr και wikipedia