Πριν από λίγο καιρό, η είδηση για την πώληση σπιτιών σε χωριά της Ιταλίας έναντι μόλις ενός ευρώ, έκανε τον γύρο του κόσμου. Τι συνέβη όμως με αυτούς που τελικά πήραν την απόφαση αυτή;
Πέρυσι, πολλές μικρές πόλεις από την Σικελία μέχρι και τις βόρειες Άλπεις προσέφεραν μοναδικές ευκαιρίες με την ελπίδα να προσελκύσουν νέους κατοίκους για να αναζωογονήσουν τις κοινότητες που πέθαιναν. Η ιδέα της αγοράς ενός σπιτιού έναντι μόλις ενός ευρώ τράβηξε την προσοχή εκατομμυρίων ανθρώπων που μπορεί πάντα να ονειρεύονταν να εγκαταλείψουν τις πολύβουες πόλεις για μια απλούστερη ζωή.
Πολλές από τις πόλεις αυτές της Ιταλίας κατακλύστηκαν από τηλεφωνήματα και χιλιάδες emails με τον δήμαρχο μάλιστα, μιας πόλης να λέει ότι δεν είχε χάσει τον ύπνο του από το ντελίριο αιτημάτων. Αλλά αγόρασε τελικά κάποιος; Κι αν ναι, τι ακολούθησε; Μήπως χάθηκε ως δια μαγείας η dolce vita και μετατράπηκε σε ένα γραφειοκρατικό χάος; Μήπως τα σπίτια αποδείχτηκαν «μούφα»;
Το CNN επικοινώνησε με κάποιους από τους αγοραστές αυτούς ή «πολίτες του ενός ευρώ» όπως τους αποκαλούν οι ντόπιοι, προκειμένου να ανακαλύψει αν άξιζε τελικά τον κόπο.
Παράδεισος διακοπών
Η Μόργκαν Γκιχότ, που κατάγεται από την πόλη Ναν της Γαλλίας, ήταν από τους πρώτους που αγόρασαν ένα σπίτι αξίας ενός ευρώ στην πόλη Μουσομέλι, στην καρδιά της Σικελίας, όπου τα στενά αρχαία σοκάκια συσπειρώνονται γύρω από την ακρόπολη της πόλης. Το σπίτι που αγόρασαν προορίζονταν για δεύτερη οικογενειακή κατοικία.
Πολλές από τις πόλεις αυτές της Ιταλίας κατακλύστηκαν από τηλεφωνήματα και χιλιάδες emails με τον δήμαρχο μάλιστα, μιας πόλης να λέει ότι δεν είχε χάσει τον ύπνο του από το ντελίριο αιτημάτων. Αλλά αγόρασε τελικά κάποιος; Κι αν ναι, τι ακολούθησε; Μήπως χάθηκε ως δια μαγείας η dolce vita και μετατράπηκε σε ένα γραφειοκρατικό χάος; Μήπως τα σπίτια αποδείχτηκαν «μούφα»;
Το CNN επικοινώνησε με κάποιους από τους αγοραστές αυτούς ή «πολίτες του ενός ευρώ» όπως τους αποκαλούν οι ντόπιοι, προκειμένου να ανακαλύψει αν άξιζε τελικά τον κόπο.
Παράδεισος διακοπών
Η Μόργκαν Γκιχότ, που κατάγεται από την πόλη Ναν της Γαλλίας, ήταν από τους πρώτους που αγόρασαν ένα σπίτι αξίας ενός ευρώ στην πόλη Μουσομέλι, στην καρδιά της Σικελίας, όπου τα στενά αρχαία σοκάκια συσπειρώνονται γύρω από την ακρόπολη της πόλης. Το σπίτι που αγόρασαν προορίζονταν για δεύτερη οικογενειακή κατοικία.
Οι περισσότερες από τις συμφωνίες για αγορά όμως είχαν και έναν όρο – τις εργασίες ανακαίνισης, με την 27χρονη Γκιχότ και τον 31χρονο σύζυγό της να μην χάνουν καθόλου χρόνο. Έχου, πλέον, σχεδόν ολοκληρώσει την αποκατάσταση των μόλις 50 τετραγωνικών της κατοικίας τους, έχοντας βάψει τους τοίχους και επιδιορθώνοντας τα πατώματα. «Απλά πρέπει να τελειώσουμε το μπάνιο» λέει. «Καθώς είμαστε και οι δύο τεχνίτες, κάναμε το μεγαλύτερο μέρος των εργασιών, το οποίο ήταν ελάχιστο, μόνοι μας, και χαιρόμαστε πολύ που βλέπουμε το σπίτι να παίρνει ξανά ζωή. Η 15 τετραγωνικών μέτρων ταράτσα; είναι καταπληκτική».
Θα χρησιμοποιούν την κατοικία τους στην Σικελία, ως εξοχικό για τις διακοπές των Χριστουγέννων και του καλοκαιριού. «Όταν αποφασίσαμε να επενδύσουμε σε ένα δεύτερο σπίτι, μας τράβηξαν οι απίστευτες τιμές στο Μουσομέλι που δεν είχαν καμία σχέση με την αγορά ακινήτων στην Γαλλία» προσθέτει η Γκιχότ. «Όμως αυτό που μας σαγήνευσε μόλις πήγαμε εκεί, ήταν η γοητεία του τόπου. Είναι υπέροχο μέρος και οι ντόπιοι είναι πολύ φιλόξενοι. Η πόλη είναι κοντά σε όμορφους προορισμούς της Σικελίας και δεν είναι καθόλου απομονωμένη». Όσο για την γραφειοκρατία, τα προβλήματα που συνάντησαν ήταν απειροελάχιστα ενώ τους βοήθησαν πολλοί και οι υπάλληλοι στο μεσιτικό γραφείο, τόσο με τα έγγραφα όσο και με την μετάφραση των κειμένων.
Θα χρησιμοποιούν την κατοικία τους στην Σικελία, ως εξοχικό για τις διακοπές των Χριστουγέννων και του καλοκαιριού. «Όταν αποφασίσαμε να επενδύσουμε σε ένα δεύτερο σπίτι, μας τράβηξαν οι απίστευτες τιμές στο Μουσομέλι που δεν είχαν καμία σχέση με την αγορά ακινήτων στην Γαλλία» προσθέτει η Γκιχότ. «Όμως αυτό που μας σαγήνευσε μόλις πήγαμε εκεί, ήταν η γοητεία του τόπου. Είναι υπέροχο μέρος και οι ντόπιοι είναι πολύ φιλόξενοι. Η πόλη είναι κοντά σε όμορφους προορισμούς της Σικελίας και δεν είναι καθόλου απομονωμένη». Όσο για την γραφειοκρατία, τα προβλήματα που συνάντησαν ήταν απειροελάχιστα ενώ τους βοήθησαν πολλοί και οι υπάλληλοι στο μεσιτικό γραφείο, τόσο με τα έγγραφα όσο και με την μετάφραση των κειμένων.
Ενώ πολλοί αγοραστές προτίμησαν να αγοράσουν τα πάμφθηνα σπίτια του ενός ευρώ, κάποιοι άλλοι προτίμησαν πιο ακριβές κατοικίες που ήταν σε καλύτερη κατάσταση.
Μετά από μια μακρά περιήγηση στα σπίτια του ενός ευρώ στο Μουσομέλι, ο Βέλγος επιχειρηματίας Πάτρικ Γιάνσεν αποφάσισε να αγοράσει μια κατοικία σε καλύτερη κατάσταση, που είχε σχεδόν ανακαινιστεί. «Θα είμαι ειλικρινής. Δεν αγοράσαμε σπίτι του ενός ευρώ. Μας έδειξαν περίπου 25 παλιά σπίτια, κάποια εκ των οποίων χρειάζονταν σοβαρές εργασίες ανακαίνισης, και στο τέλος καταλήξαμε σε ένα τριάρι που κόστιζε 10.000 ευρώ και επένδυσα κάποια ακόμη χρήματα για την ανακαίνιση».
Ωστόσο, δεν ήταν μόνο η κακή κατάσταση των κτιρίων που τον αποθάρρυναν από την αγορά τους. «Σκέφτηκα ότι αν αγοράσω ένα όμορφο σπίτι, όχι ένα έτοιμο να καταρρεύσει και το φτιάξω, θα γίνει ξανά σαν καινούριο, θα κρατήσει για πολύ περισσότερα χρόνια» προσθέτει ο Γιάνσεν. «Τα πέντε μου παιδιά, σε 20 χρόνια, θα έχουν ακόμη ένα σπίτι σε άριστη κατάσταση».
Βέβαια, ο Γιάνσεν είχε κατά νου του πολλά πράγματα προτού αποφασίσει να αγοράσει ένα σπίτι στην Σικελία, κυρίως, όμως, την μικρή απόσταση από την κύρια κατοικία στις Βρυξέλλες και το Μουσομέλι. «Η Σικελία απέχει μόλις δύο ώρες από το Βέλγιο, επομένως αυτό είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα αν έρχεσαι από μια ευρωπαϊκή χώρα για να περάσεις το Σαββατοκύριακο» λέει προσθέτοντας πως η ιταλική αυτή πόλη είναι ένας άλλος κόσμος σε σύγκριση με τους φρενήρεις ρυθμούς των Βρυξελλών. «Οι άνθρωποι στο Βέλγιο δεν χαλαρώνουν, η ζωή εδώ είναι απλούστερη, η πόλη είναι ζεστή και η γύρω φύση μαγευτική. Είναι ιδανικό μέρος για να επαναφορτίσεις τις μπαταρίες σου».
Ακόμη και η διαδικασία της αγοράς κύλησε πολύ ομαλά για τον Γιάνσεν. Τα γραφειοκρατικά αποδείχτηκαν πολύ ευκολότερα από τα αναμενόμενα, παρά την κακή φήμη της Ιταλίας. «Στην πραγματικότητα, εξεπλάγην διαπιστώνοντας πως η αγορά και η ανακαίνιση ενός σπιτιού είναι πολύ ευκολότερα στην Σικελία από ότι στο Βέλγιο».
Δεσμοί αίματος
Για μερικούς, υπήρχε κάτι πιο ισχυρό από την προοπτική της αγοράς ενός φθηνού σπιτιού, που αποτέλεσε το δέλεαρ – όπως η καταγωγή και το DNA. Η οικονομολόγος Μέρεντιθ Ταμπόνε με έδρα το Σικάγο, ήταν μία από τους 16 αγοραστές που εξασφάλισαν μια παλιά κατοικία στην Σαμπούκα της Σικελίας, που φημίζεται για τις αυλές σε αραβικό στυλ. Η Ταμπόνε έχει σικελιάνικο αίμα στις φλέβες της καθώς οι πρόγονοί της κατάγονταν από την Σαμπούκα.
Μετά από μια μακρά περιήγηση στα σπίτια του ενός ευρώ στο Μουσομέλι, ο Βέλγος επιχειρηματίας Πάτρικ Γιάνσεν αποφάσισε να αγοράσει μια κατοικία σε καλύτερη κατάσταση, που είχε σχεδόν ανακαινιστεί. «Θα είμαι ειλικρινής. Δεν αγοράσαμε σπίτι του ενός ευρώ. Μας έδειξαν περίπου 25 παλιά σπίτια, κάποια εκ των οποίων χρειάζονταν σοβαρές εργασίες ανακαίνισης, και στο τέλος καταλήξαμε σε ένα τριάρι που κόστιζε 10.000 ευρώ και επένδυσα κάποια ακόμη χρήματα για την ανακαίνιση».
Ωστόσο, δεν ήταν μόνο η κακή κατάσταση των κτιρίων που τον αποθάρρυναν από την αγορά τους. «Σκέφτηκα ότι αν αγοράσω ένα όμορφο σπίτι, όχι ένα έτοιμο να καταρρεύσει και το φτιάξω, θα γίνει ξανά σαν καινούριο, θα κρατήσει για πολύ περισσότερα χρόνια» προσθέτει ο Γιάνσεν. «Τα πέντε μου παιδιά, σε 20 χρόνια, θα έχουν ακόμη ένα σπίτι σε άριστη κατάσταση».
Βέβαια, ο Γιάνσεν είχε κατά νου του πολλά πράγματα προτού αποφασίσει να αγοράσει ένα σπίτι στην Σικελία, κυρίως, όμως, την μικρή απόσταση από την κύρια κατοικία στις Βρυξέλλες και το Μουσομέλι. «Η Σικελία απέχει μόλις δύο ώρες από το Βέλγιο, επομένως αυτό είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα αν έρχεσαι από μια ευρωπαϊκή χώρα για να περάσεις το Σαββατοκύριακο» λέει προσθέτοντας πως η ιταλική αυτή πόλη είναι ένας άλλος κόσμος σε σύγκριση με τους φρενήρεις ρυθμούς των Βρυξελλών. «Οι άνθρωποι στο Βέλγιο δεν χαλαρώνουν, η ζωή εδώ είναι απλούστερη, η πόλη είναι ζεστή και η γύρω φύση μαγευτική. Είναι ιδανικό μέρος για να επαναφορτίσεις τις μπαταρίες σου».
Ακόμη και η διαδικασία της αγοράς κύλησε πολύ ομαλά για τον Γιάνσεν. Τα γραφειοκρατικά αποδείχτηκαν πολύ ευκολότερα από τα αναμενόμενα, παρά την κακή φήμη της Ιταλίας. «Στην πραγματικότητα, εξεπλάγην διαπιστώνοντας πως η αγορά και η ανακαίνιση ενός σπιτιού είναι πολύ ευκολότερα στην Σικελία από ότι στο Βέλγιο».
Δεσμοί αίματος
Για μερικούς, υπήρχε κάτι πιο ισχυρό από την προοπτική της αγοράς ενός φθηνού σπιτιού, που αποτέλεσε το δέλεαρ – όπως η καταγωγή και το DNA. Η οικονομολόγος Μέρεντιθ Ταμπόνε με έδρα το Σικάγο, ήταν μία από τους 16 αγοραστές που εξασφάλισαν μια παλιά κατοικία στην Σαμπούκα της Σικελίας, που φημίζεται για τις αυλές σε αραβικό στυλ. Η Ταμπόνε έχει σικελιάνικο αίμα στις φλέβες της καθώς οι πρόγονοί της κατάγονταν από την Σαμπούκα.
Όταν το CNN έκανε γνωστή την είδηση πως οι τοπικές Αρχές πωλούσαν εγκαταλελειμμένες κατοικίες έναντι ενός ευρώ, προκειμένου να μην ερημώσει, το χωριό είδε μια πρωτόγνωρη κίνηση. Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές από όλο τον κόσμο, ήθελαν να αποκτήσουν ένα σπίτι στην Σαμπούκα με τον δήμαρχο να δέχεται χιλιάδες μηνύματα. Ο δήμαρχος, ανίκανος να ανταποκριθεί στην μεγάλη ζήτηση και αντιλαμβανόμενος μια επιχειρηματική ευκαιρία, έβγαλε σε πλειστηριασμό τις κατοικίες. Τελικά, πουλήθηκαν για πάνω από 25.000 ευρώ, αλλά και πάλι ήταν μια καλή τιμή.
Η Ταμπόνε υπέβαλλε προσφορά για δύο κατοικίες χωρίς καν να έχει επισκεφθεί την πόλη. «Όταν οι φίλοι μου, μου έδειξαν το άρθρο για την Σαμπούκα, διαπίστωσα ότι επρόκειτο για την πόλη από την οποία κατάγεται η οικογένειά μου» λέει. «Πάντα ήθελα να επισκεφθώ την Σικελία, αλλά δεν είχα πάει ποτέ στην πατρίδα μου, δεν είχα ποτέ την ευκαιρία. Έχω ακόμη συγγενείς που ζουν κοντά στο νέο μου σπίτι, λίγα τετράγωνα μακριά αλλά δεν τους έχω γνωρίσει ακόμη. Την επόμενη φορά που θα πάω».
Η Ταμπόνε έκανε προσφορά ύψους 5.555 ευρώ για κάθε μία από τις δύο κατοικίες και τελικά πήρε αυτή που βρίσκεται σε έναν δρόμο με τον αριθμό 5. «Το πέντε είναι ο αγαπημένος μου αριθμός. Γι’ αυτό και πρόσφερα αυτό το ποσό και επέλεξα το συγκεκριμένο σπίτι» προσθέτει. Έκανε το μεγαλύτερο μέρος των γραφειοκρατικών εγγράφων στο διαδίκτυο και μέσω google είδε τις κατοικίες. Αλλά μετά την δημοπρασία, ανέβαλε το ταξίδι για την Σικελία μέχρι τον Ιούνιο. «Είχα σπάσει τον αστράγαλό μου και αγόρασα το σπίτι χωρίς καν να το δω».
Η νέα της κατοικία, με τρία υπνοδωμάτια, κεραμίδια στις σκεπές, καμπυλωτές σκάλες και δύο εισόδους, αποδείχτηκε μια ευχάριστη έκπληξη. «Ήταν διαφορετικό από ότι το περίμενα» λέει. «Το γκούγκλαρα αλλά δεν είχε καμία σχέση με αυτό που είδα. Τελικά αποδείχτηκε πολύ καλύτερο από ότι είχα σκεφτεί. Το μπαλκόνι ήταν πολύ καλύτερο».
Το σπίτι αυτή την στιγμή δεν έχει ούτε ρεύμα, ούτε νερό, αλλά για την Ταμπόνε είναι σαν «ένας λευκός καμβάς που μπορώ να επαναφέρω στην ζωή με όλα αυτά τα πανέμορφα και χαριτωμένα ιταλικά πράγματα». Αλλά και η ιστορία αυτού του κτιρίου είναι ένα πρόσθετο αξιοθέατο. «Στο ισόγειο βρίσκονται οι στάβλοι» λέει η Ταμπόνε. «Το 1700 και το 1800 τα άλογα έμεναν στον κάτω όροφο ενώ οι οικογένειες στον επάνω. Εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη τα σχοινιά».
Η Ταμπόνε έχει ολοκληρώσει τα γραφειοκρατικά και πλέον μιλάει με αρχιτέκτονες για τα επόμενα βήματα. «Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι γραφειοκρατικές εργασίες είναι περίπλοκες, αλλά πραγματικά δεν είναι, ήταν μια πολύ ομαλή, μια πολύ εύκολη διαδικασία».
Ξεπερνώντας τα στερεότυπα
Κι ενώ κάποιοι βρήκαν την διαδικασία πολύ ομαλή, τα πράγματα ήταν λιγότερο εύκολα για τον Νεοϋορκέζο Κένι Σάντσεζ που αγόρασε ένα σπίτι στο Ζούνγκολι της Καμπάνιας νωρίτερα φέτος. Ο Σάντσεζ είπε ότι έκανε προσφορά για ένα από τα σπίτια του ενός ευρώ, αλλά δεν πίστευε ποτέ ότι θα τα κατάφερνε. «Ήξερα ότι πολλοί άλλοι είχαν κάνει το ίδιο και σκέφτηκα ότι οι πιθανότητες ήταν ελάχιστες» παραδέχεται. «Δεν περίμενα να κερδίσω ένα σπίτι στην Ιταλία. Ήταν μεγάλη έκπληξη».
Ο Σάντσεζ επισκέφθηκε το Ζούνγκολι κατά την διάρκεια του καλοκαιριού και δήλωσε ότι οι ντόπιοι είναι πολύ φιλόξενοι. Ωστόσο, το σπίτι του οποίου πλέον είναι περήφανος ιδιοκτήτης, θα χρειαστεί μερικά χρόνια ακόμη για να είναι κατοικήσιμο. «Το σπίτι χρειάζεται πολύ δουλειά. Υπάρχουν κάποια σημαντικά πράγματα που πρέπει να επισκευαστούν, συμπεριλαμβανομένης της οροφής. Καταφέραμε να κάνουμε κάποιους διακανονισμούς προκειμένου να το ανακαινίσουμε μέσα σε τρία χρόνια. Μέσα σε αυτό το χρονικό όριο, ελπίζουμε να τα καταφέρουμε». Βέβαια, περιμένει ακόμη τα συμβόλαια. «Εφόσον δεν έχουμε ούτε αυτά ακόμη, δεν μπορούσε να ξεκινήσουμε καμία εργασία» τονίζει.
Η Ταμπόνε υπέβαλλε προσφορά για δύο κατοικίες χωρίς καν να έχει επισκεφθεί την πόλη. «Όταν οι φίλοι μου, μου έδειξαν το άρθρο για την Σαμπούκα, διαπίστωσα ότι επρόκειτο για την πόλη από την οποία κατάγεται η οικογένειά μου» λέει. «Πάντα ήθελα να επισκεφθώ την Σικελία, αλλά δεν είχα πάει ποτέ στην πατρίδα μου, δεν είχα ποτέ την ευκαιρία. Έχω ακόμη συγγενείς που ζουν κοντά στο νέο μου σπίτι, λίγα τετράγωνα μακριά αλλά δεν τους έχω γνωρίσει ακόμη. Την επόμενη φορά που θα πάω».
Η Ταμπόνε έκανε προσφορά ύψους 5.555 ευρώ για κάθε μία από τις δύο κατοικίες και τελικά πήρε αυτή που βρίσκεται σε έναν δρόμο με τον αριθμό 5. «Το πέντε είναι ο αγαπημένος μου αριθμός. Γι’ αυτό και πρόσφερα αυτό το ποσό και επέλεξα το συγκεκριμένο σπίτι» προσθέτει. Έκανε το μεγαλύτερο μέρος των γραφειοκρατικών εγγράφων στο διαδίκτυο και μέσω google είδε τις κατοικίες. Αλλά μετά την δημοπρασία, ανέβαλε το ταξίδι για την Σικελία μέχρι τον Ιούνιο. «Είχα σπάσει τον αστράγαλό μου και αγόρασα το σπίτι χωρίς καν να το δω».
Η νέα της κατοικία, με τρία υπνοδωμάτια, κεραμίδια στις σκεπές, καμπυλωτές σκάλες και δύο εισόδους, αποδείχτηκε μια ευχάριστη έκπληξη. «Ήταν διαφορετικό από ότι το περίμενα» λέει. «Το γκούγκλαρα αλλά δεν είχε καμία σχέση με αυτό που είδα. Τελικά αποδείχτηκε πολύ καλύτερο από ότι είχα σκεφτεί. Το μπαλκόνι ήταν πολύ καλύτερο».
Το σπίτι αυτή την στιγμή δεν έχει ούτε ρεύμα, ούτε νερό, αλλά για την Ταμπόνε είναι σαν «ένας λευκός καμβάς που μπορώ να επαναφέρω στην ζωή με όλα αυτά τα πανέμορφα και χαριτωμένα ιταλικά πράγματα». Αλλά και η ιστορία αυτού του κτιρίου είναι ένα πρόσθετο αξιοθέατο. «Στο ισόγειο βρίσκονται οι στάβλοι» λέει η Ταμπόνε. «Το 1700 και το 1800 τα άλογα έμεναν στον κάτω όροφο ενώ οι οικογένειες στον επάνω. Εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη τα σχοινιά».
Η Ταμπόνε έχει ολοκληρώσει τα γραφειοκρατικά και πλέον μιλάει με αρχιτέκτονες για τα επόμενα βήματα. «Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι γραφειοκρατικές εργασίες είναι περίπλοκες, αλλά πραγματικά δεν είναι, ήταν μια πολύ ομαλή, μια πολύ εύκολη διαδικασία».
Ξεπερνώντας τα στερεότυπα
Κι ενώ κάποιοι βρήκαν την διαδικασία πολύ ομαλή, τα πράγματα ήταν λιγότερο εύκολα για τον Νεοϋορκέζο Κένι Σάντσεζ που αγόρασε ένα σπίτι στο Ζούνγκολι της Καμπάνιας νωρίτερα φέτος. Ο Σάντσεζ είπε ότι έκανε προσφορά για ένα από τα σπίτια του ενός ευρώ, αλλά δεν πίστευε ποτέ ότι θα τα κατάφερνε. «Ήξερα ότι πολλοί άλλοι είχαν κάνει το ίδιο και σκέφτηκα ότι οι πιθανότητες ήταν ελάχιστες» παραδέχεται. «Δεν περίμενα να κερδίσω ένα σπίτι στην Ιταλία. Ήταν μεγάλη έκπληξη».
Ο Σάντσεζ επισκέφθηκε το Ζούνγκολι κατά την διάρκεια του καλοκαιριού και δήλωσε ότι οι ντόπιοι είναι πολύ φιλόξενοι. Ωστόσο, το σπίτι του οποίου πλέον είναι περήφανος ιδιοκτήτης, θα χρειαστεί μερικά χρόνια ακόμη για να είναι κατοικήσιμο. «Το σπίτι χρειάζεται πολύ δουλειά. Υπάρχουν κάποια σημαντικά πράγματα που πρέπει να επισκευαστούν, συμπεριλαμβανομένης της οροφής. Καταφέραμε να κάνουμε κάποιους διακανονισμούς προκειμένου να το ανακαινίσουμε μέσα σε τρία χρόνια. Μέσα σε αυτό το χρονικό όριο, ελπίζουμε να τα καταφέρουμε». Βέβαια, περιμένει ακόμη τα συμβόλαια. «Εφόσον δεν έχουμε ούτε αυτά ακόμη, δεν μπορούσε να ξεκινήσουμε καμία εργασία» τονίζει.