Στο μυαλό του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν υπάρχουν όρια. Ακόμα και οι αρχαιολογικοί χώροι μπορούν να γίνουν βορά στα ιδιωτικά συμφέροντα.
Όπως ανέφερε σε συνάντηση του με το ΣΕΤΕ προς ενός μήνα: «Υπάρχουν τεράστια περιθώρια στη διαχείριση των αρχαιολογικών χώρων και στην εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα σε πεδία που, για πολλά χρόνια, τα θεωρούσαμε ταμπού… Δεν έχω τέτοιες αναστολές. Η δουλειά πρέπει να γίνεται.»
Η «δουλειά», λοιπόν, να γίνεται. Φυσικά, προς όφελος κάποιων που «δεν έχουν αναστολές» και πάντα εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος.
Θα μπορούσε κάποιος καλοπροαίρετα να σκεφτεί ότι η διαχείριση των αρχαιολογικών χώρων, μάλλον αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση και άρα χρειάζεται να παραδοθεί σε ιδιώτες ώστε να βελτιωθεί η εικόνα.
Αλλά η πραγματικότητα απέχει παρασάγγας από ένα τέτοιο ισχυρισμό.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τις εισπράξεις που προέρχονται από τους αρχαιολογικούς χώρους αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο.
Συγκεκριμένα, το 2014 ο ετήσιος τζίρος ανήλθε στα 42,8 εκατομμύρια και το 2015 σχεδόν στα 45 εκατομμύρια. Το 2016 όμως, έκλεισε με αύξηση εσόδων κατά 67% και συνολικό τζίρο 73,2 εκατομμύρια.
Η εικόνα που αποτυπώνεται από τα διαθέσιμα στοιχεία για το πρώτο δίμηνο του 2017, φανερώνει ακόμα θετικότερα αποτελέσματα. Σε αυτό το δίμηνο, η αύξηση των εσόδων φτάνει το 32% ενώ κατά ένα τρίτο αυξήθηκαν οι επισκέπτες στους αρχαιολογικούς χώρους.
Άρα, τι ακριβώς επιδιώκει ο Κ. Μητσοτάκης, όταν βάλλει ευθέως κατά ενός τομέα που βάσει αποτελεσμάτων, ανθεί και προσφέρει έσοδα στα κρατικά ταμεία;
Πόσο κοντά βρίσκεται η σκέψη του αρχηγού της ΝΔ, με διάφορους γραφικούς που από τα πρωτοσέλιδα γερμανικών φυλλάδων, καλούσαν τους Έλληνες αν πουλήσουν την Ακρόπολη και τα αρχαία μνημεία;
Απλά υπενθυμίζουμε το εμετικό δημοσίευμα της φυλλάδας Bild, που καλούσε την Ελλάδα να πουλήσει τον Παρθενώνα για να ξεχρεώσει…
Όπως ανέφερε σε συνάντηση του με το ΣΕΤΕ προς ενός μήνα: «Υπάρχουν τεράστια περιθώρια στη διαχείριση των αρχαιολογικών χώρων και στην εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα σε πεδία που, για πολλά χρόνια, τα θεωρούσαμε ταμπού… Δεν έχω τέτοιες αναστολές. Η δουλειά πρέπει να γίνεται.»
Η «δουλειά», λοιπόν, να γίνεται. Φυσικά, προς όφελος κάποιων που «δεν έχουν αναστολές» και πάντα εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος.
Θα μπορούσε κάποιος καλοπροαίρετα να σκεφτεί ότι η διαχείριση των αρχαιολογικών χώρων, μάλλον αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση και άρα χρειάζεται να παραδοθεί σε ιδιώτες ώστε να βελτιωθεί η εικόνα.
Αλλά η πραγματικότητα απέχει παρασάγγας από ένα τέτοιο ισχυρισμό.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τις εισπράξεις που προέρχονται από τους αρχαιολογικούς χώρους αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο.
Συγκεκριμένα, το 2014 ο ετήσιος τζίρος ανήλθε στα 42,8 εκατομμύρια και το 2015 σχεδόν στα 45 εκατομμύρια. Το 2016 όμως, έκλεισε με αύξηση εσόδων κατά 67% και συνολικό τζίρο 73,2 εκατομμύρια.
Η εικόνα που αποτυπώνεται από τα διαθέσιμα στοιχεία για το πρώτο δίμηνο του 2017, φανερώνει ακόμα θετικότερα αποτελέσματα. Σε αυτό το δίμηνο, η αύξηση των εσόδων φτάνει το 32% ενώ κατά ένα τρίτο αυξήθηκαν οι επισκέπτες στους αρχαιολογικούς χώρους.
Άρα, τι ακριβώς επιδιώκει ο Κ. Μητσοτάκης, όταν βάλλει ευθέως κατά ενός τομέα που βάσει αποτελεσμάτων, ανθεί και προσφέρει έσοδα στα κρατικά ταμεία;
Πόσο κοντά βρίσκεται η σκέψη του αρχηγού της ΝΔ, με διάφορους γραφικούς που από τα πρωτοσέλιδα γερμανικών φυλλάδων, καλούσαν τους Έλληνες αν πουλήσουν την Ακρόπολη και τα αρχαία μνημεία;
Απλά υπενθυμίζουμε το εμετικό δημοσίευμα της φυλλάδας Bild, που καλούσε την Ελλάδα να πουλήσει τον Παρθενώνα για να ξεχρεώσει…