Μια πλούσια
και μορφωμένη κυρία γονάτισε μπροστά σ’ έναν έμπειρο και ευλαβή πνευματικό
και
με δάκρυα του είπε:
Μου
είπαν να παρακαλέσω την Παναγία. Την παρακάλεσα θερμά. Ίσως η Παναγία μ’
έστειλε σε σάς σαν τελευταίο καταφύγιο. Τι πρέπει να κάνω για να βρω τη
σωτηρίας μου;».
«Πάτερ
μου, επιθυμώ να επιστρέψω στον Θεό μου, αλλά δεν μπορώ, δεν μπορώ! Η αγάπη του
κόσμου με εξουσιάζει, οι κακές διασκεδάσεις με αιχμαλωτίζουν, τα πάθη μου με
παρασύρουν. Λυπηθείτε με!
Δοκίμασα
την ιερή Εξομολόγηση, αλλά είμαι διαρκώς η ίδια!
Μου
είπαν να φύγω από τον κόσμο. Το έκανα. Αλλά ύστερα από λίγες εβδομάδες και πάλι
η ίδια θλιβερή κατάσταση.
Μου
είπαν να κάνω ελεημοσύνες. Και αυτές έγιναν. Αλλά οι αδυναμίες μου
συνεχίζονται.
Ο ιερέας
άκουσε σιωπηλά την εξομολόγηση της κυρίας, κατέβασε το κεφάλι σκεπτικός και της
είπε μία λέξη: «Η θλίψη!», δηλαδή αυτό υπολείπεται
για τη σωτηρία σας.
Ύστερα από
καιρό επέστρεψε η κυρία μαυροφορεμένη, καταβεβλημένη, δακρυσμένη αλλά
αναπαυμένη. Είχε χάσει τα πάντα: πλούτη,
υγεία, συγγενείς. Είχε βρει το Θεό!
Ο πόνος μας
μεταδίδει τρόμο. Είναι όμως δώρο της
θείας ευσπλαχνίας. Τρέχει σαν μυστικός απεσταλμένος του Θεού πίσω από κάθε
πλανεμένη ψυχή για να την επαναφέρει κοντά Του.
Πηγή: «Προσφορά στο άρρωστο αδελφό», Αρχιμ.
Χριστοδούλου Παπαγιάννη, Αδελφότης Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ», Αθήναι 2007
http://makkavaios.blogspot.gr/2015/01/blog-post_53.html