Πολύ πιθανόν το 20λεπτο της κατ' ιδίαν συνομιλίας Ομπάμα-Πούτιν, στη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής των G20, αφορούσε μια διμερή «μυστική» συμφωνία για την αποφυγή της στρατιωτικής εμπλοκής των δύο υπερδυνάμεων. Τα διλήμματα που αντιμετώπιζαν οι δύο ηγέτες ήσαν προφανή. Ο Ομπάμα είχε δεσμευθεί με δηλώσεις του υπέρ της στρατιωτικής ενέργειας κατά του συριακού καθεστώτος και επιδίωκε να κερδίσει χρόνο, προκειμένου να προκύψει κάποιος σημαντικός λόγος, ο οποίος θα του επέτρεπε να | ||
αναβάλει τη στρατιωτική
ενέργεια. Από την πλευρά του, ο Πούτιν αναζητούσε ένα σοβαρό λόγο που θα
διευκόλυνε την Ουάσιγκτον να αποδεχθεί, έστω και προσωρινά, την επιλογή
της μη επίθεσης.
Αναμφισβήτητα, ο απώτερος στόχος της διεθνούς κοινότητας και ιδιαίτερα των δύο υπερδυνάμεων, οι οποίες είναι και μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ,
θα έπρεπε να είναι η
επίλυση της συριακής κρίσης. Ο τερματισμός του αιματηρού εμφύλιου και
όχι η προπαγανδιστική ενημέρωση και από τις δύο πλευρές, σχετικά με το
ποιος έκανε χρήση χημικών όπλων στα προάστια της Δαμασκού, την 21η
Αυγούστου 2013.
| ||
Είτε διεξάγουν
στρατιωτική ενέργεια είτε όχι, οι ΗΠΑ δεν θα συνεισφέρουν κάτι θετικό σ’
αυτό το μακροχρόνιο εμφύλιο. Απλά, θα αυξήσουν τον αριθμό των
ανθρώπινων απωλειών από την πλευρά του αλαουιτικού καθεστώτος, θα
φθείρουν ως ένα βαθμό την επιχειρησιακή δυνατότητα του συριακού στρατού,
θα καταστρέψουν ένα μέρος του χημικού οπλοστασίου του Άσσαντ και θα
προκαλέσουν για άλλη μια φορά μαζικά μεταναστευτικά ρεύματα. Στη
συνέχεια, ο εμφύλιος θα συνεχισθεί με αμείωτο ρυθμό. Εκτός εάν σκοπεύουν
να προχωρήσουν σε δυναμική στρατιωτική ενέργεια, με στόχο τη σημαντική
καταστροφή των συριακών ενόπλων δυνάμεων, γεγονός το οποίο θα γείρει την
πλάστιγγα υπέρ των αντικαθεστωτικών δυνάμεων.
Ακόμη και σε αυτή την
περίπτωση, αν δηλαδή μετά την αμερικανική στρατιωτική ενέργεια
επικρατήσουν οι δυνάμεις των ανταρτών, το πρόβλημα της συριακής κρίσης
δεν θα έχει λυθεί. Οι Σύριοι αντάρτες θα προχωρήσουν σε κατάληψη των
εδαφών της αλαουιτικής κεντροδυτικής Συρίας και είναι αναμενόμενο να
προβούν σε πράξεις αντεκδίκησης. Με λίγα λόγια, οι ανθρώπινες απώλειες,
κυρίως της αλαουιτικής και χριστιανικής κοινότητας, θα συνεχισθούν. Και
πάλι θα σημειωθούν βαρβαρότητες, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες αμάχων θα
κατευθυνθούν προς τις γειτονικές χώρες. Μάλιστα, θα ξεκινήσει και μια
άλλη αιματηρή ενδοσουννιτική σύγκρουση για την ανάληψη της εξουσίας,
χωρίς να αποκλείεται και η σύγκρουση μεταξύ σουννιτών και Σύριων Κούρδων
στις βορειοανατολικές περιοχές της χώρας.
Θα πρέπει ο Άσσαντ να
μείνει ατιμώρητος, στην περίπτωση που χρησιμοποίησε χημικά όπλα; Σαφώς,
όχι. Αλλά η παραδειγματική τιμωρία του δεν θα πρέπει να παραβιάζει τη
διεθνή νομιμότητα. Πρέπει να ολοκληρωθεί η έρευνα των επιθεωρητών του
ΟΗΕ, να ανακοινωθεί το πόρισμά τους, και στη συνέχεια το Συμβούλιο
Ασφαλείας να αποφασίσει. Βέβαια, κανείς δεν θα μπορούσε να αποκλείσει το
ενδεχόμενο μη αναφοράς στο πόρισμα των υπεύθυνων της χρήσης χημικών,
λόγω ελλιπών στοιχείων ή άλλου λόγου.
Η καταστροφή των χημικών
όπλων και των εγκαταστάσεων παραγωγής χημικών όπλων, που προβλέπεται
από τη Σύμβαση για τα Χημικά Όπλα (Chemical Weapons Convention - CWC),
είναι μια χρονοβόρα και δύσκολη διαδικασία. Από τον Απρίλιο του 1997
(έναρξη ισχύος της CWC), 13 χώρες (Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κίνα, Γαλλία,
Ινδία, Ιράν, Ιράκ, Ιαπωνία, Λιβύη, Ρωσία, Σερβία, Ηνωμένο Βασίλειο,
Ηνωμένες Πολιτείες, και μια χώρα που δεν κατονομάζεται), οι οποίες
υπέγραψαν τη Σύμβαση, δήλωσαν την ύπαρξη συνολικά 70 εγκαταστάσεων
παραγωγής χημικών όπλων. Μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του 2013, έχουν
καταστραφεί 64 εγκαταστάσεις και εκκρεμεί η καταστροφή άλλων έξι.
Από το βιβλίο «Χημικά
και Βιολογικά Όπλα – Υπαρκτή Ασύμμετρη Απειλή» του γεωστρατηγικού
αναλυτή Βασίλη Γιαννακόπουλου και του καρδιολόγου του 251 ΓΝΑ Γεώργιου
Καρυστινού, που αναμένεται να εκδοθεί στις αρχές Οκτωβρίου 2013
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό
ότι είτε διεξαχθεί στρατιωτική ενέργεια –συμβολική ή δυναμική- το
αποτέλεσμα δεν θα επηρεάσει θετικά τον εμφύλιο της Συρίας. Ακόμη και αν
δεν υπάρξει καμιά εξωτερική στρατιωτική επέμβαση από οποιαδήποτε πλευρά ή
αν σταματήσει η υποστήριξη των δύο αντιμαχόμενων πλευρών, πάλι η
αιματοχυσία θα συνεχισθεί. Και θα συνεχισθεί για αρκετά χρόνια.
Επομένως, η λύση σ’ αυτόν τον αιματηρό πόλεμο φθοράς θα πρέπει είναι ο
άμεσος τερματισμός του εμφυλίου με εξωτερική πολιτικο-στρατιωτική
επέμβαση. Ωστόσο, αυτή η επέμβαση θα πρέπει να αποφασισθεί από το
Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Δηλαδή, να προηγηθούν διμερείς
διαπραγματεύσεις, μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, ώστε όταν κληθούν στο
Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να μην προκύψει βέτο στο σχέδιο ψηφίσματος,
που θα προβλέπει την επίλυση της συριακής κρίσης.
Προφανώς, αυτή είναι μια
συνοπτική ιδέα ενέργειας για τη συριακή κρίση. Πιθανόν, θα
συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων, την τριχοτόμηση της Συρίας (αλαουτικές,
σουννιτικές και κουρδικές περιοχές) και το είδος αυτών των τριών
κρατικών οντοτήτων που θα προκύψουν, την αναδιοργάνωσή τους, το πολιτικό
μέλλον του Άσσαντ, τη διάλυση του συριακού χημικού και βαλλιστικού
οπλοστασίου, το μέλλον της ρωσικής ναυτικής βάσης, την επιστροφή των δύο
εκατομμυρίων Σύριων προσφύγων, την ανάπτυξη μιας πολυεθνικής δύναμης
για τον τερματισμό των συγκρούσεων, κτλ.
Βέβαια, σε πρώτη φάση, η
διάλυση του συριακού χημικού οπλοστασίου είναι το κύριο σημείο
σύγκλισης Ουάσιγκτον και Μόσχας. Και φυσικά, λόγω έλλειψης άλλων
επιλογών, είναι ταυτόχρονα και μια αποδεκτή πρόταση για τον Άσσαντ. Μια
πρόταση που ευελπιστεί να τον αφήσει αλώβητο και να παρατείνει την
πολιτική του επιβίωση. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η
καταστροφή των χημικών όπλων και των εγκαταστάσεων παραγωγής χημικών
όπλων, που προβλέπεται από τη Σύμβαση για τα Χημικά Όπλα (Chemical
Weapons Convention - CWC), είναι μια χρονοβόρα και δύσκολη διαδικασία,
λόγω αφενός της μεγάλης ποσότητας και της ποικιλίας των όπλων προς
καταστροφή, αφετέρου της πιθανής απροθυμίας του συριακού καθεστώτος να
συνεργασθεί με συνέπεια για την πλήρη καταστροφή τους.
Σίγουρα, θα πρόκειται
για ένα δύσκολο στην εφαρμογή του εγχείρημα, που αναμένεται να
προκαλέσει την αντίδραση όχι μόνο των αντικαθεστωτικών δυνάμεων, αλλά
και την αντίδραση άλλων εξωτερικών δρώντων, όπως για παράδειγμα της
Τουρκίας. Όμως, η διεθνής κοινότητα είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει προς
την κάλλιστη επιλογή και να την εφαρμόσει, παρά τις όποιες αντιδράσεις.
Η υποστήριξη της μιας ή της άλλης πλευράς δεν οδηγεί πουθενά ή μάλλον
οδηγεί στον πολλαπλασιασμό των θυμάτων και στην επέκταση της
συγκρουσιακής κατάστασης σε περιφερειακό επίπεδο, με απρόβλεπτα
αποτελέσματα.
Μάλλον, η Σύνοδος
Κορυφής των G20 στην Αγία Πετρούπολη ήταν η ευκαιρία. Οι ηγέτες των δύο
υπερδυνάμεων την εκμεταλλεύθηκαν και η πρόταση του Σεργκέι Λαβρόφ -να
τεθεί το συριακό χημικό οπλοστάσιο υπό διεθνή επιστασία- είναι το πρώτο
αποφασιστικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Τώρα πλέον, μετά και τη
στήριξη του Πεκίνου στην πρόταση Λαβρόφ, δεν είναι καθόλου απίθανο η
υπόθεση της Συρίας να οδηγηθεί σύντομα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ
και να υπάρξει απόφαση. Επομένως, αρχίζουν να δημιουργούνται οι
προϋποθέσεις για το πλέον ρεαλιστικό και συγχρόνως θετικό σενάριο.
Δηλαδή, τη μη διεξαγωγή της στρατιωτικής ενέργειας (συμβολική ή
δυναμική) και την ανάληψη της διευθέτησης της συριακής κρίσης από την
Ουάσιγκτον και τη Μόσχα.
| ||
Άρθρο του GeoStrategy στη ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ
|