Είναι τύχη απλώς ή αποτέλεσμα συστηματικής δουλειάς,
επιστημονικής γνώσης και αφοσίωσης αυτό που φέρνει έναν ερευνητή μπροστά σε ένα
σπουδαίο εύρημα; Το ερώτημα αποτελεί άλυτο γρίφο για τον αρχιτέκτονα Μίλτο
Πολυβίου, ακόμη και σήμερα, περίπου δύο δεκαετίες αφότου ο ίδιος βρέθηκε
μπροστά σε μία εκπληκτική αποκάλυψη, φέρνοντας στο φως ένα ιδιαίτερης αξίας
αντικείμενο, ηλικίας δυόμισι αιώνων, κλεισμένο μέχρι τότε στη στέγη αγιορείτικης
μονής.
Ομως ο κ. Πολυβίου αγαπάει τους γρίφους κι επιπλέον ο ίδιος,
διαθέτοντας τεράστια εμπειρία σε θέματα του Αγίου Ορους (εργάστηκε για 35
χρόνια στον τομέα προστασίας μνημείων ως αρχιτέκτονας της 10ης Εφορείας
Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο Αγιον Ορος), μπορούσε να «δει» αυτό που λίγοι άλλοι
θα κατάφερναν να διακρίνουν. Λίγες μόλις σειρές σε ένα κείμενο, του λόγιου του
18ου αιώνα Καισάριου Δαπόντε, που δύσκολα θα τραβούσαν την προσοχή
οποιουδήποτε, οδήγησαν το Θεσσαλονικιό αρχιτέκτονα σε μια ολόκληρη περιπέτεια
αναζητήσεων μέσα σε βιβλιοθήκες, αποθήκες και εργαστήρια, που είχαν όμως
εκπληκτική κατάληξη: την αποκάλυψη της αρχαιότερης μακέτας του Καθολικού της
Ξηροποτάμου, του μοναδικού αρχιτεκτονικού προπλάσματος που διασώζεται από
ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το συναρπαστικό χρονικό της αποκάλυψης της μακέτας
ξεδιπλώνεται αυτές τις μέρες σε έκθεση που προετοιμάζουν η Αγιορειτική Εστία σε
συνεργασία με την 10η ΕΒΑ, και με την ευκαιρία αυτή ο κ. Πολυβίου μίλησε στον
«ΑτΚ» για το περιστατικό, που σφράγισε την επαγγελματική πορεία του (η μελέτη
του για το «Καθολικό της Μονής Ξηροποτάμου» βραβεύτηκε από την Ακαδημία
Αθηνών). «Πριν από αρκετά χρόνια, η μονή Ξηροποτάμου ήθελε να εκδώσει έναν
επετειακό τόμο και με την ευκαιρία αυτή μου ζήτησαν να γράψω κάποιο κείμενο.
Αναζητώντας πηγές βρέθηκα σε ένα βιβλίο του 1926, γραμμένο από ευδόκιμο μοναχό
για την ιστορία της μονής. Το βιβλίο αυτό αναφερόταν μεταξύ άλλων και στο λόγιο
Καισάριο Δαπόντε, ο οποίος είχε κάνει περιοδεία για οκτώ χρόνια αναζητώντας
χρήματα για την ανοικοδόμηση του Καθολικού. Το βιβλίο έγραφε ότι ο Καισάριος
έστελνε από την Κωνσταντινούπολη διάφορα είδη στο Αγιον Ορος. Διαβάζοντας, ίσως
από τύχη, έναν τέτοιο κατάλογο αντικειμένων, ανάμεσα σε καντήλια και άλλα,
πρόσεξα ότι γινόταν αναφορά σε τέσσερις κολόνες ναού και επίσης στο
"ξύλινο σχέδιο ναού". Υπέθεσα λοιπόν ότι υπήρχε κάποια μακέτα βάσει
της οποίας κατασκευάστηκε ο ναός και έβαλα στόχο να τη βρω».
Ο αρχιτέκτονας Μ. Πολυβίου βγαίνει από την αποθήκη
έχοντας βρει τη μακέτα
|
Το νήμα ξετυλίγεται
Η διαπίστωση αυτή ήταν η έναρξη μιας μεγάλης περιπέτειας
αναζητήσεων σε αποθήκες και αρχεία του Αγίου Ορους, που ίσως να απέβαινε άγονη,
αν ένα καλογερόπαιδο δεν υποδείκνυε στον κ. Πολυβίου την ύπαρξη ενός παταριού,
στη στέγη της αποθήκης του σκευοφυλακίου, πάνω από τα δοκάρια του υπερώου του
Καθολικού. Εκεί, όπως είπε ο νεαρός μοναχός στον αρχιτέκτονα - ερευνητή,
«έχωναν παλιά οι μοναχοί είδη που δεν ήθελαν να πετάξουν». Ανάμεσα σε ένα σωρό
τέτοια αντικείμενα, παλαιά έπιπλα και σκεύη, ο κ. Πολυβίου κατάφερε να
εντοπίσει, σκονισμένη μα σε σχεδόν άριστη κατάσταση, τη μακέτα του Καθολικού
της μονής Ξηροποτάμου.
Σταλμένη από τον Καισάριο Δαπόντε στο Αγιον Ορος, η μακέτα
ήταν δημιούργημα -όπως διαπίστωσε κατά την έρευνά του ο Μ. Πολυβίου- του
Κωνστάντιου, βασιλικού αρχιτέκτονα της αυλής του σουλτάνου Μουσταφά (ο ίδιος
είχε χτίσει μεταξύ άλλων και το Λαλελί Τζαμί). Το πρόπλασμα πέρα από το
ενδιαφέρον του ως κατασκευή (είναι έγχρωμο, ξύλινο και φέρει περίτεχνη
διακόσμηση) είναι ιδιαίτερα σημαντικό για πολλούς λόγους: πρόκειται για το
μοναδικό πρόπλασμα που διασώθηκε σε ολόκληρο τον χώρο της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας (οι πηγές αναφέρουν αρκετά), τα στοιχεία του δείχνουν σχεδιασμό
με χρήση κλίμακας και κανάβου, ενώ οι επιγραφές στις όψεις του, σε πλήρη
αντιστοιχία με τις πηγές, διασώζουν το όνομα του αρχιτέκτονα που το έφτιαξε και
το χρόνο κατασκευής του (1762, η μονή ανεγέρθηκε ένα χρόνο αργότερα).
«Αποδεικνύεται έτσι ότι ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός με χρήση κλίμακας και
κανάβου δεν ήταν άγνωστος την εποχή αυτή, τουλάχιστον για κτίρια μεγάλης
κλίμακας, αντίθετα με την άποψη που κυριαρχούσε για τη "λαϊκή"
αρχιτεκτονική της περιόδου», λέει ο κ. Πολυβίου.
ΧΡΥΣΑ ΝΑΝΟΥ