Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Ο Γερό-Αρσένιος ο Σπηλαιώτης είπε σε έναν νεαρό που είχε κάτι μαλλιά μέχρι κάτω: «Καλά, εσύ τί είσαι; Αγόρι είσαι ή κορίτσι;». Δεν διακρινόταν. Παλιά τους κούρευαν στο Άγιον Όρος. Τώρα έρχονται όπως νάναι… Εγώ τους κουρεύω με το ψαλίδι που κόβω το μαλλί, όταν πλέκω κομποσχοίνι. Πόσους έχω κουρέψει! Πίσω από το Ιερό τους κουρεύω. Όταν έρχωνται τέτοιοι, τους λέω: «Υποσχέθηκα σε κάποιους φαλακρούς να τους κολλήσω μαλλιά… Κάντε αγάπη να τα κόψουμε! Τί να κάνουμε τώρα; Τόχω υποσχεθή!».
– Το δέχονται, Γέροντα;
– Έχει σημασία πώς θα το πη κανείς. Δεν αρχίζω: «Τί χάλια είναι αυτά; Δεν ντρέπεσθε; Δεν σέβσθε τον ιερό χώρο!». Αλλά τους λέω: «Βρέ, παλληκάρια, εσείς μ΄ αυτά τα μαλλιά βρίζετε τον ανδρισμό σας. Αν δήτε έναν τσολιά στην Ομόνοια να περπατά με μία γυναικεία τσάντα, πώς θα σας φανή; Ταιριάζει μωρέ; Να τα κόψουμε τα μαλλιά!». Και τα κουρεύω. Ξέρετε τί μαλλιά μαζεύω; Καμμιά φορά, αν κανένας λίγο αντιδράση και αρχίση να ρωτάη «γιατί κ.λπ.», του λέω: «Τί «γιατί»; Καλόγερος δεν είμαι; Κουρές κάνω. Αυτή είναι η δουλειά μου»! Είναι ο τρόπος που θα το πής. Γελούν και αυτό είναι, μετά τα κουρεύω. Ονόματα δεν αλλάζω! Έναν μόνον τον έβγαλα Άξιον εστίν, γιατί εκείνη την ώρα περνούσε η Λιτανεία της εικόνος του «Άξιον εστίν»! Πώς χαίρονται οι γονείς που τα κουρεύω! Ξέρεις πόσες ευχές παίρνω από τους γονείς, από τις μανάδες; Ού, ού, ού!… Μόνον από αυτό θα με συγχωρέση ο Θεός!…
Τώρα πάλι είναι μόδα να κόβουν τα μαλλιά και να αφήνουν πίσω κάτι μύτες. «Τί νόημα έχει, βρέ λεβέντες, αυτή η ουρά;», ρωτάω καμμιά φορά. «Την αφήνουμε, μου λένε, για να μας προσέξουν οι άλλοι». «Μωρέ, και να τους πληρώσετε τους άλλους, λέω, με τόσα προβλήματα που έχουν σήμερα, δεν πρόκειται να σας προσέξουν». Βλέπεις άλλα, κοτζάμ παλληκάρια, να βάζουν σκουλαρίκια! Πόσα σκουλαρίκια έβγαλα!
– Γέροντα, μερικοί φορούν μόνον ένα σκουλαρίκι.
– Οι αναρχικοί είναι που φορούν ένα σκουλαρίκι. Το ένα σκουλαρίκι στο αυτί είναι σύμβολο αναρχίας. Δεν το βάζουν έτσι από θηλυπρέπεια· τρυπούν το αυτί τους και το βάζουν σαν σήμα αντιδράσεως. Ήρθε ένα παλληκάρι με τον πατέρα του στο Καλύβι, είκοσι δύο χρονών, με μαλλιά, γένια και ένα σκουλαρίκι στο αυτί. «Δεν ταιριάζει, του λέω. Πολλοί σας παρεξηγούν· εγώ δεν σας παρεξηγώ. Εκείνοι όμως δεν ξέρουν ότι είστε αναρχικοί και σας παρεξηγούν». Το έβγαλε μετά και μου το έδωσε. Ήταν χρυσό. «Δόσ΄ το, του λέω, σε έναν χρυσοχόο να σου κάνη ένα σταυρουδάκι».
– Άλλοι, Γέροντα, βάζουν σκουλαρίκι και στην μύτη.
– Αυτό σημαίνει ότι ο διάβολος τους έβαλε τον χαλκά στην μύτη, μόνον που το καπίστρι δεν φαίνεται… Είναι και μερικοί που έχουν στον λαιμό πλατειές αλυσίδες χρυσές από ΄δώ, από ΄κεί! Έδωσα ένα ξεσκόνισμα σ΄ έναν· τις έβγαλα και μετά του είπα: «Να τις δώσης σ΄ ένα ορφανό ή να τις δώσης στην μάνα σου, για να τις δώση σε κανέναν φτωχό». Αφού τον φέρνω σ΄ έναν λογαριασμό, μου λέει: «Τί να κάνω;». «Από ΄κεί ν΄ αρχίσης, λέω· να φορέσης ένα σταυρουδάκι με μία αλυσίδα». Άνδρες τώρα, και να φορούν χρυσαφικά! Νάχη φαρδειές αλυσίδες, χρυσές, δυό-τρείς σειρές, που ούτε πριγκίπισσες δεν βάζουν, να φαίνωνται στον λαιμό, και να σού λέη το πρόβλημά του μετά. Το πρόβλημα είναι εκεί! Κανόνας! Σ΄ άλλους τα παίρνω, σ΄ άλλους λέω να τα δώσουν μόνοι τους. Έχουν χάσει το μέτρο. Ντίπ-ντίπ-ντίπ έχουν γίνει! Άλλοι βάζουν ζώδια στον λαιμό. Ρωτάω έναν: «Τί είναι αυτό; Πρώτη φορά το βλέπω». «Είναι το ζώδιό μου», λέει. Εγώ νόμιζα ότι είναι μία Παναγία. «Καλά, ζώα είστε, του λέω, και φοράτε ζώδια;». Λόξες! Η αταξία η εσωτερική ξεσπάει έξω. Να κάνουμε πολλή προσευχή ο Θεός να φωτίση την νεολαία, για να κρατηθή λίγο προζύμι.
***
Το καλό είναι ότι διψούν οι άνθρωποι την απλότητα και έφθασαν σε σημείο να κάνουν την απλότητα μόδα, και ας μη νιώθουν απλά. Έρχονται μερικοί στο Άγιον Όρος με κάτι ξεβαμμένα ρούχα. Λέω: «Αυτοί δεν δουλεύουν στα χωράφια, γιατί είναι έτσι;» Άλλος μιλάει χωριάτικα από φυσικού του και τον χαίρεσαι. Άλλος πάει να μιλήση χωριάτικα και σού έρχεται να κάνης εμετό. Είναι και μερικοί που έρχονται με τις γραβάτες τους… Από το ένα άκρο στο άλλο. Ένας είχε έξι-επτά γραβάτες μαζί του. Ένα πρωί που ετοιμαζόταν, φόρεσε την γραβάτα, το κουστούμι του κ.λπ. «Τί κάνεις εκεί;», του λέει κάποιος. «Θα πάω στον π. Παΐσιο», λέει. «Έ, και τί είναι αυτά που φοράς;». «Τα φορώ, λέει, για να τον τιμήσω». Βρέ, τί πάθαμε!
Απλότητα δεν έχουν καθόλου· Γι’ αυτό υπάρχει αυτή η αλητεία. Όταν οι πνευματικοί άνθρωποι δεν ζουν απλά, αλλά είναι κουμπωμένοι, δεν βοηθούν την νεολαία. Έτσι τώρα οι νέοι, μη έχοντας κάποιο πρότυπο, ζουν αλήτικα. Γιατί, όταν βλέπουν κουμπωμένους Χριστιανούς, ανθρώπους σφιγμένους με γραβάτες, καλουπωμένους, δεν βρίσκουν σ΄ αυτούς καμμιά διαφορά από τους κοσμικούς και αντιδρούν. Αν έβλεπαν απλότητα στους πνευματικούς ανθρώπους, δεν θα έφθαναν σ΄ αυτήν την κατάσταση. Αλλά τώρα κοσμικό πνεύμα οι νέοι, κοσμική τάξη αυτοί. «Έτσι πρέπει να περπατάμε οι Χριστιανοί, έτσι πρέπει εκείνο, έτσι το άλλο…» Και δεν είναι ότι το κάνουν από μέσα τους, από ευλάβεια, αλλά γιατί «έτσι πρέπει». Οπότε και οι νέοι λένε: «Τί πράγματα είναι αυτά; Να πηγαίνουν στην Εκκλησία με σφιγμένο τον λαιμό! Άντε άπ΄ εκεί!», και τα πετούν και γυρίζουν γυμνοί. Πιάνουν το άλλο άκρο. Κατάλαβες; Όλα αυτά από αντίδραση τα κάνουν. Ενώ έχουν ιδανικά, δεν έχουν πρότυπα και είναι αξιολύπητοι. Γι’ αυτό χρειάζεται κανείς να τους κεντρίση το φιλότιμο και να τους συγκινήση με την απλή του ζωή. Αγανακτούν, όταν και αυτοί οι πνευματικοί άνθρωποι και οι ιερείς προσπαθούν με συστήματα κοσμικά να τους συγκρατήσουν. Όταν όμως βρουν την σεμνότητα, αλλά και την απλότητα και μία ειλικρίνεια, τότε προβληματίζονται. Γιατί, όταν κανείς έχη ειλικρίνεια και δεν υπολογίζη τον εαυτό του, είναι απλός, έχει ταπείνωση. Όλα αυτά δίνουν ανάπαυση και στον ίδιο, αλλά είναι αισθητά και στον άλλον. Καταλαβαίνει ο άλλος αν τον πονάς ή υποκρίνεσαι. Ένας αλήτης είναι καλύτερος από έναν υποκριτή Χριστιανό. Γι’ αυτό όχι υποκριτικό γέλιο αγάπης αλλά φυσιολογική συμπεριφορά• ούτε κακία ούτε υποκρισία αλλά αγάπη και ειλικρίνεια. Περισσότερο με συγκινεί, όταν εσωτερικά είναι κανείς τοποθετημένος καλά. Να έχη δηλαδή σεβασμό και αγάπη πραγματική, να κινήται απλά, να μην κινήται με τύπους, γιατί τότε μένει κανείς μόνο στα εξωτερικά και γίνεται άνθρωπος εξωτερικός, δηλαδή αποκριάτικος καρνάβαλος.
Πηγή: Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου- Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο, Λόγοι Α’, Κεφάλαιο 5ο, Έκδοσις Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 1998
https://iconandlight.wordpress.com
Ο Γερό-Αρσένιος ο Σπηλαιώτης είπε σε έναν νεαρό που είχε κάτι μαλλιά μέχρι κάτω: «Καλά, εσύ τί είσαι; Αγόρι είσαι ή κορίτσι;». Δεν διακρινόταν. Παλιά τους κούρευαν στο Άγιον Όρος. Τώρα έρχονται όπως νάναι… Εγώ τους κουρεύω με το ψαλίδι που κόβω το μαλλί, όταν πλέκω κομποσχοίνι. Πόσους έχω κουρέψει! Πίσω από το Ιερό τους κουρεύω. Όταν έρχωνται τέτοιοι, τους λέω: «Υποσχέθηκα σε κάποιους φαλακρούς να τους κολλήσω μαλλιά… Κάντε αγάπη να τα κόψουμε! Τί να κάνουμε τώρα; Τόχω υποσχεθή!».
– Το δέχονται, Γέροντα;
– Έχει σημασία πώς θα το πη κανείς. Δεν αρχίζω: «Τί χάλια είναι αυτά; Δεν ντρέπεσθε; Δεν σέβσθε τον ιερό χώρο!». Αλλά τους λέω: «Βρέ, παλληκάρια, εσείς μ΄ αυτά τα μαλλιά βρίζετε τον ανδρισμό σας. Αν δήτε έναν τσολιά στην Ομόνοια να περπατά με μία γυναικεία τσάντα, πώς θα σας φανή; Ταιριάζει μωρέ; Να τα κόψουμε τα μαλλιά!». Και τα κουρεύω. Ξέρετε τί μαλλιά μαζεύω; Καμμιά φορά, αν κανένας λίγο αντιδράση και αρχίση να ρωτάη «γιατί κ.λπ.», του λέω: «Τί «γιατί»; Καλόγερος δεν είμαι; Κουρές κάνω. Αυτή είναι η δουλειά μου»! Είναι ο τρόπος που θα το πής. Γελούν και αυτό είναι, μετά τα κουρεύω. Ονόματα δεν αλλάζω! Έναν μόνον τον έβγαλα Άξιον εστίν, γιατί εκείνη την ώρα περνούσε η Λιτανεία της εικόνος του «Άξιον εστίν»! Πώς χαίρονται οι γονείς που τα κουρεύω! Ξέρεις πόσες ευχές παίρνω από τους γονείς, από τις μανάδες; Ού, ού, ού!… Μόνον από αυτό θα με συγχωρέση ο Θεός!…
Τώρα πάλι είναι μόδα να κόβουν τα μαλλιά και να αφήνουν πίσω κάτι μύτες. «Τί νόημα έχει, βρέ λεβέντες, αυτή η ουρά;», ρωτάω καμμιά φορά. «Την αφήνουμε, μου λένε, για να μας προσέξουν οι άλλοι». «Μωρέ, και να τους πληρώσετε τους άλλους, λέω, με τόσα προβλήματα που έχουν σήμερα, δεν πρόκειται να σας προσέξουν». Βλέπεις άλλα, κοτζάμ παλληκάρια, να βάζουν σκουλαρίκια! Πόσα σκουλαρίκια έβγαλα!
– Γέροντα, μερικοί φορούν μόνον ένα σκουλαρίκι.
– Οι αναρχικοί είναι που φορούν ένα σκουλαρίκι. Το ένα σκουλαρίκι στο αυτί είναι σύμβολο αναρχίας. Δεν το βάζουν έτσι από θηλυπρέπεια· τρυπούν το αυτί τους και το βάζουν σαν σήμα αντιδράσεως. Ήρθε ένα παλληκάρι με τον πατέρα του στο Καλύβι, είκοσι δύο χρονών, με μαλλιά, γένια και ένα σκουλαρίκι στο αυτί. «Δεν ταιριάζει, του λέω. Πολλοί σας παρεξηγούν· εγώ δεν σας παρεξηγώ. Εκείνοι όμως δεν ξέρουν ότι είστε αναρχικοί και σας παρεξηγούν». Το έβγαλε μετά και μου το έδωσε. Ήταν χρυσό. «Δόσ΄ το, του λέω, σε έναν χρυσοχόο να σου κάνη ένα σταυρουδάκι».
– Άλλοι, Γέροντα, βάζουν σκουλαρίκι και στην μύτη.
– Αυτό σημαίνει ότι ο διάβολος τους έβαλε τον χαλκά στην μύτη, μόνον που το καπίστρι δεν φαίνεται… Είναι και μερικοί που έχουν στον λαιμό πλατειές αλυσίδες χρυσές από ΄δώ, από ΄κεί! Έδωσα ένα ξεσκόνισμα σ΄ έναν· τις έβγαλα και μετά του είπα: «Να τις δώσης σ΄ ένα ορφανό ή να τις δώσης στην μάνα σου, για να τις δώση σε κανέναν φτωχό». Αφού τον φέρνω σ΄ έναν λογαριασμό, μου λέει: «Τί να κάνω;». «Από ΄κεί ν΄ αρχίσης, λέω· να φορέσης ένα σταυρουδάκι με μία αλυσίδα». Άνδρες τώρα, και να φορούν χρυσαφικά! Νάχη φαρδειές αλυσίδες, χρυσές, δυό-τρείς σειρές, που ούτε πριγκίπισσες δεν βάζουν, να φαίνωνται στον λαιμό, και να σού λέη το πρόβλημά του μετά. Το πρόβλημα είναι εκεί! Κανόνας! Σ΄ άλλους τα παίρνω, σ΄ άλλους λέω να τα δώσουν μόνοι τους. Έχουν χάσει το μέτρο. Ντίπ-ντίπ-ντίπ έχουν γίνει! Άλλοι βάζουν ζώδια στον λαιμό. Ρωτάω έναν: «Τί είναι αυτό; Πρώτη φορά το βλέπω». «Είναι το ζώδιό μου», λέει. Εγώ νόμιζα ότι είναι μία Παναγία. «Καλά, ζώα είστε, του λέω, και φοράτε ζώδια;». Λόξες! Η αταξία η εσωτερική ξεσπάει έξω. Να κάνουμε πολλή προσευχή ο Θεός να φωτίση την νεολαία, για να κρατηθή λίγο προζύμι.
***
Το καλό είναι ότι διψούν οι άνθρωποι την απλότητα και έφθασαν σε σημείο να κάνουν την απλότητα μόδα, και ας μη νιώθουν απλά. Έρχονται μερικοί στο Άγιον Όρος με κάτι ξεβαμμένα ρούχα. Λέω: «Αυτοί δεν δουλεύουν στα χωράφια, γιατί είναι έτσι;» Άλλος μιλάει χωριάτικα από φυσικού του και τον χαίρεσαι. Άλλος πάει να μιλήση χωριάτικα και σού έρχεται να κάνης εμετό. Είναι και μερικοί που έρχονται με τις γραβάτες τους… Από το ένα άκρο στο άλλο. Ένας είχε έξι-επτά γραβάτες μαζί του. Ένα πρωί που ετοιμαζόταν, φόρεσε την γραβάτα, το κουστούμι του κ.λπ. «Τί κάνεις εκεί;», του λέει κάποιος. «Θα πάω στον π. Παΐσιο», λέει. «Έ, και τί είναι αυτά που φοράς;». «Τα φορώ, λέει, για να τον τιμήσω». Βρέ, τί πάθαμε!
Απλότητα δεν έχουν καθόλου· Γι’ αυτό υπάρχει αυτή η αλητεία. Όταν οι πνευματικοί άνθρωποι δεν ζουν απλά, αλλά είναι κουμπωμένοι, δεν βοηθούν την νεολαία. Έτσι τώρα οι νέοι, μη έχοντας κάποιο πρότυπο, ζουν αλήτικα. Γιατί, όταν βλέπουν κουμπωμένους Χριστιανούς, ανθρώπους σφιγμένους με γραβάτες, καλουπωμένους, δεν βρίσκουν σ΄ αυτούς καμμιά διαφορά από τους κοσμικούς και αντιδρούν. Αν έβλεπαν απλότητα στους πνευματικούς ανθρώπους, δεν θα έφθαναν σ΄ αυτήν την κατάσταση. Αλλά τώρα κοσμικό πνεύμα οι νέοι, κοσμική τάξη αυτοί. «Έτσι πρέπει να περπατάμε οι Χριστιανοί, έτσι πρέπει εκείνο, έτσι το άλλο…» Και δεν είναι ότι το κάνουν από μέσα τους, από ευλάβεια, αλλά γιατί «έτσι πρέπει». Οπότε και οι νέοι λένε: «Τί πράγματα είναι αυτά; Να πηγαίνουν στην Εκκλησία με σφιγμένο τον λαιμό! Άντε άπ΄ εκεί!», και τα πετούν και γυρίζουν γυμνοί. Πιάνουν το άλλο άκρο. Κατάλαβες; Όλα αυτά από αντίδραση τα κάνουν. Ενώ έχουν ιδανικά, δεν έχουν πρότυπα και είναι αξιολύπητοι. Γι’ αυτό χρειάζεται κανείς να τους κεντρίση το φιλότιμο και να τους συγκινήση με την απλή του ζωή. Αγανακτούν, όταν και αυτοί οι πνευματικοί άνθρωποι και οι ιερείς προσπαθούν με συστήματα κοσμικά να τους συγκρατήσουν. Όταν όμως βρουν την σεμνότητα, αλλά και την απλότητα και μία ειλικρίνεια, τότε προβληματίζονται. Γιατί, όταν κανείς έχη ειλικρίνεια και δεν υπολογίζη τον εαυτό του, είναι απλός, έχει ταπείνωση. Όλα αυτά δίνουν ανάπαυση και στον ίδιο, αλλά είναι αισθητά και στον άλλον. Καταλαβαίνει ο άλλος αν τον πονάς ή υποκρίνεσαι. Ένας αλήτης είναι καλύτερος από έναν υποκριτή Χριστιανό. Γι’ αυτό όχι υποκριτικό γέλιο αγάπης αλλά φυσιολογική συμπεριφορά• ούτε κακία ούτε υποκρισία αλλά αγάπη και ειλικρίνεια. Περισσότερο με συγκινεί, όταν εσωτερικά είναι κανείς τοποθετημένος καλά. Να έχη δηλαδή σεβασμό και αγάπη πραγματική, να κινήται απλά, να μην κινήται με τύπους, γιατί τότε μένει κανείς μόνο στα εξωτερικά και γίνεται άνθρωπος εξωτερικός, δηλαδή αποκριάτικος καρνάβαλος.
Πηγή: Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου- Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο, Λόγοι Α’, Κεφάλαιο 5ο, Έκδοσις Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 1998
https://iconandlight.wordpress.com