Αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου
[...]Διήγηση από τα Πνευματικὰ Γυμνάσματα» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, διὰ τὸ πῶς ἔγινε ἡ ἀρχὴ τοῦ θεοδρόμου ἀστέρος ποὺ ὁδήγησε τοὺς τρεῖς Μάγους εἰς τὸν Χριστόν.
Εἶναι μία ἱστορία ποὺ μαρτυρεῖται ὡς ἀληθινὴ καὶ ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλὰ καὶ ἄλλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Σύμφωνα μὲ αὐτήν, ὑπῆρχε εἰς τὴν Περσίαν ἕνας περίφημος ναὸς τῆς Θεᾶς Ἥρας, ὁ ὁποῖος εἶχε πολλὰ εἴδωλα, χρυσὰ καὶ ἀργυρὰ καὶ εὑρίσκετο πλησίον τῶν βασιλικῶν ἀνακτόρων. Μία ἡμέρα λοιπόν έπῆγε εἰς τὸν ναὸν ὁ βασιλεὺς τῆς Περσίας μὲ τὸν ἱερέαν τῶν εἰδώλων καὶ ἔμειναν ἄναυδοι μπροστὰ εἰς ἕνα ἐκπληκτικὸ θέαμα. Ὅλα τὰ εἴδωλα εἶχαν ἀρχίσει νὰ χορεύουν καὶ νὰ παίζουν μουσικὴ εὑρισκόμενα μέσα σὲ ἐκστατικὴ χαρά.
Μάλιστα, γυρίζοντας πρὸς τὸ μέρος τοῦ βασιλέως, τοῦ εἶπαν ὅλα μαζὶ τὰ ἑξῆς: «Σήμερα ἀπὸ τὴν Δέσποινα Πηγή, ποὺ τὸ ὄνομά της εἶναι Μαρία, θὰ ἀναβλύσῃ τὸ ἀθάνατο ὕδωρ. Θὰ γεννήσῃ παιδίον, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, καὶ ἀπὸ τὴν σάρκα του θὰ τρέφονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Αὐτὴ ἡ οὐράνιος Παρθένος ποὺ θὰ ἀναδειχθῇ εἰς Βασίλισσαν τοῦ κόσμου ἔχει τέκτονα ἀρραβωνιαστικό, ἀλλὰ δὲ γεννᾷ ἀπὸ μίξη ἀνδρός. Καὶ ἐμεῖς τὰ εἴδωλα πλέον εἴμαστε ἄτιμοι καὶ ἄδοξοι θεοί, χωρὶς δύναμιν καὶ χάριν. Τὸ θεῖον βρέφος γεννᾶται εἰς τὴν Βηθλεέμ, ἀπὸ ὅπου πηγάζει ἡ σωτηρία δι’ ὅλα τὰ ἔθνη. Ἀνέστη Βασιλεία ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰούδα, ἡ ὁποία θὰ καταργήσῃ τὰ μνημόσυνα καὶ θὰ ἀφανίσῃ ὅλες τὶς ἐνθυμήσεις τῶν Ἰουδαίων».
Ξαφνικά, καὶ ἐνῶ τὰ εἴδωλα ἔλεγαν ὅλα τὰ ὡς ἄνω, ἄνοιξε ἡ ὀροφὴ τοῦ ναοῦ καὶ ἕνας περίλαμπρος καὶ θαυμαστὸς ἀστέρας κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ ἐστάθη χαμηλὰ ἐν τῷ μέσῳ τοῦ ναοῦ. Ἀμέσως ὅλα τὰ εἴδωλα ἔπεσαν κατὰ γῆς καὶ κατεκρημνίσθησαν. Τότε κατὰ παράκλησιν τοῦ βασιλέως, οἱ σοφοί του ἑρμηνεύοντας ὅλα τὰ ὡς ἄνω, τοῦ ἀνήγγειλαν τὴν γέννησιν τοῦ Θεανθρώπου καὶ τὸ τέλος, τὴν κατάργηση τῆς θρησκείας τῶν εἰδώλων. Ἀμέσως τότε ὁ βασιλεὺς ἔστειλε τοὺς τρεῖς Μάγους μὲ τὰ δῶρα, νὰ προσκυνήσουν ἐκ μέρους ὅλου τοῦ ἔθνους τῶν Περσῶν τὸν Χριστόν, τὸν βασιλέαν ποὺ προῆλθε ἀπὸ μία τόσον παράδοξον γέννησιν, καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὁμολογία τῶν εἰδώλων, ἡ δύναμίς του ἦταν ἀνωτέρα ἀπὸ αὐτὴν τῶν θεῶν τῆς Περσίας.
Ὅταν δὲ οἱ Μάγοι ἔφθασαν στὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ συνήντησαν τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων, διεπίστωσαν τὴν ἀναστάτωσιν ποὺ προεκλήθη εἰς τὸν κύκλον τους, ἀπὸ τὴν ἀναγγελία τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ. Εἰς τὴν συζήτηση λοιπὸν ποὺ εἶχαν μαζί τους, ἀποστώμωσαν τοὺς ἀρχιερεῖς, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς: «Ἐσεῖς πληγώνεστε ἀντὶ νὰ χαίρεστε ἀκούγοντας ὅτι γεννήθηκε ὁ Χριστός, διότι ἦλθε γιὰ νὰ καταλύσῃ τὸν νόμον σας καὶ τὶς συναγωγές σας». Τότε οἱ ἀρχιερεῖς θέλησαν νὰ δωροδοκήσουν τοὺς Μάγους, διὰ νὰ μὴν ποῦν σὲ κανέναν εἰς τὴν Παλαιστίνην διὰ τὸ θεῖο τοῦτο μυστήριο, γιατὶ τοὺς ἐνδιέφερε νὰ μὴν χάσουν τὴν ἐπιρροὴ ποὺ εἶχαν εἰς τὸν λαόν. Ἡ ἀπάντησις τῶν Μάγων ἦταν καταπέλτης: «Ἐμεῖς ὄντες Μάγοι εἰδωλολάτρες, ἤλθαμε ἀπὸ τὴν Περσία, μία μακρυνὴ χώρα, τῆς ὁποίας ὅλοι οἱ θεοὶ ἐμακάρισαν τὸν Χριστὸν ποὺ εἶναι βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, δικός σας βασιλεύς, καὶ ἐσεῖς μᾶς δίνετε δῶρα διὰ νὰ ἀποκρύψουμε τὰ θαυμαστὰ μεγαλεῖα τῆς γέννησής του;».
Εὔκολα μπορεῖ νὰ διαπιστώσῃ κανεὶς ἀπὸ τὴν ὡς ἄνω ἱστορία, τὴν πνευματικὴν τύφλωσιν καὶ κατάντια τῶν Ἰουδαίων, ποὺ ἀκόμα καὶ οἱ δαίμονες ἀνεδείχθησαν ὑπέρτεροί τους, καθὼς μέσῳ τῶν εἰδώλων ἐξύμνησαν, ἐμακάρισαν καὶ ἐπαίνεσαν τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Παναγίαν, ἐνῷ οἱ ἴδιοι θέλησαν νὰ ἀποκρύψουν τὴν γέννησιν τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὴν πλευρά τους οἱ πρώην εἰδωλολάτρες μάγοι, διέφεραν τόσο πολὺ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους, ὥστε ζωγράφισαν ἀκόμα καὶ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας, διὰ νὰ τὴν πάρουν εἰς τὴν χώραν τους, μὲ τὴν ἑξῆς ἐπιγραφήν: «Ἡ βασιλεία τῶν Περσῶν ἀφιέρωσε τὴν εἰκόνα ταύτην τῷ ἡλίῳ καὶ μεγάλῳ Θεῷ καὶ βασιλεῖ Ἰησοῦ».
Συνοψίζοντας, εἴδαμε ὅτι ἂν καὶ ζοῦσαν εἰς τὸ πνευματικὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρείας καὶ δὲν εἶχαν κανέναν νὰ τοὺς διδάξῃ τὴν ἀλήθειαν, οἱ τρεῖς μάγοι ἀμέσως μόλις τοὺς δόθηκε ἡ εὐκαιρία, βρέθηκαν κοντὰ εἰς τὸν Χριστὸν καὶ τὸν ἀγάπησαν μὲ ὅλην τους τὴν καρδιάν. Καταλαβαίνουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ποὺ γεννιόμαστε καὶ ζοῦμε μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, συμμετέχουμε εἰς τὰ ἄχραντα μυστήρια, μεταλαμβάνουμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουμε τὴν Χάριν τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἐπισκιάζῃ, πόσον ἀναπολόγητοι θὰ εἴμεθα, ἐὰν φανοῦμε κατώτεροι τῶν μάγων καὶ πολὺ λίγοι σὲ σύγκριση μὲ τὸν φλογερὸ καὶ κατὰ Θεὸν ζῆλον καὶ ἐνθουσιασμό τους. Καλούμεθα λοιπὸν νὰ βαδίσουμε εἰς τὸν δρόμον ποὺ χάραξαν οἱ Χριστολάτρες Μάγοι, κομίζοντας ὡς δῶρα εἰς τὸν Χριστόν, πίστιν, ἐλπίδα καὶ ἀγάπη, διὰ νὰ βιώσουμε τὴν γέννησίν του εἰς τὴν φάτνην τῆς καρδιᾶς μας, ἔχοντας μείνει ὅσο πιὸ μακριὰ γίνεται ἀπὸ τὴν ὑποκρισίαν καὶ σκληροκαρδίαν τῶν Ἰουδαίων, ἀπὸ τὴν ὁποίαν, εἴθε πάντοτε νὰ μᾶς σκεπάζῃ ὁ Θεός. Ἀμήν.
[...]Διήγηση από τα Πνευματικὰ Γυμνάσματα» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, διὰ τὸ πῶς ἔγινε ἡ ἀρχὴ τοῦ θεοδρόμου ἀστέρος ποὺ ὁδήγησε τοὺς τρεῖς Μάγους εἰς τὸν Χριστόν.
Εἶναι μία ἱστορία ποὺ μαρτυρεῖται ὡς ἀληθινὴ καὶ ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλὰ καὶ ἄλλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Σύμφωνα μὲ αὐτήν, ὑπῆρχε εἰς τὴν Περσίαν ἕνας περίφημος ναὸς τῆς Θεᾶς Ἥρας, ὁ ὁποῖος εἶχε πολλὰ εἴδωλα, χρυσὰ καὶ ἀργυρὰ καὶ εὑρίσκετο πλησίον τῶν βασιλικῶν ἀνακτόρων. Μία ἡμέρα λοιπόν έπῆγε εἰς τὸν ναὸν ὁ βασιλεὺς τῆς Περσίας μὲ τὸν ἱερέαν τῶν εἰδώλων καὶ ἔμειναν ἄναυδοι μπροστὰ εἰς ἕνα ἐκπληκτικὸ θέαμα. Ὅλα τὰ εἴδωλα εἶχαν ἀρχίσει νὰ χορεύουν καὶ νὰ παίζουν μουσικὴ εὑρισκόμενα μέσα σὲ ἐκστατικὴ χαρά.
Μάλιστα, γυρίζοντας πρὸς τὸ μέρος τοῦ βασιλέως, τοῦ εἶπαν ὅλα μαζὶ τὰ ἑξῆς: «Σήμερα ἀπὸ τὴν Δέσποινα Πηγή, ποὺ τὸ ὄνομά της εἶναι Μαρία, θὰ ἀναβλύσῃ τὸ ἀθάνατο ὕδωρ. Θὰ γεννήσῃ παιδίον, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, καὶ ἀπὸ τὴν σάρκα του θὰ τρέφονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Αὐτὴ ἡ οὐράνιος Παρθένος ποὺ θὰ ἀναδειχθῇ εἰς Βασίλισσαν τοῦ κόσμου ἔχει τέκτονα ἀρραβωνιαστικό, ἀλλὰ δὲ γεννᾷ ἀπὸ μίξη ἀνδρός. Καὶ ἐμεῖς τὰ εἴδωλα πλέον εἴμαστε ἄτιμοι καὶ ἄδοξοι θεοί, χωρὶς δύναμιν καὶ χάριν. Τὸ θεῖον βρέφος γεννᾶται εἰς τὴν Βηθλεέμ, ἀπὸ ὅπου πηγάζει ἡ σωτηρία δι’ ὅλα τὰ ἔθνη. Ἀνέστη Βασιλεία ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰούδα, ἡ ὁποία θὰ καταργήσῃ τὰ μνημόσυνα καὶ θὰ ἀφανίσῃ ὅλες τὶς ἐνθυμήσεις τῶν Ἰουδαίων».
Ξαφνικά, καὶ ἐνῶ τὰ εἴδωλα ἔλεγαν ὅλα τὰ ὡς ἄνω, ἄνοιξε ἡ ὀροφὴ τοῦ ναοῦ καὶ ἕνας περίλαμπρος καὶ θαυμαστὸς ἀστέρας κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ ἐστάθη χαμηλὰ ἐν τῷ μέσῳ τοῦ ναοῦ. Ἀμέσως ὅλα τὰ εἴδωλα ἔπεσαν κατὰ γῆς καὶ κατεκρημνίσθησαν. Τότε κατὰ παράκλησιν τοῦ βασιλέως, οἱ σοφοί του ἑρμηνεύοντας ὅλα τὰ ὡς ἄνω, τοῦ ἀνήγγειλαν τὴν γέννησιν τοῦ Θεανθρώπου καὶ τὸ τέλος, τὴν κατάργηση τῆς θρησκείας τῶν εἰδώλων. Ἀμέσως τότε ὁ βασιλεὺς ἔστειλε τοὺς τρεῖς Μάγους μὲ τὰ δῶρα, νὰ προσκυνήσουν ἐκ μέρους ὅλου τοῦ ἔθνους τῶν Περσῶν τὸν Χριστόν, τὸν βασιλέαν ποὺ προῆλθε ἀπὸ μία τόσον παράδοξον γέννησιν, καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὁμολογία τῶν εἰδώλων, ἡ δύναμίς του ἦταν ἀνωτέρα ἀπὸ αὐτὴν τῶν θεῶν τῆς Περσίας.
Ὅταν δὲ οἱ Μάγοι ἔφθασαν στὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ συνήντησαν τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων, διεπίστωσαν τὴν ἀναστάτωσιν ποὺ προεκλήθη εἰς τὸν κύκλον τους, ἀπὸ τὴν ἀναγγελία τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ. Εἰς τὴν συζήτηση λοιπὸν ποὺ εἶχαν μαζί τους, ἀποστώμωσαν τοὺς ἀρχιερεῖς, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς: «Ἐσεῖς πληγώνεστε ἀντὶ νὰ χαίρεστε ἀκούγοντας ὅτι γεννήθηκε ὁ Χριστός, διότι ἦλθε γιὰ νὰ καταλύσῃ τὸν νόμον σας καὶ τὶς συναγωγές σας». Τότε οἱ ἀρχιερεῖς θέλησαν νὰ δωροδοκήσουν τοὺς Μάγους, διὰ νὰ μὴν ποῦν σὲ κανέναν εἰς τὴν Παλαιστίνην διὰ τὸ θεῖο τοῦτο μυστήριο, γιατὶ τοὺς ἐνδιέφερε νὰ μὴν χάσουν τὴν ἐπιρροὴ ποὺ εἶχαν εἰς τὸν λαόν. Ἡ ἀπάντησις τῶν Μάγων ἦταν καταπέλτης: «Ἐμεῖς ὄντες Μάγοι εἰδωλολάτρες, ἤλθαμε ἀπὸ τὴν Περσία, μία μακρυνὴ χώρα, τῆς ὁποίας ὅλοι οἱ θεοὶ ἐμακάρισαν τὸν Χριστὸν ποὺ εἶναι βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, δικός σας βασιλεύς, καὶ ἐσεῖς μᾶς δίνετε δῶρα διὰ νὰ ἀποκρύψουμε τὰ θαυμαστὰ μεγαλεῖα τῆς γέννησής του;».
Εὔκολα μπορεῖ νὰ διαπιστώσῃ κανεὶς ἀπὸ τὴν ὡς ἄνω ἱστορία, τὴν πνευματικὴν τύφλωσιν καὶ κατάντια τῶν Ἰουδαίων, ποὺ ἀκόμα καὶ οἱ δαίμονες ἀνεδείχθησαν ὑπέρτεροί τους, καθὼς μέσῳ τῶν εἰδώλων ἐξύμνησαν, ἐμακάρισαν καὶ ἐπαίνεσαν τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Παναγίαν, ἐνῷ οἱ ἴδιοι θέλησαν νὰ ἀποκρύψουν τὴν γέννησιν τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὴν πλευρά τους οἱ πρώην εἰδωλολάτρες μάγοι, διέφεραν τόσο πολὺ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους, ὥστε ζωγράφισαν ἀκόμα καὶ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας, διὰ νὰ τὴν πάρουν εἰς τὴν χώραν τους, μὲ τὴν ἑξῆς ἐπιγραφήν: «Ἡ βασιλεία τῶν Περσῶν ἀφιέρωσε τὴν εἰκόνα ταύτην τῷ ἡλίῳ καὶ μεγάλῳ Θεῷ καὶ βασιλεῖ Ἰησοῦ».
Συνοψίζοντας, εἴδαμε ὅτι ἂν καὶ ζοῦσαν εἰς τὸ πνευματικὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρείας καὶ δὲν εἶχαν κανέναν νὰ τοὺς διδάξῃ τὴν ἀλήθειαν, οἱ τρεῖς μάγοι ἀμέσως μόλις τοὺς δόθηκε ἡ εὐκαιρία, βρέθηκαν κοντὰ εἰς τὸν Χριστὸν καὶ τὸν ἀγάπησαν μὲ ὅλην τους τὴν καρδιάν. Καταλαβαίνουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ποὺ γεννιόμαστε καὶ ζοῦμε μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, συμμετέχουμε εἰς τὰ ἄχραντα μυστήρια, μεταλαμβάνουμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουμε τὴν Χάριν τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἐπισκιάζῃ, πόσον ἀναπολόγητοι θὰ εἴμεθα, ἐὰν φανοῦμε κατώτεροι τῶν μάγων καὶ πολὺ λίγοι σὲ σύγκριση μὲ τὸν φλογερὸ καὶ κατὰ Θεὸν ζῆλον καὶ ἐνθουσιασμό τους. Καλούμεθα λοιπὸν νὰ βαδίσουμε εἰς τὸν δρόμον ποὺ χάραξαν οἱ Χριστολάτρες Μάγοι, κομίζοντας ὡς δῶρα εἰς τὸν Χριστόν, πίστιν, ἐλπίδα καὶ ἀγάπη, διὰ νὰ βιώσουμε τὴν γέννησίν του εἰς τὴν φάτνην τῆς καρδιᾶς μας, ἔχοντας μείνει ὅσο πιὸ μακριὰ γίνεται ἀπὸ τὴν ὑποκρισίαν καὶ σκληροκαρδίαν τῶν Ἰουδαίων, ἀπὸ τὴν ὁποίαν, εἴθε πάντοτε νὰ μᾶς σκεπάζῃ ὁ Θεός. Ἀμήν.