Η μεγάλη σημασία της για την οικονομία και την άμυνα και προοπτικές ανάταξης της στην Ελλάδα
Άποψη
Του Παναγιώτη Χατζηπλή*
Η αμυντική βιομηχανία ήταν ανέκαθεν άρρηκτα συνδεμένη με την μαχητική ικανότητα μιας χώρας. Όμως αποτελεί και πηγή ανάπτυξης τεχνογνωσίας και οικονομικής δραστηριότητας. Οι εφευρέσεις των αεριωθούμενων και των πυραύλων στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο βρήκαν μετέπειτα εφαρμογή σε ειρηνικές δραστηριότητες στις αερομεταφορές και το διάστημα. Το internet ήταν αποτέλεσμα ερευνών της Αμερικανικής υπηρεσίας DARPA (Defense Advanced Research Projects Agency, δηλ. Υπηρεσία Προηγμένης Έρευνας στην Αμυντικά Προγράμματα) που ξεκίνησαν το 1962.
Βαριά βιομηχανία και Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ έχουν μια πολύ στενή σχέση ώστε να ικανοποιούνται οι μεγάλες ανάγκες εξοπλισμού και οι γεωπολιτικές πολιτικές τους. Η συντονισμένη αυτή δράση χαρακτηρίζεται από τον όρο Military-Industrial Complex (δηλ Στρατιωτικο-Βιομηχανικό Κύκλωμα). Συχνά δε λαμβάνει και αρνητικές διαστάσεις όταν οι εξοπλισμοί η ακόμα και εχθροπραξίες θεωρούνται αβάσιμες ή μεγάλου κόστους, όπως π.χ. ο πόλεμος στο Ιράκ. Έτσι ο Πρόεδρος Αιζενχάουερ, νικητής Στρατηγός του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου είχε πει στον αποχαιρετιστήριο λόγο του το 1961: «Ζωτικό στοιχείο για τη διατήρηση της ειρήνης είναι το στρατιωτικό μας υπόβαθρο. Τα όπλα μας πρέπει να είναι ισχυρά, έτοιμα για δράση ώστε κανένας εν δυνάμει επιτιθέμενος να μην μπει στον πειρασμό να διακινδυνεύσει την καταστροφή του». Από την άλλη όμως προειδοποίησε και για υπερβολές: «οι κυβερνητικές επιτροπές, πρέπει να προφυλαχτούν από την απόκτηση αδικαιολόγητης επιρροής, είτε επιδιώκεται είτε όχι, από το Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Κύκλωμα».
Άλλο όμως είναι η πολεμοκαπηλία και άλλο η αμυντική αδυναμία που ειδικά στην περιοχή της Ελλάδας δεν επιτρέπεται. Η ανυπαρξία ή αδυναμία της αμυντικής βιομηχανίας οδηγεί σε περιορισμό της μαχητικής ικανότητας και εν τέλει σε υποτέλεια και εξάρτηση. Να σημειώσουμε εδώ ότι η προμήθεια από τρίτους ακόμα κι αν οι εξοπλισμοί είναι υπερσύγχρονοι θέτει μια χώρα σε θέση εξάρτησης. Είναι κάτι που σχετίζεται με τις σφαίρες επιρροής εξάλλου εντός των οποίων προωθούνται και συγκεκριμένα όπλα. Έτσι όταν η Ρωσία προέβη σε αγορά δυο μεγάλων ελικοπτεροφόρων/αποβατικών πλοίων από την Γαλλία το 2011 η παράδοσή τους μπλοκαρίστηκε και τελικά ματαιώθηκε το 2014 λόγω κυρώσεων για τα γεγονότα στην Ουκρανία. Ενώ όταν η Τουρκία αντιλαμβανόμενη κατά την πρόσφατη εισβολή στο Συριακό θύλακα των Κούρων τα ελαττώματα των Γερμανικών τους τανκς Leopard αναζήτησε επιλογές αναβάθμισης από την Γερμανία αντιμετώπισε αντιρρήσεις. Και για την Ελλάδα όμως έχει αναφερθεί ότι κάποιοι εξοπλισμοί αγοράστηκαν για να υποστηριχτούν διπλωματικές σχέσεις και όχι γιατί χρειαζόντουσαν ή ότι δεν ικανοποιούσαν τις ανάγκες στο καλύτερο βαθμό.
Για αυτούς τους λόγους η αμυντική βιομηχανία θεωρείται στρατηγικός τομέας της οικονομίας και προστατεύεται από τον ανταγωνισμό ακόμα και στα πλαίσια των διεθνών συνθηκών εμπορίου. Έτσι ακόμα και ο παρουσιαζόμενος ως φιλελεύθερος, προοδευτικός και άνθρωπος των αγορών, Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, ακύρωσε την πώληση ενός σπουδαίου Γαλλικού ναυπηγείου που βρίσκεται σε οικονομική κρίση, του STX/Saint-Nazaire (αυτό που έφτιαξε τα Ρωσικά ελικοπτεροφόρα) στην ιταλική Fincantieri.
Πραγματικά είναι άξιο απορίας πως κάποιοι που λένε ότι η «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας είναι ο τουρισμός περιμένουν να αμυνθούν σε εξωτερικές απειλές, ειδικά αν υπάρξει και κάποια εμπλοκή στον ανεφοδιασμό ή στην αγορά συστημάτων. Θα πολεμήσουμε με τις ξαπλώστρες και τους φραπέδες της «βαριάς βιομηχανίας»; Αν μη τι άλλο ο εξοπλισμός αποτελεί παράγοντας αποτροπής. Οικονομική ανάπτυξη δεν υπάρχει χωρίς ασφάλεια από εξωτερικούς παράγοντες. Ειδικά για την περιοχή μας που βιώνει συνεχώς αψιμαχίες. Υπάρχουν παμπολλά τέτοια παραδείγματα στην ιστορία. Πολλές αυτοκρατορίες σβήσανε σε περιόδους επιδρομών όπως η Ρωμαϊκή. Αλλά και πολλές κοινότητες επί Τουρκοκρατίας έσβησαν για τον ίδιο λόγο. Παράδειγμα η Μοσχόπολη που από μια ανθηρή οικονομικά πόλη και καταστράφηκε ολοσχερώς από επιδρομές.
Το άρθρο αυτό αποσκοπεί να απαντήσει σε διάφορες απλουστευτικές παραδοχές περί περιττών αμυντικών δαπανών χωρίς να αποτελεί μια αξιολόγηση οπλικών συστημάτων. Όμως αποσκοπεί να αναδείξει την παράπλευρη ωφέλεια που έχει για την οικονομία και την απασχόληση η αμυντική βιομηχανία. Επίσης προορίζεται να απαντήσει και σε όσους πιστεύουν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να παράγει ή δεν παρήγαγε ποτέ.
Ιστορία Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας
Η Ελλάδα είχε ανέκαθεν Αμυντική Βιομηχανία, από αρχαιοτάτων χρόνων, η οποία έπαιζε ρόλο στις στρατιωτικές επιτυχίες. Αποτελέσματα αυτής ήταν τα προηγμένα ατσάλινα ξίφη των Σπαρτιατών, οι τριήρεις της Αθήνας (τα λεγόμενα Ξύλινα Τείχη), οι εφευρέσεις του Αρχιμήδη στην πολιορκία των Συρακουσών (το κάτοπτρο και άλλα), το υγρό πυρ του Βυζαντίου. Ακόμα και στην επανάσταση του 1821 και παρά τους περιορισμούς και τα πενιχρά μέσα σημαντική συμβολή είχαν οι μπαρουτόμυλοι της Δημητσάνας και τα καρνάγια των καϊκιών απ’όπου προέκυψαν και τα «σιταροκάραβα βατσέλα» του επαναστατικού στόλου για τα οποία μιλάει ο Κολοκοτρώνης ή τα πυρπολικά, το προϊόν της ευρεσιτεχνίας και ναυτοσύνης των επαναστατών, κάτι σαν τις τορπίλες της εποχής.
Μετά την απελευθέρωση έχουμε παραγωγή εξοπλισμού και σκαφών στο Νεώριο της Σύρου που γύρω του συγκεντρώνεται και η βιομηχανική παραγωγή της εποχής. Επίσης παραγωγή γίνεται στην ΠΥΡΚΑΛ (Α.Ε. Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου) που ιδρύθηκε αρχικά το 1874, στην πορεία πέρασε στον Μποδοσάκη απορροφώντας και το Καλυκοποιείο «Αδελφοί Μαλτσινιώτη» (στο εργοστάσιο της οποίας οι Γερμανοί επί κατοχής επισκεύαζαν κινητήρες αεροπλάνων όπου μετά από σαμποτάζ προέβησαν και σε εκτελέσεις) και το «Μηχανοποιείον-Ναυπηγείο του Βασιλειάδη» (στη ομώνυμη ακτή στον Πειραιά). Προπολεμικά παρατηρείται γενικά αλματώδη ανάπτυξη της βιομηχανίας ειδικά μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και μαζί ανάπτυξη και της αμυντικής βιομηχανίας.
Κατά την περίοδο αρθρογραφούν υπέρ της βιομηχανίας, υπουργοί της τότε κυβέρνησης Μεταξά, με ψευδώνυμο (Αλέξανδρος Οικονομίδης, Η Ανασύσταση της Αμυντικής Βιομηχανίας είναι βασικός πυλώνας για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση αυτού του τόπου, ΙΝ.Ε.Π.Α., Νοέμβριος 2017). Αυτό θεωρείται ότι γίνονταν γιατί συμφέροντα στο εσωτερικό και εξωτερικό δεν επιθυμούσαν την βιομηχανική πρόοδο και τις ανακατατάξεις που θα έφερνε. Θυμίζει κάτι; Αλλά υπήρχε και άγνοια σε μια χώρα που βασίζονταν στην γεωργία. Μετά τον πόλεμο μάλιστα ο συγγραφέας του μνημειώδους έργου για την ανάπτυξη της Ελληνικής βιομηχανίας «Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα» Δημήτρης Μπάτσης, εκτελείται το 1952 μαζί με τον Μπελογιάννη. Παρότι αριστερός, κάτι που καταγράφεται με αναφορές του στο βιβλίο, ήταν και αστικής καταγωγής των Αθηνών. Το βιβλίο του είναι πρωτοποριακό ως προς την αξιολόγηση των δυνατοτήτων εκβιομηχάνισης και οικονομικής ανάπτυξης και μπροστά από την εποχή του ενώ πολλές από τις προτάσεις του εφαρμόστηκαν μετά. Πολλοί σχετίζουν την εξόντωσή του με το περιεχόμενο του βιβλίου και την συναφή δράση του.
Η βιομηχανική τάξη αποτέλεσε τον κατά κανόνα φορέα αλλαγών και ανατροπών στην Ευρώπη. Την ασυνέχεια της βιομηχανίας στην Ελλάδα την θεωρώ προσωπικά ως τον λόγο ανυπαρξίας μιας τυπικής αστικής τάξης κατά τα Ευρωπαϊκά πρότυπα που θα σχεδίαζε μια ανεξάρτητη εύρωστη πολιτική και τους μηχανισμούς για βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό που αποκαλείται αστική τάξη στην Ελλάδα είναι κυρίως μια κρατικοδίαιτη υπαλληλική, άρα ετερόφωτη, ομάδα και επιχειρηματικά συμφέροντα που συνδέονται με το Κράτος (κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα που εκτός της ναυτιλίας δεν έχει σημαντικές επιτυχίες στο εξωτερικό). Αυτή η δομή έχει τις καταβολές της στη μορφή του πρώτου Ελληνικού κράτους. Κατά πολλούς αυτός ήταν και ο σκοπός της δημιουργίας της υδροκέφαλης Αθήνας και του Δημοσίου, ώστε να υπάρχει έλεγχος της οικονομίας και χειραγώγηση. Έτσι, δεδομένου ότι η προέλευση του πλούτου είναι το Κράτος δεν γίνεται κάποια προσπάθεια αυτόνομης ανάπτυξης και προάσπισης της βιομηχανίας που συχνά και ιδίως μετά την είσοδο στην ΕΕ είναι υπό διωγμό. Όμως η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών μεταπολεμικά συνδέθηκε με την άνθηση της βιομηχανίας και ειδικότερα την περίοδο 1960-1980.
Οι θέσεις εργασίας στην βιομηχανία επίσης είναι «ποιοτικές» δηλ. πλήρους απασχόλησης, αφού η απόκτηση εμπειρίας και τεχνογνωσίας είναι το ζητούμενο, και φυσικά υψηλότερων αποδοχών από τον τουρισμό όπου κάποιοι θέλουν να στρέψουν την προσοχή μας. Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ οι μέσες αμοιβές ανά εργαζόμενο στην βιομηχανία είναι €23.500 αλλά μόνο €11.600 στον τουρισμό. Αυτό συμβαίνει γιατί στην βιομηχανία το 70% των εργαζόμενων είναι ειδικευμένοι έναντι 13% στον τουρισμό και το 30% υψηλότερης εκπαίδευσης έναντι μόνο 4% στον τουρισμό… Ενώ λόγω της υψηλότερης προστιθέμενης αξίας των προϊόντων η βιομηχανία αυξάνει και την παραγωγικότητα της οικονομίας κάτι που είναι το ζητούμενο σήμερα.
Τα αναφέρουμε όλα αυτά για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε και την σπουδαιότητα της αμυντικής βιομηχανίας γενικότερα και την ελαφρότητας με την οποία αντιμετωπίζεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικοοικονομικών αντιλήψεων.
Κατά την δεκαετία του 1970 και ειδικά με την μεταπολίτευση και μετά την εισβολή στην Κύπρο και την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, έχουμε και μια εντατικοποίηση της αμυντικής παραγωγής με την ίδρυση των ΕΛΒΟ, ΕΒΟ και ΕΑΒ. Η ΕΛΒΟ ιδρύεται το 1972 αρχικά ως θυγατρική της αυστριακής Steyr, με αντικείμενο την κατασκευή φορτηγών, τανκς, και τρακτέρ αλλά αργότερα και τζιπ Mercedes, τα Αμερικανικά Hummer (Humvee), λεωφορεία και άλλα ειδικά οχήματα.
Η ΕΒΟ ιδρύθηκε το 1976 και έχει άρτιες εγκαταστάσεις για την παραγωγή όπλων, πυρομαχικών, ναρκών και άλλων εξαρτημάτων για τον Στρατό. Η ΕΑΒ ιδρύθηκε το 1975 με σκοπό την κατασκευή τμημάτων πολιτικών και στρατιωτικών αεροσκαφών και τη συντήρηση των αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας. Έχει παράγει τμήματα των F16, C-130J Super Hercules, των Airbus κ.α. Επίσης η χημική και φαρμακευτική εταιρία ΧΡΩΠΕΙ που είχε ιδρυθεί το 1883 και ανέπτυξε πολυδιάστατο ερευνητικό έργο και ειδικά επί Σοφιανόπουλου ασχολήθηκε με τον αμυντικό χώρο, σχεδιάζοντας ένα τουφέκι για τον Στρατό το 1974 που δεν επιλέχτηκε, την τορπιλάκατο Hannibal (1968), το προωθητικό υγρό υδραζίνη των βαλλιστικών πυραύλων κ.α.
Και τέλος υπάρχουν και τα Ναυπηγεία (Σκαραμαγκά και Ελευσίνας) που συμβάλλουν με την παραγωγή υποβρυχίων, φρεγατών, τορπιλάκατών, αρματαγωγών και άλλων σκαφών για τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού.
https://analyst.gr/2018/11/23/amintiki-viomixania/
Άποψη
Του Παναγιώτη Χατζηπλή*
Η αμυντική βιομηχανία ήταν ανέκαθεν άρρηκτα συνδεμένη με την μαχητική ικανότητα μιας χώρας. Όμως αποτελεί και πηγή ανάπτυξης τεχνογνωσίας και οικονομικής δραστηριότητας. Οι εφευρέσεις των αεριωθούμενων και των πυραύλων στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο βρήκαν μετέπειτα εφαρμογή σε ειρηνικές δραστηριότητες στις αερομεταφορές και το διάστημα. Το internet ήταν αποτέλεσμα ερευνών της Αμερικανικής υπηρεσίας DARPA (Defense Advanced Research Projects Agency, δηλ. Υπηρεσία Προηγμένης Έρευνας στην Αμυντικά Προγράμματα) που ξεκίνησαν το 1962.
Βαριά βιομηχανία και Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ έχουν μια πολύ στενή σχέση ώστε να ικανοποιούνται οι μεγάλες ανάγκες εξοπλισμού και οι γεωπολιτικές πολιτικές τους. Η συντονισμένη αυτή δράση χαρακτηρίζεται από τον όρο Military-Industrial Complex (δηλ Στρατιωτικο-Βιομηχανικό Κύκλωμα). Συχνά δε λαμβάνει και αρνητικές διαστάσεις όταν οι εξοπλισμοί η ακόμα και εχθροπραξίες θεωρούνται αβάσιμες ή μεγάλου κόστους, όπως π.χ. ο πόλεμος στο Ιράκ. Έτσι ο Πρόεδρος Αιζενχάουερ, νικητής Στρατηγός του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου είχε πει στον αποχαιρετιστήριο λόγο του το 1961: «Ζωτικό στοιχείο για τη διατήρηση της ειρήνης είναι το στρατιωτικό μας υπόβαθρο. Τα όπλα μας πρέπει να είναι ισχυρά, έτοιμα για δράση ώστε κανένας εν δυνάμει επιτιθέμενος να μην μπει στον πειρασμό να διακινδυνεύσει την καταστροφή του». Από την άλλη όμως προειδοποίησε και για υπερβολές: «οι κυβερνητικές επιτροπές, πρέπει να προφυλαχτούν από την απόκτηση αδικαιολόγητης επιρροής, είτε επιδιώκεται είτε όχι, από το Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Κύκλωμα».
Άλλο όμως είναι η πολεμοκαπηλία και άλλο η αμυντική αδυναμία που ειδικά στην περιοχή της Ελλάδας δεν επιτρέπεται. Η ανυπαρξία ή αδυναμία της αμυντικής βιομηχανίας οδηγεί σε περιορισμό της μαχητικής ικανότητας και εν τέλει σε υποτέλεια και εξάρτηση. Να σημειώσουμε εδώ ότι η προμήθεια από τρίτους ακόμα κι αν οι εξοπλισμοί είναι υπερσύγχρονοι θέτει μια χώρα σε θέση εξάρτησης. Είναι κάτι που σχετίζεται με τις σφαίρες επιρροής εξάλλου εντός των οποίων προωθούνται και συγκεκριμένα όπλα. Έτσι όταν η Ρωσία προέβη σε αγορά δυο μεγάλων ελικοπτεροφόρων/αποβατικών πλοίων από την Γαλλία το 2011 η παράδοσή τους μπλοκαρίστηκε και τελικά ματαιώθηκε το 2014 λόγω κυρώσεων για τα γεγονότα στην Ουκρανία. Ενώ όταν η Τουρκία αντιλαμβανόμενη κατά την πρόσφατη εισβολή στο Συριακό θύλακα των Κούρων τα ελαττώματα των Γερμανικών τους τανκς Leopard αναζήτησε επιλογές αναβάθμισης από την Γερμανία αντιμετώπισε αντιρρήσεις. Και για την Ελλάδα όμως έχει αναφερθεί ότι κάποιοι εξοπλισμοί αγοράστηκαν για να υποστηριχτούν διπλωματικές σχέσεις και όχι γιατί χρειαζόντουσαν ή ότι δεν ικανοποιούσαν τις ανάγκες στο καλύτερο βαθμό.
Για αυτούς τους λόγους η αμυντική βιομηχανία θεωρείται στρατηγικός τομέας της οικονομίας και προστατεύεται από τον ανταγωνισμό ακόμα και στα πλαίσια των διεθνών συνθηκών εμπορίου. Έτσι ακόμα και ο παρουσιαζόμενος ως φιλελεύθερος, προοδευτικός και άνθρωπος των αγορών, Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, ακύρωσε την πώληση ενός σπουδαίου Γαλλικού ναυπηγείου που βρίσκεται σε οικονομική κρίση, του STX/Saint-Nazaire (αυτό που έφτιαξε τα Ρωσικά ελικοπτεροφόρα) στην ιταλική Fincantieri.
Πραγματικά είναι άξιο απορίας πως κάποιοι που λένε ότι η «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας είναι ο τουρισμός περιμένουν να αμυνθούν σε εξωτερικές απειλές, ειδικά αν υπάρξει και κάποια εμπλοκή στον ανεφοδιασμό ή στην αγορά συστημάτων. Θα πολεμήσουμε με τις ξαπλώστρες και τους φραπέδες της «βαριάς βιομηχανίας»; Αν μη τι άλλο ο εξοπλισμός αποτελεί παράγοντας αποτροπής. Οικονομική ανάπτυξη δεν υπάρχει χωρίς ασφάλεια από εξωτερικούς παράγοντες. Ειδικά για την περιοχή μας που βιώνει συνεχώς αψιμαχίες. Υπάρχουν παμπολλά τέτοια παραδείγματα στην ιστορία. Πολλές αυτοκρατορίες σβήσανε σε περιόδους επιδρομών όπως η Ρωμαϊκή. Αλλά και πολλές κοινότητες επί Τουρκοκρατίας έσβησαν για τον ίδιο λόγο. Παράδειγμα η Μοσχόπολη που από μια ανθηρή οικονομικά πόλη και καταστράφηκε ολοσχερώς από επιδρομές.
Το άρθρο αυτό αποσκοπεί να απαντήσει σε διάφορες απλουστευτικές παραδοχές περί περιττών αμυντικών δαπανών χωρίς να αποτελεί μια αξιολόγηση οπλικών συστημάτων. Όμως αποσκοπεί να αναδείξει την παράπλευρη ωφέλεια που έχει για την οικονομία και την απασχόληση η αμυντική βιομηχανία. Επίσης προορίζεται να απαντήσει και σε όσους πιστεύουν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να παράγει ή δεν παρήγαγε ποτέ.
Ιστορία Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας
Η Ελλάδα είχε ανέκαθεν Αμυντική Βιομηχανία, από αρχαιοτάτων χρόνων, η οποία έπαιζε ρόλο στις στρατιωτικές επιτυχίες. Αποτελέσματα αυτής ήταν τα προηγμένα ατσάλινα ξίφη των Σπαρτιατών, οι τριήρεις της Αθήνας (τα λεγόμενα Ξύλινα Τείχη), οι εφευρέσεις του Αρχιμήδη στην πολιορκία των Συρακουσών (το κάτοπτρο και άλλα), το υγρό πυρ του Βυζαντίου. Ακόμα και στην επανάσταση του 1821 και παρά τους περιορισμούς και τα πενιχρά μέσα σημαντική συμβολή είχαν οι μπαρουτόμυλοι της Δημητσάνας και τα καρνάγια των καϊκιών απ’όπου προέκυψαν και τα «σιταροκάραβα βατσέλα» του επαναστατικού στόλου για τα οποία μιλάει ο Κολοκοτρώνης ή τα πυρπολικά, το προϊόν της ευρεσιτεχνίας και ναυτοσύνης των επαναστατών, κάτι σαν τις τορπίλες της εποχής.
Μετά την απελευθέρωση έχουμε παραγωγή εξοπλισμού και σκαφών στο Νεώριο της Σύρου που γύρω του συγκεντρώνεται και η βιομηχανική παραγωγή της εποχής. Επίσης παραγωγή γίνεται στην ΠΥΡΚΑΛ (Α.Ε. Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου) που ιδρύθηκε αρχικά το 1874, στην πορεία πέρασε στον Μποδοσάκη απορροφώντας και το Καλυκοποιείο «Αδελφοί Μαλτσινιώτη» (στο εργοστάσιο της οποίας οι Γερμανοί επί κατοχής επισκεύαζαν κινητήρες αεροπλάνων όπου μετά από σαμποτάζ προέβησαν και σε εκτελέσεις) και το «Μηχανοποιείον-Ναυπηγείο του Βασιλειάδη» (στη ομώνυμη ακτή στον Πειραιά). Προπολεμικά παρατηρείται γενικά αλματώδη ανάπτυξη της βιομηχανίας ειδικά μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και μαζί ανάπτυξη και της αμυντικής βιομηχανίας.
Κατά την περίοδο αρθρογραφούν υπέρ της βιομηχανίας, υπουργοί της τότε κυβέρνησης Μεταξά, με ψευδώνυμο (Αλέξανδρος Οικονομίδης, Η Ανασύσταση της Αμυντικής Βιομηχανίας είναι βασικός πυλώνας για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση αυτού του τόπου, ΙΝ.Ε.Π.Α., Νοέμβριος 2017). Αυτό θεωρείται ότι γίνονταν γιατί συμφέροντα στο εσωτερικό και εξωτερικό δεν επιθυμούσαν την βιομηχανική πρόοδο και τις ανακατατάξεις που θα έφερνε. Θυμίζει κάτι; Αλλά υπήρχε και άγνοια σε μια χώρα που βασίζονταν στην γεωργία. Μετά τον πόλεμο μάλιστα ο συγγραφέας του μνημειώδους έργου για την ανάπτυξη της Ελληνικής βιομηχανίας «Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα» Δημήτρης Μπάτσης, εκτελείται το 1952 μαζί με τον Μπελογιάννη. Παρότι αριστερός, κάτι που καταγράφεται με αναφορές του στο βιβλίο, ήταν και αστικής καταγωγής των Αθηνών. Το βιβλίο του είναι πρωτοποριακό ως προς την αξιολόγηση των δυνατοτήτων εκβιομηχάνισης και οικονομικής ανάπτυξης και μπροστά από την εποχή του ενώ πολλές από τις προτάσεις του εφαρμόστηκαν μετά. Πολλοί σχετίζουν την εξόντωσή του με το περιεχόμενο του βιβλίου και την συναφή δράση του.
Η βιομηχανική τάξη αποτέλεσε τον κατά κανόνα φορέα αλλαγών και ανατροπών στην Ευρώπη. Την ασυνέχεια της βιομηχανίας στην Ελλάδα την θεωρώ προσωπικά ως τον λόγο ανυπαρξίας μιας τυπικής αστικής τάξης κατά τα Ευρωπαϊκά πρότυπα που θα σχεδίαζε μια ανεξάρτητη εύρωστη πολιτική και τους μηχανισμούς για βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό που αποκαλείται αστική τάξη στην Ελλάδα είναι κυρίως μια κρατικοδίαιτη υπαλληλική, άρα ετερόφωτη, ομάδα και επιχειρηματικά συμφέροντα που συνδέονται με το Κράτος (κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα που εκτός της ναυτιλίας δεν έχει σημαντικές επιτυχίες στο εξωτερικό). Αυτή η δομή έχει τις καταβολές της στη μορφή του πρώτου Ελληνικού κράτους. Κατά πολλούς αυτός ήταν και ο σκοπός της δημιουργίας της υδροκέφαλης Αθήνας και του Δημοσίου, ώστε να υπάρχει έλεγχος της οικονομίας και χειραγώγηση. Έτσι, δεδομένου ότι η προέλευση του πλούτου είναι το Κράτος δεν γίνεται κάποια προσπάθεια αυτόνομης ανάπτυξης και προάσπισης της βιομηχανίας που συχνά και ιδίως μετά την είσοδο στην ΕΕ είναι υπό διωγμό. Όμως η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών μεταπολεμικά συνδέθηκε με την άνθηση της βιομηχανίας και ειδικότερα την περίοδο 1960-1980.
Οι θέσεις εργασίας στην βιομηχανία επίσης είναι «ποιοτικές» δηλ. πλήρους απασχόλησης, αφού η απόκτηση εμπειρίας και τεχνογνωσίας είναι το ζητούμενο, και φυσικά υψηλότερων αποδοχών από τον τουρισμό όπου κάποιοι θέλουν να στρέψουν την προσοχή μας. Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ οι μέσες αμοιβές ανά εργαζόμενο στην βιομηχανία είναι €23.500 αλλά μόνο €11.600 στον τουρισμό. Αυτό συμβαίνει γιατί στην βιομηχανία το 70% των εργαζόμενων είναι ειδικευμένοι έναντι 13% στον τουρισμό και το 30% υψηλότερης εκπαίδευσης έναντι μόνο 4% στον τουρισμό… Ενώ λόγω της υψηλότερης προστιθέμενης αξίας των προϊόντων η βιομηχανία αυξάνει και την παραγωγικότητα της οικονομίας κάτι που είναι το ζητούμενο σήμερα.
Τα αναφέρουμε όλα αυτά για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε και την σπουδαιότητα της αμυντικής βιομηχανίας γενικότερα και την ελαφρότητας με την οποία αντιμετωπίζεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικοοικονομικών αντιλήψεων.
Κατά την δεκαετία του 1970 και ειδικά με την μεταπολίτευση και μετά την εισβολή στην Κύπρο και την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, έχουμε και μια εντατικοποίηση της αμυντικής παραγωγής με την ίδρυση των ΕΛΒΟ, ΕΒΟ και ΕΑΒ. Η ΕΛΒΟ ιδρύεται το 1972 αρχικά ως θυγατρική της αυστριακής Steyr, με αντικείμενο την κατασκευή φορτηγών, τανκς, και τρακτέρ αλλά αργότερα και τζιπ Mercedes, τα Αμερικανικά Hummer (Humvee), λεωφορεία και άλλα ειδικά οχήματα.
Η ΕΒΟ ιδρύθηκε το 1976 και έχει άρτιες εγκαταστάσεις για την παραγωγή όπλων, πυρομαχικών, ναρκών και άλλων εξαρτημάτων για τον Στρατό. Η ΕΑΒ ιδρύθηκε το 1975 με σκοπό την κατασκευή τμημάτων πολιτικών και στρατιωτικών αεροσκαφών και τη συντήρηση των αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας. Έχει παράγει τμήματα των F16, C-130J Super Hercules, των Airbus κ.α. Επίσης η χημική και φαρμακευτική εταιρία ΧΡΩΠΕΙ που είχε ιδρυθεί το 1883 και ανέπτυξε πολυδιάστατο ερευνητικό έργο και ειδικά επί Σοφιανόπουλου ασχολήθηκε με τον αμυντικό χώρο, σχεδιάζοντας ένα τουφέκι για τον Στρατό το 1974 που δεν επιλέχτηκε, την τορπιλάκατο Hannibal (1968), το προωθητικό υγρό υδραζίνη των βαλλιστικών πυραύλων κ.α.
Και τέλος υπάρχουν και τα Ναυπηγεία (Σκαραμαγκά και Ελευσίνας) που συμβάλλουν με την παραγωγή υποβρυχίων, φρεγατών, τορπιλάκατών, αρματαγωγών και άλλων σκαφών για τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού.
https://analyst.gr/2018/11/23/amintiki-viomixania/