Μέσα στόν δαιμονικό ζόφο τῶν τελευταίων χρόνων, εἶναι πολύ «φυσικό» νά κλιμακώνεται καί ὁ πόλεμος ἐναντίον τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ (καί φυσικά ἐννοῶ τό τμῆμα του πού ἔχει μείνει πραγματικά ὀρθόδοξο, ἀνόθευτο ἀπό τήν οἰκουμενιστική παναίρεση καί ἀπό τίς πρόσφατες κακοδοξίες). Καί ἐννοεῖται ὅτι ὁ πόλεμος δέν προέρχεται μόνο ἀπό τήν ἀντίχριστη πολιτεία, ἀλλά καί ἀπό τά ἀνώτερα ἐκκλησιαστικά κλιμάκια (μαζί πᾶνε ἄλλωστε αὐτά).
Πέραν μάλιστα ὅσων συμβαίνουν στό Ἅγιο Ὄρος, τήν αὐξημένη κρατική (καί παρακρατική) ἐμπλοκή καί τούς φόβους πού ἐκφράζονται πλέον ἀκόμη καί γιά τό αὐτοδιοίκητο, ὑπάρχει καί μία πολύ δυσάρεστη ἐξέλιξη πού ἀφορᾶ γενικά τά ἱερά ἡσυχαστήρια. Γιά τήν ἀκρίβεια, δείχνει νά ἐνεργοποιεῖται μία τροπολογία πού εἶχε περάσει πρό τεσσάρων ἐτῶν ἀπό θερινό τμῆμα τῆς Βουλῆς, ἐντελῶς στά μουλωχτά (καί μέσα σέ νομοσχέδιο μέ παντελῶς ἄσχετο περιεχόμενο καί τίτλο), καί πού ἀκολούθως πάγωσε στήν πράξη λόγῳ ἀντιδράσεων. Πλέον ὅμως ἐπανῆλθε στό προσκήνιο (ἔχει ἤδη ἐκδοθεῖ μάλιστα καί τό σχετικό ΦΕΚ).
Πρόκειται γιά μία τροπολογία πού ἐξομοιώνει στήν πράξη τά λεγόμενα ἱερά ἡσυχαστήρια (πού εἶναι νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου) μέ τίς ἱερές μονές (νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου). Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι πλέον θά μποροῦν μέσα στά μοναστήρια, τά χαρακτηρισμένα ἀπό τό καταστατικό τούς ὡς «ἡσυχαστήρια», νά πατήσουν πόδι οἱ μητροπόλεις γιά οἰκονομικούς καί ἄλλους ἐλέγχους, πρᾶγμα γιά τό ὁποῖο ἕως σήμερα δέν ἔχουν νομικό δικαίωμα (αὐτό τό ἔχουν μόνο γιά τίς χαρακτηρισμένες ὡς ἱερές μονές).
Ὁπότε γίνεται εὔκολα ἀντιληπτό τί σημαίνει αὐτή ἡ ἐξέλιξη γιά ὅσα ἡσυχαστήρια παραμένουν ἀκόμη προπύργια Ὀρθοδοξίας καί προμαχῶνες στόν ἀγῶνα ἐνάντια στά ἐμβόλια, ἐνάντια στόν Οἰκουμενισμό καί γενικά ἐνάντια στή θύελλα τῆς Νέας Τάξης καί τῆς Νέας Ἐποχῆς. Γίνεται εὔκολα ἀντιληπτό πόσο ἁπλό εἶναι ἀπό τούς οἰκονομικούς ἐλέγχους νά περάσουμε στούς ἐλέγχους φρονημάτων ἀπό τούς μητροπολῖτες, πού στή συντριπτική τους πλειονότητα ἄλλωστε εἶναι ἐκπρόσωποι ὄχι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἄλλων ἀφεντάδων καί ἀποτελοῦν φορεῖς πλάνης, κακοδοξίας καί ἐνίοτε ἀκραίου ἐκκλησιαστικοῦ δεσποτοφασισμοῦ. Ἀλλά ἀκόμη καί στίς περιοχές πού ἔχουν ἀκόμη ἀπομείνει κάποιοι ὀρθόφρονες ἤ ἔστω μετριοπαθεῖς γηραιοί ἐπίσκοποι, εἶναι ἐπίσης ἀντιληπτό τί μπορεῖ νά συμβεῖ ὅταν σέ μερικά χρόνια τή θέση τούς θά πάρουν ἄλλοι.
Σφίγγει λοιπόν ὁ κλοιός ἀπέναντι σέ ὅσους κρατᾶνε πνευματικές Θερμοπύλες καί μάχονται ὑπέρ τῆς ἀλήθειας. Καί οἱ διώξεις ἱερέων πού ζοῦμε ἐδῶ καί δύο χρόνια μπορεῖ δυστυχῶς νά ἐπεκταθοῦν καί στά (δυστυχῶς ὁλοένα καί λιγότερα) ἐναπομένοντα ὀρθόδοξα μοναστήρια μας. Σέ ἕνα ἀκόμη ἀναμενόμενο καί μᾶλλον ἀναπόφευκτο σημεῖο τῶν Καιρῶν…
Νεκτάριος Δαπέργολας