«Ενώ βρισκόμουν στο νησί της ξακουσμένης Κώ, κατά το έτος 1668, 5 Αυγούστου, δοξάστηκε ο δούλος του Χριστού που είχε το όνομα Χρηστός, από την Πρέβεζα, ναύτης σε μια φεργάδα (φρεγάτα) που είχε έρθει από την Κρήτη. Βγήκε από το πλοίο και με βρήκε. Κατά την εξομολόγησή του διαπίστωσα πως ήταν καθαρός, σεμνός και ευλαβής. Ύστερα από αρκετές ημέρες, ενώ πριν το δειλινό πήγαινε προς το πλοίο, τον συνάντησαν κάποιοι γενίτσαροι, που άρχισαν να τον βρίζουν για την πίστη του και το άγιο Βάπτισμα. Αυτός ο ευλογημένος, πυρπολούμενος από θεϊκό ζήλο και φλεγόμενος από αγάπη για το Χριστό, γιατί έφερε μέσα του το Χριστό, κάνοντας το ζωοποιό σημείο τού Σταυρού, τούς απάντησε:
Ή δική σας θρησκεία, ασεβείς και ακάθαρτοι, είναι άξια για κάθε είδους βρισιές και πρόδρομος του αντιχρίστου, θηρίο και βδέλυγμα της ερημώσεως πού στέκεται στον άγιο τόπο, είναι ό ψευδοπροφήτης σας και των κολάσεων προφήτης, ό μιαρός Μωάμεθ.
Οι ασεβείς γενίτσαροι, εξοργισμένοι έτρεξαν να τον συλλάβουν, και ενώ εκείνος κατευθυνόταν γρήγορα προς το πλοίο, μεγάλο πλήθος, σαν κάποια ανήμερα και αιμοβόρα λιοντάρια, όρμησαν πάνω του. Σέρνοντας και χτυπώντας τον αδιάντροπα, τον πήγαν και τον παρέδωσαν στον πασά, δηλαδή τον τοπικό άρχοντα, και τον κατηγορούσαν ενώ τον έδερναν και τον χτυπούσαν, λέγοντάς του:Αρνήσου τον Χριστό και το βάπτισμα και αντί το κάψιμο και τη τιμωρία, θα σε περιμένει η ελευθερία.Αλλ’ αυτός με γενναιότητα και δυνατή φωνή έλεγε το «Πιστεύω», φτύνοντάς τους καταπρόσωπο.
Όταν εκείνοι είδαν το αμετάθετο και ακλόνητο της καρδιάς του, αφού όλοι τον τρύπησαν με τα μαχαίρια τους, άναψαν φωτιά έξω από την πόλη και τον κατέκαψαν. Αλλά, ώ Χριστέ Βασιλιά, εκείνη την ώρα όλοι είδαν ένα είδος κάποιων αστραπών πού έμοιαζαν με ήλιο, ή ακτινοβολίες και λαμπηδόνες. Το πανάγιο σώμα τού μάρτυρα, ενώ για περισσότερες από τριάντα ή μέρες έμεινε άταφο, ούτε σκυλιά ούτε κάποιο άλλο θηρίο το πείραξε ή το άγγιξε. Και όλοι, τόσο οι ασεβείς όσο και οι πιστοί, επί τρεις νύχτες έβλεπαν ουράνιο φώς πάνω στο άγιο και μαρτυρικό σκήνωμά του. Τα παραπάνω επιβεβαιώνω κι εγώ, επειδή άκουσα τα ίδια από πολλούς, οι όποιοι κρυφά πήραν κάποιο μικρό τμήμα του λειψάνου του. Το υπόλοιπο διαμοίρασαν μεταξύ τους οι ευσεβείς κι ό καθένας πήρε ένα μέρος από ευλάβεια.Έτσι αφού έλαμψε όχι λίγο, δαιμόνια έδιωξε και άλλα…Αυτού πρεσβείαις ο Θεός», ελέησον ημάς.Από τις 5 Αυγούστου 1972 και έκτοτε ή μνήμη του τελείται πανηγυρικά στην Πρέβεζα.