Βυζαντινά Στέφανα |
φιλολόγου-ἱστορικοῦ
Στὸ σύντομο ἄρθρο ποὺ ἀκολουθεῖ ἐξετάζονται ἐνδεικτικὰ οἱ σημαντικότεροι βίοι ἐγγάμων ἁγίων τῆς Μέσης βυζαντινῆς περιόδου.
Ὁ Βίος τῆς Ἁγίας Θωμαΐδος ἀπὸ τὴ Λέσβο
Οἱ γονεῖς τῆς ἁγίας Θωμαΐδος εὐτύχησαν στὸν γάμο τους καὶ ὁ βιογράφος τῆς ἁγίας τοὺς ὀνομάζει «ζεῦγος χρυσοῦν, ζεῦγος τρισευδαῖμον καὶ μακάριον», ἐνῷ ἡ Θωμαΐδα ἀτύχησε στὸν γάμο της, ὁ ὁποῖος ἀπέβη ἀγκάθινο στεφάνι γι’ αὐτήν. Οἱ γονεῖς της, ὄντας εὐκατάστατοι καὶ εὐσεβεῖς, τὴν πάντρεψαν σὲ ἡλικία 24 ἐτῶν μὲ ἕναν νέο ὀνόματι Στέφανο. Ἡ Θωμαΐδα, παρότι διακρινόταν ὡς ἐνάρετη, καλὴ καὶ ὑποδειγματικὴ σύζυγος καὶ νοικοκυρὰ, καὶ δίχως νὰ δίνει καμμιὰ ἀφορμή, ἡ συμπεριφορὰ τοῦ συζύγου της πρὸς αὐτὴν ἦταν σκαιότατη. Ὁ ἀτυχής γάμος της ἀνάγκασε τοὺς θλιμμένους γονεῖς της νὰ ἀναχωρήσουν ἀπὸ τὴ Μυτιλήνη γιὰ τὰ μέρη τῆς Κωνσταντινούπολης. Ὁ πατέρας της, μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, πέθανε καὶ ἡ μητέρα της ἔγινε μοναχὴ καὶ ἀργότερα ἡγουμένη. Ὁ σύζυγος τῆς Θωμαΐδας, ἀπὸ τὴν φιλαργυρία καὶ τὴν πλεονεξία του, εἰρωνευόταν καὶ ἔβριζε τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν φιλοστοργία της. Μάλιστα τὴν χτυποῦσε βάναυσα σ’ ὅλο της τὸ σῶμα. Στὸ τέλος ἡ ἁγία πεθαίνει ἀπὸ τὰ τραύματα ποὺ τῆς προξένησε ὁ βάρβαρος σύζυγός της. Ἔζησε δεκατρία χρόνια μαρτυρικοῦ συζυγικοῦ βίου καὶ πέθανε σὲ ἡλικία 38 ἐτῶν. Τάφηκε στὸ μοναστήρι ποὺ ἦταν ἡγουμένη ἡ μητέρα της.
Ἡ ἀντίθεση τοῦ φρονήματος τῆς ἁγίας μὲ τὸ φρόνημα τοῦ συζύγου της, ἀναδεικνύει τὴν ὑπομονετικὴ γυναίκα σύζυγο καὶ τὶς ἀρετὲς τῆς εὐλάβειας, τῆς φιλανθρωπίας, τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς φιλοστοργίας.
Ὁ ὅσιος Δομετιανός, ἐπίσκοπος Μελιτινῆς
Ὁ ὅσιος Δομετιανός, ἐπίσκοπος Μελιτινῆς, ἀνήκει στοὺς ἔγγαμους ἁγίους τοῦ τέλους τοῦ 6ου καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 7ου αἰώνα (πέθανε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 602). Ἦταν γιὸς πλουσίων καὶ γι’ αὐτὸ εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ κάνει ἀξιόλογες σπουδές. Ὁ γάμος του ἦταν σύντομος, γιατί ἡ σύζυγός του πέθανε νέα. Τρεῖς παράγοντες τὸν ὤθησαν στὸν μοναχικὸ βίο: ὁ πλοῦτος, οἱ γνώσεις καὶ ἡ χηρεία. Σὲ ἡλικία 30 ἐτῶν γίνεται ἐπίσκοπος Μελιτινῆς τῆς Ἀρμενίας. Ἀνέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα, κηρυκτική, ἱεραποστολικὴ καὶ φιλανθρωπική, περιοδεύοντας μέχρι τὴν Περσία καὶ κτίζοντας ἐκκλησίες καὶ φτωχοκομεῖα.
Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ ἐν Κυθήροις
Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ ἐν Κυθήροις ἔδρασε στὴν Πελοπόννησο καὶ στὰ Κύθηρα τὸ 10ο αἰώνα. Ὁ γάμος του καὶ ἡ ἀπόκτηση δύο παιδιῶν δὲν τὸν ἐμπόδισαν νὰ ἀκολουθήσει τὴ μοναχικὴ ζωή. Ὅταν θεώρησε τὸν καιρὸ κατάλληλο, ἐγκατέλειψε σύζυγο καὶ παιδιὰ καὶ ἔγινε μοναχός. Λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατό του, περνᾶ στὸ νησὶ τῶν Κυθήρων, ὅπου θαυματουργεῖ καὶ ἀνακηρύσσεται ἅγιος.
Ἡ ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη
Στὸν βίο τῆς ὁσίας Θεοδώρας τῆς Θεσσαλονίκης ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγινα καὶ ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 8ου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 9ου αἰῶνος, ὁ μοναχισμὸς ἀποτελεῖ οἰκογενειακὴ ὑπόθεση καθὼς ὅλα τὰ μέλη τῆς οἰκογένειάς της κείρονται μοναχοί. Ἡ ἁγία Θεοδώρα ἦταν κόρη ἱερέως, ὁ ὁποῖος μετὰ τὸν θάνατο τῆς συζύγου του ἔγινε μοναχός. Ἡ Θεοδώρα εἶχε μία ἀδελφὴ μοναχὴ καὶ ἕναν ἀδελφὸ διάκονο τὸν ὁποῖο σκότωσαν πειρατὲς σὲ ἐπιδρομή τους στὴν Αἴγινα. Ἐπειδὴ ἔμεινε ὀρφανὴ σὲ μικρὴ ἡλικία, τὴν πῆρε κοντά της ἡ νονά της καὶ σὲ συνεννόηση μὲ τὸν πατέρα της τὴν ἀρραβώνιασε μ’ ἕναν θεοσεβούμενο νέο. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀδελφοῦ της, ἡ Θεοδώρα καὶ ὁ ἀρραβωνιαστικός της ἐγκαταλείπουν τὴν Αἴγινα καὶ ἐγκαθίστανται στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ μία πιὸ ἀσφαλῆ ζωὴ χωρὶς τὸν φόβο τῶν πειρατῶν. Ἐκεῖ, ἀπὸ τὸν γάμο τους ἀπέκτησαν τρία παιδιά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὰ δυὸ πολὺ σύντομα πέθαναν. Ἡ Θεοδώρα πείθει τὸν σύζυγό της ν’ ἀφιερώσουν τὸ τρίτο τους παιδὶ στὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸ κείρουν μοναχή. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἄνδρα της γίνεται καὶ ἡ ἴδια μοναχή, ὄντας 25 ἐτῶν.
Ὁ ὅσιος Φιλόθεος ὁ θαυματουργὸς
Ὁ ὅσιος Φιλόθεος ὁ θαυματουργὸς ἔζησε τὸν 10ο αἰώνα στὴν περιοχὴ τῆς Μ. Ἀσίας. Μετὰ τὸν γάμο του χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ φρόντιζε τὰ τέκνα τῆς ἐνορίας του, ὅπως ἀκριβῶς καὶ τὰ παιδιὰ ἀπὸ τὸν γάμο του. Οἱ ἐλεημοσύνες του πρὸς τοὺς φτωχοὺς ἦταν μεγάλες, σὲ μία ἐποχὴ ποὺ οἱ ταπεινοὶ ἀγρότες τῆς περιοχῆς του καταπιέζονταν βάναυσα ἀπὸ τοὺς δυνατούς, ὅπως δείχνουν τὰ νομοθετικὰ κείμενα καὶ ἄλλες πηγὲς αὐτῆς τῆς περιόδου.
Ὁ ἅγιος Φιλάρετος ὁ Ἐλεήμων
Ὁ ἅγιος Φιλάρετος ὁ Ἐλεήμων περιέπεσε σὲ μεγάλη φτώχεια, ὄχι μόνο ἐξαιτίας τῆς μεγάλης καὶ ἀδιάκοπης ἐλεημοσύνης του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἁρπαγὲς τῶν κτημάτων του ἀπὸ κακοὺς γείτονες καὶ κλέφτες. Ἡ ὑπερβολὴ τῆς φιλανθρωπίας του φάνηκε, ὅταν ἀπὸ τὰ τριακόσια ζεύγη βοδιῶν, ποὺ εἶχε στὴν κατοχή του, τοῦ ἀπόμεινε ἕνα, καὶ στὴν ἀνάγκη συνανθρώπου του τὸ χάρισε κι αὐτό. Ἡ σύζυγός του ἔφτασε νὰ τὸν κατηγορεῖ ὡς ἀπάνθρωπο, γιατί μὲ τὴν τόση φιλανθρωπία του κατέστρεφε τὴ δική τους περιουσία, χωρὶς νὰ σκέπτεται τὸ μέλλον τῶν παιδιῶν του. Τὸ ἀπεριόριστο τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς φιλανθρωπίας του τὸ θεώρησε σαλότητα τῶν γηρατειῶν του.
Ὁ Φιλάρετος ὁ Ἐλεήμων, ὄντας ἐπικεφαλῆς μιᾶς πατριαρχικῆς οἰκογένειας ποὺ ζῆ στὰ περίχωρα τῆς Κωνσταντινούπολης τοῦ 8ου αἰώνα, εὐτύχησε νὰ δεῖ πολλοὺς ἀπογόνους, μία ἐγγονή του νὰ γίνει σύζυγος αὐτοκράτορα καὶ τὰ ἀπροσδόκητα γυρίσματα τῶν καιρῶν: μετὰ τὴ μεγάλη φτώχεια στὴν ὁποία περιέπεσε, ξαναποκτᾶ τὸν παλιό του πλοῦτο, ὡς θεϊκὴ ἐπιβράβευση τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς φιλανθρωπίας του.
Ἡ ἁγία Θεοφανὼ
Ἡ ἁγία Θεοφανώ, πρώτη σύζυγος τοῦ τετράγαμου αὐτοκράτορα Λέοντα ς΄ τοῦ Σοφοῦ, ἀνακηρύχθηκε ἁγία γιὰ τὴν ἀζηλοτυπία της, τὴν ἀμνησικακία της, τὶς πολλὲς ἐλεημοσύνες της καὶ τὴν ἀνεξάντλητη ὑπομονὴ της ἀπέναντι σ’ ἕναν σύζυγο ποὺ τὴν ἀπατοῦσε καὶ τὴν παραμελοῦσε. Ὡς πρότυπο ὑπομονετικῆς συζύγου ὑπέμεινε αὐτὴν τὴν κατάσταση τοῦ προβληματικοῦ γάμου της ἐπὶ δώδεκα ἔτη καὶ μετὰ τὸν θάνατό της, ὁ αὐτοκράτορας σύζυγός της, πιθανῶς, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ἀπὸ τὶς τύψεις του γιὰ τὴ μοιχεία ποὺ διέπραττε εἰς βάρος της, ἔκτισε πρὸς τιμήν της ναὸ κοντὰ στὴν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
Ἡ ὁσία Μαρία ἡ Νέα
Στὴν περίπτωση τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Νέας ἡ ἁγιότητα καθίσταται οἰκογενειακὴ ὑπόθεση καὶ οἰκογενειακὴ παράδοση. Μετὰ τὸν θάνατό της ἡ Μαρία παρουσιάζεται πολλὲς φορὲς στὸν ὕπνο τοῦ συζύγου της Νικηφόρου, ποὺ ὅταν ἦταν ἐν ζωῇ τὴν ξυλοκοποῦσε ἀνελέητα, γιὰ νὰ τοῦ πεῖ νὰ ἐπιμεληθεῖ τὴν ἀνέγερση ναοῦ πρὸς τιμήν της. Μερικοὶ μοναχοὶ ὅμως, παρακινημένοι ἀπὸ φθόνο καὶ ζήλεια, καθὼς ἀναφέρει ὁ βίος της, ἀντιτάσσονταν στὴν πρόθεση τοῦ συζύγου της νὰ τῆς κτίσει ναό, ὑποστηρίζοντας πὼς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ζῆ κανεὶς στὸν κόσμο, νὰ κρεοφαγεῖ, νὰ χαίρεται τὶς συζυγικὲς ἡδονὲς καὶ παράλληλα νὰ θαυματουργεῖ, ὅταν οἱ μοναχοί, στερούμενοι ὅλων τῶν εὐχαρίστων, κακουχούμενοι καὶ θλιβόμενοι πάντοτε σὲ ὅλα, νύχτα καὶ ἡμέρα προσευχόμενοι, παρόλα αὐτὰ δὲν ἀξιώνονται τέτοιων χαρισμάτων. Αὐτὴ ἡ ἀντιπαράθεση ἀνάμεσα σὲ ἁγίους ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸν μοναχικὸ βίο καὶ σὲ ἁγίους ποὺ προέρχονται ἀπ’ τὸν κοσμικό βίο αἴρεται, τελικά, ἀπὸ τὴν ἐπιτέλεση θαυμάτων ἐκ μέρους τῆς ἁγίας, τῆς ὁποίας τοὺς συζυγικοὺς ξυλοδαρμοὺς δὲν λάμβαναν ὑπόψη, ἀπὸ τὴ σκοπιά τους, οἱ παραπάνω μοναχοί, καὶ ἀναφέρονταν μόνο στὶς ἡδονὲς τοῦ συζυγικοῦ βίου, φέρνοντας ἐμπόδια στὴν ἀνακήρυξη τῆς ἁγιότητας της.
Τελικὰ ἡ Μαρία ἡ Νέα διακηρύσσεται Ἁγία λόγῳ τῆς ἐπιμονῆς τοῦ συζύγου της νὰ τῆς ἀνεγείρει ναὸ γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ἀπέναντί της καὶ ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀπάνθρωπη συμπεριφορά του. Ὁ ἕνας γιός της, ὁ Βαάνης, μεγαλώνοντας ἀνῆλθε σὲ ὑψηλὰ ἀξιώματα καὶ νυμφεύτηκε ἐπιφανῆ γυναίκα. Μιμήθηκε τὸν βίο τῆς μητέρας του: ἦταν ἀνδρεῖος στὸ σῶμα καὶ πολὺ περισσότερο ἀνδρεῖος στὴν ψυχή. Τὰ χρήματά του τὰ μοίραζε στοὺς συστρατιῶτες του, στοὺς ὁποίους ἦταν προσφιλὴς καὶ «περίδοξος». Καθημερινὰ διάβαζε τὴν ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν καὶ τὸ Ψαλτήρι καὶ κάθε βράδυ, μετὰ τὸ ἀπόδειπνο, παράκληση στὴν Παναγία. Ὅταν ἀσθένησε, ἦρθε στὴν Κωνσταντινούπολη ὅπου συναντήθηκε μὲ τὸν ἀδελφό του Συμεών, ποὺ εἶχε γίνει μοναχὸς στὸ ὄρος τοῦ Κυμινᾶ καὶ τὸν ἔκειρε μοναχὸ ὀνομάζοντάς τον Μαρίνο. Ὁ Συμεών, ὄντας φυγόδοξος καὶ μοναχικός, περιπλανιόταν ἀπὸ τόπο σὲ τόπο. Ἀργότερα ἔγινε ἱερέας, ἐφαρμόζοντας στὴ ζωή του τὸ «ἁγίας μητέρας ἅγιος βλαστός».
*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Ε΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΑΝ.-ΜΑΡ. 2011
www.enromiosini.gr