Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Σλάβοι στη βυζαντινή Μικρά Ασία: Μια άγνωστη εθνότητα

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος

Στο αφιέρωμα μας για την εθνολογική σύνθεση της Βυζαντινής Μικράς Ασίας και την έκταση του εκεί εξελληνισμού, κάναμε μία σχετικά σύντομη αναφορά στους αποικισμούς Σλάβων στην περιοχή. Με τον Βόσπορο, τον Ελλήσποντο και τον Εύξεινο Πόντο να τους χωρίζει, οι Σλάβοι που από τον 6-7ο αιώνα πλημμύρισαν τις ευρωπαϊκές επαρχίες της αυτοκρατορίας δεν είχαν φυσική πρόσβαση στην ασιατική πλευρά. Κατά καιρούς όμως, κυρίως ως αντίποινα για εξεγέρσεις και πολέμους, σλαβικοί πληθυσμοί μεταφέρονταν στην ανατολή και εγκαθίσταντο ως γεωργοί-στρατιώτες.

Η πολιτική αυτή εξυπηρετούσε το θρόνο με διαφόρους τρόπους: η αποκοπή των Σλάβων από τους ομοεθνείς τους και η ρίψη τους σε έναν ωκεανό ελληνορθοδόξων επιτάχυνε τον εκχριστιανισμό και εξελληνισμό τους. Μειωνόταν ο σλαβικός πληθυσμός στην Ευρώπη, ενώ η Μικρά Ασία ενισχυόταν με οικονομικές και στρατιωτικές μονάδες. Η τακτική σλαβικών αποικισμών αξιοποιήθηκε από αρκετούς αυτοκράτορες, με ποικίλα αποτελέσματα.

Η Κωνσταντινούπολη «όχι μόνο ανεχόταν, αλλά και ευνοούσε την εγκατάσταση ξένων εθνοτήτων και εποίκων στα εδάφη της, διενεργώντας πολλές φορές η ίδια τέτοιους αποικισμούς, όταν έκρινε ότι το μέτρο αυτό ήταν ωφέλιμο, από διάφορες απόψεις, για αυτήν». Οι Σλάβοι δε συνιστούσαν ιδιαίτερη κατηγορία, αλλά και εκείνοι εντάχθηκαν στις πολλές κρατικώς σχεδιασμένες μετακινήσεις πληθυσμών ανά την βυζαντινή χιλιετία. Παυλικιανοί, Μαρδαΐτες, Κύπριοι, Πέρσες, Τουρκομάνοι, Σύροι, Αρμένιοι και Πετσενέγκοι ήταν ορισμένες μόνο από τις εθνότητες που η αυτοκρατορία πήρε από εδώ και μετέφερε εκεί, με κίνητρα ή εξαναγκαστικά, αποσκοπώντας στην κάλυψη των αναγκών της, Σε μία διαδικασία δημογραφικής ζυμώσεως (bouleversement demographique) επιδιωκόταν η τελική απορρόφηση και συγχώνευση των πληθυσμών αυτών με την ρωμαίικη μάζα.

Για την παρουσία Σλάβων στη Μικρά Ασία έχουν γίνει από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα αρκετές μελέτες, κυρίως από Ρώσους, Τσέχους και γενικά Σλάβους ιστορικούς. Ιδίως οι παλαιότερες συχνά εμπνέονταν από τα προτάγματα και την ιστοριογραφία του πανσλαβισμού, οπότε τείνουν να υπερβάλουν στους αριθμούς και την επιρροή των σλαβικών αποικιών. Για την δική μας ανάλυση κύριος οδηγός θα είναι το βιβλίο της Αμαλίας Ηλιάδη «Εγκατάσταση και παρουσία Σλάβων στη Βυζαντινή Μικρά Ασία από τον 7ο ως το 10ο αιώνα».

Μετακινήσεις τον 7ο αιώνα

Η πρώτη αναφορά για σλαβική παρουσία στην Μικρά Ασία γίνεται κατά την βασιλεία του Κώνσταντος Β’ (642-668). Επρόκειτο για μία πάρα πολύ δύσκολη περίοδο, κατά την οποία η ισλαμική επέκταση στην Μέση Ανατολή και την Βόρειο Αφρική συνεχιζόταν ανεξέλεγκτα, ενώ η χερσόνησος του Αίμου ξέφευγε όλο και περισσότερο από τον ρωμαϊκό έλεγχο ένεκα των σλαβικών μεταναστεύσεων. Το 658 ο Κώνστας εξαπέλυσε μία επιτυχημένη εκστρατεία στην περιοχή, η οποία οδήγησε στην αιχμαλωσία πολλών Σλάβων. Οι άνθρωποι αυτοί ενσωματώθηκαν στο ρωμαϊκό στρατό και ο Κώνστας θέλησε να τους χρησιμοποιήσει κατά των Αράβων. Το 665 τους πήρε μαζί του για την αντεπίθεση του στη Μικρά Ασία, όπου περί τους 5.000 Σλάβους λιποτάκτησαν στον εχθρό. Ήταν η πρώτη αλλά όχι η τελευταία περίπτωση που Σλάβοι επίστρατοι θα αποδεικνύονταν αναξιόπιστοι στο πεδίο της μάχης. Η συμπεριφορά τους ήταν μάλλον αναμενόμενη. Βιαίως συλληφθέντες και ενταχθέντες σε στρατιωτική υπηρεσία, έχοντας σταλεί σε ένα μέωπο μακριά από τις πατρίδες τους, προφανώς δεν είχαν διάθεση να ρισκάρουν τις ζωές τους για τον αυτοκράτορα. Οι πηγές δεν διευκρινίζουν αν υπήρξε κάποια μετεγκατάσταση Σλάβων στρατιωτών και των οικογενειών τους, και υπάρχει διχογνωμία για το εάν προηγήθηκε αποικισμός τους στην ανατολή πριν την εκστρατεία, ή αν απλώς μία σλαβική μονάδα από την Ευρώπη εστάλη στην Μικρά Ασία για να πολεμήσει. Η Ηλιάδη τείνει στην δεύτερη εκδοχή.

Λίγες δεκαετίες αργότερα όμως έχουμε την πρώτη διαπιστωμένη μετοικεσία. Το 688 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β’ θα εκστρατεύσει στη Θράκη κατά των εκεί σλαβικών φυλών και θα τους εγκαταστήσει στην άλλη ακτή του Ελλησπόντου, στην πόλη της Αβύδου. Η Άβυδος, ευρισκόμενη απέναντι από τη Σηστό, ήταν σημαντική πόλη της αρχαίας Τρωάδος/Μυσίας, σε εξαιρετικά στρατηγική θέση για τον έλεγχο των Στενών. Ο Ιουστινιανός πρέπει να είχε μεγάλες προσδοκίες για αυτό το αποικιστικό εγχείρημα. Αποκαλούσε τους Σλάβους αυτούς «περιούσιο» λαό και διόρισε κάποιον Νεβούλο ως αρχηγό τους, τους έδωσε δηλαδή μία κάποια διοικητική αυτοτέλεια. Τριάντα χιλιάδες από αυτούς θα στρατολογηθούν πολύ σύντομα στον πόλεμο κατά των Αράβων, αλλά ούτε τώρα θα φανούν αξιόπιστοι. Το 691/2 ο ρωμαϊκός στρατός ηττήθηκε από το Χαλιφάτο στην μάχη της Σεβαστόπολης (Αρμενία), με αποτέλεσμα 20.000 από τους Σλάβους να λιποτακτήσουν. Επρόκειτο για πολύ μεγάλη στρατιωτική απώλεια. Ο Ιουστινιανός (γενικότερα οργίλος και σκληρός σαν χαρακτήρας) διέταξε τη συγκέντρωση των οικογενειών των λιποτακτών στην τοποθεσία Λευκάτη της Νικομηδείας, όπου και σφαγιάστηκαν ως αντίποινα.

Κάπου εδώ αρχίζουν τα προβλήματα για τον ιστορικό. Ενώ η μαζική λιποταξία μνημονεύεται σε αρκετές, πηγές, η σφαγή των γυναικοπαίδων σημειώνεται μόνο στον Θεοφάνη, χρονογράφο γενικά προκατειλημμένο κατά του Ιουστινιανού Β’. Ακόμη, δεν υπάρχουν στοιχεία για το πόσο μεγάλο ήταν το σύνολο του σλαβικού πληθυσμού που μετοίκησε στη Μυσία, εάν 30.000 ήταν μόνο οι μάχιμοι άνδρες που χρησιμοποιήθηκαν στην δεδομένη εκστρατεία. Σλάβοι ιστορικοί δίνουν διαφόρους αριθμούς, από 80 μέχρι και 250.000. Τέτοιοι υπολογισμοί αμφισβητούνται ως υπερβολικά μεγάλοι. Το αδιέξοδο ίσως λύνει η αναφορά του Μιχαήλ του Σύρου, ο οποίος όμως γράφει μερικούς αιώνες αργότερα. Στην δική του εκδοχή οι Σλάβοι λιποτάκτες του 692 ήσαν 7.000, που οδηγεί στην θεωρία οι 20-30.000 να ήταν το σύνολο της κοινότητος.

Παρά την αναφορά για σφαγή των Σλάβων αμάχων από τους Ρωμαίους, μάλλον δεν υπήρξε συστηματική εξολόθρευση, πράγμα και δύσκολο και πέραν των ρωμαϊκών συμφερόντων. Στην εκστρατεία του 716-718 ( η οποία κατέληξε στη β’ πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως), ο Άραβες συνάντησαν και κατέλαβαν την «πόλη των Σλάβων» στη Μικρά Ασία. Άρα ή κάποιοι εξ Αβύδου επεβίωσαν, ή υπήρξε κι άλλος αποικισμός αργότερα.



Οι Σλάβοι του Οψικίου

Το δεύτερο μισό του 8ου αιώνος ο πολεμιστής αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε’ ο Κοπρώνυμος διεξήγαγε πολλαπλές εκστρατείες κατά των Βουλγάρων, καταφέροντας τους διαδοχικά και επώδυνα πλήγματα. Κατά τη διάρκεια εκείνων των πολέμων, σλαβικές φυλές καταφεύγουν στους Ρωμαίους για να γλιτώσουν από τη βουλγαρική απειλή. Έχουμε άρα την πρώτη οικειοθελή προσχώρηση στην αυτοκρατορία, μετανάστευση και όχι αιχμαλωσία. Ένα «πλήθος» (δηλ. συμπεριλαμβανομένων αμάχων) εγκαταστάθηκε περί τον ποταμό Αρτάνα, δυτικά του Σαγγαρίου στη Βιθυνία. Και εδώ ο αριθμός προκαλεί προβληματισμό; αν ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός πως η μεταγωγή τους από την Ευρώπη στη Μικρά Ασία θα έπρεπε να γίνει με πλοία, γίνεται εύκολα κατανοητό πως θα αποτελούσαν λογιστικό εφιάλτη για το ρωμαϊκό στόλο.

Αυτή η πληθυσμιακή μάζα, η οποία φαίνεται να εκχριστιανίσθηκε σύντομα, αποτέλεσε την βασική σλαβική κοινότητα της Μικράς Ασίας, στην περιοχή του θέματος Οψικίου. Το θέμα Οψικίου, από τα πρώτα που ιδρύθηκαν τον 7ο αιώνα, ήταν επίλεκτο σώμα ιππικό, αποτελούμενο από γεωργούς στρατιώτες.

Τους ακολούθους αιώνες δεν έχουμε στοιχεία για συγκεκριμένες μετακινήσεις Σλάβων στη Μικρά Ασία, εκτός από την αόριστη αναφορά πως τέτοιες διαδικασίες συνέβαιναν «πολλάκις». Ο Μιχαήλ Α’ Ραγκαβές (811-813) προχώρησε σε αποικισμούς Βουλγάρων σε διάφορες επαρχίες, δίχως όμως να αναφέρεται σε ποιες.

Το 820, αμέσως μετά την άνοδο του Μιχαήλ Β’ του Τραυλού στο θρόνο, ξέσπασε στη Μικρά Ασία μία πολύ σοβαρή στρατιωτική κίνηση, που θα εξελιχθεί σε κοινωνικό κίνημα. Ένας στρατηγός ονόματι Θωμάς ο «Σλάβος» ή «Σκλαβηνός» κήρυξε εαυτόν αυτοκράτορα και αποτέλεσε επί τριερία σοβαρή απειλή για την εξουσία της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Θωμάς, γεννημένος από ταπεινή οικογένεια στον ανατολικό Πόντο, συσπείρωσε τα φτωχά αγροτικά στρώματα εναντίον των ανωτέρων τάξεων. Αντιτάχθηκε επίσης στην πολιτικής της εικονομαχίας, που είχε μόλις επαναφέρει ο Μιχαήλ. Σλάβοι συνέρρευσαν στο πλευρό του Θωμά, όμως δεν τίθεται θέμα εθνικού χαρακτήρος της εξεγέρσεως του. Ο στρατός του αποτελείτο από σώματα «Αγαρηνών, Ινδών, Αιγυπτίων, Ασσυρίων, Μήδων, Αβασίων Ζηχών Ιβήρων, Καβείρων, Σκλάβων, Ούννων, Βανδήλων, Γετών… Λαζών τε και Αλανών, Χάλδων τε και Αρμενίων και ετέρων παντοίων εθνών». Ο εξωπραγματικός κατάλογος μοιάζει περισσότερο με γεωγραφική άσκηση παρά με ρεαλιστική απεικόνιση του στρατεύματος του Θωμά (ακόμη κι αν φανταστούμε πως Ινδοί και Μήδοι μισθοφόροι ίσως του παρασχέθηκαν από το Χαλιφάτο που τον εστήριζε, πως προέκυψαν Βάνδαλοι στη Μικρά Ασία του 9ου αιώνος;), δείχνει όμως πως δεν επρόκειτο περί εθνικού κινήματος. Άλλωστε η περιοχή με τους συμπαγεστέρους σλαβικούς πληθυσμούς στη Μικρά Ασία, το θέμα Οψικίου, παρέμεινε πιστό στον Μιχαήλ.

Τον 10 αιώνα, κυρίως μέσα από το «Περί Θεμάτων» έργο του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ζ΄, μαθαίνουμε για το σώμα «Σθλαβησιανών» ή «Σκλαβησιανών» του Οψικίου, το οποίο χρησιμοποιείται κατά των Σαρακηνών (220 ιππείς στην εκστρατεία της Κρήτης) και των Σλάβων της Πελοποννήσου. Στην δεύτερη περίπτωση αναφέρεται πως ο Ρωμανός Α’ Λεκαπηνός τους εμπιστευόταν με αρκετά για να τους χρησιμοποιήσει κατά των ομοφύλων τους, δεν έπαυσε όμως να φοβάται τυχόν αποστασία, φροντίζοντας να ικανοποιεί άμεσα και επίσημα (με χρυσόβουλο) τα αιτήματα τους. Αυτό σημαίνει πως ναι μεν υπήρξε μία ενσωμάτωση των Σλάβων της Μικράς Ασίας στη ρωμαϊκή κοινωνία και πίστη στο κράτος, η διατήρηση όμως μίας αισθήσεως σλαβικής καταγωγής και υποστάσεως δεν επέτρεπε εφησυχασμό. Παρά την άμεση και πλήρη ενσωμάτωση των Βιθυνών Σλάβων στο ελληνόγλωσσο εκκλησιαστικό σύστημα, φαίνεται πως ο πλήρης εξελληνισμός προχωρούσε αργά.

Πέρα από τα ιστορικά έγγραφα, μικρές πληροφορίες για τους πληθυσμούς των αποίκων μας δίνουν οι βίοι αγίων. Από τις τάξεις των Βιθυνών Σλάβων πρέπει να προήλθε ο ασκητής Ιωαννίκιος ο Μέγας (740-834). Σύμφωνα με το βίο του αγίου, ο οποίος αρχικά ήταν στρατιώτης του επιλέκτου τάγματος των εξκουβιτόρων, ο πατέρας του ονομαζόταν Μυριτζίκος, το γένος Βοΐλα-ονόματα σλαβικά. Ύστερα από την αποστρατεία του και έχοντας απορρίψει το εικονομαχικό δόγμα του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ε’, ο Ιωαννίκιος μόνασε στον Όλυμπο της Βιθυνίας, μείζον κέντρο του ελληνορθοδόξου μοναχισμού.

Αυτή η παρουσία ενός (πιθανώς) σλαβογενούς στις μονές του Ολύμπου γέννησε μία σειρά από θεωρίες. Μεταξύ άλλων, στον Όλυμπο ασκήτευσαν για ένα διάστημα οι διάσημοι απόστολοι των Σλάβων, οι Θεσσαλονικείς αδελφοί Κωνσταντίνος-Κύριλλος και Μεθόδιος. Άρα, μήπως εκεί ήρθαν σε επαφή με τις σλαβικές γλώσσες και όχι στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης; Ο ιστοριοδύφης Σωκράτης Λιάκος (ο οποίος έχει μεταξύ άλλων ασχοληθεί με την καταγωγή των Βλάχων και των αρχαίων Μακεδόνων) διατείνεται πως η μετάφραση του Ευαγγελίου που κατήρτισαν οι δύο αδελφοί στην Μοραβία βασίστηκε στην «σλαβορούσσικη» της Βιθυνίας, επαρχίας «ολοκληρωτικά εκσλαβισμένης», κάνει δε παραλληλισμούς με πηγές που αμφισβητούν την ελληνική/ρωμαίικη καταγωγή των αποστόλων. Για την Ηλιάδη αυτοί ο ισχυρισμοί είναι «υπερβολικοί» και «μονόπλευροι».

Τα τελευταία στοιχεία

Κατά τη διάρκεια του 11-12ου αιώνος η παρακμή της ρωμαϊκής ισχύος στην Ευρώπη έδωσε την ευκαιρία στα σερβικά κρατίδια να εξεγερθούν κατά της Κωνσταντινουπόλεως και να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους, συχνά σε συνεργασία με την περιφερειακή δύναμη της Ουγγαρίας. Οι Κομνηνοί βασιλείς της αναστηλώσεως, ο Αλέξιος Α’, ο Ιωάννης Β’ και ο Μανουήλ Α’, όλοι χρειάστηκε να εκστρατεύσουν κατά των Σέρβων για να τους καθυποτάξουν και να εξασφαλίσουν τα βορειοδυτικά τους σύνορα.

Σε έναν από αυτούς τους πολέμους, το 1139/30, ο Ιωάννης Κομνηνός, έχοντας επιβληθεί των στασιαστών, έσυρε απροσδιόριστο αριθμό Σέρβων στην αιχμαλωσία, εγκαθιστώντας τους στη Βιθυνία. Πρέπει να ήταν πληθυσμός ενός κάποιου μεγέθους, γιατί περίπου 70 χρόνια αργότερα διατηρούσαν την ιδιαιτερότητα τους. Στη συμφωνία Partitio Romaniae, που συνομολόγησαν οι αρχηγοί της Δ’ Σταυροφορίες για να καθορίσουν το διαμελισμό της ανατολικής αυτοκρατορίας λίγο πριν την άλωση του 1204, αναφέρονται ως διακριτή περιοχή τα «Σερβοχώρια» της Μικράς Ασίας. Τα τοπωνύμια μπορούν να λειτουργήσουν πολύ διαφωτιστικά στην εθνογραφική ιστορική μελέτη, όμως είναι ανοικτά σε παρερμηνείες. Η Ηλιάδη διαφωνεί, π.χ., με την ερμηνεία πως η επισκοπή Γορδοσέρβων Μικράς Ασίας έχει κάποια σχέση με Σέρβους ή τα μεταγενέστερα Σερβοχώρια, ή πως η πόλη Σαγουδάοι συνδέεται με την σλαβική φυλή των Σαγουδάτων της Μακεδονίας. Πάντως, ενώ η Ελλάδα βρίθει σλαβικών τοπωνυμίων, δε μας σώζονται σήμερα αντίστοιχα σλαβικά στη Μικρά Ασία.

Από εκείνο το σημείο τα ίχνη των Βιθυνών Σλάβων χάνονται στην ιστορία. Ας μην ξεχνάμε πως τον 11-15ο αιώνα η Μικρά Ασία βίωσε την τρομερή δοκιμασία των τουρκικών εισβολών και του εξισλαμισμού. Αναμφισβήτητα κάποιοι θα χάθηκαν, κάποιοι θα έφυγαν πρόσφυγες προς τη δύση και άλλοι θα υποτάχθηκαν, εξισλαμίστηκαν, εκτουρκίστηκαν. Οι απόγονοι τους θα ευρίσκονται, μάλλον, μεταξύ των συγχρόνων Τούρκων και Ελλήνων εκ Μικράς Ασίας. Για όσο έζησαν όμως σαν αυτοτελής ομάδα, οι Σλάβοι της Ανατολής υπήρξαν μία από τις πολλές ψηφίδες της μεσαιωνικής ρωμαϊκής κοινωνίας.

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος
φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.com)