Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

Αιώνες μας φροντίζει η Αγία Παρασκευή. Αγία Παρασκευή, θυγατέρα του Φωτός, φώτιζε τις καρδιές μας με το υπέρλαμπρο Φως της Πίστεώς μας και είθε να ζούμε ως φάροι φωτός του Χριστού σ΄ αυτόν τον κόσμο.

Τῇ ΚϚ´ τοῦ αὐτοῦ μηνὸς Ἰουλίου , μνήμη τῆς Ἁγίας Ὁσιομάρτυρος τοῦ Χριστοῦ Παρασκευῆς. (†138-161)

Στίχοι
Θεῷ παρεσκεύασας ἁγνὸν ὡς δόμον,
Σαυτὴν ἄγουσα, Σεμνή, εἰς κατοικίαν.
Παρασκευὴν ἔκτανεν εἰκάδι χαλκὸς ἐν ἕκτῃ.

Θυμάσαι που ανακαίνισες το Εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής;
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Παρασκευὴ ἡ Ὁσιομάρτυς _St. Paraskevi the Great_ Святая Параскева Пятница _sf_parascheva_de_la_roman 

Άλλοτε ο όσιος φώναξε κάποιον « Έλα, Λαμπάκη!» Ο άνθρωπος ξαφνιάστηκε, γιατί έτσι τον φώναζε μόνο η μητέρα του. Έπειτα ο Όσιος τον κέρασε, κάθισε δίπλα του και τον χάϊδεψε στο κεφάλι. Εκείνος από ευαισθησία ένοιωσε άσχημα και σχεδόν συντετριμμένος είπε
– Γέροντα, μη με ακουμπάς, είμαι λερωμένος, είμαι παλιάνθρωπος.
– Ναι, του είπε ο Όσιος, αλλά θυμάσαι, Λαμπάκη μου, τότε που σκοτώθηκε ο τάδε σε τροχαίο, και εσύ ανέλαβες να βοηθήσεις την οικογένειά του και να μορφώσεις τα παιδιά του; Θυμάσαι τότε που ο τάδε έπαθε καρδιακή προσβολή, και εσύ πήρες ειδικό αεροπλάνο και τον μετέφερες σε νοσοκομείο στο εξωτερικό; Θυμάσαι τότε που πήγες πάνω σ΄ εκείνο το βουνό της Αγίας Παρασκευής και είδες μέσα στο Εκκλησάκι πρόβατα και έδιωξες από εκεί τους βοσκούς και τους έδωσες χρήματα να πάνε αλλού τα κοπάδια τους; Θυμάσαι που ανακαίνισες αυτό το Εκκλησάκι; Θυμάσαι…; Αυτά λίγα τα θεωρείς;
– Αυτά δεν είναι τίποτε, έλεγε εκείνος ταπεινά.
Εμείς έχουμε άλλα κριτήρια, και ο Θεός έχει άλλα, του είπε ο Γέροντας.
– Έχω πολλές αμαρτίες, Γέροντα, επέμενε εκείνος.
– Ναι, αλλά αυτά, αν τα ζυγίσης, αξίζουν πιο πολύ, γιατί η προαίρεση μετράει, είπε ο Όσιος.
Του έφτιαξε και καφέ, βγήκε μαζί του και φωτογραφία και τον ξεπροβόδισε με πολλή αγάπη. Ο άνθρωπος έφυγε με την απόφαση να διορθώση όσα βάραιναν την συνείδησή του.
Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης. Έκδοση του Ιερού Ησυχαστήριου “Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος”. Σουρωτή Θεσσαλονίκης, σελ. 498-9

***

– Μόνον ο Θεός είναι πανταχού παρών· οι Άγιοι πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο με τέτοια ταχύτητα, που οι αποστάσεις καταργούνται· δεν υπάρχουν γι’ αυτούς κοντινές ή μακρινές αποστάσεις. Όταν ήμουν στο Σανατόριο, ήταν ένας, ο καημένος, χρόνια άρρωστος – Χαράλαμπο τον έλεγαν. Είχε αρραβωνιασθή και μια νοσοκόμα από το Σανατόριο. Τότε οι γιατροί δεν είχαν τα μέσα για την θεραπεία της φυματίωσης, και κινδύνευε να πεθάνη. Η μάνα του, πάνω στον πόνο της, πήγε σε ένα Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, για να προσευχηθή. Εν τω μεταξύ αυτόν τον είχαν στην εντατική και δεν άφηναν ούτε την αρραβωνιαστικιά του να μπή μέσα. Κάποια στιγμή την παίρνει τηλέφωνο η μάνα του και της λέει: «Μη στενοχωριέσαι. Η Αγία Παρασκευή μου είπε ότι ο Χαράλαμπος θα γίνη καλά. Μου είπε ακόμη: “Τώρα πάω και στο Σανατόριο της Λαμίας· κινδυνεύει κι εκεί κάποιος”». Εκείνη την ώρα ο άρρωστος έγινε καλά. Τηλεφωνεί μετά η νοσοκόμα στο Σανατόριο της Λαμίας και ακριβώς εκείνη την ώρα κάποιος που κινδύνευε εκεί έγινε καλά ως εκ θαύματος. Με τί ταχύτητα πήγε η Αγία! Αν έτρεχε ένα αυτοκίνητο με τέτοια ταχύτητα, θα είχε διαλυθή. Εκείνη ούτε βενζίνη σούπερ έκαψε, ούτε τα λάστιχα χάλασαν!
Αυτή είναι και η δουλειά όλων γενικά των Αγίων· να βοηθούν και να προστατεύουν εμάς τους ταλαίπωρους ανθρώπους από τους ορατούς και αοράτους πειρασμούς. Δική μας δουλειά είναι, όσο μπορούμε, να ζούμε πνευματικά, να μη στενοχωρούμε τον Χριστό, να ανάβουμε το καντηλάκι στους Αγίους και να τους παρακαλούμε να μας βοηθούν. Σε αυτήν την ζωή έχουμε ανάγκη βοηθείας, για να μπορέσουμε να πάμε κοντά στον Χριστό… Το θαύμα είναι μυστήριο· μόνο ζήται και δεν εξηγείται· το μυαλό δεν μπορεί να το ερμηνεύση.

***

Ὁσιοπαρθενομάρτυς Παρασκευή
μακαριστός π. Ἀνανίας Κουστένης

Παρασκευή_Paraskevi_Параскева Римская_001 

Σήμερα θὰ ποῦμε λίγα λόγια γιὰ τὴν Ὁσιοπαρθενομάρτυρα Παρασκευή. Ἔρχεται ἀπ’ τ’ ἀρχαῖα Χριστιανικὰ χρόνια, ἀπὸ τὴν κοσμοκράτειρα Pώμη. Ἔζησε τὸν 2ο αἰῶνα καὶ ἔλαμψε. Ἔγινε ἱεραπόστολος. Eἶχε μεγάλο ζῆλο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν Xριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Ἔμαθε τὶς Θεῖες Γραφὲς εἰς τὸ ἐντελές, καὶ σύχναζε στοὺς ναούς. Kαὶ αὐτὸ τῆς ἔκανε μέγα καλό, γιατὶ δαπάνησε ὅλα τὰ ἀγαπητικά της στοιχεῖα στὴ λατρεία καὶ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, κι αὐτὸ λειτούργησε θετικὰ καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Διότι ὅποιος ἀγαπάει τὸν Θεό, ἀγαπάει καὶ τὸν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό, καὶ σὰν ἐκοιμήθησαν οἱ γονεῖς της, Ἀγάθων καὶ Πολιτεία, ποὺ τὴν ἐμεγάλωσαν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Kυρίου,» κι ἦταν τότε εἴκοσι ἐτῶν, μοίρασε τὴν περιουσία της καὶ πῆρε τοῦ ἱεραποστόλου τὸ ραβδὶ καὶ γύριζε στὶς πόλεις τῆς Ἰταλίας καὶ στὰ χωριά, κι ἐκήρυττε τὸν Xριστό. Παρότι διωγμοί, ἐκείνη ἦτο γενναία, καὶ ἀκλόνητος καὶ ἀτρόμητος, κι ἔφερε ἀμέτρητους στὸν Xριστό.
Tὴν κατέδωσαν στὸν αὐτοκράτορα Ἀντωνῖνο τὸν Εὐσεβῆ, ὅτι κηρύττει τὸν Xριστὸ μὲ θάρρος καὶ παρρησία, μιὰ παιδούλα, μόλις εἴκοσι ἐτῶν. Kι ἐκεῖνος, τότε, διέταξε καὶ τὴν συνέλαβαν καὶ τὴν ἔφεραν μπροστά του. Θαύμασε τὴν ὡραιότητά της, τὸ θάρρος της καὶ τὴν ἀνδρεία της. Λίγες γυναῖκες εἶχε δεῖ στὴ ζωή του, σὰν τὴν Ἁγία Παρασκευή. Tότε τὴν κολάκεψε καὶ τὴν παρεκάλεσε ν’ ἀλλάξει τὴν πίστη της, καὶ νὰ ἔλθει στοὺς θεούς του. Kι ἐκείνη τοῦ εἶπε: «Bασιλιᾶ μου, θεοὶ ποὺ δὲν ἔφτειαξαν τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ, ἂς πᾶ νὰ χαθοῦνε.» Kι ἐκεῖνος ἐθαύμασε καὶ συνάμα τὴν ὑπέβαλε σὲ μαρτύρια, ἀφοῦ δὲν θέλησε ν’ ἀλλάξει. Πυράκτωσε μιὰ περικεφαλαία καὶ τὴ φόρεσε στὸ κεφάλι τῆς Ἁγίας. Ἐκείνη, ὅμως, ἔμεινε ἀσινὴς καὶ ἀλώβητος. Δὲν ἔπαθε τίποτα. Δροσίστηκε ἐκεῖ μέσα. Αὐτὴ εἶν’ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Δύναμή Του! Oἱ εἰδωλολάτραι εἶδαν τὸ θαῦμα, καὶ πολλοὶ ξεκλειδώθηκαν καὶ πίστεψαν στὸ Xριστό. Kι ὁ αὐτοκράτορας τοὺς ἀποκεφάλισε καὶ τοὺς ἐθανάτωσε, καὶ πῆγαν στὸν Παράδεισο.
Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ ἔριψε στὴ φυλακὴ τὴν Ἁγία, μήπως ἀλλάξει, τὴν ἔριψε ἁλυσοδεμένη, Ἄγγελος Kυρίου τὴν ἀπήλλαξε τὴ νύχτα καὶ τὴν ἐλευθέρωσε. Τὴν ἄλλη μέρα ἦλθε ξανὰ μπροστὰ στὸν αὐτοκράτορα Ἀντωνῖνο καὶ ἐκεῖνος ἐθαύμασε. Tῆς εἶπε ν’ ἀλλάξει, δὲν θέλησε. Kι ἄναψε φωτιὰ σ’ ἕνα καζάνι, μὲ πίσσα καὶ λάδι, καὶ ἔβραζε. Kαὶ τὴν ἔριξε μέσα. Ἐκεῖ, ὅμως, ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ τὴν κράτησε ἄθικτη. Ἐθαύμασε ὁ αὐτοκράτωρ καὶ λέει: «Tί λές, ρὲ παιδί μου. Mήπως δὲν ἐθερμάνθηκε τὸ ἔλαιον καὶ ἡ πίσσα; Γιά, ρίξε μου λίγο στὸ πρόσωπο. Pίξε λίγο ἐπάνω μου.» Παίρνει ἡ Ἁγία καὶ τοῦ ρίχνει. Tὸν πέτυχε στὰ μάτια. Kι ἔμεινε τυφλός. Στενοχωρήθηκε τὰ μέγιστα ὁ αὐτοκράτωρ. Καὶ τὴν παρεκάλεσε νὰ τὸν θεραπεύσει. Kι ἐκείνη, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Xριστοῦ, τοῦ ἄνοιξε τὰ μάτια. Ἀπὸ τότε ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἀνοίγει μάτια ψυχικά, ἀλλὰ καὶ θεραπεύει καὶ μάτια σωματικά. Eἶναι προστάτις τῶν ὀφθαλμῶν τῶν ἀσθενούντων. Eἶναι μεγάλη ὑπόθεση αὐτὴ καὶ πολὺ σπουδαῖο.
Kαὶ λέει ἡ παράδοση ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ Ἀντωνῖνος, ἀπὸ τοὺς καλυτέρους τῆς Pωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἀφοῦ ὀνομάσθηκε καὶ Πῖος, Εὐσεβής, πίστεψε στὸν Xριστό, αὐτὸς καὶ ὅλη ἡ φαμελιά του καὶ οἱ ἀκόλουθοί του. Kαὶ σταμάτησε τοὺς διωγμοὺς τῆς Ἐκκλησίας. Eἶναι ἀπ’ τὰ καλύτερα χρόνια τῆς Pωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἡ βασιλεία τοῦ Ἀντωνίνου τοῦ Πίου, τοῦ Εὐσεβοῦς. Καὶ ἄφησε ἐλεύθερη τὴν Ἁγία. Ἐκείνη ἔκατσε φρόνιμα; Ὄχι. Ἔτρεξε μακριά. Κατὰ τὴν παράδοση ἔφθασε καὶ μέχρι τὴ Θεσσαλονίκη καὶ πέρασε τὰ Tέμπη. Ἔκαμε θαύματα. Γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖ στὰ Tέμπη ὑπάρχει τὸ ὄμορφο, σήμερα, ἐκκλησάκι της. Πού ’ναι χρόνια καὶ χρόνια φύλακας ἐκεῖ καὶ παρηγοριὰ μεγάλη. Πῆγε καὶ σ’ ἄλλους, λοιπόν, τόπους ἡ Ἁγία, καὶ ἔφτασε σὲ διοικητάς, ὅπως στὸν Ἀσκληπιὸ καὶ στὸν Tαράσιο, ὁμολόγησε τὴ Χριστιανικὴ πίστη, ὁ Ἀσκληπιὸς τὴν πίστεψε, γιατὶ σκότωσε ἕνα δράκοντα μεγάλο, καὶ ἔφερε στὴν πίστη ἀμέτρητους, πίστεψε κι ἐκεῖνος, ἀλλὰ ὁ Tαράσιος, ἀργότερα, σὲ ἄλλη πόλη, τὴν ὑπέβαλε σὲ μαρτύρια φρικτὰ καὶ στὸ τέλος τὴν ἀποκεφάλισε. Καὶ πέταξε ἡ ὑπέροχη ψυχή της στὰ οὐράνια. Mὰ ποτὲ δὲν ἄφησε τὴ γῆ μας καὶ τὴν Ἐκκλησία τὴν ἐπίγεια, τὴν ἄκτιστη.
Aἰῶνες μᾶς φροντίζει ἡ Ἁγία Παρασκευή. Στὰ χρόνια τοῦ λεγόμενου ἐμφυλίου πολέμου, ἦταν στὰ μέρη μας ἐκεῖ καὶ γύριζε ἡ Ἁγία, ὡς μία καλογραῖα, καὶ ζήταγε λάδι κι ἔδινε συμβουλὲς κι ἐνίσχυε τὴν πίστη καὶ φρόντιζε. Kι ὅταν οἱ ἄπιστοι κτύπησαν τὴν πατρίδα, ἐκεῖ, τῆς Δημητσάνης, ἡ Ἁγία ἦταν μπροστά τους καὶ τοὺς ἐμπόδιζε. Tὴν βλέπανε οἱ ἴδιοι καὶ πίστεψαν μετά. Καὶ ψάχναν νὰ βροῦν εἰκονίσματά της, νὰ τὴν ἀσπαστοῦν καὶ νὰ τὴν εὐχαριστήσουν.
Kι εἶναι, λοιπόν, καὶ προστάτις τῶν ἀσθενούντων ὀφθαλμῶν. Kαὶ γι’ αὐτὸ ἂς ἔχομε τὴν εὐχὴ καὶ τὴ χάρη της. Kι ὅσοι καὶ ὅσες γιορτάζουν, ἂς ἔχουν Χρόνια Πολλά.
Ἀρχιμανδρίτης Ἀνανίας Κουστένης, Θερινὸ Συναξάρι, Τόμος Β´.

***

Διηγούνταν ο πατήρ Εφραίμ Κατουνακιώτης το 1979 μεταξύ άλλων…
Προ πέντε ετών (δηλαδή το 1974) πήγε στη Μονή Κουτλουμουσίου* ένας τυφλός και όταν προσκύνησε την κάρα της αγίας Παρασκευής, αυτή ευωδίασε και ο τυφλός αμέσως είδε και κρέμασε τα γυαλιά του εκεί.
*(μέρος της κάρας της αγίας φυλάσσεται και στην Ι.Μ Πετράκη, απέναντι από το Νοσοκομείο Ευαγγελισμός στην Αθήνα)

***

Η εμφάνιση της Αγίας Παρασκευής στην μοναχή Χριστονύμφη
της Mονής Aγίας Παρασκευής Ροδολίβος Σερρών.

Παρασκευὴ ἡ Ὁσιομάρτυς _St. Paraskevi the Great_ Святая Параскева Пятница _ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2 

Μία φορά της εμφανίσθηκε η Αγία Παρασκευή. Μεταξύ άλλων της αποκάλυψε ότι κάπου εκεί πίσω από το μοναστήρι υπάρχει άγιασμα της Ζωοδόχου Πηγής και ήταν παρατημένο. Δε χάνει καιρό, τρέχει αμέσως. Επισημαίνει τον τόπο και δώστου να σκάβει, να σκάβει ώσπου για μία στιγμή, να και ξεπήδησε το άγιασμα. Φανταστείτε πόση η χαρά της Χριστονύμφης. Το ανακοινώνει αμέσως στην γερόντισσα και με την ευλογία της, με δική της πρωτοβουλία καθαρίζει τον τόπο, πού ήταν γεμάτος θάμνους και βάτα. Τον καλλωπίζει και μάλιστα τον είχε κοσμήσει με διάφορα δεντράκια. Αργότερα, στον τόπο της πηγής χτίσθηκε και ένα μικρό, ωραίο εκκλησάκι, αφιερωμένο στη Ζωοδόχο Πηγή.’

Την εποχή του ανταρτοπόλεμου, κατέβαιναν οι αντάρτες από το βουνό και κρυβόντουσαν έξω από το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, μέσα στους θάμνους για να προμηθευθούν τρόφιμα. Το κελί της μοναχής Χριστονύμφης ήταν ισόγειο. Εκεί γύρω ήσαν και άλλα 4-5 κελιά πού έμεναν οι αδελφές. Εκεί ήταν και η τράπεζα και ένα κελί μεγάλο γεμάτο εικόνες όλος ο τοίχος. Το είχανε σαν εκκλησία. Εκεί μαζευόντουσαν οι αδελφές, ακριβώς στις 12 τα μεσάνυχτα και διάβαζαν μόνο το μεσονυκτικό, σύμφωνα και με το τροπάριο «ιδού ό Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Μετά οι αδελφές κοιμόντουσαν λίγο και ξυπνούσαν πάλι όρθρου βαθέως κατά την τάξη, για την ακολουθία του όρθρου.
Η αδελφή Χριστονύμφη πριν το μεσονυκτικό καθημερινά πήγαινε στην εκκλησία πού ήταν σέ απόσταση από τα κελιά και άναβε πάντοτε τα καντήλια. Μία φορά όμως τους είχε λείψει το λάδι, διότι ελαιώνα δικό τους δεν είχαν. Στην αδελφή Χριστονύμφη φαινόταν πολύ άβολο να μένουν τα καντήλια σβηστά. Αποφασίζει και παίρνει ευλογία από το Δεσπότη και τρέχει στη Θάσο. Δεν άργησε να γυρίσει με του κόσμου τα δοχεία με φρέσκο λάδι.

Κι όμως πάλιν η γερόντισσα για τον φόβο των ανταρτών, της απαγόρευσε να ανάβει τα καντήλια της εκκλησίας την νύκτα. Η αδελφή Χριστονύμφη, έχοντας εμπιστοσύνη στην Αγία δεν φοβόταν, όμως χάριν υπακοής προς την γερόντισσα μετά πολλής λύπης έπαυσε να ανάβει τα καντήλια. Ένα βράδυ σηκώθηκε νωρίς για ν’ αρχίσει τον συνηθισμένο κανόνα στο κελί της. Ποιος ξέρει όμως εκείνη την ώρα τί να σκέφθηκε μέσα της. Να, έλεγε «αχ, άραγε τί ωραία και να άναβα τα καντηλάκια της εκκλησίας μας, αλλά συγχώρεσε με Αγία μου γιατί δεν έχω ευλογία από την γερόντισσα».

Βρισκόμενη μέσα σέ αυτή την περισυλλογή, να και χτυπάει η πόρτα και ακούεται μία φωνή «δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών».
— Ποιος είναι τέτοια ώρα;
— Άνοιξε αδελφή, είμαι η αδελφή Συγκλητική.
Της ανοίγει και κάπως ανήσυχη την ρωτά:
— Τί συμβαίνει, αδελφή, και χτυπάς τέτοια
ώρα;
Γιατί, αδελφή Χριστονύμφη, αφήνεις τώρα σβυστά τα καντήλια;
Συγγνώμη αδελφή, δεν έχω ευλογία από την γερόντισσα.
Και η άλλη της λέει επιτακτικά:
Όχι, κακώς. Πρέπει να πηγαίνεις να τα ανάβεις.
Αυτά της είπε και έφυγε. Και ναι μεν συμφωνούσε και η αδελφή Χριστονύμφη, αλλά όμως η υπακοή είναι ανώτερη. Όμως δέ χάνει καιρό, τρέχει το πρωί στην γερόντισσα «το και το, μου είπε η αδελφή Συγκλητική, όμως εσύ ότι πεις γερόντισσα, χωρίς την δική σου ευλογία δεν τα ανάβω». Πειραγμένη κάπως η ηγουμένη, φωνάζει την αδελφή Συγκλητική και της λέει: «Με ποιό δικαίωμα μπαίνεις εσύ στα καθήκοντα της ηγουμένης;» Ή αδελφή όμως παραδόξως ξαφνιασμένη απαντά «εγώ γερόντισσα, το λέτε σοβαρά; ούτε πέρασα από το κελί της αδελφής, ούτε ιδέαν έχω για τέτοιο θέμα. Που ως που εγώ, χωρίς την ευλογία σου να της πω να ανάβει τα καντήλια ;»
Τότε κατάλαβε η ηγουμένη ότι δεν ήταν η Συγκλητική, αλλά η ιδία η Αγία Παρασκευή που μίλησε με την Χριστονύμφη. «Αφού η Αγία Παρασκευή σέ προστατεύει παιδί μου» λέγει στη Χριστονύμφη, «ποιά είμαι εγώ να σέ εμποδίσω; Έχεις ευλογία να τα ανάβεις κάθε μέρα». Φανταστείτε πόση ήταν η χαρά της μοναχής Χριστονύμφης. Όχι μόνο διότι είχε ευλογία να ανάβει τα καντήλια, αλλά πολύ περισσότερο, όταν εννόησε ότι αξιώθηκε να δει οφθαλμοφανώς και να συνομιλήσει με την Αγία Παρασκευή. Έκτοτε και σέ όλη τη διάρκεια του ανταρτοπόλεμου τα άναβε ανελλιπώς και ποτέ δεν συνάντησε μπροστά της κανένα αντάρτη.

***

Θαυμαστό γεγονός στο Κορωπί ανήμερα της Αγίας Παρασκευής
“Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού” (Ψαλμ. 67, 36).

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης  οΠαρασκευὴ ἡ Ὁσιομάρτυς _St. Paraskevi the Great_ Святая Параскева Пятница _ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2Η μαρτυρία της οικογένειας έχει ως εξής:
Υπάρχει στο Κορωπί ένα παντρεμένο ζευγάρι όπου ο άντρας είναι το πιστό μέλος της οικογένεια και η γυναίκα του είναι άπιστη και είρων της πίστης.
Ο άντρας είχε πολύ μεγάλη ευσέβεια στην Αγία Παρασκευή. Πάντα στην παραμονή και ανήμερα τις εορτής της άναβε το καντήλι στο σπίτι του. Αντίθετα η σύζυγος του δεν το άναβε ποτέ. Την ημέρα λοιπόν της εορτής της σηκώθηκε πρωί – πρωί και αφού άφησε την γυναίκα του και την πεθερά του να κοιμούνται, ντύθηκε και με προσοχή έφυγε από το σπίτι για την Εκκλησία. Έκλεισε και την εξώπορτα και την κλείδωσε δυο φορές.
Πήγε λοιπόν στην εκκλησία και αφού λειτουργήθηκε γύρισε πίσω για το σπίτι. Μόλις έφτασε βρήκε τις δυο γυναίκες τρομοκρατημένες και πανικοβλημένες. Τις ρώτησε τι είχε συμβεί και αυτές τον ρώταγαν εάν το πρωί που έφυγε κλείδωσε την πόρτα του σπιτιού. Η απάντηση του άνδρα ήταν “βεβαίως και την κλείδωσα αφού ξέρουμε εδώ στο Κορωπί τι πρόβλημα έχουμε με τους κλέφτες και τους κακοποιούς.”
-Γιατί είστε τόσο ανήσυχες όμως τις ρώτησε ο σύζυγος.
-Να, του λένε, μόλις έφυγες μετά από λίγο ακούσαμε να ξεκλειδώνεται η πόρτα. Δυο φορές κρακ, κρακ. Κοκαλώσαμε!!! Είδαμε τότε μπροστά μας μια γυναίκα να μπαίνει μέσα στο σπίτι με μαύρα ρούχα, ψιλή, πολύ όμορφη, να μας κοίτα αμίλητη και να πηγαίνει στο δωμάτιο που είναι η καντήλα. Πηγαίνει λοιπόν εκεί, παίρνει το καντήλι πηγαίνει κατόπιν στην κουζίνα βάζει λάδι, βάζει λουμινάκι και το ανάβει. Το παίρνει το καντηλάκι και το τοποθετεί πάλι στο δωμάτιο. Μας κοιτά με πολύ αυστηρό τρόπο και μας λέει, «σήμερα είναι η εορτή μου», και φεύγει πάλι από όπου ήρθε.
Οι γυναίκες ήταν συγκλονισμένες δεν μπορούσαν να μιλήσουν καθόλου με αυτό το θαυμαστό γεγονός που τους συνέβη. Ο δε άντρας είχε συγκινηθεί από αυτό το Θαύμα που έκανε η Αγία Παρασκευή στην άπιστη γυναίκα του.

***

Ἄθεος σὲ παραμεθόριο χωριὸ καταθρυμμάτισε θαυματουργὴ Εἰκόνα ἀλλὰ πέθανε τὴν ἑπόμενη ἡμέρα

Παρασκευή_Paraskevi_Параскева Римская_ΠΑΡΑΣΚΕΥΗimage1 

Πρόκειται γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Περικλέους Ἀργυρίου, ὁ ὁποῖος ἔλαβε χώρα στὸ χωριὸ Πράσινο ἤ Τύρνωβο τοῦ Νομοῦ Φλωρίνης. Τὸ ἱστορικὸ τοῦ θανάτου αὐτοῦ ἔχει ὡς ἑξῆς:
Ὁ Ἀργυρίου διακήρυττε σὲ ὅλο τὸ χωριὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει θρησκεία, δὲν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ πιστεύει σὲ τίποτε. Σημειωτέον, ὅτι αὐτὸς παρέμεινε ἐπὶ ἀρκετὰ χρόνια στὴν Πολωνία, ὅπου εἶχε καταφύγει μετὰ τὴν συντριβὴ τοῦ συμμοριτοπολέμου καὶ ἐπανῆλθε κατόπιν στὸ χωριό του.
Κάποια στιγμὴ κλήθηκε ἀπὸ τὴν Ἐνοριακὴ Ἐπιτροπὴ νὰ κάνει ὁρισμένες ἐπισκευὲς στὴν στέγη τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ χωριοῦ καὶ τοῦ συστήθηκε νὰ εἶναι προσεκτικός, διότι ἐντὸς αὐτοῦ ὑπῆρχαν Εἰκόνες μεγάλης ἀξίας, στὶς ὁποῖες προσερχόταν πλῆθος πιστῶν ἀπὸ ὅλη τὴν περιοχὴ καὶ προσευχόταν. Ὁ ἄθεος ὅμως Ἀργυρίου τοὺς ἀπάντησε εἰρωνικά:
-Πιστεύετε στὰ χρωματισμένα σανίδια!… Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια καὶ ἄλλα παρόμοια ὁ Περικλῆς Ἀργυρίου ἐπιδόθηκε στὴν ἐργασία του. Κατάπληκτοι ὅμως οἱ συγχωριανοί του κατὰ τὸ μεσημέρι διαπίστωσαν, ὅτι αὐτὸς ἔσπασε τὴν θαυματουργὴ Εἰκόνα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἡ ὁποία βρισκόταν ἐντὸς τοῦ Ναοῦ! Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐξόργισε τοὺς φιλόθρησκους κατοίκους τοῦ Πρασίνου καὶ ὅλοι κατηγοροῦσαν τὸν ἱερόσυλο.

Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, ὁ Ἀργυρίου πῆγε γιὰ νὰ συναντήσει ὁμάδα συγχωριανῶν του, γιὰ νὰ μεταβεῖ σὲ νέα ἐργασία. Ὅταν ἄρχισε νὰ συνομιλεῖ μαζί τους, εἶπε σὲ μία στιγμή:
-Παιδιά, ἐγὼ θὰ πεθάνω σήμερα!

Ἡ προαίσθηση τοῦ ἀθέου ἐργάτου ἔκανε ἐντύπωση σ΄ ὅλους, διότι εἶχε γίνει γνωστὸ τὸ σπάσιμο τῆς Εἰκόνος στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ οἱ συγχωριανοί του πίστευαν ὅτι ἀργὰ ἤ γρήγορα ἡ θεία Πρόνοια θὰ τὸν τιμωρήσει γιὰ τὴν ἀσέβειά του.
-Πιστεύω πὼς θὰ πεθάνω, συνέχισε ὁ Ἀργυρίου, διότι τὸ ὄνειρο ποὺ εἶδα μιλάει καθαρά. Παρουσιάσθηκε μπροστά μου ἕνας ἀξιωματικὸς μὲ καμμιὰ δεκαριὰ στρατιῶτες καὶ μοῦ εἶπε: «Γι΄ αὐτὸ ποὺ ἔκανες σήμερα θὰ δικασθεῖς καὶ ἴσως καταδικασθεῖς σὲ θάνατο»!

Σὲ λίγο ὁ Ἀργυρίου ἀποχώρησε ἀπὸ τὸν ὅμιλο τῶν συγχωριανῶν του διότι, ὅπως εἶπε, δὲν αἰσθανόταν καλὰ καὶ πῆγε στὴν οἰκία του.
Ἐκεῖ, συναντήθηκε μὲ τὶς δύο κόρες του, τὶς ἔστειλε σὲ ἀγροτικὴ ἐργασία καὶ ἔπεσε σ΄ ἕνα κρεββάτι. Ὅταν οἱ κόρες του ἐπέστρεψαν στὸ σπίτι, βρέθηκαν πρὸ ἀνατριχιαστικοῦ θεάματος: Ὁ πατέρας τους βρισκόταν στὸ πάτωμα νεκρός! Τὰ μάτια του ἦταν ἐξογκωμένα καὶ φαινόταν σ΄ αὐτὰ μία ἔκφραση τρόμου, τὸν ὁποῖο θὰ δοκίμασε ὁ ἀποθανὼν στὶς τελευταῖες του στιγμές. Τὸ πουκάμισό του ἦταν κατασχισμένο καὶ ὁ λαιμός του καὶ τὸ στῆθος του ἔφεραν βαθειὲς καὶ μεγάλες «νυχιές», ποὺ προξένησε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια ὁ μελλοθάνατος λίγες στιγμὲς προτοῦ νὰ ὑποκύψει. Οἱ φωνὲς τῶν κοριτσιῶν συγκέντρωσαν ἀμέσως στὸ σπίτι ὅλο τὸ χωριὸ καὶ οἱ πάντες ἄρχισαν νὰ σταυροκοπιοῦνται ἐνώπιον τῆς θείας τιμωρίας τοῦ ἀθέου συγχωριανοῦ τους.
Ἰατρὸς ἐξέτασε τὸν θανόντα καὶ διαπίστωσε ὅτι ἦταν ὑγιέστατος καὶ δὲν ἔπασχε ἀπὸ καμμία ἀρρώστια, καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ ἄσθμα.
(Ἐφημερίδα «Θάρρος» Κοζάνης, 25-7-1960, σὲ ἀνατύπωση στὸ Περιοδ. τῆς Ἐκκλησίας μας «Ἡ Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀρ.τ. 345-346 / 15-8-1960, σελ. 5, μὲ γλωσσικὴ ἁπλοποίηση)

 iconandlight